Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

Πρωτοπρεσβύτερος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος


Πρωτοπρεσβύτερος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος


Πρωτοπρεσβύτερος
Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
1931 - 1996 
Γεννήθηκε στην Καζάρμα (Χαραυγή) Μεσσηνίας, το έτος 1931. Υπήρξε ο ενδέκατος και τελευταίος γιός πολύτεκνης οικογένειας, μεταξύ εννέα γιών και δύο θυγατέρων.
Ελαβε την στοιχειώδη εκπαίδευση στην Καζάρμα και τη Γυμνασιακή στην Καλαμάτα. Απεφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1957 και απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα στη Φιλοσοφική στην Μαγεντία. Υπηρέτησε ως βοηθός στο Πανεπιστήμιο του Μύνστερ. Απέκτησε το διδακτορικό δίπλωμα στη Θεολογική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Νυμφεύθηκε την Αντωνία Λέντς με την οποία απέκτησε τρείς γιούς.
Χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος από τον Αρχιεπίσκοπο Θυατείρων και Μ. Βρετανίας Αθηναγόρα, το έτος 1962, στην Στουτγάρδη και υπηρέτησε ως εφημέριος στο Αννόβερο και Κολωνία. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1968 και διορίστηκε εφημέριος στον Ι.Ν. Αγ. Τριάδος Αμπελοκήπων και στη συνέχεια στην Αγ. Παρασκευή Αττικής, όπου υπηρέτησε ως την κοίμησή του.
Συγχρόνως διορίσθηκε Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής Αποδήμου Ελληνισμού και το 1980 Γραμματεύς της Συνοδικής Επιτροπής επί των αιρέσεων. Διοργάνωσε τους εξής τομείς δραστηριότητος: «Φροντιστήριο Στελεχών Εκκλησιαστικής Προνοίας» 1968, «Σχολή Εθελοντών Διακονίας» 1971, «Φροντιστήριο Αντιμετωπίσεως Αιρέσεων» 1976 και εξής.
Διατέλεσε:
Διευθυντής του Γραφείου Ποιμαντικής Αντιμετωπίσεως των Αιρέσεων στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, Διευθυντής της Υπηρεσίας Ενημερώσεως Διαλόγου και Πολιτισμού της Αρχιεπισκοπής, Πρόεδρος του Πνευματικού Συμβουλίου της «Πανελληνίου Ενώσεως Γονέων για την Προστασία του Ελληνορθοδόξου Πολιτισμού της Οικογενείας και του Ατόμου», Πρώτος Αντιπρόεδρος του «Ορθόδοξου Επιμορφωτικού Κέντρου Ενημερώσεως και Διαλόγου», Πρόεδρος του Πνευματικού Συμβουλίου του Πνευματικού Κέντρου Αγίας Παρασκευής, Α΄ Αντιπρόεδρος του «Διορθοδόξου Συνδέσμου Πρωτοβουλιών Γονέων».
Ως Γραμματέας της Συνοδικής Επιτροπής διοργάνωσε πληθώρα Κληρικολαϊκών Συνάξεων, Συνεδρίων, Σεμιναρίων. Ημερίδων, Πανελλαδικών και Πανορθοδόξων Συνδιασκέψεων, το «Σεμινάριο Πίστεως», το «Σεμινάριο Οικοδομής στην Ορθοδοξία», το «Σεμινάριο Ορθοδόξου Πίστεως», το «Θεολογικόν Σεμινάριον».

Συνέγραψε 40 βιβλία ποικίλου ποιμαντικού περιεχομένου, που καλύπτουν τους τομείς της ενοριακής δραστηριότητας, την οριοθέτηση της Ορθοδόξου Πίστεως και της ποιμαντικής στρατηγικής της Εκκλησίας έναντι των ποικίλων αιρέσεων.
Συνέτασσε με συνεργάτες τα Δελτία: «Μαρτυρία», «Πληροφορείν», «Δελτίον Ενημερώσεως», «Δελτίον Επικοινωνίας». Πολλά άρθρα του δημοσιεύθηκαν στις καθημερινές εφημερίδες και περιοδικά.  Μίλησε σε πλείστες πόλεις της Ελλάδας και σε Γυμνάσια και Λύκεια. Είχε δύο τακτικές εκπομπές στο Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Συμμετέσχε σε πλείστα Διεθνή Συνέδρια Πρωτοβουλιών Γονέων στο Εξωτερικό, σε συνελεύσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών και Συνεδρίων Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε συνέδρια αντιαιρετικού χαρακτήρα στη Ρωσία, Βουλγαρία και Κύπρο.

Εξεδήμησε προς Κύριον την 2α Μαΐου 1996 έχοντας αφιερώσει τη ζωή του στην Εκκλησία και έχοντας προσφέρει μεγάλες υπηρεσίες στη στήριξη της Αλήθειας της Πίστεως και στο Ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας. Ένα περίπου έτος αργότερα τον ακολούθησε στην εκδημία και η πρεσβυτέρα Αντωνία. Η πρεσβυτέρα υπήρξε γι' αυτόν πολύτιμη σύζυγος, αξία μητέρα και αναντικατάστατη βοηθός στη ζωή, καλύπτοντάς τον σε όλους τους τομείς, ώστε απερίσπαστος να μπορεί να επιδοθεί στο πράγματι μεγάλο και ουσιαστικό Εκκλησιαστικό έργο του.
ΚΟΝΤΑ ΣΤΟΝ π. ΑΝΤΩΝΙΟ
Αθανάσιος Νεοφώτιστος Πρόεδρος Π.Ε.Γ. 
Ομιλία κατά το τρίμηνο μνημόσυνο του π. Αντωνίου

 Σεβαστοί πατέρες, αγαπητή μας πρεσβυτέρα, αγαπητοί συγγενείς, συνεργάτες και φίλοι, του π. Αντωνίου. Η λογοτεχνία μας έχει συ­νηθίσει στα παλιά κλασσικά δημιουργήματά της να αρχίζει μια ιστο­ρία από το τέλος των ηρώων, ιδίως όταν αυτό το τέλος είναι συ­γκλονιστικό. Κι εγώ σήμερα θ’ αρχίσω την ομιλία μου για τον πα­τέρα Αντώνιο, τον πολυσέβαστο και πολυαγαπημένο μας παππούλη, από μια μεγαλειώδη και συγκλονιστική στιγμή μία μέρα προ του τέ­λους.
Οι γιατροί μας το είπαν χαμηλόφωνα, αλλά καθαρά, ότι πλησιάζει η ώρα του. Είναι ζήτημα δύο το πολύ ημερών. Μαζί με όλες τις σκέψεις και συνομιλίες για τις αναγκαίες ετοιμασίες που κάναμε με βαριά καρδιά, άρχισε και κάποιος προβληματισμός που σε τέτοιες περιπτώσεις καταλαμβάνει την οικογένεια και όλους όσους συμπα­ραστέκονται στο κρεββάτι του αρρώστου τις τελευταίες στιγμές του:
«Πρέπει να μεταλάβει». 
Πολύς λόγος, χωρίς λόγο, έγινε γι’ αυτό το θέμα. Κάναμε και μερι­κές κινήσεις που αποδείχτηκαν ότι ήταν όλες επιπόλαιες και αψυχολόγητες. Ευτυχώς που κάποιος άγιος Κληρικός τον οποίο επισκεφθήκαμε στο ερημητήριό του μας «καθησύχασε» λεγοντάς μας, ότι όλες αυτές οι σκέψεις είναι για το περιβάλλον του κι ότι ο π. Αντώνιος είναι έτοιμος ενώπιον του Κυρίου περισσότερο από κάθε άλλον.
Μια μέρα πριν από το τέλος πήρα τηλέφωνο και τον πατέρα Ιω­άννη Φωτόπουλο να τον ενημερώσω σχετικά. Δεν πέρασε μισή ώρα και ανοίγει η πόρτα του ασανσέρ του 5ου ορόφου και εμφανίζεται ο π. Ιωάννης φορώντας το πετραχείλι του και με το άγιο δισκοπό­τηρο στο χέρι. Για λίγο μείναμε ακίνητοι, σαστισμένοι, άφωνοι. Με­τά κατευθυνθήκαμε σιωπηλά στο δωμάτιο 509. Λίγα άτομα, 4 ή 5 είμασταν μέσα. Κοντά του η πρεσβυτέρα.
-        Ποιός είναι, είπε με αρκετά καθαρή φωνή.
-        Ο πατήρ Ιωάννης του απάντησε η πρεσβυτέρα.
Δεν ξαναμίλησε αλλά παρακολουθούσε προσεκτικά.
Ο π. Ιωάννης άρχισε να ψάλει το «Χριστός Ανέστη» κι όλοι μαζί ακολουθούσαμε σιγανά. Μετά ο π. Ιωάννης άρχισε την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως τόσο κατανυκτικά που σου κοβότανε η αναπνοή.
« Άρτος ζωής αιωνιζούσης...».
Πολλές φορές έψαλλα η άκουσα να ψάλλεται η ωραία αυτή ακολουθία. Δεν θυμάμαι όμως κάποια ανάλογη στιγμή που να κατανυγεί η ψυχή μου τόσο βαθιά.
«Του δείπνου Σου του μυστικού...»
Η ακολουθία τελειώνει. Ο π. Ιωάννης πλησιάζει με τρεμάμενα χέ­ρια από την ιερή στιγμή στο κρεββάτι.
«Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού, Αντώνιος ιερέας εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».

Τι μεγαλειώδης και αγιωτάτη στιγμή. Ο πατήρ Ιωάννης ψάλλει αμέσως την Ευχαριστία μετά τη Θεία Μετάληψη. Και τέλος πάλι το «Χριστός Ανέστη».
Μετά δεν μιλάμε κανένας. Στεκόμαστε βουβοί και τον κοιτάζαμε με βλέμματα γεμάτα ερωτηματικά.
Σε λίγο τον ακούμε να λέγει στην πρεσβυτέρα που είναι κοντά του: «Παραμέρισε...». Η πρεσβυτέρα παραμερίζει. Μετά από λίγο, λέγει πάλι, στον πληθυντικό αυτή τη φορά. «Παραμερίστε, παραμερίστε... ν' ακούσω τις ψαλμωδίες». Εκείνη τη στιγμή άκουγε ασφαλώς τους αγγέλους να ψάλλουν τον τρισάγιο ύμνο. Κοίταζε στον απέναντι τοίχο. Τι έβλεπαν τα ορθάνοιχτα μάτια του που κοίταζαν με τόση ευλάβεια και επιμονή προς το ανοιχτό παράθυρο; Θα έβλεπε ασφαλώς Αγίους, Αγγέλους και τον Κύριο που τόσο πολύ αγάπησε και που τόσο πολύ υπηρέτησε με όλη την δύναμη της ψυχής του σε κάθε λεπτό της ζωής του, να τον περιμένει με ανοιχτή την αγκαλιά Του, να τον αγκαλιάσει και να τον επιβραβεύσει με τον στέφα­νο της δικαιοσύνης και της αρετής.
Τι έβλεπαν τώρα αυτά τα μάτια που στην πραγματικότητα έβλεπαν τόσο λίγο, που μας έπεσε μερικές φορές στο δρόμο, σκοντάφτοντας σε εμπόδια και σκαλοπάτια; Κι όμως μ' αυτό το λίγο φως διάβαζε δεκάδες κείμενα κάθε μέρα, έγραφε εκατοντάδες σελίδες, αναφορές, εκθέσεις, επιστολές, βιβλία. Αυτά τα μάτια που τόσο τον ταλαιπώ­ρησαν δεκαετίες ολόκληρες. Τον θυμόμαστε στις ημερίδες ή στα κα­λοκαιρινά σεμινάρια να βάζει βαμβάκια με χαμομήλι στα μάτια του, που έφερναν μαζί τους πάντοτε συνεργάτριες που ήξεραν το πρό­βλημά του.
Κι άρχισε πολύ νωρίς η αρρώστεια των ματιών του. Νοσηλεύτηκε για πρώτη φορά εξ αιτίας των ματιών του στο Οφθαλμιατρείο τον Ιούνιο του 1954. Σε μια έκθεση της «βιοτής του» όπως την απεκάλεσε, προς τον Σεβασμιώτατο Μεσσηνίας, διαβάζομε τα εξής εκπληκτικά:
«Κατά τη ζωή μου στο οφθαλμιατρείο, Σεβασμιώτατε, 20 Ιουνίου έως 9 Ιουλίου 1954 κατόρθωσα με την βοήθεια του Κυρίου ν' ακουστώ από τους συνασθενείς μου και να θέσουμε σε ημερήσιο πρό­γραμμα την μελέτη της Αγίας Γραφής και τη συζήτηση επάνω σ’ αυτή (διάβαζε την περικοπή κάποιος που είχε ανοιχτό το μάτι το ένα), τις αυτοσχέδιες προσευχές με το απόδειπνο και την εωθινή προσευχή. Ήταν κάτι το συγκινητικό Σεβασμιώτατε, να βλέπει κα­νείς όλους μας βουτηγμένους στο υλικό σκότος, να παρακαλούμε τον Κύριο να σκορπίσει πλούσια στην ψυχή μας το πνευματικό φως. Εν γένει από την πνευματική μου ζωή στο Νοσοκομείο είμαι ευχαρι­στημένος».
Ήταν λοιπόν ευχαριστημένος από τη ζωή του στο Νοσοκομείο πα­ρά το βαθύ υλικό σκοτάδι για περίπου 20 ημέρες.
Τότε έγραψε και το εξής θαυμάσιο ποίημα πραγματικό αριστούργημα.
 ΣΤΟΝ ΤΥΦΛΟ ΑΔΕΛΦΟ
Καλέ αδελφέ πόσο σιμά σου νοιώθω σήμερα!
η σκέψη μου σε σένα τριγυρίζει κι ο πόνος σου είναι δικός μου πόνος.
Έχω τα μάτια σφαλιστά με φάρμακα με γάζες κι επιδέσμους·
γύρω μου όλα σκοτεινά. κι αν προσφιλείς μορφές με παραστέκουν
κι αν νοιώθω γνώριμες φωνές να μου μιλούν
και χείλη αδελφικά να με φιλούν δεν βλέπω.
Κουράγιο αδελφέ.
Τι κι αν σφαλίστηκαν τα δυο σου μάτια όταν τα μάτια της ψυχής ειν' ανοιχτά·
τι κι αν δεν λούστηκες στο πρόσκαιρο το φως, όταν το φως του παραδείσου αντικρύζεις;
Οφθαλμιατρείο 1-7-54

