Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΧΙΛΙΑΡΜΕΝΟ

Ρωσία-Συρία-Τουρκία-ΝΑΤΟ-Πράβντα-Προφητείες!

ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ Π.ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

Ο Πόλεμος Έρχεται

Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός Η Ελλάδα δεν θα έχει Κυβέρνηση

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Δεν θα πληρωθεί το χρέος

ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ. Γ. ΙΩΣΗΦ Γ. ΠΑΪΣΙΟΥ

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ ΟΛΟΖΩΝΤΑΝΟΣ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ

Ο ΕΘΝΑΠΟΣΤΟΛΟΣ, ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ (2/2)

Τα πιάτα σας θα είναι γεμάτα, αλλά τα φαγητά δεν θα τρώγονται


1«Μια προφητεία» του 'Αγ. Κοσμά του Αιτωλού την οποία πολύ δύσκολο να αμφισβητήσει κανείς ότι οδεύει προς πλήρη εκπλήρωση, μιας που η μετατροπή του πλανήτη σε παραγωγό μεταλλαγμένων προχωράει με πολύ γρήγορους ρυθμούς.

Μεταλλαγμένα ονομάζονται τα τρόφιμα των οποίων το DNA έχει αλλοιωθεί με την προσθήκη άλλων …οργανισμών με σκοπό τη βελτίωση κάποιων χαρακτηριστικών τους, αλλά βιάζοντας στην ουσία την γενετική τους δομή. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι ντομάτες που δεν σαπίζουν, σπόροι καλαμποκιού με ενσωματωμένα εντομοκτόνα κ.ά.
Τα μεταλλαγμένα τρόφιμα που παράγονται σε μεγαλύτερες ποσότητες και επομένως έχουν και την μεγαλύτερη ευθύνη της γενετικής μόλυνσης στη φύση είναι η σόγια, το καλαμπόκι και τα παράγωγά τους (ζωοτροφές, γλυκύσματα, συμπληρώματα διατροφής, παιδικές τροφές).

Μία από τις μεγαλύτερες πηγές μόλυνσης είναι οι ζωοτροφές και οι ιχθυοτροφές που παράγονται σε τεράστιες ποσότητες με επιβλαβή αποτελέσματα για τα ζώα και σ τη φύση αλλά και για τον άνθρωπο που στη συνέχεια τα καταναλώνει.

Μεταξύ άλλων, η αύξηση της παραγωγής των μεταλλαγμένων τροφίμων θα επιφέρει αλλοίωση της βιοποικιλότητας, αύξηση των φυτοφαρμάκων-ζιζανιοκτόνων και επομένως αύξηση της αντοχής των ζιζανίων και των εντόμων σε αυτά ,έξαρση των αλλεργιών και της ανθεκτικότητάς τους στα αντιβιοτικά καθώς και εμφάνιση νέων ,απειλή για την οικολογική ισορροπία και για τη διατροφική ασφάλεια των επόμενων γενεών.

Αυτή τη στιγμή στη χώρα μας δεν υπάρχουν εργαστήρια για την ανάλυση και τον έλεγχο των μεταλλαγμένων προϊόντων και αντίθετα με την κείμενη νομοθεσία οι περισσότερες εταιρείες δεν αναγράφουν στη συσκευασία αν περιέχουν μεταλλαγμένα συστατικά.

Προφητεία Πατροκοσμά: "Οι πλούσιοι θα γίνουν φτωχοί - Οι φτωχοί θα πεθάνουν"


1"Οι πλούσιοι θα γίνουν φτωχοί, και οι φτωχοί θα πεθάνουν" έλεγε ο Πατροκοσμάς, και αυτή τη στιγμή είμαστε έτοιμοι να δούμε την εκπλήρωση και αυτής της προφητείας του μεγάλου μας Εθνομάρτυρα.

Εαν αναλογιστούμε ότι όλοι αυτοί που θεωρούσαμε "ότι τα έχουν", είτε επειχειρηματίες, είτε τυχάρπαστοι του lifestyle, τώρα κλείνουν τις επιχειρήσεις τους άρον άρον, και πουλάνε τα σπίτια τους στη Μύκονο σε εξεφτελισικές τιμές, όπως επίσης και το επιεκίμενο κούρεμα σε υψηλές καταθέσεις, που θα ξεκινήσει από την Κύπρο και θα το δείτε ότι θα φτάσει μέχρι και τα νησιά Μπαρμπάντος, τότε όντως οι πλούσιοι θα γίνουν φτωχοί.


Θα μείνει μόνο η Ελίτ που θα κυβερνάει τον πλανήτη. Οι εκπρόσωποι του Εωσφωρισμού - Υλισμού στον κόσμο, εξ'ου και η έχθρα τους προς την Ελληνορθοδοξία, και τον Αρχαιοελληνισμό που αποτελούν τους εκπροσώπους του ελεύθερου πνεύματος και της ενατένισης του Θείου. Άρα των βασικότερων αντιπάλων του Εωσφωρισμού-Υλισμού.

Όσο για τους φτωχούς αφού τους πάρουν τα λίγα χρήματα που νομίζουν ακόμα ότι έχουν, και τους κατασχέσουν τα σπίτια με "φανταστικά" χρέη που προέκυψαν από "φανταστικό" δανειζόμενο και δημιουργηθέν εξ' αέρος κοπανιστού χρήματος, τότε σύντομα θα τους δούμε να πεθαίνουν στους δρόμους, είτε από την πείνα είτε από πνευμονία, είτε γιατί θα σκοτώνουν ο ένας τον άλλο, για να φάνε ότι βρουν.

Φυσικά μέσα σε αυτούς θα βρισκόμαστε όλοι μας. Και όμως ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να πιστεύουν ότι με κάποιο μαγικό τρόπο, καθίστοί στον καναπέ τους και παρακολουθώντας Τατιάνα στην τηλεόραση, θα σωθούν απλώς αλλάζοντας κβαντική πραγματικότητα, και περνώντας σε έναν "παράλληλο" κόσμο, όπου όλα αυτά θα είναι ένα κακό όνειρο.

Μόνο που σύμφωνα με την Κβαντική Φυσική αυτό απαιτεί τεράστια ποσά ενέργειας, και όχι καναπέ-φραπέ.

Ευτυχώς που ο Πατροκοσμάς προβλέπει και άλλα πράγματα πολύ πιο ευχάριστα.

Ο Πατροκοσμάς ο Αιτωλός προφήτεψε: Στη Βόρειο Ηπειρο θα γίνει ο Αρμαγεδδώνας!


1Του Ησαΐα Κωνσταντινίδη

■ Δρόπολη, Εξαμίλια και το Ποθούμενο...

■ Πότε θα πέσουν μαζί "2 καλοκαίρια και 2 Πασχαλιές";

■ Αντίχριστος, 666 & απόκρυφη γεωπολιτική!


Οι πάντες πλέον διαισθάνονται ότι οι καιροί στους οποίους ζούμε είναι εσχατολογικοί και αποκαλυπτικοί: αναμένονται μεγάλα "σημεία" και συμβάντα, που θα οδηγήσουν σε συγκλονιστικές παγκόσμιες ανακατατάξεις και, τελικά, στη θεία επέμβαση και τη δημιουργία "καινής γης και καινού ουρανού".

Η ελληνορθόδοξη παράδοση βρίθει πραγματικά από προφητείες, οι οποίες φανερώνουν τα μέλλοντα να συμβούν, αρχής γενομένης ήδη από τον Δανιήλ της Παλαιάς Διαθήκης και καταλήγοντας στον Αγιορείτη γέροντα Παΐσιο... Είναι λοιπόν φανερό ότι στις ημέρες μας υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να βιώσουμε κοσμοϊστορικά γεγονότα, όπως την άφιξη του Αντιχρίστου, τον Αρμαγεδδώνα, αλλά και τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού... Ερχόμαστε λοιπόν στην παράθεση πληροφοριών, μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, από ό,τι πιο προωθημένο υπάρχει αυτή τη στιγμή στο παρασκήνιο των διεθνών εξελίξεων, που δεν είναι παρά η συμβατικά καλούμενη "απόκρυφη γεωπολιτική": η διαλεκτική δηλ. επιστήμη, η οποία ερμηνεύει το σύνολο των παγκόσμιων εξελίξεων μέσα από ένα πρίσμα σύνθεσης όλων των επί Γης καταστάσεων και βασικά των παρασκηνιακών, αφού είναι σαφές ότι "τα χέρια που κινούν τις μαριονέτες" κρύβονται μέσα στο σκοτάδι! Με δυο λόγια η απόκρυφη γεωπολιτική εξετάζει τα πράγματα διαμέσου της πλανητικής σκέψης, άρα είναι αποκύημα ανώτερου νου...

Η υπέρτατη λοιπόν αυτή μεθοδολογία μας δίνει ξεκάθαρη την απάντηση γιατί ποτέ οι μεγάλες δυνάμεις δεν συνηγόρησαν στην απόδοση της περιοχής της σημερινής νότιας Αλβανίας (Βορείου Ηπείρου) στο ελλαδικό κράτος. Και τούτο, παρά το ότι μόνες τους οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις απελευθέρωσαν αυτή τη γη τουλάχιστον τρεις φορές στη διάρκεια του 20ού αιώνα (1912, 1916 και 1940-41), ενώ η Ελλάδα ήταν μεταξύ των νικητριών χωρών του Β' παγκοσμίου πολέμου και συνεπώς έπρεπε να λάβει ως αντάλλαγμα - κατά το διεθνές δίκαιο - τα συγκεκριμένα εδάφη. Ενώ η Αλβανία, στην οποία και τελικά κατοχυρώθηκαν, ποτέ δεν τα κατέλαβε στρατιωτικά, ενώ ήταν και ανάμεσα στις ηττημένες χώρες όταν έληξε ο μεγάλος πόλεμος το 1945!...

Γιατί λοιπόν οι μεγάλες δυνάμεις εμποδίζουν την Ελλάδα να πάρει αυτή τη γη (που, να σημειωθεί, ότι το 1946 κατοικούνταν από σχεδόν αμιγή ελληνικό πληθυσμό, αλλά εξαιτίας της αρνησικυρίας της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας δόθηκε προσωρινά στην Αλβανία...); Η απάντηση της απόκρυφης γεωπολιτικής είναι συνταρακτική: διότι στη γη αυτή πρόκειται να κλείσει ο κύκλος της ιστορίας, που ξεκίνησε και πάλι εκεί πριν από χιλιάδες χρόνια, με τη γέννηση του νοήμονα ανθρώπου ή αλλιώς του Πρωτοέλληνα!

Μετά την εποχή της περίφημης "πιθηκογένεσης" και του - αμφισβητούμενου επιστημονικά - "Ελλαδοπίθηκου", στη βόρεια Πίνδο και στην πεδιάδα της Δρόπολης ξεπήδησε ο "εχέφρων άνθρωπος", η πρώτη οργανωμένη κοινωνία σε παγκόσμιο επίπεδο: αυτή η κοινότητα πρώτη εξέφερε τον ανθρώπινο λόγο (τα πρωτοελληνικά), πρώτη οργάνωσε οικονομικά πρότυπα (με βάση το κυνήγι), αλλά και πρώτη εκδήλωσε θρησκευτικά αισθήματα (μέσω των περίφημων μυστηριακών "τοτέμ" και "ταμπού" του άλλοτε ιερού του Βουθρωτού, που μετά από αιώνες μεταφέρθηκε στη Δωδώνη!!!). Ήταν η πρώτη ανθρώπινη και ελληνική κοινωνία, το - σε σπερματική μορφή - "κράτος" των Σελλών, στην ιερή γη της Ελλοπίας. [βλ. και το κλασικό έργο του αειμνήστου Ηλία Τσατσόμοιρου "Ιστορία γενέσεως της ελληνικής γλώσσας"]

Άρα στη Βόρεια Ήπειρο θα εκπληρωθεί η υπερβατική πρόβλεψη του σύγχρονου "μαντείου" τεκτονικής υπερ-στοάς, αλλά και του "κόκκινου ιερατείου της Μόσχας", περί επερχόμενου Αρμαγεδδώνα στην πανάρχαια γη των Μακεδόνων, που δεν ήταν παρά οι - κατά Τσατσόμοιρο - Έλλοπες θη­ρευτές (Αρ-Μαγεδδών = Γη των Μακεδόνων, σημερινή νότια Αλ­βανία...)! [δες και κείμενο μας "Βόρεια Ήπειρος 505", εφ. "Ε­λεύθερη Ώρα", 30 Ιανουαρίου 2011] Σε συμβολικό επίπεδο η όλη κατάσταση σηματοδοτείται μέσω της περιβόητης παράστα­σης, όπου "το φίδι δαγκάνει την ουρά του": δηλ. η ιστορική διαδι­κασία, μετά από χιλιετίες πλανητι­κής εξάπλωσης, κλείνει οριστικά τον κύκλο της, επιστρέφοντας στο σημείο όπου πρωτογεννήθηκε...

Για τα μελλοντικά γεγονότα στη βορειοηπειρωτική γη κάνουν λόγο μια σειρά προφητειών, ανάμεσά τους το α­πόκρυφο βιβλίο της "Αποκάλυψης" του Ιωάννη (που είναι το τελευταίο της Καινής Διαθήκης), καθώς και τα λεγό­μενα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ενός πραγματικού εθνεγέρτη των Ελλήνων και μεγάλου διαφωτιστή της Α­ναγέννησης της "καθ' ημάς Ανατολής".

Σε άλλα κείμενά μας θα επεκταθούμε περισσότερο στις προφητείες που αφορούν την ιερή γη των Ελλήνων σήμερα θα κάνουμε λόγο για τα όσα φοβερά και τρομερά αναφέρει ο Πατρο­κοσμάς, αναλύοντάς τα μέσω του θεωρητικού εργαλείου της απόκρυφης γεωπολιτικής. [σημείωση: ο Κοσμάς ε­κτελέστηκε από τους Τούρκους, κατόπιν προδοσίας των Εβραίων, και θάφτηκε στο χωριό Κολικόντασι της Βορεί­ου Ηπείρου, που σήμερα ανήκει στην Αλβανία] Ως γνωστόν, ο Κοσμάς έδρασε βασικά στη Βόρειο Ήπει­ρο, διαβλέποντας την εσχατολογική σημασία της. Και, ως εκ τούτου, οι προφητείες του αφορούν σε μεγάλο βαθμό τα βορειοηπειρωτικά τεκταινόμενα, αλλά και τις γενικότερες γεωπολιτικές εξελίξεις του αιώνα μας! Κύ­ρια αγωνία του υπήρξε η ανασύσταση του "Ρωμαίικου" (δηλ. της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη) και η εκπλήρωση του "Ποθούμε­νου", άρα η λευτεριά του ελληνικού γένους και η ε­ξάπλωση του ελ­ληνισμού σε πλα­νητικό επίπεδο!...

Είπε λοιπόν ο Πατροκοσμάς: "Η Δρόπολη θα είναι γεμάτη στρατεύματα" (Γ παγκόσμιος πόλεμος-θερμοπυρηνικός Αρμαγεδδώνας). Είπε επίσης: "Στην Αυλώνα θα γίνει χαλασμός. Θα έλθουν στρατεύματα να ελευθερώσουν τον τόπο" (Το αλβανικό λιμάνι της Αυλώνας-\/Ιογ, όπου απολήγουν οι ευρασιατι-κών συμφερόντων πετρελαιαγωγοί, ενώ εκεί υπάρχει ήδη επίσημα τουρκική ναυτική βάση!). Αλλά και: "Θα μαζωχτεί το χιλιάρμενο στο Σκάλωμα [Άγιοι Σαράντα] και θα 'ρθουν κοκκινογέλεκοι, να πολεμήσουν για σας" (Άραγε πρόκειται για το ναυτικό των ΗΠΑ και τους Αμερικανούς πεζοναύτες, που όντως φορούν κόκκινα γιλέκα;;;).

Εντυπωσιακές είναι οι εκτιμήσεις του Κοσμά και για την απαρχή του Γ παγκοσμίου πολέμου, ότι δηλ. θα αρχίσει από τη Δαλματία (πρώην Γιουγκοσλαβία, η οποία διαλύθηκε το 1991, ενώ στις 24 Μαρτίου 1999 το ΝΑΤΟ, με την επίθεσή του στη Σερβία, ξεκί­νησε μακρά και πολυσύνθετη πλανητική σύγκρουση). Αλλά και για την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου, κάνει σαφή λόγο: σε προφητεία του, που ειπώθηκε στη Χειμάρρα, ανέφερε ότι "το Ποθούμενο θα γίνει στην τρί­τη γενιά". Τι σημαίνει αυτό; Η ερμηνεία των μυστικιστι­κών κύκλων θεωρεί ότι πρόκειται για την τρίτη γενιά μετά την προσωρινή κατάληψη της Βορείου Ηπείρου από τον ελληνικό στρατό το 1940-41.
Μία γενιά είναι περίπου 25 χρόνια, άρα 25 επί 3 μας κάνει 75 χρόνια (γύρω στο... 2015, δηλ. 100 χρόνια μετά την ιστορική ανακήρυξη της Αυτόνομης Ηπείρου τον Φεβρουάριο του 1914!!!)... Αλλά και η περιβόητη προφητεία του, ότι δηλ. "το Ποθού­μενο θα έρθει όταν έρθουν δύο καλοκαίρια και δύο Πα­σχαλιές μαζί", πέφτει το έτος 2014! Γιατί; Διότι τη χρονιά εκείνη συμπίπτει το Πάσχα Ορθόδοξων και Καθολικών (20 Απριλίου), ενώ ήδη από τώρα ειδικοί επιστήμονες (μετεωρολόγοι) κάνουν αναφορές ότι την ίδια χρονιά θα έχουμε γενική λειψυδρία και φοβερή ζέστη, με υπερβολι­κά υψηλές θερμοκρασίες, άρα δεν θα γνωρίσουμε καθό­λου χειμώνα (θα συμπέσουν δηλ. δύο καλοκαίρια μαζί...)!

Φυσικά όλα αυτά θα συμβούν, αφού θα έχει προηγηθεί η εμφάνιση του Αντίχριστου (που ο Κοσμάς αποκαλεί "κασσιδιάρη", συνεπώς μας περιγράφει την εξωτερική του μορφή!) και η επιβολή πάνω στον πλανήτη του γενικού ε­μπορικού αριθμού 666, ό­που - σύμφωνα με την "Απο­κάλυψη" του Ιωάννη - κανείς δεν θα μπορεί να πουλήσει ή να αγοράσει, αν πρώτα δεν έχει δεχτεί το χάραγμα του θηρίου (η περιβόητη "κάρτα του πολίτη" και τα όσα θα ακολουθήσουν...).

Ποιος όμως θα είναι ο ρόλος της Τουρκίας - ου­σιαστικός πατρώνας σή­μερα της Αλβανίας, για λογαριασμό του ευρασιατικού άξονα - στις μελλο­ντικές εξελίξεις, με άξο­να το θέμα της Βορείου Ηπείρου; Ως γνωστόν, η Άγκυρα αυτή τη στιγμή όχι μόνο επηρεάζει πολι­τικά τα Τίρανα, όχι απλά έχει δικές της ένοπλες δυνάμεις επί αλβανικού εδάφους, αλλά Τούρκοι "επενδυτές" αγοράζουν εκτάσεις ολόκληρες στη νότια Αλβανία, παίρνοντας σιγά-σιγά τα εδάφη που μέχρι πρόσφατα ανήκαν στους Έλληνες... Δεν είναι καθόλου υπερβολή να πούμε ότι σε με­γάλο βαθμό η νότια Αλβανία έχει πλέον μετατραπεί σε... τουρκική επικρά­τεια!

Τι λέει λοιπόν ο Κοσμάς ο Αιτωλός για τα περί Τουρκίας και της ανάμειξής της στην Αλβανία; "Οι Τούρκοι θα φύ­γουν, αλλά θα ξανάρθουν πάλι και θα φτάσουν ως τα Ε­ξαμίλια. Στο τέλος θα τους διώξουν εις την Κόκκινη Μη­λιά. Από τους Τούρκους το 1/3 θα σκοτωθεί, το άλλο τρί­το θα βαπτιστεί και μονάχα το 1/3 θα πάει στην Κόκκινη Μηλιά"...

Είναι απόλυτα σαφής ο Πατροκοσμάς για όποιον έχει ε­ντρυφήσει στα "άδυτα των αδύτων"! Οι Τούρκοι πράγμα­τι έφυγαν από την Αλβανία (που κηρύχθηκε ανεξάρτητη το 1912), αλλά έχουν πια ξαναγυρίσει, όπως είδαμε πα­ραπάνω... Και έφτασαν ως τα Εξαμίλια, που δεν είναι ό­μως ούτε τα Εξαμίλια της Κορινθίας, ούτε τα περίφημα 6 ναυτικά μίλια του Αιγαίου. Είναι η περιοχή των Εξαμιλίων της νότιας Αλβανίας (στα αλβανικά Κsamil), που βρίσκε­ται νοτίως των Αγίων Σαράντα και πάνω απ' το πανάρ­χαιο Βουθρωτό! Ε λοιπόν, ήδη οι Τούρκοι βρίσκονται στα Εξαμίλια!!!

Τι ακριβώς συμβαίνει; Αυτή τη στιγμή πληροφορίες της αμερικανικής ΟΙΑ (που διοχετεύτηκαν και στην ελληνική ΕΥΠ) κάνουν φανερό λόγο για ολόκληρη μυστική (υπό­γεια;) τουρκική βάση στο Κ53ιγπΙι της Αλβανίας! Βασική της ασχολία είναι η στρατιωτική και ψυχολογική προετοι­μασία για τον επερχόμενο "γενικό πόλεμο" - όπως τον α­ποκαλεί ο Πατροκοσμάς - καθώς επίσης και η "επόπτευ­ση" όλης της περιοχής της ΝΑ Ευρώπης, μέσω του υπερ­σύγχρονου συστήματος παρακολούθησης "Panopticum 2011", που είναι κατασκεύασμα του τόσο φιλόδοξου τουρκικού τεχνολογικού προγράμματος "Cyber-Tyrk".

Είναι όλα αυτά υπερβολικές εκτιμήσεις ή μήπως αποτε­λούν "γέννημα" επιστημονικής φαντασίας; Μάλλον όχι, αν ληφθεί υπόψη η σημερινή πολύπλοκη πραγματικότη­τα στις διεθνείς σχέσεις, αλλά και οι προφητείες φωτι­σμένων μυαλών, που μας έρχονται από τα βάθη των αιώ­νων.

Πάντως η μυητική διαδικασία της απόκρυφης γεωπολιτι­κής φανερώνει ότι λαμπρό μέλλον έρχεται για τον ελλη­νισμό (αφού βέβαια πρώτα περάσει νέα βάσανα και δοκι­μασίες): τον λυτρωμό της Βορείου Ηπείρου θα συνοδεύ­σει η συντριβή της τουρκικής πολεμικής μηχανής - δια­μέσου της επέμβασης των Πανελλήνων στο Αιγαίο - και η εξολόθρευση μεγάλου μέρους του τουρκικού πληθυ­σμού.

Από τους υπόλοιπους οι μισοί θα συγκροτήσουν το ανε­ξάρτητο κράτος του Κουρδιστάν (στην Κόκκινη Μηλιά της Μικρασίας), οι δε άλλοι μισοί - κρυπτοχριστιανοί και Ελληνόψυχοι - θα επανέλθουν στην Ελληνορθοδοξία, δο­ξάζοντας το ελληνικό πνεύμα σε μια νέα, πλανητικού τύ­που, αυτοκρατορία του αιγαιακού χώρου!

Η "αναβληθείσα" Τουρκική εισβολή στη Σάμο και η προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού!


1Με αφορμή τις αναρτήσεις για το σενάριο πολέμου και την προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, έχω κι εγώ να παραθέσω κάποιο στοιχείο που δείχνει ότι όλα αυτά μια μέρα θα συμβούν.

Μάλιστα η αναφορά μου δεν έχει να κάνει ούτε με προφητείες, διότι αυτό που θα αναφέρω δεν είναι προφητεία, αλλά ούτε και με συγγραφικά σενάρια. Πρόκειται για ένα πραγματικό γεγονός που συνέβη τα έτη 1999 και 2000. Εμένα προσωπικά το διάβασμα και μόνο του κειμένου με συγκλόνισε και γι αυτό και σας το παραθέτω, γνωρίζοντας ότι κάποιοι θα γελάσουν, κάποιοι θα ειρωνευθούν αλλά και κάποιοι θα προβληματισθούν. Αυτό εξάλλου είναι που με ενδιαφέρει.

Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης,

Ανεξίτηλη μένει στη μνήμη η εορτή της το 2000, όταν στο κήρυγμα της Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας, εν μέσω Αρχιερέων, Στρατιωτικών, Αστυνομικών και Λιμενικών Αρχών, εν μέσω χιλιάδων προσκυνητών, ο ευσεβέστατος Ιερέας έκανε τον κόσμο να κρατήσει την αναπνοή του, όταν δημόσια, με φωνή γεμάτη συγκίνηση, ιστόρησε ένα μέγα θαύμα! Μόλις το είχε πληροφορηθεί από το ʼγιον Όρος όπως είχε πει…

Ποιο ήταν αυτό το θαύμα; Ας το διηγηθούμε όπως το φανέρωσε ο Ιερέας δημόσια. Αλλά θα προσθέσουμε πρώτα το κλίμα της εποχής και όλες τις άλλες πληροφορίες, για να θυμηθούμε και να κατανοήσουμε το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκτυλίσσονταν τότε τα γεγονότα.

1999 μ.Χ.

Ήταν τότε μια εποχή μεγάλης κρίσης. Η Γιουγκοσλαβία δεχόταν την ορμητική και απάνθρωπη αεροπορική εισβολή του ΝΑΤΟ με τους ανελέητους βομβαρδισμούς αμάχων και δημοσίων έργων, ακόμα και του κτιρίου της Σερβικής Τηλεόρασης, ακόμα και της Πρεσβείας της Κίνας!!! Οι αμερικανοί χτυπούσαν επίτηδες τα περίφημα σερβικά Μετόχια, Ορθόδοξα Μοναστήρια και Εκκλησίες των Σέρβων, ακόμη και ανήμερα του Ορθόδοξου Πάσχα!!! Και ήταν διάχυτη τότε η εντύπωση μέσα στο ξέφρενο μίσος εναντίον των Ορθοδόξων, πως η Τουρκία θα έβρισκε την ευκαιρία να μας χτυπήσει, απάνω στη γενική αναμπουμπούλα και την αστάθεια.

Θυμούμαι τότε, στις αρχές του Καλοκαιριού του 1999, πως οι διορατικοί και σεβάσμιοι Γέροντες του Αγίου Όρους, ειδοποίησαν τα πνευματικά τους παιδιά να αρχίσουν νηστεία και συνεχή προσευχή, για να μην επιτρέψει ο Θεός να γίνει πόλεμος και στην Ελλάδα, διότι είχαν φαίνεται τη σχετική πνευματική πληροφορία! Να σταματήσει ο Θεός τους Τούρκους! Μεγάλο έτσι μέρος της ευσεβούς Θεσσαλονίκης, την ώρα που οι άλλοι προσπαθούσαν να κάνουν αμέριμνες διακοπές, νήστευε! Η Παναγιά! Η Παναγιά λέγανε τότε όλοι να πρεσβεύσει στο Χριστό μας, να μην αφήσει για τις αμαρτίες μας να συμβεί το κακό στην Ελλάδα…

Κύλησε το καλοκαίρι, με τα τζιπ και τα πολεμικά πλοία των “συμμάχων” να μπαινοβγαίνουν ασταμάτητα στη Θεσσαλονίκη, έφθασε η εορτή της Θεοτόκου το Δεκαπενταύγουστο, κρεμαστήκαμε όλοι στη Χάρη της και ιδίως οι άγιοι Γέροντες, για την άγια ζωή των οποίων πολλές φορές πήρε ο κόσμος παράταση…
7,6 Ρίχτερ!!!

16 Αυγούστου, 17 Αυγούστου 1999 μ.Χ. και ξαφνικά σείεται ο τόπος!!! 7,6 Ρίχτερ συγκλόνισαν την Τουρκία!!! Και οι καταστροφές ήταν τρομακτικές!!! 35.000 θύματα, 30.000 τραυματίες, μια σπουδαία ναυτική βάση του πολεμικού ναυτικού της Τουρκίας ολοσχερώς καταστραμμένη, διυλιστήρια που φλεγόταν, ο κεντρικός δρόμος Κωνσταντινούπολης – Άγκυρας σχισμένος με αόρατο λες μαχαίρι! Κόλαση παντού! Φωνές απελπισίας! Οργή λες Θεού!
Μες στην καταστροφή εκείνη τη βιβλική, ξεχάστηκε ο φόβος του πολέμου και αμέσως η ανθρωπιά των Ελλήνων έτρεξε να βοηθήσει τους γείτονες, που τότε έπαψαν να παραβιάζουν και να απειλούν, τότε ήταν τα θύματα, ήταν συνάνθρωποι, ήταν φίλοι. Ήρθε έπειτα και ο μικρότερος σεισμός της Αθήνας και βρέθηκε ο δρόμος ή η ευκαιρία της φιλίας μετά σεισμών, που ως τώρα δεν απέδωσε ούτε το παραμικρό…


2000 μ.Χ.

Πέρασε ένας ακόμη χρόνος, με μανεκέν και τραγουδίστριες να πρωταγωνιστούν στην κατασκευασμένη “ελληνοτουρκική προσέγγιση”. Ξανάρθε Καλοκαίρι, ξανάρθε δεκαπενταύγουστος, ήρθαν τα “εννιάμερα της Παναγιάς” , έφτασε ο κόσμος στη Μεγαλόχαρη της Μηχανιώνας, ήρθε και η στιγμή του κηρύγματος όπου αναπάντεχα ο Ιερέας έκανε τους χιλιάδες προσκυνητές να παγώσουν!


ΓΙΑΤΙ ΕΓΙΝΕ Ο ΜΕΓΑΣ ΣΕΙΣΜΟΣ

Μίλησε τότε ο Ιερέας για την προστασία της Παναγιάς στο λαό μας και την Πίστη και την Αγάπη που της έχουμε και εξακολούθησε με δυο λόγια:

Ένα παράδειγμα της μεγάλης προστασίας της Θεοτόκου, είπε, είναι αυτό που έγινε πέρσι και το πληροφορήθηκα μόλις τώρα από το Άγιο Όρος. Θυμάστε πέρσι το μεγάλο σεισμό της Τουρκίας; Ξέρετε γιατί έγινε; Διότι τότε, πέρσι, στα Εννιάμερα της Παναγιάς, είχαν ετοιμάσει οι Τούρκοι στρατιωτική εισβολή στην Ελλάδα, με στόχο τη Σάμο!!! Αλλά η Παναγιά μας δεν άφησε! Έγινε ο τρομερός σεισμός, λίγες ημέρες πριν, ώστε να σταματήσει η Τουρκία κάθε σχέδιο!!! Η Παναγιά μας σκέπασε και πάλι! Μας προστάτεψε η Στρατηγός μας, η Μητέρα του Κυρίου, πρεσβεύοντας στον Υιό της και Θεό μας!!! Ας σκεφτούμε όλοι τι χρωστάμε στην Παναγία! Ας δοξάσουμε το όνομα του Θεού!…

Μείναμε όλοι άφωνοι! Και τότε ανακαλέσαμε στη μνήμη μας τα ξεχασμένα γεγονότα του περασμένου χρόνου, όπως τα αναφέραμε στην αρχή, που ενώ τότε ήταν σκόρπια, τώρα έμπαιναν σιγά σιγά σε τάξη.

Αμέσως τότε επικοινωνήσαμε με έναν από τους πλέον αγίους και διακριτικούς Γέροντες του Αγίου Όρους, που μας επιβεβαίωσε κατηγορηματικά όλα όσα είχαμε ακούσει και πρόσθεσε, πως το σχέδιο εισβολής της Τουρκίας είχε στόχο τρία ταυτόχρονα νησιά!!! Όχι μόνο τη Σάμο, αλλά και την Κω και τη Ρόδο!!! Και ότι όχι μόνο καταστράφηκε η μεγάλη πολεμική τους βάση, αλλά κάτω από τα ερείπια είχαν θαφτεί ανώτεροι Αξιωματικοί του Τουρκικού Στρατού, που ήταν επιφορτισμένοι με την εκτέλεση της Στρατιωτικής Εισβολής!!!

ΟΙ 122 ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ


1. "Αυτό μιά μέρα θά γίνη Ρωμαίικο καί καλότυχος όποιος ζήση σέ κείνο τό βασίλειο."

(Συνήθιζε νά λέγη εις διάφορα μέρη τής υποδούλου Ελλάδος, τά οποία μετά ταύτα απηλευθερώθησαν)

2. "Ω ευλογημένο βουνό, πόσες ψυχές γυναικόπαιδα θά σώσης όταν έλθουν τά χαλεπά χρόνια ! "

(Είπε τήν προφητείαν αυτήν εν Σιατίστη καί αλλαχού αντικρύζων τά βουνά, τά οποία κατά τούς χρόνους τής Ελληνικής Επαναστάσεως έγιναν κρησφύγετα τών γυναικοπαίδων).

3. "Καλότυχοι σείς, οι οποίοι ευρέθητε εδώ πάνω εις τά ψηλά βουνά, διότι αυτά θά σάς φυλάξουν από πολλά δεινά. Θά ακούτε καί δέν θά βλέπετε τόν κίνδυνο. Τρείς ώρες ή τρείς μέρες θά υποφέρετε."

(Ελέχθη είς τήν περιφέρειαν Σιατίστης)

4. "Τό ποθούμενο θά γίνη στήν τρίτη γενεά. Θά τό ιδούν τά εγγόνια σας. "

(Ελέχθη εν Χειμάρρα - Η σπουδαιοτάτη αύτη προφητεία τού Αγίου, η οποία έτρεφε τήν γλυκυτέραν ελπίδα τού υποδούλου Γένους, έλαβε καταπληκτικήν επαλήθευσιν. Διότι οι χρόνοι τής απελευθερώσεως τού Έθνους είναι πράγματι η τρίτη γενεά από τών χρόνων πού προεφήτευσεν αυτήν ό 'Aγιος, καθόσον, ώς γνωστόν, εκάστη γενεά υπολογίζεται εις 25 έτη)

5. "Θάρθη καιρός νά σάς πάρουν οι εχθροί σας καί τή στάχτη από τή φωτιά, αλλά σείς νά μήν αλλάξετε τήν πίστι σας, όπως θά κάμνουν οί άλλοι. "

(Ελέχθη εν Σιατίστη)

6. Σάς λυπάμαι γιά τήν περηφάνεια, οπού έχετε. Τό ποδάρι μου εδώ δέν θά ξαναπατήση. Καί εάν δέν αφήσετε αυτά τά πράγματα πού κάνετε, τήν αυθαιρεσία καί ληστεία, θά καταστραφήτε. Σέ κείνο τό κλαρί, πού κρεμάτε τά σπαθιά σας, θάρθή μιά μέρα πού θά κρεμάσουν οί γύφτοι τά όργανά τους. "

(Ελέχθη εις τό χωρίον 'Aγιος Δονάτος Σουλίου)

7. "Θάρθουν οι κόκκινοι σκούφοι κι ύστερα οι 'Aγγλοι επί 54 χρόνια, καί κατόπιν θά γίνη Ρωμαίικο."

(Ελέχθη εν Κεφαλληνία περί τής απελευθερώσεως τής Επτανήσου - "Κόκκινοι σκούφοι" ονομάζονται οι Γάλλοι στρατιώται ως εκ τού χρώματος τών καλυμμάτων τής κεφαλής κατά τούς ναπολεοντείους χρόνους. Η προφητεία αύτη εύρε καταπληκτικήν εκπλήρωσιν. Διότι μετά τούς Ενετούς εις τήν Επτάνησον εγκατεστάθησαν οι Γάλλοι, καί μετά τήν αναχώρησιν τούτων ήλθον οι 'Aγγλοι, τών οποίων η παραμονή διήρκεσε 54 έτη, δηλαδή όσα καί προεφήτευσεν ο 'Aγιος. Τώ 1810 κατέλαβον ουσιαστικώς οι 'Aγγλοι τήν Επτάνησον (εκτός τής Κερκύρας, η οποία παρεδόθη τώ 1815 είς τόν Κάμπελλ), καί τώ 1864 παρέδωκαν αυτήν είς τήν Ελλάδα.)

8. "Τά όρια τού Ρωμαίικου θάνε η Βωβούσα (ο ποταμός Αώος) ".

(Ελέχθη εν Παλαιά 'Aρτη)

9. "Εκείθε θάρθη τό Ρωμαίικο".

(Τήν προφητείαν ταύτην είπεν ο 'Aγιος εν Πρεβέζη δεικνύων τό μέρος τής Στερεάς, από τό οποίον θά προήρχετο ο στρατός τής ελευθερίας. Ή προφητεία επραγματοποιήθη τώ 1912).

10. "Τά βάσανα είναι ακόμη πολλά. Θυμηθήτε τά λόγια μου · προσεύχεσθε, ενεργείτε καί υπομένετε στερεά. Έως ότου νά κλείση αυτή η πληγή τού πλατάνου, τό χωριό σας θάνε σκλαβωμένο καί δυστυχισμένο".

(Ελέχθη είς Τσαραπλανά, τό σημερινόν Βασιλικόν τής Ηπείρου. Η πληγή τού πλατάνου έκλεισε τώ 1912, έτος απελευθερώσεως τής Ηπείρου)

11. "Πότε θαρθή τό ποθούμενον; " ηρώτησαν τόν 'Aγιον εις Τσαραπλανά τής Ηπείρου. "Όταν σμίξουν αυτά", απήντησεν ο 'Aγιος δεικνύων δύο δενδρύλλια.

(Τά δενδρύλλια εμεγάλωσαν, επάχυναν καί έσμιξαν τώ 1912)

12. "Τό ποθούμενον θά έρθη όταν θαρθούν δύο πασχαλιές μαζί".

(Πράγματι τώ 1912 αι εορταί Ευαγγελισμού καί Πάσχα συνέπεσαν)

13. "'Aμα κλείση τό δένδρον καί κλεισθή μέσα τό παλούκι, τότε θά έλθη τό ποθούμενον. Θά γίνη κάποιο σημάδι καί νά μή φοβηθήτε. Νά πηγαίνετε βασίλεμα ηλιού σ εκείνα τά βουνά (τής Ομάλιας καί τής Μερόπης), όπου θά γλυτώσουν πολλές ψυχές. Μαζί σας μή πάρετε τίποτε, μόνον τίς ψυχές σας νά γλυτώσετε. Καί δέν θά βαστάξη τό κακό περισσότερο από 24 ώρες".

14. "Τά χωριά τού κάμπου θά πάθουν χαλάστρα, ενώ στίς ποδιές τού Κισσάβου θά κοιμηθούν σκλάβοι καί θά ξυπνήσουν ελεύθεροι".

(Ελέχθη εν Λαρίση)

15. "'Aν τό κυπαρίσσι αυτό ξεραθή από τήν κορυφή, η Ελλάς θά ελευθερωθή· άν ξεραθή από κάτω, δέν θά ελευθερωθή".

(Ελέχθη εν Ζελενίτσα (Πρασιά) τής Ευρυτανίας)

16. "Μέ δυσκολία θάρθη"

(Εννοείται τό ποθούμενον)

17. "Όταν θά ιδήτε τό χιλιάρμενο στήν 'Aσπρη Θάλασσα, τότε θάρθη".

18. "Οταν θά ιδήτε τό χιλιάρμενο στά ελληνικά νερά, τότε θάρθη".

19. "Όταν θά ιδήτε τό χιλιάρμενο στά ελληνικά ύδατα, τότε θά λυθή τό ζήτημα τής Πόλης"

20. "Θάρθη ξαφνικά. Νά έχετε ένα σακκούλι σιτάρι κρεμασμένο στή θύρα. Αυτό θά σάς εμποδίση φεύγοντας. Μή τό αφήσετε. Νά τό πάρετε μαζί σας, γιά νά φάνε τά παιδια σας".

21. Στήν Αυλώνα θά γίνη χαλασμός. Θά έλθουν στρατεύματα νά ελευθερώσουν τόν τόπο".

22. "Στό Μπουκορμέ θά χυθή πολύ αίμα".

23. "Όταν ακούετε ότι ο πόλεμος άρχισε, τότε κοντά είναι".

24. "Όσα χωριά είναι κοντά σέ δρόμο πολλά θά τραβήξουν".

25. "Η Δρόπολις θά πάθη, διότι ο τόπος είναι γυμνός".

26. "Η Δρόπολις θά είναι γεμάτη στρατεύματα".

27. "Θά χαθή η σοδιά τής χρονιάς από τήν εύφορη Δρόπολι καί - μάνα μου ! - αίμα πολύ πού έχει νά χυθή".

28. "Λάκκοι καί βράχοι στή Δρόπολι θά είναι γεμάτοι φεύγοντας".

(Είς τό αλβανικόν χειρόγραφον, η προφητεία αύτη έχει ώς εξής: "Τά βουνά, οι χαράδρες καί οι κάμποι τής Δρόπολης θά γεμίσουν προσφυγιά").

29. "Είς τά χωριά Πέπελη σείς άδικα θά φοβάσθε· τίποτε δέν θά πάθετε. Μόνον τά παιδιά σας πού θά είναι στούς δρόμους τά κλαίτε".

30. "Οί αντίχριστοι θά φύγουν, αλλά θάρθουν πάλι· έπειτα θά τούς κυνηγήσετε έως τήν Κόκκινη Μηλιά".

31. "Θαρθή όταν έρθουν δυό καλοκαίρια καί δυό πασχαλιές μαζί".

32. "Ξένος στρατός θά έλθη, Χριστό θά πιστεύη, γλώσσα δέν θά ξέρη ...; ".

33. "Θαρθή καί μιά φορά ασκέρι ξένο πού τό Χριστό θά πιστεύη. Αλλά σείς δέν θά τό ξέρετε".

34. "Μέ άλλους θά κοιμηθήτε καί μέ άλλους θά ξημερώσετε".

35. "Θά ιδήτε τρείς φαμίλιες σ΄ένα σπίτι".

36. "Εσείς θά πάτε νά κατοικήσετε αλλού καί άλλοι θάρθουν νά κατοικήσουν σέ σάς".

37. "Θά δήτε 40 άλογα νά τά δένουν σέ ένα παλούκι".

38. "Πολλοί θά χάνωνται από τήν πείνα".

39. "Οι πλούσιοι τά γίνουν πτωχοί καί οι πτωχοί θά πεθάνουν".

40. "Μιά χούφτα μάλαμα μιά χούφτα αλεύρι".

41. " Θά έρθη καιρός πού οι Ρωμιοί θά τρώγωνται αναμεταξύ τους. Εγώ συστήνω ομόνοιαν καί αγάπην".

42. "Θά ιδήτε καί τακτικό στρατό, θά ιδήτε καί ρέμπελο (αντάρτικο)· από αυτούς πολλά θά υποφέρετε".

43. "Θά σάς ζητήσουν τά ντουφέκια· νά έχετε διπλά· νά δώσετε τό ένα καί νά κρατήσετε τό άλλο. Ένα ντουφέκι 100 ψυχές θά γλυτώση".

44. "Θά έρθη καιρός πού θά διευθύνουν τόν κόσμο τά άλαλα καί τά μπάλαλα".

("Τά άλαλα καί τά μπάλαλα" - Εννοεί τά άψυχα μηχανήματα τών διαφόρων εφευρέσεων. Αυτά αντικατέστησαν καί ολονέν αντικαθιστούν τάς εργατικάς χείρας καί κυριαρχούν εις τήν ζωήν τών ανθρώπων, ώς νεώτερα είδωλα προσκυνούμενα υπό τού υλόφρονος κόσμου.)

45. "Η αιτία τού γενικού πολέμου θά είναι από τή Δαλματία".

46. "Η αιτία τού γενικού πολέμου θάρθη από τή Δαλματία. Πρώτα θά διαμελισθή η Αυστρία καί ύστερα η Τουρκία".

47. "Ο χαλασμός θά γίνη από ένα κασσιδιάρη".

(Η προφητεία εις τό αλβανικόν χειρόγραφον φέρεται ως εξής: "Ο χαλασμός θάρθη από τυφλό καί κασσιδιάρη")

48. "Θά προσπαθούν νά τό λύσουν μέ τήν πέννα, μά δέν θά μπορούν. 99 φορές μέ τόν πόλεμο καί μιά μέ τήν πέννα".

49. "΄Αν βρεθούν 3 δυνάμεις σύμφωνες, τίποτε δέν θά πάθετε".

50. "΄Αν τό ζήτημα λυθή μέ τόν πόλεμο, θά πάθετε πολλές καταστροφές· σέ τρείς χώρες μιά θά μείνη ...; "

51. "Θά έρθη καιρός πού δέν θά ακούτε (=μαθαίνετε) τίποτε".

52. "΄Οτι σάς ζητούν, νά δίνετε· ψυχές μόνον νά γλυτώνετε".

53. "΄Αν βρίσκουν στό δρόμο ασήμι, δέν θά σκύβουν νά τό πάρουν. Γιά ένα όμως αστάχυ θά σκοτώνωνται ποιός νά τό πρωτοπάρη ...; ".

54. "Τό κακό θά σάς έρθη από τούς διαβασμένους".

55. "΄Η τρείς μέρες ή τρείς μήνες ή τρία χρόνια θά βαστάξη".

56. "Θάρθη καιρός πού δέν θά υπάρχη αυτή η αρμονία πού είναι σήμερα μεταξύ λαού καί κλήρου".

57. "Οι κληρικοί θά γίνουν οι χειρότεροι καί οι ασεβέστεροι τών όλων".

58. "Στήν Πόλι θά χυθή αίμα πού τριχρονίτικο δαμάλι θά πλέξη (=πλεύση) ".

59. "Καλότυχος όποιος ζήσει μετά τό γενικό πόλεμο. Θά τρώγη μέ ασημένιο κουτάλι ...; ".

60. "Μετά τό γενικό πόλεμο θά ζήση ο λύκος μέ τ΄αρνί".

61. "Θάρθη πρώτα ένα ψευτορωμαίικο· νά μή τό πιστέψετε· θά φύγη πίσω".

62. "Θά μαζωχτή τό χιλιάρμενο στό Σκάλωμα ('Aγιοι Σαράντα) καί θάρθουν κοκκινογέλεκοι, νά πολεμήσουν γιά σάς".

63. "Οί Τούρκοι θά φύγουν, αλλά θά ξανάρθουν πάλι καί θά φθάσουν ώς τά Εξαμίλια. Στό τέλος θά τούς διώξουν είς τήν Κόκκινη Μηλιά. Από τούς Τούρκους τό 1/3 θά σκοτωθή, τό άλλο τρίτο θά βαπτισθή καί μονάχα τό 1/3 θά πάη στήν Κόκκινη Μηλιά".

("Κόκκινη Μηλιά". Τοποθεσία, τήν οποίαν η φαντασία τών υποδούλων Ελλήνων έθετεν εις τά βάθη τής Μ. Ασίας).

64. "Τόσα πολλά θά γίνουν, πού οι μανάδες θά γεννήσουν πρόωρα από τό φόβο τους".

65. "Ζώα δέν θά μείνουν· θά τά φάνε. Φάτε καί σείς μαζί μ΄αυτούς. Στά Τζουμέρκα θά πάρετε σπόρο".

(Εις τό αλβανικόν χειρόγραφον διαβάζομεν: "΄Αλογα δέν θά μείνουν. Θά πάτε καί σείς μαζί μ΄αυτά. Από τά Τζουμέρκα θά ξαναπιάσετε τή ράτσα τους")

66. "'Σπίτια μεγάλα μή κάμνετε. Λιάσες νά κάμνετε νά μή σάς έρχωνται μέσα".

67. "Θά σάς επιβάλουν μεγάλο καί δυσβάστακτο φόρο, αλλά δέν θά προφθάσουν".

68. "Θά βάλουν φόρο στίς κόττες καί στά παράθυρα".

69. "Θά ζητήσουν νά σάς πάρουν καί στρατιώτας. Δέν θά προφθάσουν όμως".

70. "Οι Τούρκοι θά μάθουν τό μυστικό 3 μέρες γρηγορώτερα από τούς Χριστιανούς".

(Τό αλβανικόν χειρόγραφον έχει τήν προφητείαν ως εξής: "Οι Τούρκοι θά τό καταλάβουν τρείς ημέρες γρηγορώτερα από τούς Χριστιανούς")

71. "΄Οταν ακούσετε ότι ο πόλεμος πιάστηκε από κάτω, τότε κοντά θά είναι".

72. "΄Αν ο πόλεμος πιαστή από κάτω, λίγα θά πάθετε· άν πιαστή από πάνω, θά καταστραφήτε".

73. "Οι βράχοι καί οι λάκκοι θά είναι γεμάτοι κόσμο".

74. "Θάρθη ξαφνικά· ή τό βόιδι στό χωράφι ή τό άλογο στ΄ αλώνι".

75. "Λυπηρόν είναι νά σάς τό ειπώ· σήμερον, αύριον καρτερούμεν δίψες, πείνες μεγάλες πού νά δίδωμεν χιλιάδες φλουριά καί νά μήν ευρίσκωμεν ολίγον ψωμί".