 Και ήταν τότε 23 ετών. Πέρασε μια ζωή ολόκληρη, με το λίγο υλικό φως, 40 τόσα χρόνια, μια ζωή τόσο έντονη, τόσο πλούσια σε απόδοση και σε πνευματική παραγωγή που είναι να θαυμάζει και να εκπλήσσεται κανείς πως το μπόρεσε να φέρει εις πέρας αυτό το τεράστιο, το μεγαλειώδες έργο. Πλούσια η χάρις του Κυρίου σ’ αυτόν. Μόνο έτσι εξηγείται το φαινόμενο «Παπα-Αντώνης». Στον πατέρα Αντώνιο εφαρμόζεται, πλήρως το «αρκεί σοι η χάρις μου˙ η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται». Και είχεν όντως επισκηνώσει σ' αυτόν η χάρις και η δύναμις του Χριστού.
Είχε αρχίσει την προσφώνησή του κατά την χειροτονία του εις πρεσβύτερον με τα λόγια του Μωϋσή: «Δέομαι, Κύριε, ουχ ικανός ειμί, προ της χθες, ουδέ προ της τρίτης ημέρας, ουδέ αφ’ ου ήρξω λαλείν τω θεράποντί σου· ισχνόφωνος και βραδύγλωσσος εγώ ειμί». Και συ­νεχίζει λίγο παρακάτω στη συγκλονιστική εκείνη ομιλία του. «Όλοι οι πατέρες, Σεβασμιώτατε, τρέμουν μπροστά στην ανάληψη μιας τέ­τοιος χάριτος να γίνουν όργανο του Θεού. Αλλά σε όλες αυτές τις περιπτώσεις έρχεται η φωνή του Θεού να μας υπενθυμίσει ότι δεν είναι η προσωπική μας αξία εκείνο που μας ανυψώνει σ’ αυτή την τιμή, αλλά η ανεξερεύνητη πρόνοια του Θεού που κατευθύνει τις τύ­χες των λαών και του κάθε ανθρώπου χωριστά. «Και νυν πορεύου και εγώ ανοίξω το στόμα σου». Αυτή είναι η απάντηση του Θεού στους δισταγμούς του Μωυσή. Την ίδια απάντηση αισθάνομαι ότι δί­νει σήμερα ο Θεός και στο δέος που κατέχει την ψυχή μου μπρο­στά στο ύψιστο αξίωμα που μου εμπιστεύεται σήμερα η Εκκλησία. Η απάντηση αυτή μου δίνει θάρρος και παραμερίζει τους δισταγ­μούς μου. Ο Θεός με εκάλεσε δια του στόματός Σας Σεβασμιώτα­τε. Εσείς με τα αγιασμένα χέρια Σας με ανεβάσατε στην τάξη του διακόνου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Και τώρα, Σεβασμιώτατε πάτερ και Δέσποτα, με προσκαλείτε να μου μεταδώσετε τη χάρι για κάτι που είναι «μέγα και ιερόν και αυταίς ταίς επουρανίαις δυνάμεσι» το λειτούργημα του Ιερέως, του τελεσιουργού των αχράντων μυστηρίων».
Δεν μπορούμε δυστυχώς αυτή τη στιγμή να παρουσιάσομε στην αγά­πη σας ολόκληρη εκείνη την ομιλία. Κάποτε θα πρέπει να σκύψου­με με ευλάβεια και αγάπη σε όλα του τα γραπτά που είναι τόμοι πολλοί για να αντλήσουμε από εκεί πλούσιο κι ανεκτίμητο υλικό για την οικοδομή των πιστών της εκκλησίας του Κυρίου.
Αλλά ανακαλύπτουμε σε μια περικοπή της ομιλίας του κάτι που θα τον απασχολεί σ' όλη του τη ζωή και που θα είναι η μόνιμη αγω­νία του.
«Ποιος θα βοηθήσει, Σεβασμιώτατε, τους ορθόδοξους Νέους και ποιος θα τους παρασταθεί για να λύσουν τα ποικίλα ηθικά και υπαρξιακά προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά; "Τίνα αποστείλω και τις πορεύσεται προς τον λαόν τούτον;" Αυτό το ερώτη­μα που έθεσε ο Θεός στον Προφήτη Ησαΐα το ακούω, Σεβασμιώ­τατε, να ηχεί από πολύ καιρό και. στην ακοή της ψυχής μου. Με φόβο, αλλά και με βεβαιότητα ότι με συνοδεύουν οι πατρικές σας ευχές, οι ευχές των πνευματικών μου πατέρων και αδελφών και προ παντός η παντοδύναμος Χάρις του Θεού που θα λάβω δια του μυ­στηρίου της Ιερωσύνης, τολμώ ν’ απαντήσω στη φωνή αυτή του Θε­ού με τα ίδια τα λόγια του Ησαΐα: «Ιδού εγώ είμι, απόστειλόν με».
Και ο Κύριος απέστειλε τον π. Αντώνιο. Μη φοβάστε έλεγαν οι πα­τέρες, όταν η εκκλησία μας περνούσε δύσκολες ώρες. Ο Κύριος θα βρει κάποιον που θα εργαστεί για την Εκκλησία και θα ξεπεραστεί ο κίνδυνος. «Ιδού εγώ είμι, απόστειλόν με».
Και ο Κύριος απέστειλε τον π. Αντώνιο σε μια πολλή δύσκολη ώρα. Εκατοντάδες αιρέσεις και παραθρησκευτικές ομάδες και ψυχολατρείες κατέκλυσαν τη χώρα μας και απειλούσαν και απειλούν να τη μετατρέψουν σε ένα τεράστιο "πάζλ", αντιεκκλησιαστικό και αντιορθόδοξο. Και κινδυνεύουν οι νέοι μας από τη λαίλαπα αυτή που ενέσκυψε σε όλες τις ορθόδοξες χώρες. Και ο πατήρ Αντώνιος απετέλεσε και αποτελεί τον κυματοθραύστη όλης αυτής της φουρτουνια­σμένης θαλασσοταραχής
Ο Μητροπολίτης Σισανίου & Σιατίστης κ.Παύλος για τον μακαριστό π.Αντώνιο 
Όσο θα περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο θα εκτιμούμε το τεράστιο έργο το οποίον επετέλεσε στο χώρο της αντιμετωπίσεως των αιρέσεων ο μακαριστός πρωτοπρεσβύτερος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, ο μι­κρός το δέμας αλλά χαλκέντερος στην αντοχή και επίμονος στην προσπάθεια, ο ευλογημένος αυτός άνθρωπος του Θεού.
Ο μακαριστός Γέροντας με ιδιαίτερη επιμέλεια και υπεύθυνη έρευνα εμελέτησε όλο το σκηνικό των αιρέ­σεων και απεκάλυψε την δράση των ποικίλων παραθρησκευτικών και παραχριστιανικών ομάδων και καταστροφικών λατρειών, προσφέροντας ένα τεράστιο υλικό εις το οποίον σήμερα αναφέρονται πολλοί.
Από κάποιους κύκλους, ακόμη και εκκλησιαστικούς, θεωρήθηκε υπερβολικός, ενώ από τον χώρο της παραθρησκείας δέχθηκε ακόμη και απειλές για την ζωή του. Εκείνος όμως έμεινε πιστός στη διακονία του «άχρι θανάτου».
Ψυχή των Πανορθοδόξων Συνδιασκέψεων για επτά χρόνια, κατάφερε να προκαλέσει το ενδιαφέρον όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες για πρώτη φορά αποκτούσαν υπεύθυνη ενημέρωση για προβλήματα τα οποία και εκείνες αντιμετώπιζαν στις χώρες τους και ιδιαίτερα αυτές του πρώην υπαρκτού σο­σιαλισμού, όπου μετά την απελευθέρωσή τους οι παραθρησκείες, από καιρό έτοιμες, επέπεσαν ως «λύκοι βαρείς» και ως λοιμική νόσος στους ανύποπτους πιστούς.
Δημιούργησε πανορθόδοξες συνεργασίες, μετέσχε σε πανορθόδοξα συνέδρια και σε προσπάθειες γονέ­ων στον ευρωπαϊκό χώρο, προκειμένου να ρίξει, με τον υπεύθυνο λόγο και την τεκμηριωμένη έρευνά του, άπλετο φως στα σκοτεινά μονοπάτια της παραθρησκείας και του αποκρυφισμού.
Οι μετέπειτα χρόνοι μέχρι και σήμερα τον εδικαίωσαν απολύτως. Η ενασχόληση με την παραθρησκεία, τις καταστροφικές λατρείες και τις συνέπειες των δραστηριοτήτων τους, ιδιαίτερα για χιλιάδες νέους ανθρώπους, απεδείχθη ότι δεν ήταν ένα «κυνήγι μαγισσών», όπως το ήθελε και το παρουσίαζε η ντόπια δημοσιογραφική ομάδα παραπληροφόρησης, αλλά ένα σοβαρότατο υπαρκτό πρόβλημα – μάστιγα για πλήθος οικογενειών, πρόβλημα με το οποίο αναγκάσθηκε να ασχοληθεί με σοβαρότητα και να λάβει αλλε­πάλληλες αποφάσεις και αυτό το Ευρωπαϊκό Κοινο­βούλιο, δικαιώνοντας με αυτό τον τρόπο τον τιτάνιο αγώνα του π. Αντωνίου.
Ο αγώνας αυτός δεν ανεστάλη ούτε και τότε που η ασθένεια έκανε την εμφάνισή της. Ο π. Αντώνιος έπεσε κυριολεκτικά επί των επάλξεων. Θυμάμαι την επιμονή του σε κάποια Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη να καταρτισθεί ο κατάλογος των Παραθρησκευτικών Ομάδων. Στην πρόταση κάποιου να αφεθεί η κατάρ­τιση του καταλόγου για κάποια επόμενη μας άφησε άφωνους με την απάντησή του. «Εγώ δεν θα υπάρ­χω τότε». Γνώριζε την κρισιμότητα των προβλημάτων της υγείας του, αλλά το έργο του το έβαζε πάνω και από την ζωή του. Δεν θα λησμονήσω την επίσκεψή μου στο νοσοκομείο λίγο πριν από το τέλος του. Πήγα να τον δω, και εκείνος ξεχνώντας την κατάστασή του, μου έδινε οδηγίες για μια ημερίδα που επρόκειτο να γίνει. Εμείς πραγματοποιήσαμε την ημερίδα μετά την κοίμησή του σαν μνημόσυνο στην μνήμη του και σαν διαβεβαίωση ότι το έργο του δεν θα σταματήσει, όπως και δεν σταμάτησε. 
 Αποσπάσματα από τον πρόλογο του βιβλίου  ΒΟΥΔΔΙΣΤΙΚΕΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Αυτός ο ασθενικός, ο λιπόσαρκος, με το ολίγο φως. Επαναλαμβάνω· είναι ν’ απορεί, να εκπλήσσεται και να θαυμάζει κανείς μπρός στο κολοσσιαίο και μεγαλειώδες έργο του. «Κύριε πό­σο η χάρις σου προσφέρθηκε άφθονη και ευεργετική στον άνθρωπο αυτό. Σ' ευχαριστούμε γι αυτό και δοξολογούμε το Όνομά Σου».

Ο π. Αντώνιος σατίριζε πολλές φορές τις σωματικές του αδυναμίες και ατέλειες και το λιγοστό του φως, χωρίς γογγυσμό, χωρίς παρά­πονο μ’ ένα τέτοιο τρόπο που σ’ έκανε να τα χάνεις με το χαριτω­μένο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσε για τον εαυτό του. Κάποτε είχα­με πάει στο Νοσοκομείο των Αθηνών το Κ.Α.Τ. για να επισκεφθεί έναν πρώην «μάρτυρα του Ιεχωβά», συνομήλικό μας περίπου, ο οποίος είχε πολεμήσει τον π. Αντώνιο δεκαετίες ολόκληρες με πο­λύ φανατισμό και μεγάλο πείσμα. Θυμάμαι τη συγκινητικότατη σκη­νή της πρώτης αυτής συνάντησης, γιατί ακολούθησαν και άλλες. Δεν γνωρίζονταν και όταν ο π. Αντώνιος του είπε το όνομά του, άπλω­σαν και οι δυο τα χέρια τους και κρατώντας τα σφιχτά έκλαιγαν και οι δύο σιωπηλά για πολύ ώρα. Μείναμε στο Νοσοκομείο αρκετές ώρες. Δυστυχώς δεν προνόησα να ηχογραφήσω με κάποιον τρόπο, έστω και συνωμοτικό, αυτές τις ανεπανάληπτες συνομιλίες του με πλανεμένους αδελφούς. Θα ήταν ένα πολυτιμότατο υλικό σε όσους έχουν αναλάβει ή θα αναλάβουν στο μέλλον να προσφέρουν ποιμαντική βοήθεια στα θύματα των αιρέσε­ων.
Σε μια στιγμή ακούω τον άρρωστο να του λέγει: «Γέροντα, αν μου έλεγε παλαιότερα η "Σκοπιά" να σε φάω, θα σε έτρωγα ευχαρίστως». Και ο π. Αντώνιος του απάντησε γελώντας. «Καημένε μου τι θα έτρωγες από μένα! Ένα μάτσο κόκκαλα είμαι. Εκτός αν με έκανες σούπα κι έπινες το ζουμί μου». Και γέλασε πιο πολύ μ’ εκείνο το γνώριμο σ' εμάς τρόπο, που ανατάραζε ελαφρά το ασθενικό του στήθος. Γελάσαμε κι εμείς όσοι βρισκόμασταν στο θάλαμο και κοιτάξαμε με δέος αυτό το αδύνατο σώμα που δούλευε ακατάπαυστα μέρα νύχτα.
Τι να πρωτοαναφέρουμε από την πολύπλευρη και πολύπονη εργασία του; Τις ημερίδες, τα σεμινάρια, που μόνο να τ' αναφέρει κανείς του κόβεται η ανάσα, τα συνέδρια στο εσωτερικό και εξωτερικό, τις διεθνείς συναντήσεις, τα εξαντλητικά ταξίδια, τις ομιλίες σε Μητροπόλεις, σχολεία, πνευματικά κέντρα, τις συνεντεύξεις τις πανορθόδοξες, συνδιασκέψεις, τις πολύωρες συνεργασίες με τις ομάδες και το συμβουλευτικό σταθμό, τις ατέλειωτες συζητήσεις με θύματα και οικογένειες θυμάτων, κ.α. που ξεχνούμε, ή δεν έπεσαν στην αντίληψή μας;
Και τι ήταν εκείνα τα προγράμματα στα διάφορα εξειδικευμένα σεμινάρια και τις συνδιασκέψεις. Δουλειά από τα χαράματα μέχρι αργά το βράδυ, χωρίς διακοπή. Τόσο που η αξιοσέβαστη αδελφή ενός Δεσπότη είπε κάποτε χαριτολογώντας: «Καλά, αυτοί που μπορούν και παρακολουθούν αυτά τα σεμινάρια έχουν σώας τας φρένας;». Και η δουλειά στη γραφομηχανή! Εκείνη την παλιά θορυβώδη γραφομηχανή που ενοχλούσε τους γειτόνους. Τα αδύνατα δάχτυλά του κολλούσαν επάνω σ' αυτή χτυπώντας τα πλήκτρα της μέρα νύχτα.
Και κοντά σ' όλα αυτά, επισκέψεις και πολύωρες συζητήσεις με πρόσωπα που είχαν ανάγκη ποιμαντικής βοήθειας. Το διακόνημα αυτό έθεσε σε προτεραιότητα σ’ όλη του τη ζωή. Και το υπηρέτησε πάθος και χωρίς οίκτο στη σωματική του αντοχή και υγεία.

 [...] 
Αυτές οι επισκέψεις και οι συζητήσεις με θύματα παραθρησκευτικών ομάδων και αιρέσεων μου έχουν αφήσει συγκλονιστικές εμπειρίες. Γυρίζαμε κάποτε στις 3 η ώρα περίπου από τα Γραφεία της Ιεράς Συνόδου στη Μονή Πετράκη. Στο δρόμο θυμήθηκε, ότι στο Νοσο­κομείο Άγιος Σάββας ένας βαριά άρρωστος είχε ζητήσει να μιλήσει μαζί του. Ήταν κατάκοπος. Δεν ήθελε όμως να μην ανταποκριθεί στην επιθυμία του ασθενούς. Πήγαμε και μείναμε δίπλα στο κρεββάτι του περισσότερο από τρεις ώρες. Παρακολούθησα μια συζήτη­ση που η λέξη συναρπαστική δεν αποδίδει την πραγματική της διά­σταση. Ο άρρωστος ήταν οπαδός κάποιας πεντηκοστιανής ομάδας, και υποστήριζε με πάθος τις κακοδοξίες τους. Κάπου όμως διακρινόταν η αμφιβολία και η ανησυχία του. Ο π. Αντώνιος μεθοδικά και ήρεμα του αναιρούσε αγιογραφικά όλα όσα υπερασπιζόταν ο άρρωστος με βάση περικοπές της Καινής Διαθήκης που κρατούσε στα χέρια του και είχε υπογραμμίσει με διάφορα χρώματα και ήταν οι γνωστές θέσεις της πεντηκοστιανής αίρεσης που ανήκε. Δεν ξέρω τι αποτέλεσμα θα είχε στην ψυχή του αρρώστου η συνάντηση αυτή. Εγώ πάντως απήλαυσα και εθαύμασα τη διαλεκτική του π. Αντω­νίου και την απέραντη υπομονή και αγάπη του.
Φεύγοντας από το νοσοκομείο μου είπε. «Τώρα μου έφυγε ένα βάρος. Αν δεν ερχόμουν το βάρος αυτό θα πλάκωνε για πολύ καιρό την καρδιά μου». 
Παράλληλα με όλες αυτές του τις δραστηριότητες είχε και τα λα­τρευτικά του καθήκοντα τα οποία διακονούσε με πολλή αγάπη και απέραντη ευλάβεια.
Δεν ξεχνούμε την ιδιαίτερη ευαισθησία του να παραβρίσκεται και να τελεί το μυστήριο του γάμου και του βαφτίσματος σε όλα τα νεα­ρά ζευγάρια που ήταν πνευματικά του παιδιά ή ανήκαν στην ομά­δα εργασίας ή παρακολουθούσαν τα σεμινάριά του. Ακόμη έτρεχε και στα πλέον απομακρυσμένα και απόκεντρα νεκροταφεία για να παραβρεθεί και να συμμετάσχει στην ακολουθία της κηδείας συγ­γενών ή γονέων συνεργατών του. Και παντού μιλούσε. Μ' εκείνους τους υπέροχους λόγους του, που δυστυχώς δεν είχαμε την πρόνοια να τους καταγράψουμε, μεταξύ των άλλων, νουθετούσε τα νεαρά ζευγάρια στους γάμους, συμβούλευε τους γονείς στα βαφτίσια και παρηγορούσε κι ενίσχυε τους πενθούντες στις κηδείες.
Ο π. Αντώνιος ήταν βαθύτατα εκκλησιαστικός. Πάντοτε έλεγε, υπογράμμιζε, τόνιζε, φώναζε ότι μόνο μέσα στην Εκκλησία ο άνθρωπος σώζεται. Ήθελε αυτό να γίνει κτήμα μας γι’ αυτό δεν παρέλειπε ευκαιρία να το επαναλαμβάνει.
Στην ομιλία του, κατά τη χειροτονία του σε διάκονο, λέγει μεταξύ των άλλων. «Επικρατεί, Σεβασμιώτατε, τον τελευταίο καιρό η τάση του χωρισμού της θεολογικής επιστήμης από την εκκλησιαστική ζω­ή και δραστηριότητα. Νομίζουν δηλαδή ότι άλλο είναι θεολόγος και άλλο ιερεύς, γι’ αυτό υπάρχουν άφθονοι θεολόγοι που δεν επόθησαν να γίνουν ιερείς. Αυτό είναι αναμφίβολα ξένο στην αρχαία παράδο­ση της εκκλησίας μας.... Η λέξη Ορθοδοξία δεν σημαίνει μόνο την ορθή πίστη, αλλά και τον ορθό τρόπο της λατρείας του Θεού, για κάθε βέβαια πιστό. Αλλά για τον ορθόδοξο θεολόγο πιστεύω ακρά­δαντα, Σεβασμιώτατε, ότι τότε μόνο ολοκληρώνεται, όταν εισέλθει εις τα Άγια των Αγίων, όταν γίνει δηλαδή κληρικός. Τότε θα έχει περισσότερο το δικαίωμα να ομιλεί υπεύθυνα και για τα εκκλησια­στικά μας καθήκοντα, για τα οποία θα είναι κατ' αυτόν τον τρόπο και έτοιμος να προσφέρει τις μεγαλύτερες θυσίες».
Η ξεκάθαρη αυτή θέση του π. Αντωνίου συμφωνεί απόλυτα με τις απόψεις και τη ζωή των μεγάλων πατέρων και ιεραρχών όλων των αιώνων. Γι αυτό είχε ριζωθεί μέσα του ο πόθος να γίνει κληρικός, παρά τις αντιρρήσεις των δικών του, που νόμιζαν ότι η κλίση του ήταν να γίνει μαθηματικός. Το χέρι όμως του Θεού τον οδηγούσε στον πραγματικό του προορισμό.
Λέγει στην ίδια ομιλία του: «ο πόθος μου, Σεβασμιώτατε, να θέσω στην υπηρεσία του έργου του Κυρίου όλες μου τις δυνάμεις, γέμιζε την καρδιά μου από μικρό παιδί. Αυτός ο ιερός πόθος αυξήθηκε όταν φοιτούσα στη Θεολογική Σχολή και αποτέλεσε την ουσία της ζωής μου. Αυτός με οδήγησε να πάρω τη μεγάλη απόφαση να υπακούσω ταπεινά στη φωνή της Εκκλησίας, τώρα που με καλεί δια των Ποιμένων της να την υπηρετήσω με πίστη κι αυταπάρνηση. Γι’ αυτό στρέφω το βλέμμα μου μ’ ευγνωμοσύνη σ’ όσους με τα λόγια τους και τις προσευχές τους δυνάμωσαν τη φλόγα της ψυχής μου να υπηρετήσω στο θυσιαστήριο του Υψίστου».
Και καταλήγει στη μεγαλειώδη αυτή ομιλία του: «Βαθύτατα συγκινημένος από τη μεγάλη τιμή να βρίσκομαι αυτή τη στιγμή στον ιε­ρό αυτό χώρο κλίνω με ευλάβεια το γόνυ και με ταπείνωση ανα­φωνώ:
«Κύριε γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου»
«Κύριε γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου» κλείνει την πρώτη του ομι­λία κατά την χειροτονία του σε διάκονο.
«Ιδού εγώ είμι, απόστειλόν με». Κλείνει την δεύτερη ομιλία του σε πρεσβύτερο.
Ω της μεγαλωσύνης, ω της αγιότητος του ανδρός! 
Η αξία του και η μεγάλη του προσφορά αναγνωρίστηκε και υμνήθηκε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό από Ορθόδοξες και μη χώρες. Καθημερινά καταφθάνουν στην Π.Ε.Γ. και στην οικογένειά του συλλυπητήρια τηλεγραφήματα από το εσωτερικό και το εξωτερικό που οι αποστολείς τους εκφράζουν, όχι μόνο την συμπαράστα­σή τους στην εθνική μας αυτή απώλεια, αλλά και τις προσωπικές τους εντυπώσεις από την συνεργασία τους με τον αξέχαστο και με­γάλο μας πατέρα.

Θα αναφέρω μόνο λίγα αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα...
Εξέχουσες προσωπικότητες, ερευνητές του σκηνικού των αιρέσεων στον παγκόσμιο χώρο, συνεργάστηκαν μαζί του και ζητούσαν επανειλημμένα τη γνώμη του σε πάρα πολλά σχετικά θέματα. Αναφέ­ρουμε τους: Γιοχάνες Άαγκαρντ - Δανία, Κλαίρ Σαμπολιόν - Παρί­σι, Ζάκ Ριοσάρ - Γαλλία, Αλέξανδρος Ντβόρκιν - Μόσχα, κ.α.
Ο καθηγητής Αλεξάντερ Ντβόρκιν ήταν μια εξαιρετική παρουσία στην συνδιάσκεψη στην Αλίαρτο της Βοιωτίας τον Σεπτέμβριο του 1995. Τον εκτιμούσε ιδιαίτερα ο π. Αντώνιος γιατί διέκρινε την ευαισθησία του και την αγωνία του στα θέματα που τον απασχο­λούσαν και απασχολούν όλους τους ερευνητές του σκηνικού και της δραστηριότητας των αιρέσεων στον παγκόσμιο χώρο. Διέκρινε επί­σης ότι ο Ντβόρκιν θα διαδραματίσει στο μέλλον αποφασιστικό ρό­λο στο αγώνα ενάντια στην πλάνη, σε πανορθόδοξο επίπεδο. Θυμάμαι τον ξανθό αυτόν άνδρα με την ξανθή γενειάδα του όταν τελευταίος κοινώνησε στην πανορθόδοξη λειτουργία στη Λειβαδιά, όπου μετείχαν λειτουργοί απ’ όλες τις ορθόδοξες χώρες κι ήταν μια γιορτή της Ορθοδοξίας. Με πόση ευλάβεια κοινώνησε από το ίδιο Άγιο Ποτήριο, φανερώνοντας έτσι την ενότητα της Ορθοδοξίας όταν όλοι κοινωνούμε εκ του αυτού ποτηριού.
Στην σημαντική του ομιλία στην Αλίαρτο είπε σε μια στιγμή. «Πολ­λές φορές απογοητεύομαι και νομίζω ότι χάνεται το παιχνίδι με τις αιρέσεις, αλλά σηκώνω τα μάτια μου προς τον ουρανό κι από εκεί παίρνω θάρρος να συνεχίσω».
Ο καθηγητής Ντβόρκιν κατασυκοφαντήθηκε και διώχθηκε στη χώ­ρα του για τη δραστηριότητά του στα θέματα της παραθρησκείας και των αιρέσεων, όπως συνέβη και στη χώρα μας με τον π. Αντώ­νιο και σε άλλες χώρες με άλλους αγνούς αγωνιστές. Τελικά έχασε και τη θέση του στο Πανεπιστήμιο. Και οι απειλές και οι εκφοβι­σμοί για να κάμψουν το γενναίο του φρόνημα συνεχίζονται. Απει­λούν τη γυναίκα του με ανώνυμα τηλεφωνήματα, πολλές φορές σε μεταμεσονύκτιες ώρες, πετούν πέτρες κι άλλα αντικείμενα στα πα­ράθυρα του σπιτιού του και άλλα πολλά. Στέλεχος μιας ομάδας που δρα και στην Ελλάδα και που τόσο κατασυκοφάντησε τον γέροντά μας, αποκάλεσε τον Αλεξάντερ «κάμπια»· και ο Αλεξάντερ της απάντησε «Πολύ ωραία που με είπατε κάμπια. Η κάμπια πεθαίνει για να αναστηθεί η ψυχή, η πεταλούδα και να πετάξει στους Ουρανούς».
Αυτοί και άλλοι πάρα πολλοί, ήσαν οι συνεργάτες, σε διεθνές επί­πεδο, του π. Αντωνίου. Τους καμαρώσαμε όλους στην Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη της Αλιάρτου. Τότε που δεν υποψιαστήκαμε καθα­ρά ότι διηύθυνε τις εργασίες βαρειά άρρωστος και με φοβερούς πό­νους, χωρίς ν’ αποχωρήσει ούτε λεπτό απ’ εκείνο το εξαντλητικό πρόγραμμα και για τους απόλυτα υγιείς ανθρώπους. Και μετά ταξί­δεψε στο Βερολίνο και συμμετείχε στο διεθνές συνέδριο πρωτοβου­λιών γονέων χωρίς κι εκεί να καταλάβει κανείς την κατάστασή του. Και όταν γύρισε συνέχισε να δουλεύει εξαντλητικά, για να ταξινο­μήσει τα πορίσματα των συνεδρίων, να συντάξει τις εκθέσεις, να αξιολογήσει και αξιοποιήσει τα συμπεράσματα και τις πληροφορίες που συνέλεξε από το συνέδριο του εξωτερικού. Ήταν όμως εμφανή πλέον τα σημάδια, ότι κάτι δεν πάει καλά.
Θυμάμαι ένα στιγμιότυπο από την τελευταία του λειτουργία στην Αγία Παρασκευή λίγες μέρες πριν την εγχείρηση.
Μετά το πρώτο Ευαγγέλιο, βγήκε στο μέσο του Ναού για να ασπαστούν οι πιστοί το Ευαγγέλιο. Τον κοίταξα για λίγα λεπτά. Κρα­τούσε το Ευαγγέλιο λίγο λοξά στο στήθος του, είχε γύρει το κεφάλι δεξιά κι είχε τα μάτια του κλειστά. Ήταν πολύ χλωμός. Εκεί­νη τη στιγμή νόμισα ότι κάποια εικόνα από τους τοίχους της Εκκλησίας είχε κατέβει στο μέσο του Ναού και οι πιστοί την προσκυνούσταν. Προχώρησα δειλά, φίλησα το Ευαγγέλιο και το χέρι του. Αυτό το στιγμιότυπο έχει παραμείνει στη μνήμη μου ζωντανό και ανεξίτηλο ως το πολυτιμότερο υλικό της.