76. "Μετά τόν πόλεμο οι άνθρωποι θά τρέχουν μισή ώρα δρόμο, γιά νά βρίσκουν άνθρωπο καί νά τόν κάμουν αδελφό".

77. "Αμπέλια μή φυτεύετε, διότι θά χαλάσουν καθώς εκείνα στή Δρυϊνούπολι".

78. "Θά γίνη ένα χαρτοβασίλειο, πού θά έχει μέγα μέλλον στήν Ανατολή".

79. "Ο κόσμος τόσον θά πτωχεύση, πού θά ζώνεται μέ κληματσίδες".

80. "Η αιτία θά έλθη από τά Δελειατά".

81. "Η Γαλλία θά ελευθερώση πολλά ελληνικά μέρη καί ιδίως οι Ιταλοί".

82. "Η Γαλλία θά λευτερώση τήν Ελλάδα, τήν Ήπειρο η Ιταλία".

83. "Από τρία μπουγάζια στενά, Κρά, Κράψη καί Μουζίνα, θά περνούν πολλά στρατεύματα γιά τήν Πόλι. Καλόν είναι τά γυναικόπαιδα νά βγούν στά βουνά. Θά σάς ρωτούν άν είναι μακρυά η Πόλι· εσείς νά μή λέτε τήν αλήθεια, διότι θά σάς κακοποιήσουν. Ο στρατός αυτός δέν θά φθάση στήν Πόλι, στή μέση τού δρόμου θά μάθη ότι ο πόλεμος ετελείωσε".

84. "Θά έρθη καιρός, πού θά φέρη γύρες ο διάβολος μέ τό κολοκύθι του".

85. "Θά βλέπετε νά πηγαίνουν άλλοι επάνω καί άλλοι κάτω".

86. "Η λευτεριά θαρθή από κάτω από όπου χύνονται τά νερά".

87. "Από πάνω καί από τή σκάλα χαλασμό μή περιμένετε".




88. "΄Ενα ψωμί θά χαθή τό μισό, καί ένα ολόκληρο".

89. "Θά έρθη καιρός πού μιά γυναίκα θά διώχνη δέκα Τούρκους μέ τή ρόκα".

90. "Τόν Πάπαν νά καταράσθε, διότι αυτός θά είναι η αιτία".

91. "Ο χαλασμός στόν τόπο θά γίνη από ένα όνομα αξιωματούχου ...; (δυσανάγνωστον) ".

92. "Πολλά χωριά θά καταστραφούν, οι τρείς χώρες θά γίνουν μία".

93. "Νά έχετε τρείς θύρες· άν σάς πιάσουν τή μιά, νά φύγετε από τήν άλλη".

94. "Πίσω από τή μιά θύρα νά κρυφθή κανείς, γλυτώνει· θά είναι βιαστικό".

95. "Νά παρακαλήτε νά είναι μέρα καί όχι νύκτα, καλοκαίρι καί όχι χειμώνας".

96. "Οι άνθρωποι θά μείνουν πτωχοί, γιατί δέν θάχουν αγάπη στά δένδρα".

97. "Οι άνθρωποι θά μείνουν πτωχοί, γιατί θά γίνουν τεμπέληδες".

98. "Από ψηλά, μέσα από τό λιμάνι θάρθη ο χαλασμός".

99. "Θά σάς ρίξουν παρά πολύ· θά σάς ζητήσουν νά τόν πάρουν πίσω, αλλά δέν θά μπορέσουν".

100. "Εσείς θά σώσετε άλλους καί οι άλλοι εσάς".

101. "Εσείς θά φύγετε απ΄τ΄ αριστερά βουνά· από τή δεξιά μεριά όχι· από τίς σπηλιές μή φοβάστε".

102. "Θαρθή ξαφνικά· τ΄ άλογα θ΄ απομείνουν ζεμένα στίς δουλειές τους καί σείς θά φύγετε".

103. "Θάνε όγδοος αιώνας πού θά γίνουν αυτά". (Δηλαδή κατά την διάρκεια της όγδοης χιλιετίας από τον Αδάμ)

104. "Νά κρυφθήτε ή κοντά στήν πόρτα ή κοντά στήν πλάκα, άν είναι βιαστικό καί γρήγορο".

105. "Πολλά θά συμβούν. Οι πολιτείες θά καταντήσουν σάν μπαράγκες".

106. "Θαρθή καιρός πού θά βγή ο καταραμένος δαίμονας από τό καυκί του".

107. "Θαρθή μιά φορά ένας ψευτοπροφήτης· μή τόν πιστέψετε καί μή τόν χαρήτε. Πάλι θά φύγη καί δέν θά μεταγυρίση".

108. "Θάρθή καιρός πού οι χριστιανοί θά ξεσηκωθούν ο ένας κατά τού άλλου".

109. "Νάχετε τό σταυρό στό μέτωπο, γιά νά σάς γνωρίσουν ότι είσθε χριστιανοί".

110. "Δέν θά φθάση ο στρατός στήν Πόλι· στή μέση τού δρόμου θάρθη τό μαντάτο, ότι έφθασε τό ποθούμενο".

111. "Πήγαινε καί στό δρόμο θ΄ανταμειφθής".

(Ελέχθη εν Δερβιστάνη περί τινος, όστις ειρωνεύθη τόν ΄Αγιον. Ούτος μετ΄ολίγν ετραυματίσθη καθ΄οδόν υπό τινος εχθρού του)

112. "Ειπέ εις τά είδωλα εκείνα νά μήν έρθουν εδώ, αλλά νά γυρίσουν εις τά οπίσω".

(Καθώς ο ΄Αγιος εδίδασκεν εις ΄Ασσον τής Κεφαλληνίας, διέκοψε μίαν στιγμήν τό κηρυγμά του καί απέστειλεν ένα ακροατήν του εις τήν οικίαν τού άρχοντος τού τόπου ειπών τούς λόγους τούτους. Ούτος απελθών εύρε 4 κυρίας τής αριστοκρατίας ασέμνως ενδεδυμένας, αί οποίαι ήσαν έτοιμοι νά έλθουν καί παρακολουθήσουν τό κήρυγμα τού Αγίου)

113. "Φτιάνετε σπίτια τορνευτά καί δέν πρόκειται νά κατοικήσετε σ΄ αυτά".

(Είπε τούς λόγους τούτους ο 'Aγιος εις 'Aσσον τής Κεφαλληνίας, όταν μίαν ημέραν διήρχετο πρό μιάς νεοκτίστου οικίας. Μετ΄ ολίγον όλοι οι ιδιοκτήται απέθανον πλήν μιάς μοναχής).

114. "Τό παιδί αυτό θά προκόψη, θά κυβερνήση τήν Ελλάδα καί θά δοξασθή".

(Ελέχθη περί τού Ιωάννου Κωλέττη).

115. "Θά γίνης μεγάλος άνθρωπος, θά κυριεύσης όλη τήν Αρβανιτιά, θά υποτάξης τήν Πρέβεζα, τήν Γάργα, τό Σούλι, τό Δέλβινο, τό Γαρδίκι καί αυτό τό τάχτι τού Κούρτ πασά. Θά αφήσης μεγάλο όνομα στήν οικουμένη. Καί στήν Πόλι θά πάς, μά μέ κόκκινα γένεια. Αυτή είναι η θέλησι τής θείας προνοίας. Ενθυμού όμως είς όλην τήν διάρκειαν τής εξουσίας σου νά αγαπάς καί νά υπερασπίζεσαι τούς χριστιανούς, άν θέλης νά μείνη η εξουσία εις τούς διαδόχους σου".

(Ελέχθη εν Τεπελενίω περί του Αλή πασά)

116. "Θά βγούν πράγματα από τά σχολεία πού ο νούς σας δέν φαντάζεται".

117. "Θά δήτε στόν κάμπο αμάξι χωρίς άλογα νά τρέχη γρηγορώτερα από τόν λαγό".

118. "Θάρθη καιρός πού θά ζωσθή ο τόπος μέ μιά κλωστή".

(Ελέχθη εν 'Aσσω τής Κεφαλληνίας).

119. "Θαρθή καιρός πού οι άνθρωποι θά ομιλούν από ένα μακρυνό μέρος σέ άλλο, σάν νάνε σέ πλαγινά δωμάτια, π.χ. από τήν Πόλι στή Ρωσία".

120. "Θά δήτε νά πετάνε άνθρωποι στόν ουρανό σάν μαυροπούλια καί νά ρίχνουν φωτιά στόν κόσμο. Όσοι θά ζούν τότε θά τρέξουν στά μνήματα καί θά φωνάξουν: Εβγάτε σείς οι πεθαμένοι νά μπούμε μείς οι ζωντανοί".

(Αι πέντε κατά σειράν προφητείαι (116η - 120ή) του Αγίου αναφέρονται προφανώς εις τάς μεγάλας εφευρέσεις τού αιώνός μας. Τό αμάξι χωρίς άλογα είναι οι σιδηρόδρομοι καί τ΄ αυτοκίνητα. Η κλωστή πού θά ζώση όλον τόν κόσμον είναι τά καλώδια τών τηλεγραφείων. Μέ τάς συσκευάς τής τηλεπικοινωνίας η φωνή ακούεται εξ αποστάσεως χιλιάδων χιλιομέτρων ως νά προήρχετο εκ γειτονικής οικίας. Τά μαυροπούλια, πού θά ρίψουν τό πύρ εις τήν γήν, είναι τά αεροπλάνα τής πολεμικής αεροπορίας. Αυται αί προφητείαι τού αγίου Κοσμά είναι γεγραμμέναι εις τά βιβλία χρόνους πολλούς, αιώνα περίπου πρίν γίνουν αι σχετικαί εφευρέσεις)

121. "Το κακόν θα έλθη μέχρι τόν Σταυρόν και δεν θα μπορέση να πάη κάτω. Μή φοβηθήτε. Μή φύγετε από τα σπίτια σας".

(Ελέχθη εις την περιοχήν Πολυνερίου Γρεβενών. Πράγματι τώ 1940 οι Ιταλοί έφθασαν μέχρι την τοποθεσίαν Σταυρός, όπου είχε κηρύξει ο ΄Αγιος, και εσταμάτησαν)

122. "Όταν θα πέση ο κλώνος (πού είναι στημένος ο Σταυρός), θά γίνη μεγάλο κακόν, που θά έλθη από τό μέρος όπου θα δείξη ο κλώνος· και όταν θα πέση τό δένδρον, θα γίνη ένα μεγαλύτερον κακόν".

kosmas

Από το βιβλίο "Κοσμάς ο Αιτωλός" του Μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγ. Καντιώτη, εκδ. Ορθοδόξου Ιεραποστολικής Αδελφότητας "Ο Σταυρός".

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: "Με άλλους θα κοιμηθείτε και με άλλους θα ξημερωθείτε".


.Οι ακόλουθες προφητείες δεν αφορούν την Ελληνική Επανάσταση.

Αυτήν την επροφήτευσε σε άλλες προφητείες οι οποίες σημειώστε έχουν καταπληκτικά επαληθευθεί... Οι πιό κάτω προφητείες αναφέρονται στους σύγχρονους Έλληνες - τους Έλληνες της περιόδου μετά την Ελληνική Επανάσταση.



ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ, ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

" Θα προσπαθούν να το λύσουν με την πέναν μα δέν θα μπορούν. 99 φορές με τον πόλεμο και μια με την πένα "

Σημείωση: Προφανώς αναφέρεται στο Κυπριακό και στο Αιγαίο.


"Αν βρεθούν τρεις δυνάμεις σύμφωνες τίποτε δεν θα πάθετε. Αν το ζήτημα λυθεί με τον πόλεμο θα πάθετε πολλές καταστροφές - σε τρεις χώρες μια θα μείνει..."


"Οι Τούρκοι θα μάθουν το μυστικό (ή θα καταλάβουν στο Αλβανικό Χειρόγραφο) τρεις μέρες γρηγορότερα από τους Χριστιανούς".


"Ξένος Στρατός θα έρθει. Χριστό θα πιστεύει, γλώσσα δεν θα ξέρει".


"Με άλλους θα κοιμηθείτε και με άλλους θα ξημερωθείτε".


"Εσείς θα πάτε να κατοικήσετε αλλού και άλλοι θα έρθουν να να κατοικήσουν σεσάς".


"Νάχετε το Σταυρό στο μέτωπο για να γνωρίζουν ότι είστε χριστιανοί".


"Δεν θα φθάσει ο στρατός στην Πόλη - στη μέση του δρόμου θα ρθει το μαντάτο ότι έφτασε το ποθούμενο".


"Θα έρθει καιρός που μια γυναίκα θα διώχνει 10 Τούρκους με τη ρόκα".


"Στην Αυλώνα θα γίνει χαλασμός. Θα έλθουν στρατεύματα να ελευθερώσουν τον τόπο".


"Από τρία μπουγάζια στενά, Κρά, Κράψη και Μουζίνα θα περνούν πολλά στρατεύματα για την Πόλη. Καλόν είναι τα γυναικόπαιδα να βγουν στα βουνά. Θα σας ρωτούν αν είναι μακρυά η Πόλη, εσείς να μή λέτε την αλήθεια, διότι θα σας κακοποιήσουν. Ο στρατός αυτός δεν θα φτάσει εις την Πόλη, στη μέση του δρόμου θα μάθει ότι ο πόλεμος ετέλειωσε".


"Να κρυφτείτε ή κοντά στην πόρτα ή κοντά στην πλάκα, άν είναι βιαστικό και γρήγορο".


"Πολλά θα συμβούν. Οι πολιτείες θα καταντήσουν σαν παράγγες".


"Μετά τον πόλεμο οι άνθρωποι θα τρέχουν μισή ώρα δρόμο για να βρίσκουν άνθρωπον και να τον κάμουν αδελφό".


"Στην Πόλη θα χυθεί αίμα που τροχρονίτικο δαμάλι θα πλέζει".


"Καλότυχος όποιος ζήσει μετά το γενικό πόλεμο. θα τρώγει με ασημένιο κουτάλι....".


"Μετά το γενικό πόλεμο θα ζήσει ο λύκος μετ' αρνί".


"Θάναι τον όγδοο (8ον) αιώνα που θα γίνουν αυτά".


"Θα μαζωχτεί το χιλιάρμενο στο Σκάλωμα (Άγιοι Σαράντα) και θαρθούν κοκκινογέλεκοι να πολεμήσουν για σας".


" 'Η τρεις μέρες, ή τρεις μήνες, ή τρία χρόνια θα βαστάξει".


"Θα ζητήσουν να σας πάρουν και στρατιώτας. Δεν θα προφτάσουν όμως".


"Οι αντίχριστοι θα φύγουν, αλλά θαρθούν πάλι. Έπειτα θα τους κυνηγήσετε έως την Κόκκινη Μηλιά".


Σημείωση: Αντίχριστους εννοεί τους Τούρκους και Κόκκινη Μηλιά εννοεί την Μέκκα.


"Οι Τούρκοι θα φύγουν αλλά θα ξανάρθουν πάλι και θα φθάσουν ως τα Εξαμήλια. Στο τέλος θα τους διώξουν στην Κόκκινη Μηλιά. Από τους Τούρκους, το 1/3 θα σκοτωθεί, το 1/3 θα βαπτιστεί και το άλλο θα πάει στην Κόκκινη Μηλιά".


Σημείωση: Στην τελευταία του προφητεία (η οποία θεωρείται πολύ σημαντική για το Ελληνικό Έθνος) αναφέρεται στην περιοχή Εξαμήλια. Αυτή μπορεί να είναι (σύμφωνα με Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια) μια από τις ακόλουθες περιοχές:


>> χωριό της Επαρχίας Κορινθίας (Νομός Αργολιδοκορινθίας) - κοντά στον ισθμό της Κορίνθου, ή


>> τοποθεσία 3 μίλια νοτίως των Αγίων Σαράντα (Βόρειος Ήπειρος)


>> χωριό της κοινότητας Ασσήρου της επαρχίας Λαγκαδά του νομού Θεσαλλονίκης, ή


>> κώμη περι το μέσον του ισθμού της Θρακικής χερσονήσου.


Σημειώνεται επίσης ότι αυτή την τελευταία προφητεία του Αγίου Κοσμά, την βεβαιώνει και μια άλλη προφητεία, αυτή του Αγίου Μεθοδίου (Επισκόπου Πατάρων - 3ος αιώνας μ.χ.) η οποία λέει:


"Τους Ισμαηλίτας μερίσεται εις τρία μέρη και την μέν πρώτην εν ρομφαία, τήν δευτέραν βαπτίσει, τήν τρίτην καταδουλώσεται εν τη ανατολή".


Σημειώνεται ότι με τον όρο Ισμαηλίτες αναφέρεται στους Τούρκους.

Ανατριχιαστική προφητεία του Κοσμά του Αιτωλού για την Ουκρανία


"Αν ό πόλεμος πιαστεί από κάτω, λίγα θα πάθετε. Αν πιαστεί από πάνω θα καταστραφείτε" έλεγε ο Πατροκοσμάς 250 χρόνια πριν.
Ο πόλεμος πράγματι από κάτω πιάστηκε πολλές φορές (Λιβύη, Συρία) χωρίς να έχουμε μια γενική ανάφλεξη.

Αν όμως τώρα ξεκινήσει ένας εμφύλιος στην Ουκρανία, με στόχο την εισβολή των Δυτικών και κυρίως των Αμερικανών στην "αυλή" της Ρωσίας, ώστε να θέσουν την Μόσχα στο πυρηνικό "στόχαστρο" και λόγω της εγγύτητας να μην υπάρχει χρόνος αντίδρασης, μπορεί να οδηγηθούμε όντως σε μια παγκόσμια σύρραξη.

Η Ρωσία λόγω επιβίωσης δεν μπορεί να δεχτεί τους Αμερικανούς έξω από το σπίτι της. Οι δε Αμερικανοί βιάζονται διότι, η οικονομία τους καταρρέει και η ισχύς τους σε 10 χρόνια θα έχει μειωθεί στο μέγιστο.

Μία ανέκδοτη προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού


Μία ανέκδοτη προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
Μιά ανέκδοτη προφητεία του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού που τελευταίως κυκλοφόρησε από την Ι. Μ. Αιτωλοακαρνανίας
Η προφητεία αυτή, φωτογραφίζει επιτυχώς την εποχή μας, τα τελευταία συμβάντα στήν χώρα μας, καί την φορολογική επέμβαση τών ξένων πού πιέζουν καί υποκύπτει έναν φοβισμένο πρωθυπουργό εντελώς ακατάλληλο για τίς συγκυρίες πού διερχόμαστε...
Τά προτεινόμενα μέτρα "μιάς ακόμη νέας λιτότητας", στοχεύουν προφανώς στήν εξαγρίωση καί στήν Επανάσταση τού λαού ώστε να πέσει η Ελλάδα σε ακυβερνησία, σέ χάος, καί σέ νέο Εμφύλιο...
Μιά ικανή δικαιολογία δηλαδή, γιά να μπούνε ξένες στρατιωτικές δυνάμεις καί να καταλάβουν την χώρα...
Αμυδρή ελπίδα δίνει η παρακάτω προφητεία τού Αγίου Κοσμά:
"Θά ξεκινήσουν νάρθουν γιά νά εισπράξουν τους φόρους. Δέν θά προφθάσουν όμως, γιατί θά γίνει πόλεμος...», ( εννοώντας προφανώς τόν Γ΄ Παγκόσμιο πόλεμο στά στενά τού Βοσπόρου καί στην Κωνσταντινούπολη...).
Είναι όμως αυτό, ή "έτερον προσδοκώμεν;"
Οι προφητείες τού Αγίου Κοσμά, ήταν αυτό που έκανε τόν σκλαβωμένο Έλληνα τού ΙΗ΄ αιώνα νά αναθεώρηση τη μοιρολατρική κατάσταση στην οποία τόν είχε ρίξει ή σκλαβιά των τριών αιώνων.
Ό Άγιος Κοσμάς καλλιέργησε τό δυνατόν της απελευθερώσεως. Μάλιστα γιά την απελευθέρωση τους, τους φύτευε διάφορες μελλοντικές καταστάσεις. Τους προφήτευε γιά τό ποθούμενον. Καί τί άλλο γλυκύτερον μπορούσαν νά επιθυμούν από τό να φάνε τό γλυκό ψωμί της ελευθερίας;
Έτσι άρχισε νά κινείται τό ενδιαφέρον καί ή επιθυμία γιά «τό ποθούμενον» γράφει ή Οσιολογιωτάτη μοναχή Ευθυμία, Καθηγουμένη της Ί. Μονής τού Αγίου Κοσμά τού Αιτωλού, στό βιβλίο της «Προφητείες τού Αγίου Κοσμά τού Αίτωλού, μέσα στην Ιστορία».
Έδώ, δεν θά σημειώσομε κάποια από τίς γνωστές προφητείες τού Αγίου Κοσμά τού Αιτωλού, τού Εθναποστόλου καί Ιεραποστόλου, αλλά θά φέρομε στό φώς, μιά ανέκδοτη προφητεία πού αφορά και μέλλοντα και παρόντα...
Από χρόνια είχα ακούσει από γέροντες, ότι ό Άγιος Κοσμάς καί γιά τόν τόπο μας είχε ειπεί προφητείες. Πολλές φορές άκουσα νά λένε παππούδες καί γιαγιάδες, ότι ό Άγιος Κοσμάς είπε: " Οί Τούρκοι θά ξανάρθουν μέχρι τό Ντουγρί!... "Επειδή όμως τοποθεσίες μέ τό όνομα «Ντουγρί» υπάρχουν καί σέ άλλα μέρη της Πατρίδος μας, δέν έδωσα καί τόση σημασία...
Τελευταίως όμως, όταν ό π. Κωνσταντίνος Γιολδάσης ύπηρετούσε ώς διάκονος εις τόν Ιερόν Ναόν της Ζωοδόχου Πηγής, Αγρινίου, σέ μιά συζήτηση, μού απεκάλυψε, ότι πρόκειται γιά τό Ντουγρί Τριχωνίδος, άρχισα νά ερωτώ...
Επισκέφθηκα γέροντας της περιοχής μας καί δή τής ορεινής Τριχωνίδος, καί άκουσα, σχεδόν τά ίδια, μέ αυτά πού μού διηγήθηκε ό κ. Μιχαήλ Γιολδάσης, κάτοικος Αγίας Βαρβάρας.
Ό κ. Μιχαήλ Γιολδάσης επί λέξει είπε:
"Όταν ήμουν στό δημοτικό Σχολείο ή γιαγιά μου και ό πάππους μου, μού μιλούσαν γιά τόν «Άγιο Παπουλάκη» πού πέρασε καί άπό τό χωριό μας. Ό Παντελής Καρόπουλος, ή Ζάρας, μας διηγείτο γεγονότα καί λόγια τού «Αγίου Παπουλάκη» που κι εκείνος τά ήκουσε από τόν παππού του, που ήταν αυτήκοος μάρτυς τών λόγων τού Αγίου Κοσμά, νέος τότε.
Έλεγε λοιπόν ότι:
Κάποτε κατεβαίνοντας από τό χωριό του, Μέγα Δένδρο, ό Άγιος Κοσμάς έφθασε στην Παραβόλα. Διψασμένος, ζήτησε από τους κατοίκους της Παραβόλας λίγο νερό νά ξεδιψάσει...
Οι Παραβολιώτες όμως δέν τού έδωσαν νερό από εκείνο που έπιναν, αλλά νερό από μία στέρνα... Ό Άγιος δέν τό γεύτηκε καί είπε:-- Νερό νά μήν έχετε. Στά πόδια σας είναι τό νερό. Στά πόδια σας είναι το νερό, κι΄ εσείς δέν θάχετε δικό σας νερό. Κοίταξε κατά τη λίμνη καί τά βουνά ό Παπουλάκης καί είπε : " Νερό, Νερό..."Έφυγε διψασμένος καί προχώρησε καί έφθασε στην Ντέμη, τό σημερινό χωριό Καινούριο.
Κάθισε κάτω από ένα Πλάτανο μεγάλο. Οι κάτοικοι τού προσέφεραν νερό. Κάλεσε τότε τους Έλληνας τού χωριού νά έλθουν νά τους μιλήσει... Όμως, ήλθαν λίγοι...
Απορημένος τους ρώτησε:
- Γιατί δέν έρχονται καί οι άλλοι; καί τού απάντησαν:
- Άγιε Παπουλάκη φοβούνται μήπως ό Ντέμ, ή Άντέμ αγάς, που είναι εδώ, όταν μας δεί μαζεμένους θά μας κόψει ( τα κεφάλια )...
Τότε ό Άγιος Κοσμάς τους βεβαίωσε, ότι ό Ντέμ αγάς έφυγε απ' εδώ καί βρίσκεται στό Ζαπάντι. Καί πρόσθεσε ο Άγιος:
- Θά ξανάρθουν οι Τούρκοι...
ΟΙ ΔΥΟ ΧΩΡΕΣ...
Έν τω μεταξύ συγκεντρώθηκαν οι κάτοικοι καί ό Άγιος Κοσμάς τούς μίλησε καί τούς δίδαξε... Όταν τελείωσε τό Θείο λόγο του, οι κάτοικοι τόν ερώτησαν.
- Πότε, άγιε Παπουλάκη, θάρθουν οι Τούρκοι εδώ;
Κι΄ εκείνος απάντησε, βάζοντας μία εικόνα της Παναγίας μέσα στην κουφάλα τού Πλατάνου.
- «Όταν θά ξεραθεί αυτός ό Πλάτανος καί θά σμίξουν οι δυό χώρες, τότε οι Τούρκοι θάρθουν ατουφέκιστοι καί θά πιουν καφέ στό Ντουγρί».
-Καί πότε, Άγιε τού Θεού, θά σμίξουν οι δυό χώρες, καί ποιές είναι αυτές;
- «Σας είπα ότι, όταν ξεραθεί καί κοπεί ό πλάτανος καί σμίξουν οι δυο χώρες. Οι δυο χώρες είναι τό Βραχώρι καί ό τόπος πού πατάμε τώρα (ή Ντέμη). Τότε θά σάς βάλουν μεγάλους φόρους οι Ευρωπαίοι. Θά βάλουν φόρους καί στά παράθυρα καί στά χωράφια. Θά ξεκινήσουν νάρθουν γιά νά εισπράξουν τους φόρους. Δέν θά προφθάσουν όμως, γιατί θά γίνει πόλεμος...».
Έδώ καί αρκετά χρόνια τό 1974, ό πλάτανος ξεράθηκε... Οι κάτοικοι τού Καινούριου (Ντέμη), καλύπτοντας τό ρέμα, στην όχθη τού οποίου ήταν ό πλάτανος, έκοψαν τίς ρίζες τού δένδρου καί έριξαν τσιμέντα. Φυσικό ήταν, ό πλάτανος νά ξεραθεί, όποτε τόν έκοψαν...
Δίπλα ακριβώς από τόν πλάτανο καί τό ρέμα, κάποιος κάτοικος τού χωριού επονομαζόμενος Τασούλης, ανήγειρε τό σπίτι του καί στό ισόγειο άνοιξε καφενείο. Όταν έκλεινε αργά τό βράδυ τό καφενείο, γιά νά ανέβει στό σπίτι του, έβλεπε μία σκιά νά περιφέρεται, στον τόπο εκείνο. Κατ' αρχάς φοβήθηκε...
Όταν τού είπαν, ότι έδώ ό Άγιος Κοσμάς στάθηκε καί ομίλησε, συγκινημένος καί εκδηλώνοντας την ευλάβεια του προς τόν Άγιο, έκτισε ένα εικόνισμα, ή Προσκυνητάρι καί έβαλε μέσα τήν εικόνα τού Αγίου Κοσμά. Άπό τότε δέν είδε ξανά τήν σκιά!!! Σήμερα τό καφενείο τό έχουν τά παιδιά του.
Τό δεύτερο «σημείο» τό όποιο έδωσε ό Άγιος Κοσμάς είναι
«Όταν θά ενωθούν οι δυό χώρες, Βραχώρι καί Ντέμη...».
Ήδη μέ τό σχέδιο «Καλλικράτης» τό Αγρίνιο καί τό Καινούριο (Ντέμη) γίνονται ένας δήμος.
«Οι δύο χώρες, ενώνονται»!!!
Άλλοι γέροντες προσθέτουν στην ανωτέρω προφητεία τού Αγίου Κοσμά καί τούτα τά λόγια του:
«Αυτά θά γίνουν όταν θά είναι τά τέσσαρα 7, τά 3 Κ, καί ένα Π».
Τήν πλήρη ερμηνεία τών λόγων τού Μεγάλου Αγίου μας, μόνο ό Κύριος γνωρίζει καί ό χρόνος θά επιβεβαιώσει.
Προσθέτουν ακόμη οι Γέροντες, ότι ό Άγιος Κοσμάς είχε μαζί του τρία πράγματα: Ένα σκαμνάκι, στό όποιο ανέβαινε νά ομιλήσει, ένα σακούλι (που είχε μέσα βιβλία), καί ένα Σταυρό, τόν όποιο έστηνε καί κάτω άπό τή σκιά του ομιλούσε... Τά προφητικά λόγια τού Αγίου είναι φοβερά καί συγκλονιστικά! Τό δικό μας χρέος είναι νά ετοιμαζόμαστε, διότι «ό καιρός συνεσταλμένος έστι» καί «αί ήμερα πονηρά είσί...».
Σημειώσεις
Πράγματι η Παραβόλα, μέχρι πρότινος δέν είχε νερό...
Ό νυν Δήμαρχος κ. Βασίλειος Καπέρδας, ύστερα από κάποιο τρανταχτό γεγονός(;), προέβη εις γεώτρηση εις τήν Παραβόλα, καί βρήκε ολόκληρο «Ποτάμι» νερό. Όχι μόνο εις ποσότητα άλλα καί εις άρίστη κατάσταση καί ποιότητα.
Άπό ευγνωμοσύνη προς τόν Άγιο Κοσμά, έκτισε εκκλησάκι εις τό "Ονομα τον Αγίου. Πόσον φωτισμένη και όντως αληθινή υπήρξε ή προφητεία τον Αγίου μας: «Κάτω άπό τά πόδια σας είναι ποτάμι νερό»!
(Από τό περιοδικό "Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός" πού εκδίδει η Ιερά Μητρόπολη Αιτωλοακαρνανίας. Τεύχ. 14 τού 2010)