Και μετά ήρθε η εγχείρηση. Και μετά μια πορεία που θα μας δεί­χνει το καλύτερο παράδειγμα αντιμετώπισης μιας τέτοιας καταστάσεως. Μέχρι την τελευταία ώρα εργαζόταν. Έγραφε βιβλία, έδινε οδηγίες, συνέτασσε υπομνήματα, ανακοινώσεις, επιστολές. Ετοίμαζε το πανελλήνιο συνέδριο κληρικών στη Μονή Πεντέλης για τις 16 Μαΐου, συνεργαζόταν με τους επιτελείς του, μάθαινε όλα όσα συνέβαιναν κι έπαιρνε αποφάσεις. Στον τελευταίο «Διάλογο», το περιο­δικό που το περιέβαλλε με ξεχωριστή αγάπη και φροντίδα, έχει καταχωρηθεί το τελευταίο κείμενό του λίγες μέρες προ του θανάτου του, που το υπαγόρευσε με αδύνατη φωνή στην κ. Πόπη.
«Το να θελήσει ένας ποιμένας να αφαιρέσει από οποιονδήποτε το στοιχείο της ελπίδος και να τον διαγράψει από το βιβλίο της Ζωής είναι το μεγαλύτερο έγκλημα που θα μπορούσε να διαπράξει ενα­ντίον ενός αδελφού. 
Γι’ αυτό και ο ποιμένας έχει καθήκον να συμπαρασταθεί σε οποιονδήποτε του το ζητήσει και έχει ανάγκη της πνευματικής του προ­σφοράς. 
Συνεπώς η απολογητική της Εκκλησίας μας, καθίσταται αναγκαία σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τη βούληση του καθενός και βέβαια με διάκριση και σεβασμό στην προσωπική ελευθερία και στην τελική επιλογή του. 
Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα πολύ λεπτό ποιμαντικό πρόβλημα το οποίο κατ’ ουδένα τρόπο πρέπει να παρακαμφθεί».
Το κείμενο αυτό αποτελεί συμπύκνωση και συγκεφαλαίωση της δι­δαχής και ορθοπραξίας μιας ολόκληρης ζωής.
Λέγει ένας πατέρας Ορθόδοξης χώρας του Βορρά.
«Όταν ξεπροβοδίζεις για την τελευταία του κατοικία λατρευτή σου αγάπη πες μέσα στον πόνο σου. Αυτή την αγαπημένη μου ψυχή την προσφέρω σαν δώρο, Σοι Κύριε». Κι εμείς όταν βαδίζαμε σιωπηλοί προς την τελευταία κατοικία του μακαριστού μας γέροντα είχαμε την συναίσθηση και την πίστη, ότι ξεπροβοδίζαμε τον πρεσβευτή των ψυχών μας. «Σοι Κύριε». Ας πούμε τελειώνοντας αυτό που είπε η κ. Δρανδάκη στην Εταιρεία των Φίλων του λαού:
Ευτυχισμένοι όσοι τον γνωρίσαμε.
Να έχουμε την ευχή του. 
Αθανάσιος Νεοφώτιστος Πρόεδρος Π.Ε.Γ.

  Ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος
και το εν τη Εκκλησία έργον του
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Κυριακού Τσουρού
Γραμματέως της Συνοδικής Επιτροπής επί των αιρέσεων
      Είναι δίκαιον να καυχάται και να σεμνύνεται η Καζάρμα Μεσσηνίας, η γενέτειρα του μακαριστού Πρωτοπρεσβυτέρου Αντωνίου Αλεβιζοπούλου για το λαμπρόν τέκνον της. Και αρμόζει ο δίκαιος έπαινος στον εντιμότατον Δήμαρχον και το Δημοτικόν Συμβούλιον Βουφράδων και τους ομοχωρίους του αειμνήστου πατρός για την διοργάνωση της σημερινής εκδηλώσεως μνήμης και τιμής στον αείμνηστον εργάτην του αμπελώνος του Κυρίου, αλλά και για την απόφαση της αφιερώσεως της κεντρικής πλατείας της γενέτειρας του π. Αντωνίου στο επιφανές τέκνον της.

Με την παρουσίαν και τις ευλογίες του παλιού Ποιμενάρχου της Επαρχίας ταύτης, Σεβ. Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου, η Εκκλησία προσδίδει την πρέπουσαν τιμήν προς το επιφανές τέκνον της τοπικής Εκκλησίας και λαμπρύνει την οργανωθείσαν εκδήλωσιν.
Ευχαριστώ θερμώς τον Σεβασμιώτατον και τον Κύριον Δήμαρχον για την ευλογίαν, την ευκαιρίαν και την δυνατότητα που μού έδωσαν να βρίσκομαι εδώ, και να αναφερθώ δι' ολίγων εις το πρόσωπον του τιμωμένου πατρός. Μαζί μου ευρίσκονται παρόντες ο νυν πρόεδρος της Πανελληνίου Ενώσεως Γονέων κ. Γεώργιος Αλεβιζόπουλος, πρωτότοκος υιός του τιμωμένου κληρικού και ο αδελφός του Χριστόφορος (τρίτος υιός), ο ομότιμος πρόεδρος της κ. Αθανάσιος Νεοφώτιστος και οι εκ των μελών των Συμβουλίων της ΠΕΓ κ. κ. Ευάγγελος Κατσάτος και Ιωάννης Μηλιώνης, ως εκπρόσωποι της ΠΕΓ, και μαζί τους άλλοι συνεργάτες του π. Αντωνίου και δικοί μου πολύτιμοι συνεργάτες.
     
 Όταν το 1931 έβλεπε το φως του κόσμου τούτου, εδώ στην Καζάρμα, ο τελευταίος και ενδέκατος υιός της πολύτεκνης οικογένειας Γεωργίου και Παναγιώτας Αλεβιζοπούλου, κανείς δεν φανταζόταν ότι αυτό το άσημο παιδί θα γινόταν αργότερα «σκεύος εκλογής», το οποίον ο Κύριος θα προώριζε για σοβαρή και υπεύθυνη ποιμαντική διακονία μέσα στην Εκκλησία, σε δύσκολους καιρούς. Τα σπάνια προσόντα του άρχισαν ήδη να εκδηλώνονται στις σπουδές του και στην διακονία του αργότερα. Οι σπουδές του στην Αθήνα και στην Γερμανία, η διακονία του ως κληρικού στην Κολωνία και στο Αννόβερο της Γερμανίας κατ' αρχάς, και στους Ναούς Αγ. Τριάδος και Αγ. Παρασκευής των Αθηνών, αργότερα, ανέδειξαν τον ταπεινόν γόνον της Καζάρμας σε επιστήμονα της θεολογικής επιστήμης και καλόν ποιμένα της λογικής Ποίμνης του Χριστού.
Η σύντροφος της ζωής του μακαριστή Πρεσβυτέρα Αντωνία υπήρξεν ο αφανής συγκυρηναίος του και ο αποφασιστικός συντελεστής της μεγάλης προφοράς του. Η σύντομη πορεία του, στα 64 χρόνια της επί γης ζωής του, υπήρξεν λαμπρά, γόνιμη και ιδιαιτέρως πλούσια, όχι μόνον σε συγγραφικό έργο, αλλά κυρίως σε ποιμαντικό έργο, που είχε σαν αποτέλεσμα την σωτηρία πλήθους ψυχών.
Μικρός το δέμας και ασθενικός, αλλά γίγαντας στο πνεύμα, πληθωρικός και πανίσχυρος σε αντίληψη και δράση, ο π. Αντώνιος υπήρξεν πρωτοπόρος, ανεπανάληπτος, πρωτότυπος, συστηματικός και βαθύς απολογητής πατέρας της Εκκλησίας μας, με διαίσθηση καταπληκτική και ευαίσθητο Ορθόδοξο αισθητήριο. Η προσφορά του είναι πολύτιμη για την Εκκλησία.

Η οξεία θεολογική του σκέψη και το πλούσιο συγγραφικό του έργο είχαν στόχο την κατάρτιση του λαού του Θεού, και την θωράκιση του από την μεθοδευμένη προσηλυτιστική δραστηριότητα των ποικιλώνυμων αιρέσεων και των παραθρησκευτικών ομάδων. Αφιέρωσε την ζωή του ολόκληρη στην ενημέρωση Ποιμένων και Ορθοδόξου πληρώματος πάνω στους κινδύνους και τα προβλήματα που δημιουργούνται από την δραστηριότητα των αιρέσεων και των παραθρησκευτικών ομάδων της λεγόμενης "Νέας Εποχής", για το άτομο, την οικογένεια και την κοινωνία.

Εκληροδότησε στην Ορθόδοξη Ελληνική βιβλιογραφία 40 πολύτιμα και ανεπανάληπτα βιβλία, τα οποία για πολλά χρόνια θα αποτελούν την βάση της ποιμαντικής εργασίας της Εκκλησίας μας στόν ευαίσθητον και καίριον αυτόν τομέα της αντιαιρετικής δραστηριότητός της.

Παράλληλα ο ακάματος π. Αντώνιος εκάλυπτε τις νευραλγικές θέσεις του Γραμματέως της Συνοδικής Επιτροπής επί των Αιρέσεων (από την δεκαετία του 70). Σ' αυτήν την Επιτροπή με εκάλεσε κοντά του το έτος 1977 και εκεί εγνώρισα τις ιδιαίτερες ικανότητες του, εδιδάχθηκα από αυτόν τον ορθό τρόπον της αντιμετωπίσεως του προβλήματος και εμαθήτευσα 19 ολόκληρα χρόνια , για να αναλάβω ανάξια την συνέχιση της διακονίας του στην ίδια Επιτροπή το έτος 1996 μετά την κοίμηση του.
Ως πλησιέστερος συνεργάτης του εγνώρισα το πολύπλευρο έργο του π. Αντωνίου, το οποίο καταφαίνεται και από μόνην την αναφοράν των σημαντικότερων τομέων και τρόπων της δραστηριότητος του.

Ίδρυσε το Φροντιστήριον Στελεχών Εκκλησιαστικής Διακονίας (1968), και το Αντιαιρετικόν Φροντιστήριον (1975 και εξής).
Οργάνωσε Σεμινάρια Πίστεως και οικοδομής στην Ορθοδοξία, Ιερατικές Συνάξεις, Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις (επτά μέχρι την κοίμησίν του. Εφέτος διοργανώνομε την 12η).
Ίδρυσε την Πανελλήνια Ένωση Γονέων για την Προστασία του Ελληνορθόδοξου Πολιτισμού της Οικογενείας και του Άτομου, το Ορθόδοξον Επιμορφωτικόν Κέντρον Ερευνών και Διαλόγου, τον Διορθόδοξον Σύνδεσμον Πρωτοβουλιών Γονέων. Συνέταξεν αναρίθμητα άρθρα σε περιοδικά και εφημερίδες, φυλλάδια, εκθέσεις και εισηγήσεις. Διοργάνωσε πλήθος ομιλιών, συνεντεύξεων και διαλέξεων, εκατοντάδες ραδιοφωνικές εκπομπές (κυρίως από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος). Είναι συντάκτης των φυλλαδίων «Μαρτυρία» και «Πληροφορείν» και ο ιδρυτής του περιοδικού «Διάλογος».

Ο χρόνος δεν επιτρέπει να επεκταθούμε περισσότερο.
Η μαθητεία μου κοντά του όλα αυτά τα χρόνια εξελίχθηκε σε μια βαθειά εκτίμηση και αναγνώριση των πολλών χαρισμάτων του. Όποιος τον εγνώρισε από κοντά και πραγματικά, μπορεί ανεπιφύλακτα να ομιλήση για την αναμφισβήτητη πνευματική, θεολογική, επιστημονική, κοινωνική, συγγραφική, οργανωτική, διανοητική και ηθική αξία και συγκρότηση αυτής της σύγχρονης χαρισματικής Εκκλησιαστικής προσωπικότητος. Ένας δεσμευτικός θαυμασμός τραβούσε τους συνεργάτες του γύρω του στον δύσκολο και επικίνδυνο τομέα της ποιμαντικής αντιμετωπίσεως των προβλημάτων, που δημιουργεί η δραστηριότητα των ποικιλώνυμων νεοφανών αιρέσεων και των παραθρησκευτικών ομάδων.

Μπορώ απερίφραστα να ομολογήσω ότι το ψυχικό σθένος αυτού του ισχνού στο σώμα, αλλά δυναμικού και μαχητικού λευίτου, ήταν απαράμιλλο. Είχε την ικανότητα αυτό το αεικίνητο ράσο να ξεσηκώνη, να απασχολή συγχρόνως πολλά άτομα, να συντάσση με άνεση εμπεριστατωμένα κείμενα, να αντιλαμβάνεται με ταχύτητα την ουσία των πραγμάτων, να διεισδύη με λεπτότητα σκέψεως στα νοήματα της Θείας Αλήθειας.
Η διαίσθηση του και η οξεία πνευματική του όσφρυνση ενετόπιζαν ακόμη και τις πιο λεπτές αποκλίσεις από την Ορθόδοξη Πίστη και Παράδοση και τον έκαναν ανυποχώρητο. Συνεδύαζε την Ορθόδοξη Παράδοση με την εφαρμογή της οικονομίας.

Ο π. Αντώνιος εμελέτησε πολύ την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας και εδίδαξε σε όλους μας την αναγκαιότητα να εντρυφούμε στις αστήρευτες αυτές πηγές της Αλήθειας. Για να προχώρηση στην αναίρεση της πλάνης ξεκινούσε από την οριοθέτηση, όπως έλεγε της Ορθοδόξου Πίστεως.

Νομίζω ότι για πολλά χρόνια η φωνή της Εκκλησίας μας για τις αιρέσεις και τις παραθρησκευτικές οργανώσεις θα είναι «φωνή Αντωνίου Αλεβιζοπούλου». Και νομίζω ότι δεν υπερβάλλω υποστηρίζοντας ότι εμείς οι [παραλειπόμενοι], αν θέλωμε να μιλάμε σωστά σ' αυτόν τον ευαίσθητο ποιμαντικό τομέα, πρέπει να μιλάμε «κατά Αλεβιζόπουλον».
Η βαρύτητα, η αποτελεσματικότητα και η δύναμη του έργου του π. Αντωνίου βεβαιώνεται και από την στάση των αιρετικών ομάδων απέναντί του. Τους αφαιρούσε τα προσωπεία και φανέρωνε τα πραγματικά τους πρόσωπα. Εν αυτό και οι πλέον ασυμβίβαστες μεταξύ τους ομάδες συσπειρώθηκαν και συνεμάχησαν άνομα εναντίον του. Ο π. Αντώνιος έγινε γι' αυτούς ο κύριος στόχος της λυσσαλέας επιθέσεως τους. Νόμισαν ότι πλήττοντας αυτόν θα πλήξουν το ποιμαντικό έργο της ίδιας της Εκκλησίας.

Τον κατηγόρησαν, τον συκοφάντησαν, τον λασπολόγησαν, τον ειρωνεύτηκαν, τον εχλεύασαν οι εχθροί της Ορθοδοξίας. Όσο έβλεπαν ότι ο λόγος του οικοδομεί τις κλονισμένες καρδιές και ξυπνάει τις πλανεμένες και στηρίζει το Ορθόδοξο φρόνημα, τόσο ενίσχυαν την λυσσαλέα τακτική τους εναντίον του. Ακολούθησαν οι μηνύσεις, οι αγωγές και οι απειλές, ακόμη και για την φυσική του εξουδετέρωση.
Όμως ο π. Αντώνιος έμεινε ακλόνητος, νικών, δια της χάριτος του «ενδυναμούντος» αυτόν Χριστού, τον Οποίον τόσον ηγάπησεν και τόσον πιστά και αυτοθυσιαστικά υπηρέτησεν.
 
Έγραψε για τον π. Αντώνιο το έτος 1997 ο τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος και νυν Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. κ. Χριστόδουλος:

 «Εγνωρίσαμεν τούτον καλώς και μαρτυρούμεν, ότι έφερεν εν εαυτώ γνήσια γνωρίσματα αποστολικού ανδρός, ανεπαίσχυντου εργάτου του Ευαγγελίου. Έζησε δια τον Χριστόν και την Εκκλησίαν. Ανήρ αγαθός, πλήρης Πνεύματος αγίου, σεμνός, του ιδίου οίκου καλώς προϊστάμενος, ακαταπόνητος, ακατάβλητος, μαχητικός, ανυποχώρητος, θείω ζήλω πυρπολούμενος, ποιμήν άριστος και φιλοστοργώτατος πατήρ, μεθοδικός, εργατικός, σκεύος εκλογής του Θεού και την μάχαιραν του Πνεύματος εναντίον ψυχοκτόνων οργανώσεων και κινήσεων».
 
Και ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος συνεπλήρωνεν: «Χωρίς υπερβολήν, η προσωπικότης του πρωτοπρεσβυτέρου Αντωνίου Αλεβιζοπούλου ανάγει την σκέψιν εις τους αντιαιρετικούς συγγραφείς, οι οποίοι, ήδη από τον 5ο αιώνα, ενεφανίσθησαν εν τη Εκκλησία, και έκτοτε κατά χρονικός περιόδους έδρασαν δια αντιαιρετικών συγγραμμάτων, αναλόγως προς τας εμφανισθείσας ποικιλώνυμους αιρέσεις».

Ο Δε Ρουμάνος θεολόγος π. Δημήτριος Staniloae είχε πει παλαιότερα:
«... Ολόκληρο το έργο του Έλληνος πατρός Αντωνίου Αλεβιζοπούλου μαρτυρεί μία ψυχή που φλέγεται από το ζήλο υπέρ της Ορθοδοξίας, για εκείνο το μέρος του χριστιανισμού, που έμεινε δια μέσου του χρόνου παρ' όλες τις τρομακτικές επιθέτεις των έχθρων του, άγιο και άσπιλο ...
... Πάντοτε ο Θεός διετήρηοε για τον εαυτό του ένα υπόλοιπο, ένα άγιο μερίδιο, μεγάλους άνδρες για να φέρουν την αλήθεια στην τελική και κατά κράτος νίκη. Ο π. Αντώνιος συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών και γεμίζει την ψυχή μας από χαρά και ελπίδα, βλέποντες Πώς η Αγία Ορθοδοξία έχει πάντοτε τους ευλογημένους αθλητές της».

Σεβασμιώτατε, κύριε Δήμαρχε,
Ο π. Αντώνιος στο τελευταίο βιβλίο του «Το νόημα της ζωής στο φως της Ορθοδοξίας» έγραφε:
«Οι δοκιμασίες στη ζωή, λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, συντελούν στο να γνωρίσει ο άνθρωπος την αδυναμία του και τα ταπεινωθεί προφυλάσσοντας τον εαυτό του από το λογισμό της υψηλοφροσύνης» και συνεπλήρωνε:
«Για τον πιστό αληθινή συμφορά δεν είναι ο θάνατος και πολύ λιγότερο ο άδικος θάνατος, που αποτελεί μαρτύριο. Αληθινή συμφορά είναι μονό η αμαρτία και ο αιώνιος θάνατος, ο αιώνιος χωρισμός από τον Θεό. Το να βαδίσει ο πιστός προς την εμπειρία του θανάτου περνάει σε νέα πραγματικότητα, απαλλαγμένη από την κακότητα της ζωής εισέρχεται στο ήσυχο λιμάνι της ειρήνης και της αγάπης του Θεού».

Αυτός υπήρξεν, αυτός είναι, αυτός θα παραμείνει ο αείμνηστος Πρωτοπρεσβύτερος π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, ο καλός ποιμήν, ο φωτισμένος θεολόγος, ο σύγχρονος απολογητής, ο κοινωνικός και Εκκλησιαστικός εργάτης, ο λαμπρός οικογενειάρχης, ο «εν επιγνώσει» Χριστιανός. «Η επισύστασίς του η καθ' ημέραν» και η αγωνία του ήταν «η μέριμνα πασών των Εκκλησιών» (Β' Κορ. ια' 28).
«Ας αναπαύεται μακαρίως το ανήσυχο πάντα πνεύμα του «εκ των κόπων αυτού» (Αποκ. ιδ' 13) «ένθα πάντων εστί των ευφραινομένων η κατοικία» και ο Κύριος μας Ιησούς, στον Οποίον αφιέρωσε ολόκληρη την ζωή του ας στεφανώση τον «καλόν αγωνιστήν» π. Αντώνιον Αλεβιζόπουλον με τον «στέφανον της ζωής». 


  
ΟΛΙΓΑ ΨΗΓΜΑΤΑ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ,
ΣΕΒΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΣ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΑΣ
του κ. Αθανασίου Νεοφώτιστου, Επίτιμου Προέδρου της Π. Ε. Γ.
Στις 2 Μαΐου της χρονιάς που διανύουμε συμπληρώθηκαν 10 χρόνια από την κοίμηση του μακαριστού πατρός Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, ιδρυτού και Πνευματικού γέροντα της Π. Ε. Γ.
Οι συνεργάτες του που ζήσαμε δύο δεκαετίες μαζί του δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πότε πέρασαν τα χρόνια αυτά. Μάς φαίνεται ότι πέρασε από τότε μόνο μία ημέρα, ότι όλα τα γεγονότα της τελευτής του συνέβησαν σήμερα.
Ο ίδιος έλεγε πάντοτε ότι αποτελούμε όλοι ζώντες και τεθνεώτες μια πνευματική κοινωνία εν Χριστώ. Για τους πιστούς έλεγε, δεν υπάρχει διαχωρισμός των εν ζωή και των κεκοιμημένων. Όλοι του Κυρίου εσμέν είτε ζώμεν είτε αποθνήσκωμεν.
Για μας που τον ζήσαμε από κοντά σ' όλες τις πνευματικές εκδηλώσεις και εξάρσεις και λατρευτικές συνάξεις είναι πάντοτε στη μνήμη μας, είμαστε μαζί του σ' όποιο μέρος και χώρο βρεθούμε, τον αισθανόμαστε ότι πάντα μας οδηγεί και μας ευλογεί και πρεσβεύει για μας τώρα που έχει παρρησίαν ενώπιον του Κυρίου μας.
Ποτέ δεν είπαμε, δεν νοιώσαμε ότι τον χάσαμε, αλλά θεωρήσαμε και θεωρούμε τον εαυτό μας πάρα πολύ τυχερό που τον γνωρίσαμε. Η αείμνηστη πρεσβυτέρα του, Αντωνία, που υπήρξε η πιο πολύτιμη συνεργάτης του στο επίπονο, δύσκολο και μαρτυρικό έργο του, μου είπε δύο μέρες πριν την κοίμησή του στον προθάλαμο του Νοσοκομείου που νοσηλευόταν: Θα πω στα παιδιά μου, είπε, ότι δεν τον χάσαμε, αλλά θα δοξάζουμε το Θεό που τον είχαμε. Κι'  εμείς δεν λέμε ποτέ ότι τον χάσαμε αλλά πάντα λέμε: Δόξα τω Θεώ που τον είχαμε και τον έχουμε. Δόξα τω Θεώ, που μας χάρισε αυτό το δώρο να τον συναντήσουμε στην πορεία της ζωής μας.

Η αείμνηστη πρεσβυτέρα Αντωνία ήταν ένας άγγελος στη ζωή του. Στάθηκε στο πλευρό του με τη σιωπή της και με την ενεργό συμπαράστασή της αναντικατάστατος βοηθός και συνεργάτης του και τον βοήθησε με τον ανεπανάληπτο τρόπο της στην επιτυχία του μεγαλειώδους έργου του. Μού είπε κάποτε ο π. Αντώνιος: «Σκέπτομαι, αν δεν είχα την Αντωνία πρεσβυτέρα μου, αν θα μπορούσα να έχω αυτόν τον ελεύθερο απεριόριστο χρόνο στη διάθεσή μου, για το έργο που η Εκκλησία μου ανέθεσε».
Εκφράζουμε την απέραντη ευγνωμοσύνη μας προς την αείμνηστη πρεσβυτέρα Αντωνία Αλεβιζοπούλου, γιατί χάρη στη δική της συμβολή μπόρεσε ο πατήρ Αντώνιος να φέρει εις πέρας το μεγαλειώδες έργο του, τη μεγάλη του προσφορά στην Εκκλησία και στο Έθνος μας.

Θα μου επιτρέψετε, αγαπητοί αναγνώστες, να σάς αναφέρω ένα προσωπικό μου συναισθηματικό βίωμα δύο ημέρες πριν τη μακαρία κοίμησή της. Ζήτησε απ' όσους βρισκόμασταν δίπλα της, να της βάλουν, όσοι θα την ετοιμάσουν για το τελευταίο ταξίδι της, να της βάλουν στα χέρια της τον ξύλινο Σταυρό που δεν τον αποχωρίστηκε στη ζωή της ποτέ. Την κοίταξα με δέος και θαυμασμό και είπα μέσα μου. Εσύ Κυρά μας δεν έχεις ανάγκη να κρατάς κάποιο σημείο αναγνωρίσεως για να σου επιτραπεί η είσοδος. Για σένα οι πύλες του Παραδείσου θα είναι ολάνοιχτες και η υποδοχή σου πανηγυρική.