Προφητείες του Άγιου Κοσμά του Αιτωλού


Προφητείες του Άγιου Κοσμά του Αιτωλού
Ο Άγιος Κοσμάς είχε το χάρισμα να προφητεύει, να προβλέπει γεγονότα και με το χάρισμα αυτό να εντυπωσιάζει ακόμα και τους πιο άπιστους ανθρώπους. Πολλές προφητείες που διασώθηκαν αναφέρονται στην απελευθέρωση του έθνους, κάποιες μάλιστα προμηνύουν το απώτερο μέλλον του κόσμου και την ροπή που θα πάρει όσο θα περνούν τα χρόνια.
Προφητείες του Άγιου Κοσμά του Αιτωλού:
«θα έρθει καιρός να σας πάρουν οι εχθροί σας και τη στάχτη από τη φωτιά, αλλά σεις να μην αλλάξετε την πίστη σας, όπως θα κάμουν οι άλλοι».
«Σας λυπάμαι για την υπερηφάνεια , όπου έχετε. Και αν δεν αφήσετε αυτά τα πράγματα που κάνετε, την αυθαιρεσία και την ληστεία, θα καταστραφείτε. Σε κείνο το κλαρί, που κρεμάτε τα σπαθιά σας, θα ρθει μια μέρα που θα κρεμάσουν οι γύφτοι τα όργανά τους»
«Τα βάσανα είναι ακόμη πολλά. Θυμηθείτε τα λόγια μου. Προσεύχεσθε, ενεργείτε και υπομένετε στερεά. Εως ότου να κλείσει αυτή η πληγή του πλατάνου του χωρίου σας σκλαβωμένο και δυστυχισμένο».
«Με άλλους θα κοιμηθείτε και με άλλους θα ξημερώσετε»
«Οι πλούσιοι θα γίνουν πτωχοί θα πεθάνουν»
«θα έρθει καιρός που θα διευθύνουν τα άλαλα και τα μπάλαλα»
«Η αιτία του γενικού πολέμου θα έρθει πρώτα από την Δαλματία. Πρώτα θα διαμελιστεί η Αυστρία και ύστερα η Τουρκία
«Εσείς θα πάτε να κατοικήσετε αλλού και άλλοι θα έρθουν να κατοικήσουν σε σας».
«Θα σας επιβάλλουν μεγάλο και δυσβάστακτο φόρο, αλλά δεν θα προφθάσουν»
«Οι άνθρωποι θα καταντήσουν γυμνοί και θα γίνουν τεμπέληδες».
«Θα έρθει καιρός που θα βγει ο καταραμένος δαίμονας από το καυκί του».
«Θα βγουν πράγματα από τα σχολεία που ο νους σας δεν φαντάζεται».
«Θα έρθει καιρός που οι άνθρωποι θα μιλούν από ένα μακρινό μέρος σ’ ένα άλλο, σαν ναναι σε πλαϊνά δωμάτια».

Το Χιλιάρμενο του Πατροκοσμά: «1000 Ship Navy» από το αμερικανικό Ναυτικό! (ΦΩΤΟ)


Το Χιλιάρμενο του Πατροκοσμά: «1000 Ship Navy» από το αμερικανικό Ναυτικό! (ΦΩΤΟ)
Tο χιλιάρμενο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού μας θυμίζει κάτι πολύ σπουδαίο: ότι υπάρχει πνευματικός νόμος.
Και σε συνδυασμό με τα σύγχρονα γεγονότα μας δείχνει το πώς αυτός εφαρμόζεται.
Το χιλιάρμενο υπάρχει στις Ομηρικές ιστορίες, στις προφητείες του Αγίου Κοσμά, και τώρα…! Η ασφάλεια των θαλασσών προτάθηκε επίσημα το 2007 από τον ναύαρχο Μάλεν να ονομάζεται 1000 πλοία ναυτικό δηλ. 1000-άρμενο:
Το «1000-πλοία ναυτικό» ή χιλιάρμενο, είναι το «1000» της θάλασσας κατ” αντιστοιχία προς το «100», την Άμεσο Δράση της ξηράς στην Ελλάδα! Δεν είναι απαραίτητο η δύναμη αυτή να έχει ακριβώς 1000 πλοία. Σημασία έχει η ιδέα της διεθνούς ειρηνευτικής θαλάσσιας δύναμης, που ονομάσθηκε «1000 Ship Navy» από το ναύαρχο Mulen. Σε εθνικό (Αμερικανικό) επίπεδο, η τελευταία πρόταση επί Reagan, για «600-πλοία ναυτικό», με την οποία η Αμερική θα επενέβαινε από μόνη της διεθνώς, ουδέποτε υλοποιήθηκε.
kosmas_aitolos-mesa.jpg
Από τη φύση της η διεθνής θαλάσσια δύναμη του 1000-άρμενου μπορεί να επεμβαίνει σε πολλά μέρη συγχρόνως, και στο Αιγαίο και στο Ιόνιο, στους Αγίους Σαράντα, κατά τον άγιο Κοσμά. «Μιλάμε για ένα Ναυτικό 1000 πλοίων. Δεν είναι μόνο δικά μας πλοία. Είναι ένας διεθνής στόλος από όμοια σκεπτόμενα έθνη που λαμβάνουν μέρος σε επιχειρήσεις ασφαλείας σε όλο τον κόσμο». (Ναύαρχος Mike Mullen, Αρχηγός των Ναυτικών Επιχειρήσεων των ΗΠΑ, Millington, Tenn. 7-9-2006).
Οι σχετικές προφητείες του αγίου Κοσμά λένε:
17η: «Όταν θα ιδείτε το χιλιάρμενο στην Άσπρη Θάλασσα (άλλη ονομασία του Αιγαίου που είναι απέναντι από τη Μαύρη Θάλασσα), τότε θάρθει».
18η: «Όταν θα ιδείτε το χιλιάρμενο στα ελληνικά νερά, τότε θάρθει».
19η: «Όταν θα ιδείτε το χιλιάρμενο στα ελληνικά ύδατα, τότε θα λυθεί το ζήτημα της Πόλης».
Ο άγιος γέροντας Παΐσιος είχε αναφερθεί στη σύγκρουση Ελλάδας – Τουρκίας στο Αιγαίο, επιβεβαιώνοντας τις προφητείες του αγίου Κοσμά.
Ο Ελληνικός πολιτισμός αγκαλιάζει όλους τους λαούς που έχουν Ελληνική παιδεία. Έτσι ήταν το καλύτερο υπόβαθρο διάδοσης της διδασκαλίας του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού Χριστού για την σωτηρία των πιστευόντων, όλων των φυλών της Γης.
Κατά τον Ισοκράτη (436 π.Χ-338 π.Χ.): «H λέξη Έλλην δεν είναι τόσο ένας όρος που χαρακτηρίζει τη γέννηση, όσο τον τρόπο σκέψης, και εφαρμόζεται σε ένα κοινό πολιτισμό μάλλον, παρά σε μια κοινή καταγωγή». Η Ταρσός της Κιλικίας, όπου γεννήθηκε και μορφώθηκε ο απόστολος Παύλος κατά τη μαρτυρία του Στράβωνος «υπερβέβληται και Αθήνας και Αλεξάνδρειαν» (Καθ. Μπαμπινιώτης)
Ο Ελληνικός πολιτισμός που από τον Μ. Αλέξανδρο εξαπλώθηκε στην Ανατολή έχει από καιρό φτάσει και στη Δύση. Ο sir Isaac Newton προβάλλεται από την ψηφιακή βιβλιοθήκη του Κέιμπριτζ με τα εξής λόγια του: «Ο Πλάτων είναι φίλος μου, ο Αριστοτέλης είναι φίλος μου, αλλά ο μεγαλύτερός μου φίλος είναι η Αλήθεια»

Αγ. Κοσμάς ο Αιτωλός: ''Δεν θα πληρωθεί το χρέος''


Αγ. Κοσμάς ο Αιτωλός: ''Δεν θα πληρωθεί το χρέος''
Πολλοί ήταν εκείνοι που προφήτευαν το σήμερα.
Ο Αγ. Κοσμάς ο Αιτωλός, ήταν ένας από εκείνους που επιβεβαιώθηκαν κατά την γνώμη αρκετών. Σας παρουσιάζουμε το αυθεντικό κείμενο γραφής, με την γλώσσα και την γραμματική την σωστή ελληνική.
«Τέλος με τα φοβικά σύνδρομα του Μνημονίου και των Δανειακών Συμβάσεων, που είναι όλα άκυρα και παράνομα, αντισυνταγματικά και απάνθρωπα!

200 χρόνια πριν ο Εθναπόστολος του Γένους, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός που ανέστησε Πίστη και Πατρίδα στις ψυχές των Σκλάβων, μας αποκάλυψε με τη Χάρη του Θεού, ότι ΔΕΝ θα πληρωθεί το δυσβάσταχτο και εν πολλοίς
κατασκευασμένο και παράνομο Ελληνικό «χρέος», το....οποίο δημιουργήθηκε ρίχνοντάς μας χρήμα πολύ, μέσω ΕΟΚ/ΕΕ, που αλλοίωσε ο λαό μας, τις αξίες, τις παραδόσεις και την ίδια την υπόστασή του! Ιδού οι συγκεκριμένες προφητείες του για το Ελληνικό «Χρέος»:

α. «Θα σας ρίξουν παρά πολύ• θα σας ζητήσουν να τον πάρουν πίσω, αλλά ΔΕΝ θα μπορέσουν»! (σ.σ. παράς είναι το χρήμα)
β. «Θα σας επιβάλουν μεγάλο και δυσβάστακτο φόρο, αλλά ΔΕΝ θα προφθάσουν»!

Καί αναφέρει επίσης σχετικά:

Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός - Προφητεῖες



Μία ἀλληγορικὴ ἀπεικόνιση

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ

Τοῦ Στεργίου Σάκκου
Καθηγητοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς δὲν ἦταν μόνο ἕνας συναρπαστικὸς διδάσκαλος, ποὺ ἐκλαΐκευε τὶς μεγάλες θεολογικὲς ἔννοιες καὶ μὲ ἁπλὰ λόγια καὶ ζωντανὰ παραδείγματα τὶς ἔκανε προσιτὲς στὸ ἁπλοϊκὸ ἀκροατήριό του. Ἦταν συγχρόνως καὶ προφήτης. Ἀρκετὲς προφητεῖες ἐπιβεβαίωσαν τὴ διδασκαλία του, τὸν ἀπέδειξαν ἅγιο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν καθιέρωσαν στὴ συνείδησι τοῦ λαοῦ καὶ στὴν ἱστορία ὡς προφήτη.
Γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καὶ τὴ μετάνοια ψυχῶν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς καὶ σημεῖα ἔκανε καὶ προφητεῖες εἶπε. Ὑποστηρίζεται ὅτι στὶς προφητεῖες του ἐπηρεάσθηκε ἀπὸ τὴν «Ὀπτασία τοῦ Ἀγαθαγγέλου», ἕνα χρησμολογικὸ κείμενο ποὺ κυκλοφοροῦσε εὐρύτατα στὶς μέρες του ἀνάμεσα στοὺς σκλαβωμένους Ἕλληνες καὶ καλλιεργοῦσε ψεύτικες ἐλπίδες κούφιας παρηγοριᾶς γιὰ τὸ «ξανθὸ γένος», ποὺ θὰ βοηθοῦσε στὴν ἀπελευθέρωσι ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἀλλὰ πουθενὰ μέσα στὶς «Διδαχές» του, ὅπου διαφυλάσσεται ἡ αὐθεντικὴ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, δὲν ὑπάρχει δεῖγμα αὐτῆς τῆς νοοτροπίας.
Ἔχω τὴ γνώμη ὅτι ἡ ἐντύπωσι αὐτὴ δημιουργήθηκε ἐξ αἰτίας ὠρισμένων πλαστῶν προφητειῶν καὶ διαφόρων λαϊκοθρησκευτικῶν χρησμῶν, ποὺ ἀποδόθηκαν στὸν Πατροκοσμᾶ καὶ διεκδικοῦν σήμερα τὴν πατρότητά του. Αὐτὰ προκαλοῦν βέβαια κάποια ἐντύπωσι στοὺς ἀδαεῖς, στὴν πραγματικότητα ὅμως ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν, ἀλλὰ καὶ πολὺ ἐπιζήμια εἶνε, διότι, ὅταν ἀποδεικνύεται τὸ νόθο τους, τίθεται σὲ ἀμφισβήτησι καὶ ἡ γνησιότητα τῶν ἀληθινῶν προφητειῶν.
Εἶνε ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ γίνῃ ἕνας διαχωρισμός, ἕνα ξεκαθάρισμα ἀνάμεσα στὶς πραγματικὲς προφητεῖες τοῦ ἁγίου καὶ στοὺς ἀνεύθυνους χρησμοὺς καὶ ἀφορισμούς, ποὺ τόσο ἄφθονοι κυκλοφοροῦν. Τὸ ὑγιὲς καὶ δοκιμασμένο κριτήριο καὶ τὴ διάκρισι αὐτὴ θὰ μᾶς τὰ προσφέρει ἡ Ἁγία μας Γραφή, ἡ πηγὴ καὶ τὸ ταμεῖο τῆς ἀληθινῆς προφητείας.
Καμμία ἀπὸ τὶς χιλιάδες προφητεῖες, τῆς ἁγίας Γραφῆς, δὲν ἔχει σχέσι μὲ χρησμοὺς καὶ ἐλλιπογράμματες προτάσεις, ὅπου προσθέτοντας τὰ ἀνάλογα φωνήεντα ἢ σύμφωνα, σχηματίζεται ἡ προφητικὴ ρῆσι. Ὅλα αὐτὰ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ τὰ ἀπορρίπτει καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν τὰ υἱοθέτησε ποτέ.
Ἡ προφητεία στὴν Ἁγία Γραφὴ ἔχει τὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα ὅτι συμπλέκεται μὲ ἱστορικὰ γεγονότα, συνδέεται μὲ πρόσωπα καὶ πράγματα τῆς ἱστορίας καὶ ἐκπληρώνεται σταδιακὰ μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου. «Ἡ προφητεία ποὺ λέγεται συγκαλυμμένα, ξεκαθαρίζεται μετὰ ἀπὸ τὴν ἔκβασι τῶν πραγμάτων καὶ ποτὲ πρὶν ἀπὸ αὐτά», σχολιάζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Καὶ ἀλλοῦ παρατηρεῖ· «Ὁ Θεὸς συνδέει τὴ μία προφητεία μὲ ἄλλες, τὴν ἐγγύτερη μὲ τὶς ἀπώτερες. Ἔτσι παρέχει ὡς μέγιστη ἀπόδειξι τῶν μελλόντων τὴν προφητεία ποὺ πραγματοποιεῖται στὴν παροῦσα γενιά». Ἔχουμε δηλαδὴ μία ἁλυσίδα ἀλληλένδετων προφητειῶν, στὴν ὁποία ἡ τελευταία προφητεία ἀναφέρεται στὸ μεγάλο σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, ἐνῶ οἱ προηγούμενες ἀφοροῦν σὲ διάφορα περιστατικὰ τῆς ἱστορίας. Ἔτσι, καθὼς ἐκπληρώνονται μία μία με τὴ σειρὰ οἱ προφητεῖες σ᾿ αὐτὴ τὴν ἁλυσίδα, χαλκεύεται ἡ ἐγγύησι καὶ ἡ βεβαιότητα ὅτι καὶ ἡ τελευταία, ἡ ἐσχάτη μεγάλη προφητεία, εἶνε γνήσια καὶ θὰ ἐκπληρωθῆ ὁπωσδήποτε. Ἐξ ἄλλου, καθὼς κάθε προφητεία τῆς σειρᾶς ἐκπληρώνεται σὲ διαδοχικὲς γενιὲς καὶ ἐποχές, ἡ δύναμι τῆς προφητείας διατηρεῖται ἀκέραιη ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ διατυπώθηκε, μέχρι τὴν τελευταία ὥρα ποὺ θὰ ὁλοκληρωθῆ.
Μὲ ἄλλα λόγια ἡ βιβλικὴ προφητεία προσφέρεται μὲ τὴν ἴδια τὴν ἱστορία καὶ μάλιστα ἡ προφητεία προηγεῖται τῆς ἱστορίας καὶ ἡ ἱστορία προωθεῖ τὴν προφητεία. Πρόσωπα, γεγονότα, περιστατικὰ τῆς ἱστορίας μεταφέρουν τὴν προφητεία καὶ διαφυλάσσουν τὸ μήνυμά της ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιά. Τὸ προφητικὸ βλέμμα προσηλώνεται βέβαια στὸν Μεσσία καὶ τὴ μεσσιακὴ ἐποχή. Γιὰ νὰ φθάση ὅμως ἐκεῖ, διασχίζει τοὺς ἐνδιάμεσους αἰῶνες, σταματᾶ σὲ καίρια ἱστορικὰ συμβάντα, τὰ ἐπισημαίνει, τὰ προβάλλει καὶ τὰ καθιστᾶ μάρτυρες ἀξιόπιστους γιὰ τὴν ἐκπλήρωσι τῆς μεσσιακῆς προφητείας.
Οἱ προφῆτες ἐπίσης τῆς ἁγίας Γραφῆς συχνὰ χρησιμοποιοῦν διάφορα σύμβολα, τὰ ὁποῖα γίνονται ἄφωνοι ἀλλὰ παραστατικοὶ μάρτυρες τῆς προφητείας.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο διατυπώνονται καὶ οἱ προφητεῖες τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὁ Κύριος π.χ. προφητεύοντας τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου περιπλέκει τὴν περιγραφὴ μὲ τὴν προφητεία γιὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ (Ματθ. 24, Μάρκ. 13, Λουκ. 21, 5-38). Ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ συνέβη, ὅταν ζοῦσαν ἀκόμη πολλοὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ εἶχαν ἀκούσει τὴν προφητεία ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου. Ἡ ἐκπλήρωσι αὐτῆς τῆς προφητείας ἐγγυᾶται ὅτι καὶ ἡ ἄλλη, τὴν ὁποία ὁ Κύριος εἶπε συγχρόνως, σχετικὰ μὲ τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου θὰ ἐκπληρωθῆ στὸν κατάλληλο καιρό.
Σὲ ἄλλες περιπτώσεις οἱ προφητεῖες τοῦ Κυρίου συνδέονται μὲ διάφορα σημεῖα. Ὅταν π.χ θεράπευσε τὸ δοῦλο τοῦ ἑκατοντάρχου, προφήτευσε καὶ τὴ συμμετοχὴ τῶν ἐθνικῶν στὴν Ἐκκλησία· «Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἤξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 8,11). Ἔτσι, οἱ σύγχρονοί του ποὺ εἶδαν τὸ σημεῖο τὸ ἔχουν ὡς ἐγγύησι γιὰ τὴν ἐκπλήρωσι τῆς προφητείας καὶ ἐμεῖς ποὺ ζοῦμε τὴν ἐκπλήρωσι τῆς προφητείας, βεβαιωνόμαστε γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ σημείου καὶ ὅτι αὐτὸς ποὺ τὸ πραγματοποίησε εἶνε ὁ Θεός.
Τὰ γνωρίσματα τῆς βιβλικῆς προφητείας παρουσιάζουν ὑπὸ κλίμακα καὶ οἱ προφητεῖες τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Συμπλέκονται δηλαδὴ μὲ ἱστορικὰ γεγονότα καὶ λαμβάνουν ὡς μάρτυρες διάφορα σημάδια, κυρίως σταυρούς, ποὺ ἔστηνε ὁ ἴδιος. Θὰ ἀναφέρω μερικὲς τέτοιες προφητεῖες, οἱ ὁποῖες μαρτυροῦνται ἀναμφισβήτητα, ἂν καὶ εἶνε ἀπὸ τὶς πλέον ἄγνωστες. Οἱ δυὸ πρῶτες εἶνε ἀνέκδοτες καὶ ἀποτελοῦν προσωπική μου κατάθεσι. Ἡ τρίτη καὶ ἡ τέταρτη δὲν ἔχουν ἐπισημανθῆ, ὅσο γνωρίζω, ἀπὸ ἄλλον ἑρμηνευτή, τὴν δὲ πέμπτη θεωρῶ κατ᾿ ἐξοχὴν χαρακτηριστικὴ τῆς προφητικῆς νοοτροπίας τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ...

ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ

Σημείωσις: Οἱ προφητεῖες αὐτούσιες καὶ τὰ σχόλια στὶς παρενθέσεις ἐλήφθησαν ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης κ. Αὐγουστίνου Καντιώτου.
1. «Αὐτὸ μιὰ μέρα θὰ γίνῃ Ρωμαίϊκο καὶ καλότυχος ὅποιος ζήση σὲ ἐκεῖνο τὸ βασίλειο».
(Συνήθιζε νὰ λέγη εἰς διάφορα μέρη τῆς ὑποδούλου Ἑλλάδος, τὰ ὁποῖα μετὰ ταῦτα ἀπηλευθηρώθησαν).
2. Ὦ εὐλογημένο βουνό, πόσες ψυχὲς γυναικόπαιδα θὰ σώσης ὅταν ἔλθουν τὰ χαλεπὰ χρόνια!».
(Εἶπε τὴν προφητεία αὐτὴν ἐν Σιατίστῃ καὶ ἀλλαχοῦ ἀντικρύζων τὰ βουνά, τὰ ὁποῖα κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ἔγιναν κρησφύγετα τῶν γυναικοπαίδων).
3. «Καλότυχοι σεῖς, οἱ ὁποῖοι εὑρέθητε ἐδῶ πάνω εἰς τὰ ψηλὰ βουνά, διότι αὐτὰ θὰ σᾶς φυλάξουν ἀπὸ πολλὰ δεινά. Θὰ ἀκοῦτε καὶ δὲν θὰ βλέπετε τὸν κίνδυνο. Τρεῖς ὦρες ἢ τρεῖς μέρες θὰ ὑποφέρετε».
(Ἐλέχθη εἰς τὴν περιφέρειαν Σιατίστης).
4. «Τὸ ποθούμενο θὰ γίνῃ στὴν τρίτη γενεά. Θὰ τὸ ἰδοῦν τὰ ἐγγόνια σας».
(Ἐλέχθη ἐν Χειμάρρᾳ).
5. «Θἄρθη καιρὸς νὰ σᾶς πάρουν οἱ ἐχθροὶ σας καὶ τὴ στάχτη ἀπὸ τὴ φωτιά, ἀλλὰ σεῖς νὰ μὴν ἀλλάξετε τὴν πίστιν σας, ὅπως θὰ κάμουν οἱ ἄλλοι».
(Ἐλέχθη ἐν Σιατίστῃ).
6. «Σᾶς λυπᾶμαι γιὰ τὴν περηφάνεια, ὁποὺ ἔχετε. Τὸ ποδάρι μου ἐδῶ δὲν θὰ ξαναπατήση. Καὶ ἐὰν δὲν ἀφήσετε αὐτὰ τὰ πράγματα ποὺ κάνετε, τὴν αὐθαιρεσία καὶ ληστεία, θὰ καταστραφῆτε. Σὲ κεῖνο τὸ κλαρί, ποὺ κρεμᾶτε τὰ σπαθιὰ σας, θαρθῆ μιὰ μέρα ποὺ θὰ κρεμάσουν οἱ γύφτοι τὰ ὄργανά τους».
(Ἐλέχθη εἰς χωρίον Ἅγιος Δονάτος Σουλίου).
7. «Θἄρθουν οἱ κόκκινοι σκοῦφοι κι᾿ ὕστερα οἱ Ἄγγλοι ἐπὶ 54 χρόνια, καὶ κατόπιν θὰ γίνῃ Ρωμαίϊκο».
(Ἐλέχθη ἐν Κεφαλληνίᾳ περὶ τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Ἑπτανήσου).
8. «Τὰ ὅρια τοῦ Ρωμαίϊκου θἆνε ἡ Βωβοῦσα (ὁ ποταμὸς Ἀῶος)».
(Ἐλέχθη ἐν Παλαιᾷ Ἄρτη).
9. «Ἐκεῖθε θἄρθη τὸ Ῥωμαίϊκο».
(Τὴν προφητεία ταύτην εἶπεν ὁ Ἅγιος ἐν Πρεβέζῃ δεικνύων τὸ μέρος τῆς Στερεᾶς, ἀπὸ τὸ ὁποῖον θὰ προήρχετο ὁ στρατὸς τῆς ἐλευθερίας. Ἡ προφητεία ἐπραγματοποιήθη τῷ 1912).
10. «Τὰ βάσανα εἶνε ἀκόμη πολλά. Θυμηθῆτε τὰ λόγιά μου· προσεύχεσθε, ἐνεργεῖτε καὶ ὑπομένετε στερεά. Ἕως ὅτου νὰ κλείσῃ αὐτὴ ἡ πληγὴ τοῦ πλατάνου, τὸ χωριό σας θἆνε σκλαβωμένο καὶ δυστυχισμένο».
(Ἐλέχθη εἰς Τσαραπλανά, τὸ σημερινὸν Βασιλικὸν τῆς Ἠπείρου. Ἡ πληγὴ τοῦ πλατάνου ἔκλεισε τῷ 1912, ἔτος ἀπελευθερώσεως τῆς Ἠπείρου).
11. «Πότε θαρθῆ τὸ ποθούμενον;», ἠρώτησαν τὸν Ἅγιον εἰς Τσαραπλανὰ τῆς Ἠπείρου. «Ὅταν σμίξουν αὐτά», ἀπήντησεν ὁ Ἅγιος δεικνύων δυὸ δενδρύλια.
(Τὰ δενδρύλια ἐμεγάλωσαν, ἐπάχυναν καὶ ἔσμιξαν τῷ 1912).
12. «Τὸ ποθούμενον θὰ ἔρθη ὅταν θαρθοῦν δυὸ πασχαλιὲς μαζί».
(Πράγματι τῷ 1912 αἱ ἑορταὶ Εὐαγγελισμοῦ καὶ Πάσχα συνέπεσαν).
13. «Ἅμα κλείση τὸ δένδρον καὶ κλεισθῆ μέσα τὸ παλούκι, τότε θὰ ἔλθη τὸ ποθούμενον. Θὰ γίνῃ κάποιο σημάδι καὶ νὰ μὴ φοβηθῆτε. Νὰ πηγαίνετε βασίλεμα ἡλιοῦ σ᾿ ἐκεῖνα τὰ βουνὰ (τῆς Ὁμάλιας καὶ τῆς Μερόπης), ὅπου θὰ γλυτώσουν πολλὲς ψυχές. Μαζί σας μὴ πάρετε τίποτε, μόνον τὶς ψυχές σας νὰ γλυτώσετε. Καὶ δὲν θὰ βαστάξη τὸ κακὸ περισσότερο ἀπὸ 24 ὦρες».
14. «Τὰ χωριὰ τοῦ κάμπου θὰ πάθουν χαλάστρα, ἐνῶ στὶς ποδιὲς τοῦ Κισσάβου θὰ κοιμηθοῦν σκλάβοι καὶ θὰ ξυπνήσουν ἐλεύθεροι».
(Ἐλέχθη ἐν Λαρίσῃ).
15. «Ἂν τὸ κυπαρίσσι αὐτὸ ξεραθῆ ἀπὸ τὴν κορυφή, ἡ Ἑλλὰς θὰ ἐλευθερωθῆ· ἂν ξεραθῆ ἀπὸ κάτω, δὲν θὰ ἐλευθερωθῆ».
(Ἐλέχθη ἐν Ζελενίτσᾳ (Πρασιά) τῆς Εὐρυτανίας).
16. «Μὲ δυσκολία θἄρθη».
(Ἐννοεῖται τὸ ποθούμενον).
17. «Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενο στὴν Ἄσπρη θάλλασα, θἄρθη τὸ ποθούμενον».
18. «Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενο στὰ ἑλληνικὰ νερά, τότε θἄρθη».
(Πρβλ. προηγουμένην).
19. «Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενον στὰ ἑλληνικὰ ὕδατα, τότε θὰ λυθῆ τὸ ζήτημα τῆς Πόλης».
20. «Θἄρθη ξαφνικά. Νὰ ἔχετε ἕνα σακκούλι σιτάρι κρεμασμένο στὴ θύρα. Αὐτὸ θὰ σᾶς ἐμποδίση φεύγοντας. Μὴ τὸ ἀφήσετε. Νὰ τὸ πάρετε μαζὶ σας, γιὰ νὰ φᾶνε τὰ παιδιά σας».
21. «Στὴν Αὐλώνα θὰ γίνῃ χαλασμός. Θὰ ἔλθουν στρατεύματα νὰ ἐλευθερώσουν τὸν τόπο».
22. «Στὸ Μπουκορμὲ θὰ χυθῆ πολὺ αἷμα».
23. «Ὅταν ἀκούετε ὅτι ὁ πόλεμος ἄρχισε, τότε κοντὰ εἶνε».
24. «Ὅσα χωριὰ εἶνε κοντὰ σὲ δρόμο πολλὰ θὰ τραβήξουν».
25. «Ἡ Δρόπολις θὰ πάθη, διότι ὁ τόπος εἶνε γυμνός».
26. «Ἡ Δρόπολις θὰ εἶνε γεμάτη στρατεύματα».
27. «Θὰ χαθῇ ἡ σοδιὰ τῆς χρονιᾶς ἀπὸ τὴν εὔφορη Δρόπολι καὶ - μάνα μου! - αἷμα πολὺ ποὺ ἔχει νὰ χυθῇ».
28. «Λάκκοι καὶ βράχοι στὴ Δρόπολι θὰ εἶνε γεμάτοι φεύγοντας».
29. «Εἰς τὰ χωρία Πέπελη, σεῖς ἄδικα θὰ φοβάσθε· τίποτε δὲν θὰ πάθετε. Μόνον τὰ παιδιά σας ποὺ θὰ εἶνε στοὺς δρόμους θὰ κλαῖτε».
30. «Οἱ ἀντίχριστοι θὰ φύγουν, ἀλλὰ θἄρθουν πάλι· ἔπειτα θὰ τοὺς κυνηγήσετε ἕως τὴν Κόκκινη Μηλιά».
31. «Θἄρθῃ ὅταν ἔρθουν δυὸ καλοκαίρια καὶ δυὸ πασχαλιὲς μαζί».
32. «Ξένος στρατὸς θὰ ἔλθη, Χριστὸ θὰ πιστεύη, γλώσσα δὲν θὰ ξέρη...».
33. «Θἄρθῃ καὶ μία φορὰ ἀσκέρι ξένο ποὺ τὸ Χριστὸ θὰ πιστεύη. Ἀλλὰ σεῖς δὲν θὰ τὸ ξέρετε».
34. «Μὲ ἄλλους θὰ κοιμηθῆτε καὶ μὲ ἄλλους θὰ ξημερώσετε».
35. «Θὰ ἰδῆτε τρεῖς φαμίλιες σ᾿ ἕνα σπίτι».
36. «Ἐσεῖς θὰ πᾶτε νὰ κατοικήσετε ἀλλοῦ καὶ ἄλλοι θἀρθοῦν νὰ κατοικήσουν σὲ σᾶς».
37. «Θὰ δῆτε 40 ἄλογα νὰ τὰ δένουν σὲ ἕνα παλούκι».
38. «Πολλοὶ θὰ χάνωνται ἀπὸ τὴν πείνα».
39. «Οἱ πλούσιοι θὰ γίνουν πτωχοὶ καὶ οἱ πτωχοὶ θὰ πεθάνουν».
40. «Μιὰ χούφτα μάλαμα μία χούφτα ἀλεύρι».
41. «Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ οἱ Ρωμιοὶ θὰ τρώγωνται ἀναμεταξύ τους. Ἐγὼ συστήνω ὁμόνοιαν καὶ ἀγάπην».
42. «Θὰ ἰδῆτε καὶ τακτικὸ στρατό, θὰ ἰδῆτε καὶ ρέμπελο (ἀντάρτικο)· ἀπὸ αὐτοὺς πολλὰ θὰ ὑποφέρετε».
43. «Θὰ σᾶς ζητήσουν τὰ ντουφέκια· νὰ ἔχετε διπλά· νὰ δώκετε τὸ ἕνα καὶ νὰ κρατήσετε τὸ ἄλλο. Ἕνα ντουφέκι 100 ψυχὲς θὰ γλυτώσῃ».
44. «Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ θὰ διευθύνουν τὸν κόσμο τὰ ἄλαλα καὶ τὰ μπάλαλα».
45. «Ἡ αἰτία τοῦ γενικοῦ πολέμου θὰ εἶνε ἀπὸ τὴ Δαλματία».
46. «Ἡ αἰτία τοῦ γενικοῦ πολέμου θἄρθη ἀπὸ τὴ Δαλματία. Πρῶτα θὰ διαμελισθῆ ἡ Αὐστρία καὶ ὕστερα ἡ Τουρκία».
47. «Ὁ χαλασμὸς θὰ γίνῃ ἀπὸ ἕνα κασσιδιάρη».
48. «Θὰ προσπαθοῦν νὰ τὸ λύσουν μὲ τὴν πέννα, μὰ δὲν θὰ μποροῦν. 99 φορὲς μὲ τὸν πόλεμο καὶ μία με τὴν πέννα».
49. «Ἂν βρεθοῦν 3 δυνάμεις σύμφωνες, τίποτε δὲν θὰ πάθετε».
50. «Ἂν τὸ ζήτημα λυθῇ μὲ τὸν πόλεμο, θὰ πάθετε πολλὲς καταστροφές· σὲ τρεῖς χῶρες μία θὰ μείνη...».
51. «Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ δὲν θὰ ἀκοῦτε (μαθαίνετε) τίποτε».
52. «Ὅ,τι σᾶς ζητοῦν, νὰ δίνετε· ψυχὲς μόνον νὰ γλυτώνετε».
53. «Ἂν βρίσκουν στὸ δρόμο ἀσήμι, δὲν θὰ σκύβουν νὰ τὸ πάρουν. Γιὰ ἕνα ὅμως ἀστάχυ θὰ σκοτώνωνται ποιὸς νὰ τὸ πρωτοπάρη...».
54. «Τὸ κακὸ θὰ σᾶς ἔρθη ἀπὸ τοὺς διαβασμένους».
55. «Ἢ τρεῖς μέρες ἢ τρεῖς μῆνες ἢ τρία χρόνια θὰ βαστάξη».
56. «Θἄρθη καιρὸς ποὺ δὲν θὰ ὑπάρχη αὐτὴ ἡ ἁρμονία ποὺ εἶνε σήμερα μεταξὺ λαοῦ καὶ κλήρου».
57. «Οἱ κληρικοὶ θὰ γίνουν οἱ χειρότεροι καὶ οἱ ἀσεβέστεροι τῶν ὅλων».
58. «Στὴν Πόλι θὰ χυθῆ αἷμα ποὺ τριχρονίτικο δαμάλι θὰ πλέξη (πλεύση)».
59. «Καλότυχος ὅποιος ζήσει μετὰ τὸ γενικὸ πόλεμο. Θὰ τρώγη μὲ ἀσημένιο κουτάλι...».
60. «Μετὰ τὸ γενικὸ πόλεμο θὰ ζήσῃ ὁ λύκος μὲ τ᾿ ἀρνί».
61. «Θἄρθη πρῶτα ἕνα ψευτορωμαίϊκο· νὰ μὴ τὸ πιστέψετε· θὰ φύγῃ πίσω».
62. «Θὰ μαζωχτῆ τὸ χιλιάρμενο στὸ Σκάλωμα (Ἅγιοι Σαράντα) καὶ θἄρθουν κοκκινογέλεκοι, νὰ πολεμήσουν γιὰ σᾶς».
63. «Οἱ Τοῦρκοι θὰ φύγουν, ἀλλὰ θὰ ξανάρθουν πάλι καὶ θὰ φθάσουν ὡς τὰ Ἑξαμίλια. Στὸ τέλος θὰ τοὺς διώξουν εἰς Κόκκινη Μηλιά. Ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1/3 θὰ σκοτωθῆ, τὸ ἄλλο τρίτο θὰ βαπτισθῆ καὶ μονάχα τὸ 1/3 θὰ πάη στὴν Κόκκινη Μηλιά».
64. «Τόσα πολλὰ θὰ γίνουν, ποὺ οἱ μανάδες θὰ γεννήσουν πρόωρα ἀπὸ τὸ φόβο τους».
65. «Ζῶα δὲν θὰ μείνουν· θὰ τὰ φᾶνε. Φᾶτε καὶ σεῖς μαζὶ μ᾿ αὐτούς. Στὰ Τζουμέρκα θὰ πάρετε σπόρο».
66. «Σπίτια μεγάλα μὴ κάμετε. Λιάσες νὰ κάμνετε νὰ μὴ σᾶς ἔρχωνται μέσα».
67. «Θὰ σᾶς ἐπιβάλουν μεγάλο καὶ δυσβάστακτο φόρο, ἀλλὰ δὲν θὰ προφθάσουν».
68. «Θὰ βάλουν φόρο στὶς κότες καὶ στὰ παράθυρα».
69. «Θὰ ζητήσουν νὰ σᾶς πάρουν καὶ στρατιῶτας. Δὲν θὰ προφθάσουν ὅμως».
70. «Οἱ Τοῦρκοι θὰ μάθουν τὸ μυστικὸ 3 μέρες γρηγορώτερα ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς».
71. «Ὅταν ἀκούσετε ὅτι ὁ πόλεμος πιάστηκε ἀπὸ κάτω, τότε κοντὰ θὰ εἶνε».
72. «Ἂν ὁ πόλεμος πιαστῆ ἀπὸ κάτω, λίγα θὰ πάθετε· ἂν πιαστῆ ἀπὸ πάνω, θὰ καταστραφῆτε».
73. «Οἱ βράχοι καὶ οἱ λάκκοι θὰ εἶνε γεμάτοι κόσμο».
74. «Θἄρθη ξαφνικά· ἢ τὸ βόϊδι στὸ χωράφι ἢ τὸ ἄλογο στ᾿ ἁλώνι».
75. «Λυπηρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ· σήμερον, αὔριον καρτεροῦμεν δίψες, πεῖνες μεγάλες ποὺ νὰ δίδωμεν χιλιάδες φλουριὰ καὶ νὰ μὴν εὑρίσκωμεν ὀλίγον ψωμί».
76. «Μετὰ τὸν πόλεμον οἱ ἄνθρωποι θὰ τρέχουν μισὴ ὥρα δρόμο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάμνουν ἀδελφό».
77. «Ἀμπέλια μὴ φυτεύετε, διότι θὰ χαλάσουν καθὼς ἐκεῖνα στὴ Δρυϊνούπολι».
78. «Θὰ γίνῃ ἕνα χαρτοβασίλειο, ποὺ θὰ ἔχη μέγα μέλλον στὴν Ἀνατολή».
79. «Ὁ κόσμος τόσον θὰ πτωχεύση, ποὺ θὰ ζώνεται μὲ κληματσίδες».
80. «Ἡ αἰτία θὰ ἔλθη ἀπὸ τὰ Δελειατά».
81. «Ἡ Γαλλία θὰ ἐλευθερώση πολλὰ ἑλληνικὰ μέρη καὶ ἰδίως οἱ Ἰταλοί».
82. «Ἡ Γαλλία θὰ λευτερώση τὴν Ἑλλάδα, τὴν Ἤπειρο ἡ Ἰταλία».
83. «Ἀπὸ τρία μπουγάζια στενά, Κρά, Κράψη καὶ Μουζίνα, θὰ περνοῦν πολλὰ στρατεύματα γιὰ τὴν Πόλι. Καλὸν εἶνε τὰ γυναικόπαιδα νὰ βγοῦν στὰ βουνά. Θὰ σᾶς ρωτοῦν ἂν εἶνε μακρυὰ ἡ Πόλι· ἐσεῖς νὰ μὴ λέτε τὴν ἀλήθεια, διότι θὰ σᾶς κακοποιήσουν. Ὁ στρατὸς αὐτὸς δὲν θὰ φθάση στὴν Πόλι, στὴ μέση του δρόμου θὰ μάθη ὅτι ὁ πόλεμος ἐτελείωσε».
84. «Θὰ ἔρθη καιρός, ποὺ θὰ φέρη γύρες ὁ διάβολος μὲ τὸ κολοκύθι του».
85. «Θὰ βλέπετε νὰ πηγαίνουν ἄλλοι ἐπάνω καὶ ἄλλοι κάτω».
86. «Ἡ λευτεριὰ θἀρθῆ ἀπὸ κάτω ἀπὸ ὅπου χύνονται τὰ νερά».
87. «Ἀπὸ πάνω καὶ ἀπὸ τὴ σκάλα χαλασμὸ μὴ περιμένετε».
88. «Ἕνα ψωμὶ θὰ χαθῆ τὸ μισό, καὶ ἕνα ὁλόκληρο».
89. «Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ μιὰ γυναίκα θὰ διώχνη δέκα Τούρκους μὲ τὴ ρόκα».
90. «Τὸν Πάπαν νὰ καταρᾶσθε, διότι αὐτὸς θὰ εἶνε ἡ αἰτία».
91. «Ὁ χαλασμὸς στὸν τόπο θὰ γίνῃ ἀπὸ ἕνα ὄνομα ἀξιωματούχου... (δυσανάγνωστον)».
92. «Πολλὰ χωριὰ θὰ καταστραφοῦν, οἱ τρεῖς χῶρες θὰ γίνουν μία».
93. «Νὰ ἔχετε τρεῖς θύρες· ἂν σᾶς πιάσουν τὴ μιά, νὰ φύγετε ἀπὸ τὴν ἄλλη».
94. «Πίσω ἀπὸ τὴ μιὰ θύρα νὰ κρυφθῆ κανείς, γλυτώνει· θὰ εἶνε βιαστικό».
95. «Νὰ παρακαλῆτε νὰ εἶνε μέρα καὶ ὄχι νύκτα, καλοκαίρι καὶ ὄχι χειμώνας».
96. «Οἱ ἄνθρωποι θὰ μείνουν πτωχοί, γιατὶ δὲν θἄχουν ἀγάπη στὰ δένδρα».
97. «Οἱ ἄνθρωποι θὰ καταντήσουν γυμνοί, γιατὶ θὰ γίνουν τεμπέληδες».
98. «Ἀπὸ ψηλά, μέσα ἀπὸ τὸ λιμάνι θἄρθῃ ὁ χαλασμός».
99. «Θὰ σᾶς ρίξουν παρὰ πολύ· θὰ σᾶς ζητήσουν νὰ τὸν πάρουν πίσω, ἀλλὰ δὲν θὰ μπορέσουν».
100. «Ἐσεῖς θὰ σώσετε ἄλλους καὶ οἱ ἄλλοι ἐσᾶς».
101. «Ἐσεῖς θὰ φύγετε ἀπ᾿ τ᾿ ἀριστερὰ βουνά· ἀπὸ τὴ δεξιὰ μεριὰ ὄχι· ἀπὸ τὶς σπηλιὲς μὴ φοβάστε».
102. «Θἀρθῆ ξαφνικά· τ᾿ ἄλογα θ᾿ ἀπομείνουν ζεμένα στὶς δουλειές τους καὶ σεῖς θὰ φύγετε».
103. «Θἆνε ὄγδοος αἰώνας ποὺ θὰ γίνουν αὐτά».
104. «Νὰ κρυφθῆτε ἢ κοντὰ στὴν πόρτα ἢ κοντὰ στὴν πλάκα, ἂν εἶνε βιαστικὸ καὶ γρήγορο».
105. «Πολλὰ θὰ συμβοῦν. Οἱ πολιτεῖες θὰ καταντήσουν σὰν μπαράγκες».
106. «Θἀρθῆ καιρὸς ποὺ θὰ βγῆ ὁ καταραμένος δαίμονας ἀπὸ τὸ καυκί του».
107. «Θἀρθῆ μία φορὰ ἕνας ψευτοπροφήτης· μὴ τὸν πιστέψετε καὶ μὴ τὸν χαρῆτε. Πάλι θὰ φύγῃ καὶ δὲν θὰ μεταγυρίσῃ».
108. «Θἀρθῆ καιρὸς ποὺ οἱ χριστιανοὶ θὰ ξεσηκωθοῦν ὁ ἕνας κατὰ τοῦ ἄλλου».
109. «Νἄχετε τὸ σταυρὸ στὸ μέτωπο, γιὰ νὰ σᾶς γνωρίσουν ὅτι εἶσθε χριστιανοί».
110. «Δὲν θὰ φτάση ὁ στρατὸς στὴν Πόλι· στὴ μέση του δρόμου θἄρθη τὸ μαντᾶτο, ὅτι ἔφθασε τὸ ποθούμενο».
111. «Πήγαινε καὶ στὸ δρόμο θ᾿ ἀνταμειφθῆς».
(Ἐλέχθη ἐν Δερβιστάνῃ περὶ τίνος, ὅστις εἰρωνεύθη τὸν Ἅγιον. Οὗτος μετ᾿ ὀλίγον ἐτραυματίσθη καθ᾿ ὁδὸν ὑπό τινος ἐχθροῦ του).
112. «Εἰπὲ εἰς τὰ εἴδωλα ἐκεῖνα νὰ μὴν ἔρθουν ἐδῶ, ἀλλὰ νὰ γυρίσουν εἰς τὰ ὀπίσω».
(Καθὼς ὁ Ἅγιος ἐδίδασκεν εἰς Ἄσσον τῆς Κεφαλληνίας, διέκοψε μίαν στιγμὴν τὸ κήρυγμά του καὶ ἀπέστειλεν ἕνα ἀκροατήν του εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ ἄρχοντος τοῦ τόπου εἰπὼν τοὺς λόγους τούτους. Οὗτος ἀπελθὼν εὗρε 4 κυρίας τῆς ἀριστοκρατίας ἀσέμνως ἐνδεδυμένας, «κατὰ τὸν τότε ἑνετικὸν συρμὸν ξεστήθωτες», αἱ ὁποῖαι ἦσαν ἕτοιμοι νὰ ἔλθουν καὶ νὰ παρακολουθήσουν τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου).
113. «Φτιάνετε σπίτια τορνευτὰ καὶ δὲν πρόκειται νὰ κατοικήσετε σ᾿ αὐτά».
(Εἶπε τοὺς λόγους τούτους ὁ ἅγιος εἰς Ἄσσον τῆς Κεφαλληνίας, ὅταν μίαν ἡμέραν διήρχετο πρὸ μιᾶς νεοκτίστου οἰκίας. Μετ᾿ ὀλίγον ὅλοι οἱ ἰδιοκτῆται ἀπέθανον πλὴν μιᾶς μοναχῆς).
114. «Τὸ παιδὶ αὐτὸ θὰ προκόψῃ, θὰ κυβερνήσῃ τὴν Ἑλλάδα καὶ θὰ δοξασθῇ».
(Ἐλέχθη περὶ τοῦ Ἰωάννου Κωλέττη).
115. «Θὰ γίνῃς μεγάλος ἄνθρωπος, θὰ κυριεύσης ὅλη τὴν Ἀρβανιτιά, θὰ ὑποτάξης τὴν Πρέβεζα, τὴν Πάργα, τὸ Σούλι, τὸ Δελβίνο, τὸ Γαρδίκι καὶ αὐτὸ τὸ τάχτι τοῦ Κούτρ πασᾶ. Θὰ ἀφήσης μεγάλο ὄνομα στὴν οἰκουμένη. Καὶ στὴν Πόλι θὰ πᾶς, μὰ μὲ κόκκινα γένεια. Αὐτὴ εἶνε ἡ θέλησι τῆς θείας προνοίας. Ἐνθυμοῦ ὅμως εἰς ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς ἐξουσίας σου νὰ ἀγαπᾶς καὶ νὰ ὑπερασπίζεσαι τοὺς χριστιανούς, ἂν θέλης νὰ μείνη ἡ ἐξουσία εἰς τοὺς διαδόχους σου».
(Ἐλέχθη ἐν Τεπελενίῳ περὶ τοῦ Ἀλῆ πασᾶ).
116. «Θὰ βγοῦν πράγματα ἀπὸ τὰ σχολεῖα ποὺ ὁ νοῦς σας δὲν φαντάζεται».
117. «Θὰ δῆτε στὸν κάμπο ἁμάξι χωρὶς ἄλογα νὰ τρέχη γρηγορώτερα ἀπὸ τὸν λαγό».
(Ἐλέχθη ἐν Βουλιαράταις παρὰ τὴν Δρόπολιν).
118. «Θαρθῆ καιρὸς ποὺ θὰ ζωσθῆ ὁ τόπος μὲ μιὰ κλωστή».
(Ἐλέχθη ἐν Ἄσσῳ τῆς Κεφαλληνίας).
119. «Θαρθῆ καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ ὁμιλοῦν ἀπὸ ἕνα μακρυνὸ μέρος σὲ ἄλλο, σὰν νἆνε σὲ πλαγιανὰ δωμάτια, π.χ. ἀπὸ τὴν Πόλι στὴ Ρωσία».
120. «Θὰ δῆτε νὰ πετᾶνε ἄνθρωποι στὸν οὐρανὸ σὰν μαυροπούλια καὶ νὰ ρίχνουν φωτιὰ στὸν κόσμο. Ὅσοι θὰ ζοῦν τότε θὰ τρέξουν στὰ μνήματα καὶ θὰ φωνάζουν: Ἐβγᾶτε σεῖς οἱ πεθαμένοι νὰ μποῦμε μεῖς οἱ ζωντανοί».
121. «Τὸ κακὸ θὰ ἔλθη μέχρι τὸν Σταυρὸν καὶ δὲν θὰ μπορέση νὰ πάη κάτω. Μὴ φοβηθῆτε. Μὴ φύγετε ἀπὸ τὰ σπίτια σας».
(Ἐλέχθη εἰς τὴν περιοχὴν Πολυνερίου Γρεβενῶν. Πράγματι τῷ 1940 οἱ Ἰταλοὶ ἔφθασαν μέχρι τὴν τοποθεσίαν Σταυρός, ὅπου εἶχε κηρύξει ὁ Ἅγιος, καὶ ἐσταμάτησαν).
122. «Ὅταν θὰ πέση ὁ κλῶνος (ποὺ εἶνε στημένος ὁ Σταυρός), θὰ γίνῃ μεγάλο κακόν, ποὺ θὰ ἔλθη ἀπὸ τὸ μέρος ὅπου θὰ δείξη ὁ κλῶνος· καὶ ὅταν θὰ πέση τὸ δένδρον, θὰ γίνῃ ἕνα μεγαλύτερον κακόν».
(Ἐλέχθη εἰς χωρίον Τσιράκι (σήμερον Ἅγιος Κοσμᾶς) Γρεβενῶν. Πράγματι τῷ 1940 ἔπεσεν ὁ κλῶνος καὶ ὁ Σταυρὸς πρὸς τὸ μέρος τῆς Ἀλβανίας, ὅθεν ἐπετέθησαν οἱ Ἰταλοί, καὶ τῷ 1947 τὸ δένδρον, ὅτε ἡ περιοχὴ κατεστράφη ἐντελῶς λόγῳ τοῦ ἐμφυλίου πολέμου).