Τέτοιες ψυχές, όπως ο πατήρ Αντώνιος και η πρεσβυτέρα Αντωνία είναι για μας ο πολυτιμώτερος θησαυρός και η συνεχής εγρήγορσή μας για να μην ξεχνιόμαστε και ξεστρατήσουμε και χάσουμε τον προορισμό μας. Πάντα όταν άκουγα τον πατέρα Αντώνιο, όταν βίωνα μαζί του ανεπανάληπτες πνευματικές στιγμές πίστευα στην απόλυτη εφαρμογή στο πρόσωπό του, του νοήματος του Παλαμικού στίχου. Ένας μόνο μπορεί να δώσει νόημα στη ζωή μας. Έδωσε νόημα στη ζωή μας έτσι που όλοι όσοι τον ακολουθήσαμε στο κοπιαστικό έργο του να θεωρούμε τα χρόνια που ζήσαμε κοντά του ως το πολυτιμώτερο κομμάτι της επίγειας ζωής μας.

Επαναλαμβάνουμε για πολλοστή φορά: Μεγάλη η προσφορά του στην Εκκλησία και στο Έθνος μας. Σ' όλη του τη ζωή δεν γνώρισε μια μέρα ξεκούρασης. Μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του είχε κάτι να πει, είχε κάτι να κάνει.

Μέσα από τη διακονία του, από τα γραπτά του, από τα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματά του βοήθησε χιλιάδες ανθρώπους βρίσκοντάς τους μέσα στο σκοτάδι της πλάνης και φέρνοντάς τους πίσω στο Χριστό. Ο Κύριος ευδόκησε να τοποθετηθεί ο π. Αντώνιος από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας μας στον τομέα του αντιαιρετικού έργου σε μια πολύ δύσκολη ώρα. Εκατοντάδες αιρέσεις, παραθρησκευτικές ομάδες και ψυχολατρείες κατέκλυσαν, τις δεκαετίες του 80 και 90 τη χώρα μας και συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους, και απειλούσαν και απειλούν να τη μετατρέψουν σ' ένα τεράστιο «πάζλ» αντιεκκλησιαστικό και ανορθόδοξο. Και ο πατήρ Αντώνιος αποτέλεσε και αποτελεί και σήμερα με τα συγγράμματά του τον κυματοθραύστη όλης αυτής της φουρτουνιασμένης θάλασσας.

Ο πατήρ Δημήτριος Staniloae, εξέχουσα μορφή της Εκκλησίας της Ρουμανίας, έγραφε για τον π. Αντώνιο το 1994, «Ολόκληρο το έργο του Έλληνος πατρός Αντωνίου μαρτυρεί μια ψυχή που φλέγεται από το ζήλο υπέρ της Ορθοδοξίας για εκείνο το μέρος του Χριστιανισμού που έμεινε δια μέσου του χρόνου παρ' όλες της τρομακτικές επιθέσεις των εχθρών του, άγιο και άσπιλο. Πάντοτε ο Θεός διετήρησε για το Εαυτόν Του ένα υπόλοιπο, ένα άγιο μερίδιο, μεγάλους άνδρες για να φέρουν την αλήθεια στην τελική και κατά κράτος νίκη. Ο πατήρ Αντώνιος συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών και γεμίζει την ψυχή μας από χαρά και ελπίδες βλέποντας πως η Άγια Ορθοδοξία έχει πάντοτε τους ευλογημένους αθλητές της».

Το έργο που επιτελούσε, το διακόνημά του στην Εκκλησία δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αντιμετώπισε δυσκολίες, αντιξοότητες, ακόμη και διώξεις, πάντοτε με επιτυχία. Βλέποντας κανείς την ασίγαστη εργατικότητά του απορούσε πως μπορούσε αυτό το ασκητικό, το αδύνατο και ταλαιπωρημένο κορμί, με πολλές ασθένειες (ήταν ένα «μουσείο» ασθενειών) και την ελαχιστότατη όραση να κάνει τόσα πολλά πράγματα. Έγραφε σε άρθρο του, για τον π. Αντώνιο ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος. «Όταν πλησίαζα τον π. Αντώνιο, ιδίως τον τελευταίο καιρό και άκουγα από το στόμα του τις δυσκολίες που είχε, έμενα κατάπληκτος. Θυμάμαι μια φορά που μου έλεγε, ότι έγραφε και διάβαζε με την ελάχιστη όραση που του είχε απομείνει στο ένα μάτι αφού από το άλλο μάτι δεν έβλεπε καθόλου. Τότε έμεινα άφωνος. Στην περίπτωσή του ίσχυε ο λόγος του Χριστού στον Απόστολο Παύλο, «η γαρ δυναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Β΄ Κορινθ. ΙΒ΄ 9). Ο θαυμασμός μου αυξήθηκε όταν μου έλεγε για την ασθένεια της πρεσβυτέρας του και γενικά τις δυσκολίες της οικογενείας του. Κι' όμως εκείνος, παρά τους πειρασμούς, εργαζόταν ακάματα το δύσκολο και υπεύθυνο έργο που του ανέθεσε η Εκκλησία».
Πολλοί έχουν ασχοληθεί κι' έχουν γράψει βιβλία για τις αιρέσεις, όμως ο πατήρ Αντώνιος δεν «είδε» το φαινόμενο αυτό σαν θεωρητικός αναλυτής αποστασιοποιημένος από τα προβλήματα που δημιουργούν. Βίωνε καθημερινά τα δράματα που δημιουργούσαν οι αιρέσεις στις ψυχές των ανθρώπων που πλασμένες κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του Θεού, και μάλιστα σε ανθρώπους που είχαν δεχθή το Ορθόδοξο Βάπτισμα. Πονούσε αφάνταστα και έκλαιγε όταν έβλεπε ανθρώπους και ιδίως νέους που ακολουθούσαν τα παραπλανητικά κηρύγματα των διαφόρων αιρέσεων που με τις δοξασίες τους ακυρώνουν το μυστήριο της εν Χριστώ σωτηρίας. Αυτός ήταν κυρίως ο λόγος που τον έκανε, όταν ήταν στη Γερμανία, πανεπιστημιακός βοηθός στο Πανεπιστήμιο του Μuenster, να εγκαταλείψει αυτόν τον λαμπρό της πανεπιστημιακής επιτυχίας δρόμο και να βαδίσει «την οδόν την στενήν την τεθλιμένην των ποιμένων και να άρει τον Σταυρόν ως ζυγόν». Γράφει σε άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στο «Αφιέρωμα» γι' αυτόν, ο αδελφός του κ. Φώτης Αλεβιζόπουλος, διακεκριμένος νομικός: «Και ενώ όλα έδειχναν ότι του επεφυλάσσετο λαμπρή πανεπιστημιακή καριέρα, αντιλαμβάνεται τα τεράστια ποιμαντικά προβλήματα των Ελλήνων μεταναστών της Γερμανίας, παραιτείται από την πανεπιστημιακή του θέση, δέχεται την τεράστια πρόσκληση να υπηρετήσει τα προβλήματα αυτά και χειροτονείται διάκονος και πρεσβύτερος στην πρωτεύουσα του ομοσπονδιακού κράτους της Γερμανίας, της Κάτω Σαξωνίας, αφού στο μεταξύ έχει νυμφευθεί την φοιτήτρια της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Βερολίνου, Αντωνία, που βαφτίστηκε Ορθόδοξη και στάθηκε πολύτιμη συνεργάτις, μοναδική θυγατέρα του προτεστάντη πάστορα Κάρλ Λέντς».

Οι δυσκολίες στην πορεία του προς τα γράμματα ήταν πάρα πολλές. Ήταν το 11 τέκνο (ο Βενιαμίν) της πολύτεκνης οικογένειας του Γεωργίου και της Παναγιώτας Αλεβιζοπούλου, αγροτών, ενός μικρού χωριού της Μεσσηνίας, την Καζάρμα. Ήδη όταν ενηλικιώθηκε κι' έπρεπε ν' ακολουθήσει Πανεπιστημιακή καριέρα σπούδαζαν και άλλα αδέλφια του και το σκεπτόταν πολύ να επιβαρύνει κι' αυτός τους γονείς του, με ανώτερες σπουδές. Κάποτε σ' έναν από τους νυκτερινούς περιπάτους που κάναμε οι δυό μας στο περιθώριο εκδηλώσεων, μου εκμυστηρεύθηκε το εξής περιστατικό: «Ήμουν στην Ιερά Μονή Βουλκάνου όταν τελείωσα το Γυμνάσιο και μια μέρα με ρώτησε ο Ηγούμενος. Γιατί δεν πας στην Αθήνα να δώσεις εξετάσεις στη Θεολογική Σχολή αφού έχεις τα προσόντα και δεν πρέπει να κρύψεις το ταλέντο σου; Του είπα στ' αστεία ότι δεν έχω παπούτσια, εννοώντας βέβαια ότι δεν έχω οικονομικές δυνατότητες για να σπουδάσω. Την άλλη μέρα το πρωί βλέπω στο κελί κάτω από το κρεβάτι που κοιμόμουν ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια με αρκετά χρήματα μέσα. -Γέροντα, του είπα τι είναι αυτά; Ποιος τα έβαλε κάτω από το κρεβάτι μου; -Η Παναγία, λέει ο γέροντάς, σου τα έβαλε για να πας να σπουδάσεις. Βέβαια εγώ κατάλαβα ότι ο γέροντας έβαλε το χέρι του, όμως ήταν λειτουργός στο Μοναστήρι της Παναγίας και κάθε άρνηση υπακοής στο γέροντα θα ήταν άρνηση στο θέλημα της Παναγίας».

Θα κλείσουμε το μικρό αυτό αφιέρωμα, την φτωχή αυτή ωδή ευγνωμοσύνης και αγάπης προς τον πατέρα Αντώνιο, με τον τελευταίο στίχο από το ποίημα της στενής συνεργάτιδός του Νικολέτας Κατερινοπούλου με τίτλο «Κοιμήθηκες». (Δημοσιεύθηκε στο «Αφιέρωμα» της Π. Ε. Γ. )
«Πιό ζωντανός από ποτέ είσαι τώρα και νοιώθουμε τις πατρικές ευχές σου, να συντροφεύουν τη ζωή μας κάθε ώρα».
Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΑΝΤΩΝΙΟ
Πρωτοπρ. Κυριακού Τσουρού,
Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων.


      Τον μακαριστό πατέρα Αντώνιο Αλεβιζόπουλο συνήντησα για πρώτη φορά κατά την διάρκεια Συνάξεως Κληρικών της Αρχιεπισκοπής Αθηνών στην Ιερά Μονή Πεντέλης. Μέχρι τότε τον γνώριζα μόνον από τις επιστολές προς τους αποδήμους κληρικούς των κοινοτήτων του εξωτερικού, όπου κι εγώ υπηρετούσα μέχρι το 1976 και από το πρώτο βιβλίο του «Ξένος ήμην», το οποίο μου είχε αποστείλει. Τότε, τέλος του 1977, είχε αρχίσει μια σειρά σεμιναρίων για κληρικούς με στόχο την αγιογραφική κατάρτισή τους στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούσε η έντονη δραστηριότητα των «μαρτύρων του Ιεχωβά». Στο τέλος ενός απ' αυτά τα σεμινάρια, τα οποία κι εγώ παρακολουθούσα, με πλησίασε και μου ζήτησε αν θα ήθελα να συνεργασθώ μαζί του στο ειδικό Γραφείο της Αρχιεπισκοπής. Αυθόρμητα δέχθηκα αμέσως την κλήση του και έκτοτε έμεινα κοντά του, στην αρχή εθελοντικά και στη συνέχεια ως τακτικός συνεργάτης του, μέχρι της εις Κύριον εκδημίας του.

Η μαθητεία μου κοντά του όλα αυτά τα χρόνια εξελίχθηκε σε μια βαθειά εκτίμηση και αναγνώριση των πολλών χαρισμάτων του. Όποιος τον εγνώρισε από κοντά και πραγματικά, μπορεί ανεπιφύλακτα να ομιλήση για την αναμφισβήτητη πνευματική, θεολογική, επιστημονική, κοινωνική, συγγραφική, οργανωτική, διανοητική και ηθική αξία και συγκρότηση αυτής της σύγχρονης χαρισματικής Εκκλησιαστικής προσωπικότητος. Ένας δεσμευτικός θαυμασμός τραβούσε τους συνεργάτες του γύρω του στον δύσκολο και επικίνδυνο τομέα της ποιμαντικής αντιμετωπίσεως των προβλημάτων, που δημιουργεί η δραστηριότητα των ποικιλωνύμων νεοφανών αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων.

Η αγωνία του π. Αντωνίου ότι «χάνονται ψυχές» μπορούσε να γίνει κατανοητή και αποδεκτή μόνον από όσους εγνώριζαν πραγματικά το πρόβλημα και γι' αυτό συνωστίζονταν γύρω του σε μια άμιλλα προσφοράς και συμπαραστάσεως.
Δεν έλλειψαν βεβαίως και εκείνοι που τον παρεξήγησαν και τον έκριναν για υπερβάλλοντα ζήλο, γιατί δεν κατόρθωσαν ή δεν θέλησαν να μπουν στην καρδιά του προβλήματος και να εκτιμήσουν ορθά τις πραγματικές διαστάσεις του.

Στα δεκαεννιά χρόνια που συμπορεύτηκα μαζί του στον αγώνα και στην αγωνία, υπήρξαν στιγμές ιδιαίτερης δοκιμασίας γι' αυτόν. Όμως, το ψυχικό σθένος αυτού του ισχνού στο σώμα, αλλά δυναμικού και μαχητικού λευΐτου, ήταν απαράμιλλο. Είχε την ικανότητα αυτό το αεικίνητο ράσο να ξεσηκώνη, να απασχολή συγχρόνως πολλά άτομα, να συντάσση με άνεση εμπεριστατωμένα κείμενα, να αντιλαμβάνεται με ταχύτητα την ουσία των πραγμάτων, να διεισδύη με λεπτότητα σκέψεως στα νοήματα της Θείας Αλήθειας. Οι ταλαιπωρημένοι και ασθενικοί φυσικοί οφθαλμοί του διέβλεπαν και προέβλεπαν καταστάσεις και κινδύνους και ανέλυαν πρόσωπα και πράγματα.
Η διαίσθησή του και η οξεία πνευματική του όσφρηση ενετόπιζαν ακόμη και τις πιο λεπτές αποκλίσεις από την Ορθόδοξη Πίστη και Παράδοση και τον έκαναν ανυποχώρητο.

Συνεδύαζε την Ορθόδοξη Παράδοση με την εφαρμογή της οικονομίας. Ήταν αυστηρός στη ζωή του, αυστηρός στη χρήση και στην αξιοποίηση του χρόνου, αλλά και στην επιστημονική έρευνα.

Είχε αγωνία γιατί τα προβλήματα πληθύνονταν και η απειλή μεγάλωνε, ενώ ο τρόπος αντιμετωπίσεως του «καυτού», όπως έλεγε, προβλήματος ήταν ανεπαρκής και ο χρόνος που αφιέρωνε γι αυτό του φαινόταν πάντοτε ολίγος. Έβλεπε ότι «ψυχές χάνονται» κι έπεφταν σε εγκληματικά χέρια «ληστών», «εμπόρων ελπίδας» και ότι είχαν άμεση ανάγκη φιλανθρωπίας του Χριστού. Έλεγε συχνά: Μερικοί νομίζουν ότι φιλανθρωπία είναι να ενδιαφερθής μόνο για τις υλικές και οικονομικές ανάγκες των ανθρώπων. Δεν καταλαβαίνουν ότι φιλανθρωπία είναι και το να φροντίσης τις πνευματικές και ψυχικές τους ανάγκες και να γιατρέψης τις πληγές που οι αιρέσεις και η πλάνη τους προξένησαν στην ψυχή.

Ο π. Αντώνιος εμελέτησε πολύ την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας και εδίδαξε σε όλους μας την αναγκαιότητα να εντρυφούμε στις αστήρευτες αυτές πηγές της Αλήθειας. Για να προχωρήση στην αναίρεση της πλάνης ξεκινούσε από την «οριοθέτηση» όπως έλεγε της Ορθοδόξου πίστεως. Η ανόθευτη Ορθόδοξη πίστη ήταν ο γνώμονας πάνω στον οποίο μετρούσε κάθε ξενόφερτη ή νέα διδασκαλία. Κι αλλοίμονο αν έβγαινε λειψή. Τότε χωρίς δισταγμό την εχαρακτήριζε ως «ασυμβίβαστη με την Ορθόδοξη Πίστη» και επικίνδυνη.

Νομίζω, ότι για πολλά χρόνια η φωνή της Εκκλησίας μας για τις αιρέσεις και τις παραθρησκευτικές οργανώσεις θα είναι «φωνή Αντωνίου Αλεβιζοπούλου». Και νομίζω ότι δεν υπερβάλλω υποστηρίζοντας ότι εμείς οι «παραλειπόμενοι», αν θέλωμε να μιλάμε σωστά σ' αυτόν τον ευαίσθητο ποιμαντικό τομέα πρέπει να μιλάμε «κατά Αλεβιζόπουλον».
Εκείνος είχε χαράξει τον δρόμο τόσο για την προληπτική, όσο και για την θεραπευτική αντιμετώπιση της μάστιγας των αιρέσεων.

Το απολογητικό του έργο είναι ανεκτιμήτου αξίας και είναι ανεγνωρισμένο διεθνώς. Τα βιβλία του θα αποτελούν για πολλά χρόνια βασικό τμήμα της συγχρόνου ελληνικής και διεθνούς αντιαιρετικής βιβλιογραφίας και πολύτιμα βοηθήματα που πρέπει να συνοδεύουν κάθε ποιμένα και κάθε ενορία στο ποιμαντικό έργο τους.
Η βαρύτητα, η αποτελεσματικότητα και η δύναμη του έργου του π. Αντωνίου βεβαιώνεται και από την στάση των αιρετικών ομάδων απέναντί του. Τούς αφαιρούσε τα προσωπεία και φανέρωνε τα πραγματικά τους πρόσωπα. Γι' αυτό και οι πλέον ασυμβίβαστες μεταξύ τους ομάδες συσπειρώθηκαν και συνεμάχησαν άνομα εναντίον του. Ο π. Αντώνιος έγινε γι' αυτούς ο κύριος στόχος της λυσσαλέας επιθέσεώς τους. Νόμισαν ότι πλήττοντας αυτόν θα πλήξουν το ποιμαντικό έργο της ίδιας της Εκκλησίας.

Τον κατηγόρησαν, τον συκοφάντησαν, τον λασπολόγησαν, τον ειρωνεύτηκαν, τον εχλεύασαν, οι εχθροί της Ορθοδοξίας. Όσο έβλεπαν ότι ο λόγος του οικοδομεί τις κλονισμένες καρδιές και ξυπνάει τις πλανεμένες και στηρίζει το Ορθόδοξο φρόνημα, τόσο ενίσχυαν την λυσσαλέα τακτική τους εναντίον του. Ακολούθησαν οι μηνύσεις, οι αγωγές και οι απειλές, ακόμη και για την φυσική του εξουδετέρωση. Επεδίωξαν να τον διαβάλουν, να τον απομονώσουν, ακόμη και από την ίδια την Εκκλησία και να μειώσουν την εμπιστοσύνη με την οποία Αυτή και ιδιαίτερα ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπός μας κ. κ. Σεραφείμ τον περιέβαλαν. Δεν το επέτυχαν όμως, διότι η Εκκλησία έτρεφε απεριόριστη εμπιστοσύνη σ' αυτόν και την ανανέωνε συνεχώς, γιατί ό,τι έκανε εκείνος το έκανε κατ' εντολή και εξουσιοδότηση της Εκκλησίας.

Ο π. Αντώνιος, ακόμη και όταν η εύθραυστη υγεία του άρχισε να κλονίζεται σοβαρά, δεν πτοήθηκε, αλλά μέχρι την τελευταία στιγμή εχάρασσε την πορεία και κατηύθυνε το έργο που ο ίδιος είχε θεμελιώσει.

Σαν Ιερεύς και λειτουργός του Υψίστου ο π. Αντώνιος ανέπτυξε κυρίως το χάρισμα του λόγου και της διδαχής. Ο λόγος του ήταν «τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν». Κάλλιστα θα μπορούσε να επαναλάβη ο π. Αντώνιος τους λόγους του Αποστόλου Παύλου: «ου γαρ απέστειλέ με Χριστός βαπτίζειν αλλ' ευαγγελίζεσθαι, ουκ εν σοφία λόγου, ίνα μη κενωθή ο σταυρός του Χριστού» (Α Κορ. α΄ 17).
Αλλά και στον τομέα της θείας λατρείας, καίτοι δεν το έδειχνε ήταν πολύ φιλακόλουθος και συνέδεε κάθε δραστηριότητα με την θεία λατρεία, και ιδιαίτερα την θεία λειτουργία, μέσα στην οποία ενέτασσε βαπτίσεις, χρίσματα, επανεντάξεις στην Ορθοδοξία. Ήταν συνεσταλμένος ενώπιον του Αγίου Θυσιαστηρίου και εθεωρούσε την θεία λατρεία και την ενοριακή ζωή πρωτεύοντα παράγοντα στην ποιμαντική δραστηριότητα του ποιμένος.

Κατακλείοντας το αφιέρωμα τούτο της ευγνωμοσύνης μου, της αγάπης μου, της αφοσιώσεώς μου και του σεβασμού μου προς την φωτισμένη και φωτεινή προσωπικότητα του π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, του ποιμένος, του θεολόγου, του απολογητού πατρός, του κοινωνικού και εκλησιαστικού εργάτου, του λευΐτου, του οικογενειάρχου και του ανθρώπου, που εγνώρισα από κοντά για μία περίπου εικοσαετία, επιθυμώ να καταθέσω την ακόλουθη μαρτυρία και βεβαιότητα:

Ο π. Αντώνιος, στον βραχύ χρόνο της επιγείας ζωής του προσέφερε τον εαυτό του ολόκληρο «θυσίαν ζώσαν, αγίαν ευάρεστον τω Θεώ» (Ρωμ. ιβ΄ 1). Εθυσίασε όλα τα αγαθά του κόσμου τούτου για την δόξα του Ιησού Χριστού και της Εκκλησίας Του. «Εν κόποις περισσοτέρως, εν πληγαίς υπερβαλλόντως» (Β΄ Κορ. ια' 23). «Η επισύστασίς του η καθ' ημέραν» και η αγωνία του ήταν «η μέριμνα πασών των εκκλησιών» (Β΄ Κορ. ια΄ 28).

Οι ασθενικές σωματικές δυνάμεις του κατανικούσαν τις συντονισμένες και συγκροτημένες νομικές και άλλες παγίδες και μεθοδεύσεις του μετασχηματιζομένου σε «άγγελον φωτός» πατρός της πλάνης (Β΄ Κορ. ια 14). Για να επαληθευθή ακόμη μια φορά το αδιάψευστο στόμα του Κυρίου, όταν διαβεβαιώνη για τους αξίους εργάτες του Αμπελώνος Του ότι «η δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Β΄ Κορ. ιβ΄ 9). Ήταν μια ζωντανή επιβεβαίωση των λόγων του Παύλου, ότι «πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ» (Φιλιπ. δ΄ 13).

Ο π. Αντώνιος «θέατρον εγενήθη τω κόσμω» (Α Κορ. δ΄ 10), έγινεν «μωρός και άτιμος εν Χριστώ» (Α Κορ. δ΄ 10). Ακολούθησε τον δρόμον των γνησίων μαθητών του Κυρίου Ιησού και των απολογητών, οι οποίοι «ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθησαν δια Χριστόν» (Α Κορ. δ΄ 12).
Για όλους αυτούς τους λόγους και για πολλούς άλλους, ο αείμνηστος και μακαριστός γέροντας π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος ασφαλώς εντάσσεται στους λόγους του Κυρίου ότι «πας όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ι 32). Ασφαλώς εντάσσεται στον ένα-τον μακαρισμόν του Κυρίου, ότι «μακάριοι έστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ' υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. ε 11). Ασφαλώς ακόμη εντάσσεται στην διαβεβαίωση του Αποστόλου Ιακώβου ότι «εάν τις εν υμίν πλανηθή από της αληθείας και επιστρέψη τις αυτόν, γινωσκέτω ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αμαρτιών» (ε 19-20). Και ο π. Αντώνιος επέστρεψεν εκ «πλάνης οδού» όχι μόνον μία αλλά χιλιάδες ψυχές.

Το που και πως και πόσο ομολόγησε τον Χριστόν ο π. Αντώνιος, το πως και από ποιούς και πόσο «ωνειδίσθη», το ποιούς και πόσους «επέστρεψεν εκ πλάνης», οι ίδιοι οι πράξαντες ή οι ευεργετηθέντες θα ομολογήσουν ενώπιον του δικαιοκρίτου και αγωνοθέτου Χριστού κατά την κοινήν Ανάστασιν. Εμείς έχομε την βεβαιότητα ότι «τον καλόν αγώνα ηγώνισται» γι' αυτό «απόκειται αυτώ ο της δικαιοσύνης στέφανος, ον αποδώσει αυτώ ο Κύριος εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής» (Β΄ Τιμ. δ΄ 8).
Επί του παρόντος, η φωτεινή προσωπικότητα και το πολύτιμο και ογκώδες συγγραφικό έργο του π. Αντωνίου θα φωτίζουν τον δρόμο μας, θα καθοδηγούν τις πράξεις μας, θα παραδειγματίζουν την συμπεριφορά μας, θα ενισχύουν τις προσπάθειές μας, θα ελκύουν και θα σώζουν τις διψασμένες ψυχές και θα αποθαρρύνουν τους επιβουλευτές της Ορθοδοξίας μας. Ας αναπαύεται μακαρίως το ανήσυχο πάντα πνεύμα του «εκ των κόπων αυτού» (Αποκ. ιδ΄ 13) «ένθα πάντων εστί των ευφραινομένων η κατοικία» και ο Κύριός μας Ιησούς, στον Οποίον αφιέρωσε ολόκληρη την ζωή του ας στεφανώση τον «καλόν αγωνιστήν» π. Αντώνιον Αλεβιζόπουλον με τον «στέφανον της ζωής».
αιωνία αυτού η μνήμη


Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ κ.ΙΕΡΟΘΕΟΣ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ π.ΑΝΤΩΝΙΟ