ΔΙΔΑΧΗ Η´Π. ΚΟΣΜΑΣ


Οἱ Ἄνθρωποι Σκλάβοι τοῦ διαβόλου

Ὁ Χριστὸς Ἐλευθερωτής

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ γλυκύτατος αὐθέντης (85) καὶ Δεσπότης, ὁ ποιητὴς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, βλέποντας τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ὁποὺ δὲν τὸν ἐγνώριζαν νὰ τὸν πιστεύσουν, ὁποὺ αὐτὸς εἶνε καὶ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἰς τὴν γῆν καὶ εἰς ὅλα τὰ ποιήματα αὐθέντης καὶ κυβερνήτης, καὶ χωρὶς τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ μας οὐδὲν ἕνα δύναται νὰ στερεωθῆ, καὶ βλέποντας τοὺς ἀνθρώπους, ὁποὺ τοὺς ἐπλανοῦσε ὁ μισόκαλος διάβολος καὶ τοὺς εἶχεν ὅλους εἰς τὸ ἰδικόν του θέλημα καὶ τοὺς ἔκαμεν ὅλους εἰδικούς του καὶ φαμελίτες του, καὶ ἠθέλησεν ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ ἐντροπιάση τὸν διάβολον καὶ νὰ ξεσκλαβώση τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν διάβολον, νὰ ἔχη μεγάλην χάριν ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνίαν του, ἀπὸ τὴν πολλήν του ἀγάπην ὁποὺ ἔχει εἰς τὸ γένος μας, σιμὰ εἰς τὰ πολλὰ καὶ ἄπειρα χαρίσματα ὁποὺ μᾶς ἐχάρισεν, ἐκαταδέχθη καὶ ἔγινεν τέλειος ἄνθρωπος, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἀπὸ τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας. Διὰ τοῦτο ἐσαρκώθη καὶ ἔγινεν τέλειος ἄνθρωπος, νὰ τὸν ἰδοῦμεν καὶ νὰ τὸν μάθωμεν, ὅτι ἀπ᾿ αὐτὸν ἄλλος δὲν εἶνε, καὶ νὰ πιστεύσωμεν, διὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώση ἀπὸ τὰς μιαρᾶς χείρας τοῦ διαβόλου καὶ νὰ μᾶς κάμη υἱοὺς καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας του, νὰ χαιρώμαστε καὶ νὰ εὐφραινώμαστε μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους εἰς τὸν παράδεισον πάντοτε καὶ νὰ μὴ καιγώμαστε εἰς τὴν κατηραμένην κόλασιν μαζὶ μὲ τοὺς κατηραμένους δαίμονας.

ΔΙΔΑΧΗ ΣΤ´ Π. ΚΟΣΜΑΣ

Ἁγία Τριάς, Ἐλέησον καὶ Σῶσον Ἡμᾶς. Ἀμήν.
Ὑπεραγία Θεοτόκε, Βοήθησον καὶ Σῶσον Ἡμᾶς. Ἀμήν.
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, καὶ Θεός, ὁ γλυκύτατός μας αὐθέντης καὶ Δεσπότης, ὁ ποιητὴς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν ἄμετρον εὐσπλαχνίαν του καὶ ἀπὸ τὴν πολλήν του ἀγάπην ὁποὺ εἶχεν εἰς τὸ γένος μας, σιμὰ εἰς τὰ ἄπειρα καὶ πολλὰ χαρίσματα, ὁποὺ μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός, ἐκαταδέχθη καὶ ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἀπὸ τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, διὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώση ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ πονηροῦ διαβόλου καὶ νὰ μᾶς κάμη υἱοὺς καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας του, νὰ χαιρώμεθα καὶ νὰ εὐφραινώμεθα μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους πάντοτε, διὰ νὰ μὴ καιώμεθα μὲ τοὺς τρισάθλιους δαίμονας πάντοτε.

Οἱ Ἀπόστολοι Κηρύττουν καὶ ἡ Γῆ Γίνεται Ἐπίγειος Παράδεισος

Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός - Διδαχαί



ΔΙΔΑΧΗ Α´

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς διδάσκων

Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ Λόγου

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεός, ἀδελφοί μου, ὁ γλυκύτατος αὐθέντης καὶ Δεσπότης, ὁ ποιητὴς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ὁ Κύριος ἀπὸ τὴν πολλήν του ἀγαθότητα ὁποὺ ἔχει εἰς τὸ γένος μας, σιμὰ εἰς ἄπειρα χαρίσματα ὁποὺ μᾶς ἐχάρισε καὶ μᾶς χαρίζει καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν καὶ ὥραν καὶ στιγμήν, ἐκαταδέχθη καὶ ἔγινε καὶ τέλειος ἄνθρωπος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ ἀπὸ τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, διὰ νὰ μᾶς κάμη νὰ ἔβγωμεν ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου, καὶ νὰ μᾶς κάμῃ υἱοὺς καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας του, νὰ χαίρωμεν πάντοτε εἰς τὸν παράδεισον μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους καὶ νὰ μὴ καιώμεθα εἰς τὴν κόλασιν μὲ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τοὺς διαβόλους.

Τὸ ἔργον τῶν Ἀποστόλων

Καθὼς ἕνας ἄρχοντας ἔχει ἀμπέλια καὶ χωράφια καὶ βάνει ἐργάτας, οὕτω καὶ ὁ Κύριος ὡσὰν ἕνα ἀμπέλι ἔχει ὅλον τὸν κόσμον· καὶ ἐπῆρε δώδεκα Ἀποστόλους, καὶ τοὺς ἔδωκεν τὴν χάριν του καὶ τὴν εὐλογία του, καὶ τοὺς ἔστειλεν εἰς ὅλον τὸν κόσμον νὰ διδάξουν τοὺς ἀνθρώπους πῶς νὰ ζήσουν καὶ ἐδῶ καλά, εἰρηνικά, ἠγαπημένα, καὶ μετὰ ταῦτα νὰ πηγαίνουν εἰς τὸν παράδεισον, νὰ χαίρωνται πάντοτε· νὰ μετανοοῦν, νὰ πιστεύουν καὶ νὰ βαπτίζωνται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ νὰ ἔχουν τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὸν ἀδελφόν των. Καὶ εἰς ὅποιαν χώραν πηγαίνουν οἱ Ἀπόστολοι καὶ τοὺς δέχονται οἱ ἄνθρωποι, τοὺς παρήγγειλεν ὁ Κύριος νὰ εὐλογοῦν τὴν χώραν ἐκείνην· εἰς ὅποιαν χώραν πάλιν πηγαίνουν οἱ Ἀπόστολοι καὶ δὲν τοὺς δέχονται, τοὺς παρήγγειλεν ὁ Κύριος νὰ τινάζουν καὶ τὰ τσαρούχια των καὶ νὰ φεύγουν.Ἔτσι οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι λαμβάνοντας τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς φρόνιμοι καὶ πιστοὶ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ μας, ἔτρεξαν ὡσὰν ἀστραπὴ εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Μὲ ἐκείνην τὴν χάριν ἰάτρευον τυφλοὺς καὶ κωφοὺς καὶ λεπροὺς καὶ δαιμονισμένους, καὶ τὸ μεγαλύτερον μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας ἐπρόσταζον τοὺς νεκροὺς καὶ ἀνεσταίνοντο. Καὶ εἰς ὅποιαν χώραν ἐπήγαινον οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ τοὺς ἐδέχοντο οἱ ἄνθρωποι, τοὺς ἔκαμνον χριστιανούς, ἐχειροτόνουν ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς, συνέστηναν Ἐκκλησίας, καὶ εὐλογοῦσαν τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ ἐγίνετο ἕνας ἐπίγειος παράδεισος, χαρὰ καὶ εὐφροσύνη, κατοικία τῶν Ἀγγέλων, κατοικία τοῦ Χριστοῦ μας. Εἰς ὅποιαν χώραν πάλιν ἐπήγαινον καὶ δὲν τοὺς ἐδέχοντο οἱ ἄνθρωποι, τοὺς παρήγγειλε νὰ τινάζουν τὰ ὑποδήματά των, καὶ ἔμενεν εἰς ἐκείνην τὴν χῶραν κατάρα καὶ ὄχι εὐλογία, κατοικία τοῦ διαβόλου καὶ ὄχι τοῦ Χριστοῦ μας.

Ἡ ἰδική του καταγωγὴ καὶ ἀποστολή

Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε ἕνας διδάσκαλος, ὅταν θέλῃ νὰ διδάξῃ, νὰ ἐξετάζῃ πρῶτον τί ἀκροατὰς ἔχει, ὁμοίως καὶ οἱ ἀκροαταὶ νὰ ἐξετάζουν τί διδάσκαλος εἶνε. Καὶ ἐγὼ ἀδελφοί μου, ποὺ ἠξιώθην καὶ ἐστάθηκα εἰς αὐτὸν τὸν ἅγιον τόπον τὸν ἀποστολικὸν διὰ τὴν εὐσπλαγχνίαν τοῦ Χριστοῦ μας, ἐξέτασα πρῶτον διὰ λόγου σας καὶ ἔμαθα πὼς μὲ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ δὲν εἶσθε Ἕλληνες, δὲν εἶσθε ἀσεβεῖς, αἱρετικοί, ἄθεοι, ἀλλ᾿ εἶσθε εὐσεβεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί, πιστεύετε καὶ εἶσθε βαπτισμένοι εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ εἶσθε τέκνα καὶ θυγατέρες τοῦ Χριστοῦ μας. Καὶ ὄχι μόνον δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σᾶς διδάξω, ἀλλὰ μήτε τὰ ποδάρια σας νὰ φιλήσω. Διότι ὁ καθένας ἀπὸ λόγου σας εἶνε τιμιώτερος ἀπ᾿ ὅλον τὸν κόσμον. Πρέπει δὲ νὰ ἠξεύρετε καὶ ἡ εὐγένειά σας διὰ λόγου μου, τὸ ἠξεύρω, πὼς ἄλλοι σᾶς λέγουν ἄλλα, ὅμως ἀνίσως καὶ θέλετε νὰ μάθετε τὴν πᾶσαν ἀλήθειαν ἐγὼ σᾶς τὴν λέγω.
Ἡ πατρίδα μου ἡ ψεύτικη, ἡ γήϊνος καὶ ματαία, εἶνε ἀπὸ τοῦ ἁγίου Ἄρτης καὶ ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν Ἀπόκουρο. Ὁ πατήρ μου, ἡ μήτηρ μου, τὸ γένος μου, εὐσεβεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί. Εἶμαι λοιπὸν καὶ ἐγώ, ἀδελφοί μου ἄνθρωπος ἁμαρτωλός, χειρότερος ἀπὸ ὅλους· εἶμαι ὅμως δοῦλος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ Θεοῦ. Ὄχι πῶς εἶμαι ἄξιος νὰ εἶμαι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ᾿ ὁ Χριστός μου μὲ καταδέχεται διὰ τὴν εὐσπλαχνίαν του. Τὸν Χριστόν μας λοιπόν, ἀδελφοί μου, πιστεύω, δοξάζω καὶ προσκυνῶ. Τὸν Χριστόν μας παρακαλῶ νὰ μὲ καθαρίσῃ ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν ψυχικὴν καὶ σωματικήν. Τὸν Χριστόν μας παρακαλῶ νὰ μὲ δυναμώση νὰ νικήσω τοὺς τρεῖς ἐχθρούς: Τὸν κόσμον, τὴν σάρκα καὶ τὸν διάβολον. Τὸν Χριστόν μας παρακαλῶ νὰ μὲ ἀξιώσῃ νὰ χύσω καὶ ἐγὼ τὸ αἷμα μου διὰ τὴν ἀγάπην του, καθὼς τὸ ἔχυσε καὶ Ἐκεῖνος διὰ τὴν ἀγάπην μου. Ἀνίσως, ἀδελφοί μου, καὶ ἦτο δυνατὸν νὰ ἀνεβῶ εἰς τὸν οὐρανόν, νὰ φωνάξω μίαν φωνὴν μεγάλην, νὰ κηρύξω εἰς ὅλον τὸν κόσμον (17), πὼς μόνος ὁ Χριστός μας εἶνε Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ Θεὸς ἀληθινός, καὶ ζωὴ τῶν πάντων, ἤθελα νὰ τὸ κάμω τοῦτο τὸ μικρόν, καὶ περιπατῶ ἀπὸ τόπον εἰς τόπον, καὶ διδάσκω τοὺς ἀδελφούς μου τὸ κατὰ δύναμιν, ὄχι ὡς διδάσκαλος, ἀλλ᾿ ὡς ἀδελφός· διδάσκαλος μόνον ὁ Χριστός μας εἶνε.

Κλῆσις διὰ τὸ κήρυγμα

Πόθεν παρεκινήθην, ἀδελφοί μου, θέλω νὰ σᾶς φανερώσω τὴν αἰτίαν. Ἀναχωρῶν ἀπὸ τὴν πατρίδα μου πρὸ πενήντα ἐτῶν, ἐπεριπάτησα τόπους πολλούς, κάστρα, χώρας, καὶ χωριά, καὶ μάλιστα εἰς Κωνσταντινούπολιν, καὶ περισσότερον ἐκάθησα εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, δεκαεπτὰ χρόνους, καὶ ἔκλαιον διὰ τὰς ἁμαρτίας μου. Σιμὰ εἰς τὰ ἄπειρα χαρίσματα ὅπου μου ἐχάρισεν ὁ Κύριος μου, μὲ ἠξίωσε καὶ ἔμαθα ὀλίγα γράμματα Ἑλληνικά, ἔγινα καὶ καλόγηρος.
Μελετώντας τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιν εὗρον μέσα πολλὰ καὶ διάφορα νοήματα, τὰ ὁποῖα εἶνε ὅλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλοῦτος, χαρά, εὐφροσύνη, ζωὴ αἰώνιος. Σιμὰ εἰς τὰ ἄλλα εὗρον καὶ τοῦτον τὸν λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, πὼς δὲν πρέπει κανένας χριστιανός, ἄνδρας ἡ γυναίκα, νὰ φροντίζη διὰ τὸν ἑαυτόν του μόνον πῶς νὰ σωθῆ, ἀλλὰ νὰ φροντίζη καὶ διὰ τοὺς ἀδελφούς του νὰ μὴ κολασθοῦν. Ἀκούωντας καὶ ἐγώ, ἀδελφοί μου τοῦτον τὸν γλυκύτατον λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, νὰ φροντίζωμεν καὶ διὰ τοὺς ἀδελφούς μας, μ᾿ ἔτρωγεν ἐκεῖνος ὁ λόγος μέσα εἰς τὴν καρδίαν τόσους χρόνους, ὡσὰν τὸ σκουλήκι ὁποὺ τρώγει τὸ ξύλον, τί νὰ κάμω καὶ ἐγὼ στοχαζόμενος εἰς τὴν ἀμάθειάν μου. Ἐσυμβουλεύθηκα τοὺς πνευματικούς μου πατέρας, ἀρχιερεῖς, πατριάρχας, τοὺς ἐφανέρωσα τὸν λογισμόν μου, ἀνίσως καὶ εἶνε θεάρεστον τέτοιον ἔργον νὰ τὸ μεταχειρισθῶ, καὶ ὅλοι μὲ παρεκίνησαν νὰ τὸ κάμω, καὶ μοῦ εἶπον πὼς τέτοιον ἔργον καλὸν καὶ ἅγιον εἶνε. Μάλιστα παρακινούμενος ἀπὸ τὸν Παναγιώτατον κύριον Σωφρόνιον, Πατριάρχην - νὰ ἔχωμεν τὴν εὐχή του - καὶ λαμβάνωντας τὰς ἁγίας του εὐχάς, ἄφησα τὴν ἰδικήν μου προκοπήν, τὸ ἰδικόν μου καλόν, καὶ ἐβγήκα νὰ περιπατῶ ἀπὸ τόπον εἰς τόπον καὶ διδάσκω τοὺς ἀδελφούς μου.