 Ναύπακτος, 5 Μαρτίου 1997.
 Με μεγάλη χαρά πληροφορήθηκα ότι πρόκειται να αφιερώσετε ειδικό τεύχος για τον αείμνηστο Πρωτοπρεσβύτερο π. Αντώνιο Αλεβιζόπουλο, ο οποίος εβάστασε στους δυνατούς και ασθενικούς του ώμους, πολλές φορές μόνος του, όλον τον καύσω­να της ημέρας, αυτήν την περίοδο κατά την οποία πλησιάζουμε προς το τέλος της δεύτερης χιλιετίας. Καίτοι αυτό το γεγονός είναι σημαντικό, εν τούτοις όμως, πιστεύω ότι δεν θα ανταποκριθή πλήρως στον στόχο του, ακριβώς γιατί η εκρηκτική προσωπικό­τητα και το μεγάλο έργο του αειμνήστου εργάτου της Εκκλησίας είναι αδύνατο να περιληφθή στις σελίδες ενός περιοδικού, ή ακόμη και στις σελίδες πολλών βιβλίων. Άλλωστε υπάρχουν τα δικά του κείμενα τα οποία παρουσιάζουν ανάγλυφα την προσωπικότητά του.
 Με τον αείμνηστο είχα την εξαιρετική χαρά και τιμή να συνεργασθώ περιστασιακά, άλλο­τε ως ακροατής σε Συνέδρια και Ημερίδες που διοργάνωνε, άλλοτε μιλώντας μαζί του προσω­πικά και άλλοτε συμμετέχοντας σε Συνάξεις ως εισηγητής ενός θέματος. Διέκρινα το σπινθη­ροβόλο πνεύμα του, τον ζηλωτή Κληρικό, τον επιστήμονα θεολόγο, τον άριστο γνώστη των θεμάτων που ανέπτυσσε, τον μαχητή ομολογητή της πίστεως, τον άνθρωπο που αγαπούσε πολύ την Εκκλησία και φλεγόταν κυριολεκτικά από την αγάπη του προς τον Θεό, την Εκκλησία, αλλά και τον άνθρωπο, που παρασύρεται στις μεθοδείες του διαβόλου.
 Σε όλη την πολυτάραχη ζωή του ασχολή­θηκε με τις αιρέσεις που προσβάλλουν τα ασθενικά μέλη της Εκκλησίας και τα οδηγούν σε πνευματική πλάνη και σύγχυση, στην αποστασία από τον Θεό και την απώλεια της αιωνίου ζωής. Στο θέμα αυτό έδειξε αποστολικό ζήλο και προφητική διάθεση. Θύμιζε τους Προφήτας και τους Κριτάς της Παλαιάς Διαθήκης, που ενδιαφέρονταν για την πνευματική υγεία του λάου. Άλλωστε, το χαρακτηριστικό γνώρισμα των Προφη­τών ήταν ο αγώνας τους εναντίον κάθε θρησκευτικού συγκρητισμού.
 Ο πολυχρόνιος πόλεμος που διεξήγαγε, ο αείμνηστος εναντίον των αιρέσεων, είχε συ­νέπειες και στον εαυτόν του, γιατί δέχθηκε ποικιλότροπες επιθέσεις, δοκιμασίες, διωγ­μούς, που δέχονται όλα τα φιλότιμα παιδιά του Θεού, τα οποία αγωνίζονται από αγάπη για την «επιφάνειαν αυτού» (Β Τιμ. Δ’, 8).
 Βέβαια, γνωρίζω ότι υπάρχουν μερικοί οι οποίοι ισχυρίζονται ότι ο αείμνηστος π. Αντώνιος έκανε ένα μονομερή αγώνα, αφού ασχολήθηκε μόνο με τους αιρετικούς, ασχο­λήθηκε κυρίως με την απολογητική της Εκ­κλησίας και όχι τόσο με το θετικό έργο της παρουσιάσεως της Ορθόδοξης διδασκαλίας και της εκθέσεως της πίστεως της Εκκλησί­ας. Όμως, μια τέτοια ερμηνεία είναι εσφαλ­μένη για τους εξής λόγους.
 Πρώτον: «Η αντιλογία υπέρ της ευσέ­βειας» δεν είναι έξω από το καθήκον ενός Κληρικού. Είναι σημαντικό να σημειωθή ότι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην αρχή των αγώνων του με τον αιρετικό Βαρλαάμ και τους ομοίους του, καθόρισε ένα βασικό κανόνα λέγοντας: «έτερον εστί η υπέρ τις ευσεβείας αντιλογία και έτερον η της πίστεως Ομολογία». Δεν πρέπει να συγχέωνται τα πράγματα, αφού διπλό είναι το έργο ενός ποιμένος, ήτοι η αντιλογία υπέρ της ευσεβείας και η ομολογία της πίστεως. Και τα δύο αυτά τα έκανε ο αείμνηστος π. Αντώνιος με ένθεο ζήλο και διάθεση πολλή.
 Ασχολήθηκε με την ανάλυση της διδασκαλίας των ποικιλωνύμων αιρέσεων, ώστε να μη παραπλανηθούν από τον αρχηγέτη τους διάβολο οι ασθενείς τη πίστει, αλλά ενδιαφέρθηκε και για την ομολογία της πίστεως, αφού σε όλα τα βιβλία του παρέθετε τα βασικά στοιχεία της πίστεως, έγραψε το θαυμάσιο βιβλίο «Εφόδιο Ορθοδοξίας», καθώς επίσης δημιούργησε προγράμματα «Ορθοδόξου οικοδομής» προσπαθώντας να κατηχήση τους εκατοντάδες και χιλιάδες ανθρώπους, που προσέρχονταν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, υστέρα από οδυνηρή περιπλάνηση σε δαιμονιώδεις ατραπούς.
 Θα ήταν επιπόλαιο να μη δη κανείς αυτό το διπλό έργο που επιτελούσε ο αείμνηστος δούλος του Θεού π. Αντώνιος. Άλλωστε, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μιλώντας για την πίστη που πρέπει να έχου­με προς Θεό κάνει την παρατήρηση: «Πιστεύομεν εις τον Θεόν, και πιστεύομεν τω Θεώ έτερον έστιν έκατερον τούτων». Το πρώτο σημαίνει το να φρονή κανείς ορθώς περί του Θεού, το δεύτερον το να θεωρή βέβαιες και αληθινές τις επαγγελίες του, δηλαδή να ζη εν Θεώ. Και συνεχίζει ο θεόπτης άγιος για να πη ότι «δει δε και αμφότερα ημάς έχειν και κατ αμφότερα ημάς αληθεύειν και ούτως έχειν», όπως ακριβώς, πιστεύω, τα είχε και ο ζηλωτής δούλος του Θεού π. Αντώνιος.
 Δεύτερον: Είναι αλήθεια ότι έδωσε μεγαλύτερη προσοχή στον πόλεμο εναντίον των αιρέσεων. Έχω την εντύπωση ότι αυτό το έκανε για δυο βασικούς λόγους. Ο ένας γιατί γνώρισε ο ίδιος τον βαθύ πόνο των ανθρώπων που είχαν μπλεχτεί στα δίχτυα των αιρέσεων και έζησε το δράμα και την τραγικότητά τους. Η αίρεση δεν είναι μια απλή δοξασία, αλλά δαιμόνιο τού λογιστι­κού, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Και πράγματι, άλλο είναι να γράφη ένας θρησκειολόγος επιστήμονας για τις αιρέσεις και άλλο να αντιμετωπίζη ένας Κληρικός τα δράματα που δημιουργούν οι αιρέσεις στις ψυχές των ανθρώπων που είναι πλασμένες κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση Θεού, και μά­λιστα σε ανθρώπους που είχαν δεχθεί το Ορθόδοξο Βάπτισμα. Οι επιστήμονες θεολόγοι, αλλά και οι στοχαστές δεν μπορούν να αντι­ληφθούν αυτήν την τρομερή παράμετρο.
 Ο άλλος λόγος είναι ότι πολλοί ασχολούνται με τον πνευματικό καταρτισμό των Χριστια­νών, λίγοι όμως έχουν το χάρισμα να αναλύουν διεξοδικώς τις μηχανές του πονηρού. Άλλωστε, πολλά είναι τα χαρίσματα που συγκροτούν τον θεσμό της Εκκλησίας. Ο αείμνηστος π. Αντώνιος γνώριζε όσο ολίγοι, για να μην πω ότι ήταν ο μόνος γνώστης αυτής της πλευράς της Εκκλησιαστικής ζωής.
 Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης έχει σημειώσει πολύ Ορθόδοξα: «Η Εκκλησία έχει δύο όψεις, μια θετική αγάπη, ενότητα και κοι­νωνία αιωνίως με τους άλλους και με τους Αγίους εν Χριστώ και μία αρνητική τον πόλεμο κατά τού Σατανά και των δυνά­μεών του, ο οποίος έχει ήδη ηττηθή στην σάρκα τού Χριστού από αυτούς που ζουν εν Χριστώ, πέρα από τον θάνατο, αναμένοντας την γενική ανάσταση, την τελική και ολοκληρωτική νίκη τού Θεού επί τού Σατανά. Η Χριστολογία είναι η θετική όψη της Εκκλησίας, αλλά ρυθμίζεται από την βιβλική δαιμονολογία, η οποία είναι ένας σημαντικός αρνητικός παράγοντας που καθορίζει και την Χριστολογία και την Εκκλησιολογία. Και οι δύο αυτές (Χριστολογία, Εκκλησιολογία) είναι ακατανόητες, χωρίς μια επαρκή κατανόηση τού έργον και των μεθόδων τού Σατανά "εις τούτο εφανερώθη ο υιός τού Θεού, ίνα λύση τα έργα τού διαβόλου" (Α Ιω. γ", 8)».
 Πιστεύω, ότι ο αείμνηστος π. Αντώνιος είδε την Εκκλησιολογία και την Χριστο­λογία μέσα από την δαιμονολογία, γιατί ο άνθρωπος που δεν μπορεί να ελευθερωθεί από τις σατανικές δυνάμεις και τις αιρετικές κακοήθειες, δεν μπορεί να γνωρίσει τι είναι η Εκκλησία και τι είναι ο Χριστός. Πρόκει­ται για αφέλεια μερικών θεολόγων το να ασχολούνται με την Εκκλησία, τον Χριστό, την πνευματική ζωή και να αγνοούν τις μεθοδείες του διαβόλου.
 Όταν πλησίαζα τον π. Αντώνιο, ιδίως τον τελευταίο καιρό και άκουγα από το στόμα του τις δυσκολίες που είχε, έμενα κατάπλη­κτος. Θυμάμαι μια φορά που μου έλεγε ότι έγραφε και διάβαζε με την ελάχιστη όραση που του είχε απομείνει στο ένα του μάτι, αφού από το άλλο μάτι δεν έβλεπε. Τότε έμει­να άφωνος και εξεδίωξα και τις ελάχιστες αμφιβολίες που εξέφραζαν άλλοι για το πρό­σωπο και το έργο του. Στην περίπτωσή του ίσχυε ο λόγος του Χριστού στον Απόστολο Παύλο: «η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Β’ Κορ. ιβ 9). Ο θαυμασμός μου αυξήθηκε όταν μου έλεγε για την ασθένεια της Πρεσβυτέρας του και γενικά τις δυσκο­λίες της οικογενείας του. Και όμως, εκείνος, παρά τους πειρασμούς, εργαζόταν ακάματα το δύσκολο και υπεύθυνο ποιμαντικό έργο που του ανέθεσε η Εκκλησία.
 Προσευχόμουν κατά την διάρκεια της ασθενείας του. Όταν πληροφορήθηκα την κοίμησή του αισθάνθηκα βαθειά συγκίνηση, αλλά και χαρά από την άποψη ότι έφυγε ένας δούλος του Χριστού, ένας εργάτης της Εκκλησίας που ομολόγησε τον Χριστό και εβάστασε το όνομά Του «ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ» (Πρ. ιθ, 15).
 Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αναλύοντας τον λόγο του Χριστού «πας όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων...» γράφει: «οράτε ότι ούτε ημείς δυνάμεθα παρρησιάσασθαι την εις Χριστόν πίστιν και την ομολογίαν άνευ της παρ' αυτού δυνάμεως και συνεργείας, ούτε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός παρρησιάσεται υπέρ ημών εν αιώνι τω μέλλοντι και συστήσει τω οικείω Πατρί άνευ τού λαβείν αφ' ημών τας αφορμάς».
 Και ο αείμνηστος, μακάριος εκκλησιαστι­κός ανήρ ομολόγησε την εις Χριστόν πίστη με τη δύναμη του Χριστού, αλλά και ο Χρι­στός θα τον συστήσει στον Πατέρα Του, αφού έλαβε από αυτόν τις αφορμές, δηλαδή τον ζήλο, τον αγώνα, τους ιδρώτας και τους διωγμούς που δέχτηκε υπέρ του ονόματός Του.
 Κοιμήσου μακάριε και ευλογημένε δούλε του Θεού τον ύπνο του δικαίου με την ελ­πίδα ότι «μείζων εστίν ο εν ημίν ή ο εν τω κόσμω» (Α’ Ιω. Δ’, 4 ), με την πίστη ότι η Εκκλησία, δια των συνεχιστών του έργου σου και δι' όλων των δυνάμεών της, θα πολεμά τον διάβολο και θα λύσει τις μηχανές του πονηρού, και με την βεβαιότητα της τελικής νίκης του Χριστού επί των δυνάμεων του σκότους, του Αρνίου επί του θηρίου της Αποκαλύψεως, τότε όταν θα κληθείς και συ μαζί με όλους τους Προφήτας, Μάρτυρας και Ομολογητάς να λάβεις τον «αμαράντινον της δόξης στέφανον» (Α Πέτρ. Ε’ 4), για όλους τους κόπους και μόχθους που κατέβαλες, και τους πειρασμούς που δέχθηκες, κα­τά την διάρκεια της πολυτάραχης ζωής σου, υπέρ της δόξης του Θεού, του Αγίου Ονόμα­τός Του και της Εκκλησίας του Χριστού.
 Και τώρα, που τελείωσα το κείμενο αυτό, περασμένα μεσάνυχτα, προσδεχόμενος την ανατολή του ηλίου της επομένης ημέρας, αι­σθάνομαι μεγάλη χαρά από την ελπίδα της ανατολής του Ηλίου της δικαιοσύνης, της Ημέρας του Κυρίου, της αναστάσεως των νεκρών και της αιωνίου ζωής, αλλά και της συμμέτοχης σου στο πανηγύρι στην «Εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμμέ­νων» (Εβρ. ιβ, 23).


ΥΛΙΚΟ ΑΝΤΛΗΣΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΔΙΑΛΟΓΟΣ" ΤΕΥΧΗ 2006 (ΑΦΙΕΡΩΜΑ 10 ΕΤΩΝ ΣΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ Π.ΑΝΤΩΝΙΟ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟ) ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ Π.Ε.Γ:  http://www.ppu.gr/greek/fantony_gr.htm

Read more: http://www.egolpion.com/p_antonios_1.el.aspx#ixzz2utjYdinP

1 σχόλιο:

  1. Τον θυμάμαι στο Αννόβερο της Γερμανίας. Ο πατέρας μου (Διονύσης Δ.) τον πήγαινε με το αυτοκίνητο στα μέρη που ήθελε να εκπληρώσει το έργο του...

    ΑπάντησηΔιαγραφή