Κῆρυξ ἀφιλάργυρος

Κάμνοντας ἀρχὴν νὰ διδάσκω μου ἦλθεν ἕνας λογισμὸς ἐδῶ ὁποὺ περιπατῶ· νὰ ζητῶ ἄσπρα διότι ἤμην φιλάργυρος καὶ ἀγαποῦσα τὰ γρόσια, ναί, μὰ καὶ τὰ φλωρία περισσότερον, ὄχι ὡσὰν τὴν εὐγένιάν σας ποὺ τὰ περιφρονεῖτε, ἢ δὲν τὰ καταφρονεῖτε; Μελετώντας πάλιν τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, εὗρον καὶ ἄλλον λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας· πὼς χάρισμά σου ἔδωσα καὶ ἐγὼ τὴν χάριν μου, χάρισμα νὰ τὴν δώσῃς καὶ ἐσὺ εἰς τοὺς ἀδελφούς σου, χάρισμα νὰ διδάσκης, χάρισμα νὰ συμβουλεύης, χάρισμα νὰ ἐξομολογῆς, καὶ ἀνίσως καὶ ζητήσῃς νὰ πάρης τίποτε πληρωμὴν διὰ τὴν διδαχήν, ἢ πολλὰ ἢ ὀλίγα, ἢ ἕνα ἄσπρο, ἐγὼ σὲ θανατώνω καὶ σὲ βάνω εἰς τὴν κόλασιν.
Ἀκούοντας καὶ ἐγώ, ἀδελφοί μου, αὐτὸν τὸν γλυκύτατον λόγον ὁποὺ λέγει ὁ Χριστός μας, χάρισμα νὰ δουλεύωμεν καὶ τοὺς ἀδελφούς μας, εἰς τὴν ἀρχήν μου ἐφάνη βαρὺς ὁ λόγος, ὕστερον ὅμως μου ἐφάνη γλυκύτερος ὥσπερ μέλι καὶ κηρίον, καὶ ἐδόξασα καὶ δοξάζω χιλιάδες φορὲς τὸν Χριστόν μου ὁποὺ μ᾿ ἐφύλαξε ἀπὸ τοῦτο τὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, καὶ μὲ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου καὶ Θεοῦ δὲν ἔχω μήτε σακκούλα, μήτε σπίτι, μῆτες κασέλα, μήτε ἄλλο ράσο ἀπὸ αὐτὸ ὁποὺ φορῶ, ἀλλὰ ἀκόμη παρακαλῶ τὸν Κύριόν μου μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μου νὰ μὲ ἀξιώση νὰ μὴν ἀποκτήσω σακκούλα, διότι ὡσὰν κάμω ἀρχὴν νὰ παίρνω ἄσπρα, εὐθὺς ἔχασα τοὺς ἀδελφούς μου, καὶ δὲν ἠμπορῶ καὶ τὰ δυό, ἢ τὸν Θεὸν ἢ τὸν διάβολον.

Ἡ Ἁγία Τριάς

Τὸ γλυκὺ τῆς Ὀρθοδοξίας κήρυγμα

Πρέπον καὶ εὔλογον εἶνε, χριστιανοί μου, καθὼς μανθάνομεν ἀπὸ τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ ἀπὸ τὰς θείας Γραφάς, ν᾿ ἀρχίζωμεν τὴν διδασκαλίαν μας ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ ὅταν τελειώσωμεν, νὰ εὐχαριστήσωμεν τὸν Θεόν· ὄχι πὼς εἶμαι ἄξιος ν᾿ ἀναφέρω τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου, ἀλλὰ ὁ Θεὸς καταδέχεται διὰ τὴν εὐσπλαγχνίαν του.
Ἀφήνομεν λοιπόν, ἀδελφοί μου, τὰς φλυαρίας τῶν ἀσεβῶν, τῶν αἱρετικῶν, τῶν ἀθέων, καὶ λέγομεν μόνον ὅσα τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐφώτισε τοὺς ἁγίους Προφήτας, Ἀποστόλους καὶ Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ μᾶς ἔγραψαν, καὶ πάλιν ὄχι ὅλα νὰ τὰ εἰποῦμεν, διότι δὲν εἶνε δυνατόν· θέλομεν χρόνους καὶ καιρούς· ἀλλὰ μερικὰ ὁποὺ φαίνονται ἀναγκαιότερα· καὶ ὅστις εἶνε φιλομαθής, ἂς ζητήση νὰ μάθῃ καὶ τὰ ἐπίλοιπα. Ὁ πανάγαθος λοιπόν, ἀδελφοί μου, καὶ πολυέλεος Θεὸς εἶνε ἕνας, καὶ ὅποιος λέγει ὅτι εἶνε πολλοὶ θεοί, εἶνε διάβολος. Εἶνε δὲ καὶ Τριάς, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα· μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ἕνας Θεός. Εἶνε δὲ ἀκατάληπτος, Κύριος ἀνερμήνευτος, παντοδύναμος, ὅλος φῶς, ὅλος χαρά, ὅλος εὐσπλαγχνία, ὅλος ἀγάπη. Δὲν ἔχομεν κανένα παράδειγμα νὰ παρομοιάσωμεν τὴν Ἁγία Τριάδα, ἐπειδὴ καὶ δὲν εὑρίσκεται ἄλλο εἰς τὸν κόσμον. Μὰ διὰ νὰ λάβη παραμικρὴν βοήθειαν ὁ νοῦς μας, φέρνουν μερικὰ παραδείγματα οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας. Σιμὰ εἰς τὰ ἄλλα μᾶς φέρνουν καὶ τὸν ἥλιον. Ὁ ἥλιος ἠξεύρομεν ὅλοι πὼς εἶνε ἕνας, ἕνας εἶνε καὶ ὁ Θεός· καὶ καθὼς ὁ ἥλιος φωτίζει τοῦτον τὸν κόσμον τὸν αἰσθητόν, οὕτω καὶ ἡ Ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, φωτίζει τὸν νοητόν. Εἴπομεν, ἀδελφοί μου, πῶς ὁ ἥλιος εἶνε ἕνας, μὰ εἶνε καὶ τρία μαζί· ἔχει ἀκτίνας, ὁποὺ ἔρχονται εἰς τὰ ὄμματά μας ὡσὰν γραμμαί, ὡσὰν κλωσταί· ἔχει καὶ φῶς, ὅπου ἐξαπλώνεται εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Μὲ τὸν ἥλιον ὁμοιάζομεν τὸν ἄναρχον Πατέρα, μὲ τὰς ἀκτίνας τὸν συνάναρχον Υἱόν, καὶ μὲ τὸ φῶς τὸ ὁμοούσιον Πνεῦμα. Εἶνε καὶ ἄλλος τρόπος νὰ καταλάβετε τὴν Παναγίαν Τριάδα. Πῶς; Νὰ ἐξομολογηθῆτε καθαρά, νὰ μεταλάβετε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μὲ φόβον καὶ μὲ εὐλάβειαν, καὶ τότε θὰ σᾶς φωτίση ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νὰ καταλάβετε καλύτερα.
Αὐτὴν τὴν Παναγίαν Τριάδα ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ δοξάζομεν καὶ προσκυνοῦμεν· αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Τριάδα ὅσοι λέγονται θεοὶ εἶνε δαίμονες. Καὶ ὄχι μόνον ἡμεῖς πιστεύομεν, δοξάζομεν, προσκυνοῦμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ἀλλὰ ὡσὰν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὡσὰν τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης, Προφῆται, Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ἀσκηταὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα των διὰ τὴν ἀγάπην τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἠγόρασαν τὸν παράδεισον καὶ χαίρονται πάντοτε (19). Ὁμοίως ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἠρνήθησαν τὸν κόσμον, ἐπῆγαν εἰς τὰς ἐρήμους καὶ ἀσκήτευον εἰς ὅλην των τὴν ζωήν, καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον. Ἐπίσης ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἔζησαν μέσα εἰς τὸν κόσμον μὲ σωφροσύνην καὶ παρθενίαν, μὲ νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας, μὲ ἔργα καλά, καὶ ἐπέρασαν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρωνται πάντοτε.

Ἡ πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ

Δὲν εὑρίσκεται τόπος ὁποὺ νὰ λείπη ὁ Θεός. Πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, ὅταν θέλωμεν νὰ κάμωμεν καμμίαν ἁμαρτίαν, νὰ στοχαζώμεθα ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε μέσα εἰς τὴν καρδίαν μας, εἶνε πανταχοῦ παρὼν καὶ μᾶς βλέπει· νὰ ἐντρεπώμεθα τοὺς Ἀγγέλους, τοὺς Ἁγίους, καὶ μάλιστα τὸν ἄγγελον, τὸν φύλακα τῆς ψυχῆς μας, ὁποὺ μᾶς βλέπει. Ἀπὸ ἕνα μικρὸν παιδίον ἐντρεπόμεθα, ὅταν θὰ κάμωμεν τὴν ἁμαρτίαν, καὶ πῶς νὰ μὴν ἐντρεπώμεθα ἀπὸ τόσους Ἁγίους καὶ Ἀγγέλους;

Ἀγαπᾶτε τὸν Θεόν

Ὁ πανάγαθος καὶ πολυέλεος Θεός, ἀδελφοί μου, ἔχει πολλὰ καὶ διάφορα ὀνόματα· λέγεται καὶ φῶς, καὶ ζωή, καὶ ἀνάστασις. Ὅμως τὸ κύριον ὄνομα τοῦ Θεοῦ μας εἶνε καὶ λέγεται ἀγάπη. Πρέπει ἡμεῖς, ἀνίσως καὶ θέλωμεν νὰ περάσωμεν καὶ ἐδῶ καλά, νὰ πηγαίνωμεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον, καὶ νὰ λέγωμεν τὸν Θεόν μας ἀγάπην καὶ πατέρα, πρέπει νὰ ἔχωμεν δυὸ ἀγάπας· ἀγάπην εἰς τὸν Θεόν μας, καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας. Φυσικόν μας εἶνε νὰ ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας· παρὰ φύσιν εἶνε νὰ μὴ τὰς ἔχωμεν. Καὶ καθὼς ἕνα χελιδόνι χρειάζεται δυὸ πτερούγας διὰ νὰ πετᾶ εἰς τὸν ἀέρα, οὕτω καὶ ἡμεῖς χρειαζόμεθα αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, διότι χωρὶς αὐτῶν εἶνε ἀδύνατον νὰ σωθῶμεν. Καὶ πρῶτον ἔχομεν χρέος νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν μας, διότι μας ἐχάρισε τόσην γῆν μεγάλην ἐδῶ νὰ κατοικῶμεν πρόσκαιρα, τόσες χιλιάδες φυτά, βρύσες, ποταμούς, θάλασσας, ἀέρα, ἡμέραν, νύκτα, οὐρανόν, ἥλιον κ.λπ. Ὅλα αὐτὰ διὰ ποῖον τὰ ἔκαμεν, εἰμὴ δι᾿ ἡμᾶς; Τί μᾶς ἐχρεώστει; Τίποτε. Ὅλα χάρισμα· μᾶς ἔκαμεν ἀνθρώπους, δὲν μᾶς ἔκαμε ζῶα· μᾶς ἔκαμεν εὐσεβεῖς ὀρθοδόξους χριστιανούς, καὶ ὄχι ἀσεβεῖς αἱρετικούς· ἂν καὶ ἁμαρτάνωμεν χιλιάδες φορὲς τὴν ὥραν, μᾶς εὐσπλαγχνίζεται ὡσὰν πατέρας καὶ δὲν μᾶς θανατώνει νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, ἀλλὰ περιμένει τὴν μετάνοιάν μας μὲ τὰς ἀγκάλας ἀνοικτάς, πότε νὰ μετανοήσωμεν, νὰ παύσωμεν ἀπὸ τὰ κακά, καὶ νὰ κάμωμεν τὰ καλά, νὰ ἐξομολογηθῶμεν, νὰ διορθωθῶμεν, νὰ μᾶς ἐναγκαλισθῆ, νὰ μᾶς βάλη εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαιρώμεθα πάντοτε.
Τώρα λοιπὸν τοιοῦτον γλυκύτατον Θεὸν καὶ Δεσπότην δὲν πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τὸν ἀγαπῶμεν, καὶ ἂν τύχη ἀνάγκη, νὰ χύσωμεν καὶ τὸ αἷμα μας χιλιάδες φορὲς διὰ τὴν ἀγάπην του, καθὼς τὸ ἔχυσε καὶ Ἐκεῖνος διὰ τὴν ἀγάπην μας; Ἕνας ἄνθρωπος σὲ κράζει εἰς τὸν οἶκον του καὶ θέλει νὰ σὲ φιλεύση ἕνα ποτήρι κρασί, καὶ πάντοτε εἰς ὅλην σου τὴν ζωὴν θὲ νὰ τὸν ἐντρέπεσαι καὶ τὸν τιμᾶς· καὶ τὸν Θεὸν δὲν πρέπει νὰ τιμᾶς καὶ νὰ ἐντρέπεσαι, ὁποὺ σοῦ ἐχάρισε τόσα καλὰ καὶ ἐσταυρώθηκε διὰ τὴν ἀγάπην σου; Ποῖος πατέρας ἐσταυρώθηκε διὰ τὰ παιδιά του καμμίαν φοράν; Καὶ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχυσε τὸ αἷμά του καὶ μᾶς ἐξηγόρασεν ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου. Τώρα δὲν πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ ἀγαπῶμεν τὸν Χριστόν μας; Ἡμεῖς ὄχι μόνον δὲν τὸν ἀγαπῶμεν, ἀλλὰ τὸν ὑβρίζομεν καθ᾿ ἡμέραν μὲ τὰς ἁμαρτίας ὁποὺ κάμνομεν. Ἀμὴ ποίον θέλετε νὰ ἀγαπῶμεν, ἀδελφοί μου; Νὰ ἀγαπῶμεν τὸν διάβολον, ὁποὺ μᾶς ἔβγαλεν ἀπὸ τὸν παράδεισον καὶ μᾶς ἔφερεν εἰς τὸν κατηραμένον τοῦτον κόσμον καὶ παθαίνομεν τόσα κακά; Καὶ ἔχει προαίρεσιν ὁ διάβολος, ἂν ἠδύνατο αὐτὴν τὴν ὥραν νὰ μᾶς θανατώση ὅλους καὶ νὰ μᾶς βάλη εἰς τὴν κόλασιν, τὸ ἔκαμνε. Τώρα σᾶς ἐρωτῶ, ἀδελφοί μου, νὰ μοῦ εἰπῆτε ποίον πρέπει, νὰ μισοῦμεν τὸν διάβολον, τὸν ἐχθρόν μας, ἢ ν᾿ ἀγαπῶμεν τὸν Θεόν μας, τὸν ποιητήν μας, τὸν πλάστην μας; - Ναί, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. - Πολὺ καλὰ τὸ λέγετε, νὰ ἔχω τὴν εὐχὴν σας, καὶ ἐγὼ τὸ λέγω, μὰ καὶ ὁ Θεὸς χρειάζεται στρῶμα διὰ νὰ καθίση· ποίον δὲ εἶνε; Ἡ ἀγάπη. Ἂς ἔχωμεν λοιπὸν καὶ ἡμεῖς τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, καὶ τότε ἔρχεται ὁ Θεός μας καὶ μᾶς χαροποιεῖ, καὶ μᾶς φυτεύει εἰς τὴν καρδίαν μας τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, καὶ περνοῦμεν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ πηγαίνομεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον νὰ εὐφραινώμεθα πάντοτε.

Ἀγαπᾶτε τὸν πλησίον

Ἡμεῖς ὄχι μόνον δὲν ἔχομεν τὴν ἀγάπην, ἀλλὰ ἔχομεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τὴν καρδίαν μας καὶ μισοῦμεν τοὺς ἀδελφούς μας· ἔρχεται ὁ πονηρὸς διάβολος καὶ μᾶς πικραίνει καὶ βάνει τὸν θάνατον εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ περνοῦμεν καὶ ἐδῶ κακά, καὶ πηγαίνομεν εἰς τὴν κόλασιν καὶ καιόμεθα πάντοτε.
Φυσικόν μας εἶνε ν᾿ ἀγαπῶμεν τοὺς ἀδελφούς μας· διότι εἴμεθα μιᾶς φύσεως, ἔχομεν ἕνα βάπτισμα, μίαν πίστιν, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μεταλαμβάνομεν, ἕνα παράδεισον ἐλπίζομεν ν᾿ ἀπολαύσωμεν. Καλότυχος ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὁποὺ ἀξιώθηκε καὶ ἔλαβεν εἰς τὴν καρδίαν του αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, εἰς τὸν Θεόν, καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Διότι ὅποιος ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν του, ἔχει πάντα τὰ ἀγαθά, καὶ ἁμαρτίαν δὲν ὑποφέρει νὰ κάμη· καὶ ὅστις δὲν ἔχει τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν, ἔχει τὸν διάβολον, καὶ κάμνει πάντα τὰ κακὰ καὶ ὅλας τὰς ἁμαρτίας. Χίλιας χιλιάδας καλὰ νὰ κάμνωμεν, ἀδελφοί μου, νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας, καὶ τὸ αἷμα μας νὰ χύσωμεν διὰ τὸν Χριστόν μας, καὶ δὲν ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, ἀλλὰ ἔχωμεν τὸ μίσος καὶ τὴν ἔχθραν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν εἶνε τοῦ διαβόλου καὶ εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν. Μὰ καλὰ, λέγετε, ἐκεῖ μὲ ἐκείνην τὴν ὀλίγην ἔχθραν ὁποὺ ἔχομεν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας, ἔχοντας τόσα καλὰ καμωμένα, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν; Ναί, ἀδελφοί μου, διότι ἐκείνη ἡ ἔχθρα εἶνε φαρμάκι τοῦ διαβόλου· καὶ καθὼς βάνομεν μέσα εἰς ἑκατὸν ὀκάδας ἀλεύρι ὀλίγον προζύμι, καὶ ἔχει τόσην δύναμιν καὶ ἀνακουφίζει ὅσον ζυμάρι καὶ ἂν εἶνε, ἔτσι εἶνε καὶ ἡ ἔχθρα· ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλὰ ὁποὺ ἐκάμαμεν, τὰ γυρίζει καὶ τὰ κάμνει φαρμάκι τοῦ διαβόλου (20).
Ἐδῶ, χριστιανοί μου, πῶς πηγαίνετε; Ἔχετε τὴν ἀγάπην ἀνάμεσόν σας; Ἀνίσως καὶ θέλετε νὰ σωθῆτε, κανένα ἄλλο πράγμα νὰ μὴ ζητήσετε ἐδῶ εἰς τὸν κόσμον ἀπὸ τὴν ἀγάπην. Εἶνε ἐδῶ κανένας ἀπὸ τὴν εὐγένιάν σας ὁποὺ νὰ ἔχη αὐτὴν τὴν ἀγάπην εἰς τοὺς ἀδελφούς του; Ἂς σηκωθῆ ἐπάνω νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ τὸν εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ βάνω καὶ τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσωσι, νὰ λάβη μίαν συγχώρησιν, ὁποὺ νὰ ἔδινεν χιλιάδες φλωρία δὲν τὴν εὕρισκεν. -Ἐγώ, ἅγιε τοῦ Θεοῦ, ἀγαπῶ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀδελφούς μου. -Καλά, παιδί μου, ἔχε τὴν εὐχήν. Πῶς σὲ λέγουν τὸ ὄνομά σου; -Κωστα. -Τί τέχνη κάμνεις; -Πρόβατα φυλάγω. -Τὸ τυρὶ ὅταν τὸ πωλῆς τὸ ζυγιάζεις; -Τὸ ζυγιάζω.
-Ἐσύ, παιδί μου, ἔμαθες νὰ ζυγιάζης τὸ τυρί, καὶ ἐγὼ νὰ ζυγιάζω τὴν ἀγάπην. Τὸ ζύγι ἐντρέπεται τὸν αὐθέντην του; -Ὄχι. -Τώρα νὰ ζυγιάσω καὶ ἐγὼ τὴν ἀγάπην σου, καὶ ἂν εἶνε σωστὴ καὶ δὲν εἶνε ξύγκικη, τότε νὰ σὲ εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, νὰ βάλω καὶ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ σὲ συγχωρήσωσι. Πῶς νὰ σὲ καταλάβω, παιδί μου, πῶς ἀγαπᾶς τοὺς ἀδελφούς σου; Ἐγὼ τώρα ἐδῶ ὁποὺ περιπατῶ καὶ διδάσκω εἰς τὸν κόσμον, λέγω πὼς τὸν κὺρ - Κωστα τὸν ἀγαπῶ ὡσὰ τὰ μάτια μου· μὰ ἐσὺ δὲν τὸ πιστεύεις· θέλεις νὰ μὲ δοκιμάσῃς πρῶτον, καὶ τότε νὰ μὲ πιστεύσῃς. Ἐγὼ ἔχω ψωμὶ νὰ φάγω, ἐσὺ δὲν ἔχεις· ἀνίσως καὶ σοῦ δώσω κομμάτι καὶ σέ, ὁποὺ δὲν ἔχεις, τότε φανερώνω πὼς σὲ ἀγαπῶ. Ἀμὴ ἐγὼ νὰ φάγω ὅλο τὸ ψωμὶ καὶ ἐσὺ νὰ πεινᾶς, τί φανερώνω; Πὼς ἡ ἀγάπη ὁποὺ ἔχω εἰς σὲ εἶνε ψεύτικη. Ἔχω δυὸ ποτήρια κρασὶ νὰ πίω, ἐσὺ δὲν ἔχεις· ἀνίσως καὶ δώσω καὶ σὲ ἀπ᾿ αὐτὸ καὶ πίης, τότε φανερώνω πὼς σὲ ἀγαπῶ. Ἀμὴ ἀνίσως καὶ δὲν σοῦ δώσω, εἶνε κάλπικη ἡ ἀγάπη. Εἶσαι λυπημένος· ἀπέθανεν ἡ μήτηρ σου, ὁ πατήρ σου· ἀνίσως καὶ ἔλθω νὰ σὲ παρηγορήσω, τότε εἶνε ἀληθινὴ ἡ ἀγάπη μου. Ἀμὴ ἀνίσως σὺ κλαίης καὶ θρηνῆς καὶ ἐγὼ τρώγω, πίνω καὶ χορεύω, ψεύτικη εἶνε ἡ ἀγάπη μου. Τὸ ἀγαπᾶς ἐκεῖνο τὸ φτωχὸ παιδί; -Τὸ ἀγαπῶ. -Ἂν τὸ ἠγάπας, τοῦ ἔπαιρνες ἕνα ὑποκάμισο ὁποὺ εἶνε γυμνό, νὰ παρακαλῆ καὶ ἐκεῖνο διὰ τὴν ψυχήν σου. Δὲν εἶνε ἔτσι, χριστιανοί μου; Μὲ ψεύτικην ἀγάπην δὲν πηγαίνομεν εἰς τὸν παράδεισον. Τώρα σὰν θέλης νὰ κάμης τὴν ἀγάπην μάλαμα, πάρε καὶ ἔνδυσε τὰ φτωχὰ παιδιά, καὶ τότε νὰ βάλω νὰ σὲ συγχωρήσωσι. Τὸ κάμνεις τοῦτο; Τὸ κάμνω. Χριστιανοί μου, ὁ Κωστας ἐκατάλαβε, πὼς ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχεν ἕως τώρα ἦτο ψεύτικη, καὶ θέλει νὰ τὴν κάμη μάλαμα, νὰ ἐνδύση τὰ πτωχὰ παιδιά. Ἐπειδὴ καὶ τὸν ἐπαιδεύσαμεν, σᾶς παρακαλῶ νὰ εἰπῆτε διὰ τὸν κὺρ Κωστα τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτόν.

Ἡ θεία Δημιουργία

Τὰ Δέκα Τάγματα τῶν Ἀγγέλων

Ὁ πανάγαθος λοιπὸν καὶ πολυέλεος Θεὸς εἶνε καὶ λέγετε ἀγάπη· εἶνε καὶ λέγετε Τριάς. Παρακινούμενος ὁ Κύριος ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνίαν του ἔκαμε πρῶτον δέκα τάγματα Ἀγγέλους. Οἱ Ἄγγελοι εἶνε πνεύματα πύρινα, ἄϋλα, καθὼς εἶνε ἡ ψυχή μας. Τὸ κάθε τάγμα εἶνε ὡς τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. Ποίος ἐπαρακίνησε τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἔκαμεν; Ἡ εὐσπλαχνία του. Πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδεφοί μου, ἀνίσως καὶ θέλωμεν νὰ λέγωμεν τὸν Θεόν μας πατέρα, νὰ εἴμεθα εὔσπλαχνοι, νὰ κάμνωμεν τοὺς ἀδελφούς μας νὰ εὐφραίνωνται, καὶ τότε νὰ λέγωμεν τὸν Θεὸν πατέρα: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς...». Εἰ δὲ καὶ εἴμεθα ἄσπλαχνοι, σκηροκάρδιοι καὶ κάμνωμεν τοὺς ἀδελφούς μας καὶ φαρμακεύονται καὶ βάνομεν τὸν θάνατον εἰς τὴν καρδίαν των, δὲν πρέπει νὰ λέγωμεν τὸν Θεόν μας πατέρα, ἀλλὰ τὸν διάβολον, διότι ὁ διάβολος θέλει νὰ κάμνωμεν τοὺς ἀδελφούς μας νὰ φαρμακεύωνται, καὶ ὄχι ὁ Θεός.
Καὶ ἔτσι, ἀδελφοί μου, τὸ πρῶτον τάγμα ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους ὁποὺ προείπομεν, ἔπεσεν εἰς ὑπερηφάνειαν καὶ ἐζήτησε νὰ δοξασθῆ ἴσα μὲ τὸν Θεόν. Ἀπὸ ἐκεῖ ὁποὺ ἦτο ἄγγελος φωτεινὸς καὶ λαμπρότατος, ἔγινε διάβολος σκοτεινότατος, καὶ πολέμιος τῶν ἀνθρώπων· καὶ ἔχει νὰ καίεται πάντοτε εἰς τὴν κόλασιν. Καὶ ὅταν ἀκούωμεν διάβολον, αὐτὸς εἶνε ὁποὺ ἦτο πρῶτος ἄγγελος· αὐτὸς εἶνε ὁποὺ παρακινεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ ὑπερηφανεύωνται, νὰ φονεύουν, νὰ κλέπτουν· αὐτὸς εἶνε ὁποὺ ἐμβαίνει μέσα εἰς ἀποθαμένον ἄνθρωπον καὶ φαίνεται ὡς ζωντανὸς καὶ τὸν λέγομεν βρυκόλακα· αὐτὸς εἶνε ὁποὺ ἐμβαίνει καὶ μέσα εἰς ζωντανὸν ἄνθρωπον καὶ παίρνει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἢ τινὸς Ἁγίου, τρέχων ἄνω καὶ κάτω ὡσὰν δαιμονισμένος καὶ λέγει ὅτι κάμνει θαύματα· αὐτὸς εἶνε ὁ διάβολος ὁποὺ ἐμβαίνει εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ σεληνιάζεται καὶ δαιμονίζεται. Καὶ ἂς εἶνε δεδοξασμένος ὁ Θεὸς ὁποὺ μᾶς ἐχάρισε τρία ἄρματα μὲ τὰ ὁποῖα νὰ τὸν πολεμῶμεν. Ἀνίσως καὶ εἶνε ἐδῶ τίνας ἀπὸ σᾶς καὶ δαιμονίζεται, καὶ θέλη νὰ μάθῃ τὰ ἰατρικά, εὔκολον εἶνε· ἐξομολόγησις, νηστεία καὶ προσευχή. Ὅσον ἐξομολογεῖται ὁ ἄνθρωπος, νηστεύει καὶ προσεύχεται, τόσον κατακαίεται καὶ φεύγει ὁ διάβολος.
Ὡσὰν ἐξέπεσε τὸ πρῶτον τάγμα ἀπὸ τὴν ἀγγελικὴν δόξαν καὶ ἔγιναν δαίμονες, τὰ ἄλλα ἐννέα τάγματα ἐταπεινώθησαν καὶ ἔπεσον καὶ προσεκύνησαν τὴν Παναγίαν Τριάδα καὶ ἐστάθησαν εἰς τὸν τόπον τῶν νὰ χαίρωνται πάντοτε. Πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νὰ στοχαζώμεθα τί κακὸν πράγμα εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια· ἐκρήμνισε τὸν διάβολον ἀπὸ τὴν ἀγγελικὴν δόξαν καὶ ἔχει νὰ καίεται εἰς τὴν κόλασιν πάντοτε· καὶ πῶς ἡ ταπείνωσις ἐβάσταξεν τοὺς Ἀγγέλους εἰς τὸν οὐρανὸν νὰ χαίρωνται πάντοτε εἰς ἐκείνην τὴν δόξαν τῆς Ἁγίας Τριάδος. Πρέπει ἀκόμη νὰ στοχασθῶμεν πῶς ὁ πανάγαθος Θεὸς μισεῖ τὸν ὑπερήφανον καὶ ἀγαπᾶ τὸν ταπεινόν. Καὶ ὄχι μόνον ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ ἡμεῖς, ὅταν ἰδοῦμεν τινὰ ταπεινόν, τὸν βλέπομεν ὡς ἄγγελον, μᾶς φαίνεται ν᾿ ἀνοίξωμεν τὴν καρδίαν μας νὰ τὸν βάλωμεν μέσα· καὶ ὅταν ἰδοῦμεν τινὰ ὑπερήφανον, τὸν βλέπομεν ὡς τὸν διάβολον, γυρίζομεν τὸ πρόσωπόν μας εἰς ἄλλο μέρος νὰ μὴ τὸν βλέπωμεν. Ἂς φύγωμεν λοιπόν, ἀδελφοί μου, τὴν ὑπερηφάνειαν, διότι εἶνε ἡ πρώτη θυγατέρα τοῦ διαβόλου, εἶνε δρόμος ποὺ μᾶς πηγαίνει εἰς τὴν κόλασιν, καὶ νὰ ἔχωμεν τὴν ταπείνωσιν, διότι εἶνε ἀγγελική, εἶνε δρόμος ὁποὺ μας πηγαίνει εἰς τὸν παράδεισον. Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε; Τὴν ταπείνωσιν ἀγαπᾶτε ἡ τὴν ὑπερηφάνειαν; Ὅστις ἀγαπᾶ τὴν ταπείνωσιν, ἂς σηκωθῆ ἐπάνω νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ τὸν εὐχηθῶ. -Ἐγώ, ἅγιε τοῦ Θεοῦ, ἀγαπῶ τὴν ταπείνωσιν. -Ἔκβαλε τὰ φορέμετά σου, ἐνδύσου πενιχρὰ φορέματα, καὶ γύριζε εἰς τὴν ἀγοράν. Δὲν τὸ κάμνεις; Ἐντρέπεσαι; Κἀμὲ ἄλλο. Κόψε τὸ μισό σου μουστάκι καὶ ἔβγα εἰς τὸ παζάρι. Μήτε καὶ αὐτὸ τὸ κάμνεις; Δὲν τὸ λέγω δι᾿ ἐσὲ μόνον, ἀλλὰ διὰ νὰ ἀκούσουν καὶ οἱ ἄλλοι· νὰ μὴ λέγητε ὅτι εἶσθε ταπεινοί. Μὲ βλέπετε καὶ ἐμὲ μὲ αὐτὰ τὰ γένεια; Εἶνε γεμάτα ὑπερηφάνειαν, καὶ ὁ Θεὸς νὰ τὴν ξερριζώση ἀπὸ τὴν καρδίαν μας (21). Ὁ χριαστιανὸς χρειάζεται δυὸ πτέρυγας διὰ νὰ πετάξη νὰ ὑπάγη εἰς τὸν παράδεισον, τὴν ταπείνωσιν καὶ τὴν ἀγάπην.

Ἡ Δημιουργία τοῦ Κόσμου

Ὡσὰν ἐξέπεσεν τὸ πρῶτον τάγμα καὶ ἔγιναναν δαίμονες, τότε ἐπρόσταξεν ὁ πανάγαθος Θεὸς καὶ ἔγινεν ὁ κόσμος οὗτος. Καὶ ἀπὸ τὸν καιρὸν ὁποὺ ἔκαμε τὸν κόσμον εἶνε 7288 χρόνοι. Εἶνε δὲ ὁ κόσμος οὗτος ὡς αὐγό, καὶ καθὼς εἶνε ὁ κρόκος εἰς τὴν μέσην του αὐγοῦ, ἔτσι εἶνε ἡ γῆ ποιημένη ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ στέκη χωρὶς νὰ ἐγγίζη εἰς κανὲν ἄλλο μέρος. Καὶ καθὼς εἶνε τὸ ἀσπράδι ὁλόγυρα εἰς τὸν κρόκον, ἔτσι εἶνε καὶ ὁ ἀέρας εἰς τὴν γῆν. Καὶ καθὼς εἶνε ὁ φλοιὸς ὁλόγυρα, ἔτσι εἶνε καὶ ὁ οὐρανὸς ὁλόγυρα ἀπὸ τὴν γῆν. Ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα εἶνε κολλημένα εἰς τὸν οὐρανόν. Ἡ γῆ εἶνε στρογγυλή, καὶ ὅπου πηγαίνει ὁ ἥλιος, ἐκεῖ γίνεται ἡμέρα, ἡ νύκτα δὲ εἶνε ὁ ἴσκιος τῆς γῆς. Τώρα ἐδῶ ἔχομεν βράδυ, εἰς ἄλλο μέρος εἶνε αὐγή· καὶ καθὼς εἶνε ἄνθρωποι ἐδῶ εἰς τὴν γῆν, ἔτσι εἶνε καὶ ὑποκάτω τῆς γῆς. Διὰ τοῦτο ἐνομοθέτησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες νὰ βάφωμεν τὰ αὐγὰ κόκκινα τὴν Λαμπράν. Διότι τὸ αὐγὸ σημαίνει τὸν κόσμον, τὸ δὲ κόκκινον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, ὁποὺ ἔχυσεν εἰς τὸν Σταυρὸν καὶ ἁγίασεν ὅλον τὸν κόσμον. Πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ χαιρώμεθα καὶ νὰ εὐφραινώμεθα χιλιάδες φορές, πὼς ἔχυσεν ὁ Χριστὸς τὸ αἷμά του καὶ μᾶς ἐξηγόρασεν ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου· μὰ πάλιν νὰ κλαίωμεν καὶ νὰ θρηνῶμεν, πὼς αἱ ἁμαρτίαι μας ἐσταύρωσαν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τὸν Χριστόν μας.
Ἐπρόσταξεν ὁ Θεὸς καὶ ἔγιναν ἑπτὰ ἡμέραι· καὶ πρώτην ἔκαμε τὴν Κυριακὴν καὶ τὴν ἐκράτησε διὰ λόγου του· καὶ τὰς ἄλλας ἓξ τὰς ἐχάρισεν εἰς ἡμᾶς νὰ ἐργαζώμεθα διὰ τὰ ψεύτικα ταῦτα γήϊνα, καὶ τὴν Κυριακὴν νὰ σχολάζωμεν καὶ νὰ πηγαίνωμεν εἰς τὰς ἐκκλησίας μας νὰ δοξάζωμεν τὸν Θεόν μας, νὰ ἱστάμεθα μὲ εὐλάβειαν, ν᾿ ἀκούωμεν τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ τὰ λοιπὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Τί μᾶς παραγγέλει ὁ Χριστός μας νὰ κάμνωμεν; Νὰ στοχαζώμεθα τὰς ἁμαρτίας μας, τὸν θάνατον, τὴν κόλασιν, τὸν παράδεισον, τὴν ψυχήν μας ὁποὺ εἶνε τιμιωτέρα ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον, νὰ τρώγωμεν καὶ νὰ πίνωμεν τὸ ἀρκετόν μας, ὁμοίως καὶ τὰ ροῦχα μας τὰ ἀρκετά, τὸν δὲ ἐπίλοιπον καιρὸν νὰ τὸν ἐξοδεύωμεν διὰ τὴν ψυχήν μας, νὰ τὴν κάμνωμεν νύμφην τοῦ Χριστοῦ μας, καὶ τότε πρέπει νὰ λεγώμεθα ἄνθρωποι καὶ ἐπίγειοι ἄγγελοι. Εἰ δὲ καὶ ζητοῦμεν πῶς νὰ τρώγωμεν, πῶς νὰ πίνωμεν, πῶς νὰ ἁμαρτάνωμεν, πῶς νὰ στολίζωμεν τοῦτο τὸ βρώμικο σῶμα, ὁποὺ αὔριον θὰ τὸ φάνε τὰ σκουλήκια, καὶ ὄχι διὰ τὴν ψυχὴν ὁποὺ εἶνε ἀθάνατος, τότε δὲν πρέπει νὰ λεγώμεθα ἄνθρωποι, ἀλλὰ ζῶα. Λοιπὸν κάμετε τὸ σῶμα δοῦλον τῆς ψυχῆς, καὶ τότε νὰ λέγεσθε ἄνθρωποι.
Τὴν πρώτην ἡμέραν ἐπρόσταξεν ὁ Θεὸς καὶ ἔγινε φῶς. Τὴν δευτέραν ἡμέραν ὁ οὐρανός, ἡ γῆ, τὰ νερά, ὁ ἀέρας κ.λπ. Τὴν τρίτην ἔγιναν τὰ χόρτα καὶ τὰ φυτά. Τὴν τετάρτην ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα. Τὴν πέμπτην ἡ θάλασσα, τὰ ὀψάρια καὶ τὰ πετεινά. Τὴν παρασκευὴν ἐπρόσταξε τὴν γῆν καὶ ἔβγαλεν ὅλα τὰ ζῶα.

Ἡ Δημιουργία τοῦ Ἀνθρώπου

Ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναίκα εἰς τὸν κόσμον δὲν ἦσαν. Ἐπῆρεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν γῆν χῶμα καὶ ἔπλασεν ἕνα ἄνδρα ὡσὰν ἡμᾶς, καὶ ἐνεφύσησε καὶ τοῦ ἐχάρισε ψυχὴν ἀθάνατον. Καὶ καθὼς ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι βάνομεν ἀλεύρι καὶ νερὸ καὶ τὰ ζυμώνομεν καὶ κάμνομεν ἕνα ψωμί, οὕτω καὶ ὁ Θεός. Πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ στοχασθῶμεν τί εἶνε τὸ σῶμα καὶ τί εἶνε ἡ ψυχή. Τὸ σῶμα εἶνε χῶμα καὶ αὔριον θὰ τὸ φάγουν τὰ σκουλήκια, καὶ ἀνάγκη εἶνε ἡ ψυχὴ νὰ χαίρεται πάντοτε εἰς τὸν παράδεισον, ἀνίσως καὶ κάμη καλά. Τοῦτο τὸ σῶμα ὁποὺ βλέπετε, ἀδελφοί μου, εἶνε τὸ φόρεμα τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχὴ εἶνε ἄνθρωπος· ἡ ψυχὴ εἶνε ὁποὺ βλέπει, ἀκούει, ὁμιλεῖ, περιπατεῖ, μανθάνει ἐπιστήμας, δίδει ζωὴν εἰς τὸ σῶμα καὶ δὲν τὸ ἀφήνει νὰ βρωμήση. Καὶ ἅμα ἔβγη ἡ ψυχή, τότε βρωμά, σκουληκιάζει τὸ σῶμα. Τὸ κορμὶ ἔχει τὰ ὄμματα, μὰ δὲν βλέπει· ἔχει τὰ ὦτα, μὰ δὲν ἀκούει· ὁμοίως καὶ αἱ λοιπαὶ αἰσθήσεις τοῦ σώματος. Ὅλα ἐνεργοῦνται διὰ τῆς ψυχῆς.
-Τὸν κλαίετε τὸν ἀποθαμένον; -Τὸν κλαίομεν. -Ὡς φαίνεται, σᾶς πονεῖ δι᾿ αὐτόν. Καὶ πόσας ἡμέρας τὸν φυλάγετε; -Δυὸ - τρεῖς ὥρας. -Τόσην ἀγάπην ἔχετε εἰς τὸν ταλαίπωρον; Ἀπὸ τὴν σήμερον νὰ μὴ τὸν θάπτετε, ἀλλὰ νὰ τὸν φυλάττετε εἰκοσιτέσσαρες ὧρες· καὶ νὰ μαζεύεσθε ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, καὶ νὰ στοχάζεσθε καλά, διότι καλύτερος διδάσκαλος δὲν εἶνε ἄλλος ἀπὸ τὸν θάνατον. Καὶ μὴ τοὺς κλαίετε τοὺς ἀποθαμένους, διότι βλάπτετε καὶ τὸν ἑαυτόν σας καὶ ἐκείνους. Καὶ αἱ γυναῖκες ὅσες ἔχετε λερωμένες μπόλιες νὰ τὰς ρίψετε.
Ὅταν ἔκαμεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνδρα, ἔλαβεν ὁ πανάγαθος μίαν πλευρὰν ἀπ᾿ αὐτὸν καὶ ἔκαμε τὴν γυναίκα, καὶ τοῦ τὴν ἔδωκε διὰ σύντροφον. Ἴσια τὴν ἔκαμεν ὁ Θεὸς τὴν γυναίκα μὲ τὸν ἄνδρα, ὄχι κατωτέρα. Ἐδῶ πῶς τὰς ἔχετε τὰς γυναῖκας; -Διὰ κατωτέρας. -Ἀνίσως, ἀδελφοί μου, καὶ θέλετε νὰ εἶσθε καλύτεροι οἱ ἄνδρες ἀπὸ τὰς γυναῖκας, πρέπει νὰ κάμνετε καὶ ἔργα καλύτερα ἀπὸ αὐτάς· εἰ δὲ καὶ αἱ γυναῖκες κάμνουν καλύτερα καὶ πηγαίνουν εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἡμεῖς εἰς τὴν κόλασιν, τί μᾶς ὠφελεῖ; Εἴμεθα ἄνδρες καὶ κάμνομεν χειρότερα. Ἐγὼ βλέπω ἐδῶ ποὺ περιπατῶ καὶ διδάσκω· εἶπα ἕνα λόγον διὰ τὰς γυναῖκας καὶ σκέπτονται νὰ ρίψουν τὰ περιττὰ σκουλαρίκια, δακτυλίδια, καὶ μὲ ἤκουσαν εὐθύς (22). Βλέπω ὁποὺ τρέχουν νὰ ἐξομολογηθοῦνε. Εἶπα καὶ ἕνα λόγον διὰ τοὺς ἄνδρας· φυσικὸν εἶνε τοῦ ἀνδρὸς ὅταν πηγαίνῃ πενήντα χρονῶν νὰ βγάνη γένεια· καὶ ἐγὼ βλέπω ἐδῶ καὶ εἶνε ἑξήντα καὶ ὀγδοήντα χρονῶν γέροντες, καὶ ἀκόμη ξυρίζονται. Δὲν τὸ ἐντρέπεσθε νὰ ξυρίζεσθε; Δὲν ἤξευρεν ὁ Θεὸς ὁποὺ ἔδωκε τὰ γένεια; Καὶ καθὼς εἶνε ἄπρεπον μία γυναίκα γερόντισσα νὰ στολίζεται καὶ νὰ βάνη φτιασίδια, ὁμοίως καὶ ἕνας γέρων, ὅταν ξυρίζεται. Τὸ σιτάρι, ὅταν παίρνη καὶ ἀσπρίζη, τί θέλει; Θερισμόν. Ὁμοίως καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὅταν παίρνη καὶ ἀσπρίζη, τί φανερώνει; Τὸν θάνατον. Εἶνε κανένας ἐδῶ καὶ θέλει νὰ ἀφήση τὰ γένεια του; Ἂς σηκωθῆ νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ γίνωμεν ἀδελφοί, νὰ τὸν εὐχηθῶ καὶ ἐγώ, καὶ νὰ βάλω καὶ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσωσι. -Ἐγὼ εἶμαι, διδάσκαλε. -Καλά, ἔχε τὴν εὐχήν μου. Παρακαλεῖτε τὸν Θεὸν δι᾿ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλόν, νὰ παρακαλῶ καὶ ἐγὼ διὰ λόγου σας, ὅσον καιρὸν καὶ ἂν ζήσω. Τὸ κάμνετε; -Τὸ κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Σᾶς παρακαλῶ, χριστιανοί μου, νὰ εἰπῆτε, δι᾿ ὅσους ἀφήσουν τὰ γένεια, τρεῖς φορές: Ὁ Θεὸς συγχωρήσαι καὶ ἐλεήσαι αὐτούς. Ζητήσατε καὶ ἡ εὐγένειά σας συγχώρησιν, καὶ ἄμποτε καὶ σᾶς φωτίσῃ ὁ Θεός, καθὼς ἀφήκατε τὰ γένεια, νὰ ἀφήσετε καὶ τὰς ἁμαρτίας. Καὶ ἐσεῖς οἱ νέοι νὰ τοὺς τιμᾶτε· καὶ ἂν τύχῃ ἕνας ἄνθρωπος καὶ εἶνε τριάντα χρόνων ὁποὺ ἄφησε τὰ γένειά του, ἔτυχε καὶ ἕνας 50 ἢ 60 ἢ 100 καὶ ξυρίζεται, νὰ βάλῃς ἐκεῖνον ὁποὺ ἄφησε τὰ γένεια παραπάνω νὰ καθήση ἀπὸ ἐκεῖνον ὁποὺ ξυρίζεται, τόσον εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὅσον καὶ εἰς τὸ τραπέζι. Δὲν σᾶς λέγω πάλιν ὅτι τὰ γένεια σᾶς πᾶνε εἰς τὸν παράδεισον, ἀλλὰ τὰ καλὰ ἔργα. Καὶ τὰ φορέμετά σου νὰ εἶνε ταπεινά, καὶ τὸ φαγί σου καὶ τὸ πιοτό σου, καὶ ὅλη σας ἡ συμπεριφορὰ νὰ εἶνε χριστιανική, διὰ νὰ δίδετε καλὸν παράδειγμα καὶ εἰς τοὺς ἄλλους.
Ὁ ἄνδρας, ἀδελφοί μου, ἐγέννησε τὴν γυναίκα ἀπὸ τὴν πλευράν του χωρὶς γυναίκα, καὶ πάλιν ἔγινε γερός. Ἐδανείσθη ἐκείνη τὴν πλευρὰν ἀπὸ τὸν ἄνδρα καὶ τὴν ἐχρεωστοῦσε. Ἐγεννήθησαν ὡσὰν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ γυναῖκες εἰς τὸν κόσμον, ἀλλὰ δὲν ἐφάνη καμία ἀξία νὰ γεννήση ἄνδρα, νὰ πληρώση τὴν πλευρὰν ὁποὺ ἐχρεωστοῦσε, παρὰ ἡ Δέσποινα Θεοτόκος, ὁποὺ ἠξιώθη διὰ τὴν καθαρότητά της καὶ ἐγέννησε τὸν γλυκύτατον Χριστὸν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, χωρὶς ἄνδρα, παρθένος, καὶ πάλιν ἔμεινε παρθένος, καὶ ἐπλήρωσεν ἐκείνην τὴν πλευράν. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί χαρμόσυνα μυστήρια ἔχει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία; Μὰ τὰ ἔχει κρυμμένα καὶ θέλουν ξεσκέπασμα. Διὰ τοῦτο νὰ μάθετε ὅλοι σας γράμματα, διὰ νὰ καταλαμβάνετε πῶς περιπατεῖτε. Πρέπει καὶ σύ, ὦ ἄνδρα, νὰ μὴ μεταχειρίζεσαι τὴν γυναῖκα σου ὡσὰν σκλάβα, διότι πλάσμα τοῦ Θεοῦ εἶνε καὶ ἐκείνη καθὼς καὶ σύ. Τόσον ἐσταυρώθηκεν ὁ Θεὸς δι᾿ ἐσέ, ὅσον καὶ δι᾿ ἐκείνην. Πατέρα λέγεις ἐσὺ τὸν Θεόν, πατέρα τὸν λέγει καὶ ἐκείνη. Ἔχετε μίαν πίστιν, ἕνα βάπτισμα· Δὲν τὴν ἔχει ὁ Θεὸς κατωτέραν. Διὰ τοῦτο δὲν τὴν ἔκαμεν ἀπὸ τὸ κεφάλι, διὰ νὰ μὴ καταφρονῆ τὸν ἄνδρα. Ὁμοίως πάλιν δὲν τὴν ἔκαμεν ἀπὸ τὰ ποδάρια, διὰ νὰ μὴ καταφρονῆ ὁ ἄνδρας τὴ γυναίκα. Ὠνόμασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνδρα Ἀδάμ, τὴν δὲ γυναίκα Εὔαν. Ἔκαμε καὶ ἕναν παράδεισον εἰς τὸ μέρος τῆς ἀνατολῆς ὅλον χαρὰ καὶ εὐφροσύνη· μήτε πείνα, μήτε δίψα, μήτε ἀρρώστια, μήτε κανὲν λυπηρόν. Τοὺς ἐστόλισε μὲ τὰ ἑπτὰ χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Τοὺς ἔβαλε μέσα εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρωνται ὡς ἄγγελοι. Λέγει ὁ Θεὸς τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας: Ἐγὼ νὰ ὁποὺ σᾶς ἔκαμα ἀνθρώπους λαμπροτέρους ἀπὸ τὸν ἥλιον. Σᾶς ἔβαλα μέσα εἰς τὸν παρέδεισον, νὰ χαίρεσθε ἀπὸ ὅλα τὰ ἀγαθὰ τοῦ παραδείσου. Μὰ διὰ νὰ γνωρίζετε πὼς ἔχετε Θεὸν ποιητὴν καὶ πλάστην σας, σᾶς δίδω μίαν παραγγελίαν· μόνον ἀπὸ μίαν συκὴν νὰ μὴ φάγητε σύκα· μὰ νὰ ἠξεύρητε καὶ αὐτό, πὼς ἀνίσως καὶ παραβῆτε τὴν προσταγήν μου καὶ φάγετε, θὰ ἀποθάνετε. Καὶ ἔτσι τοὺς ἄφησεν ὁ Θεὸς μέσα εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἐχαίροντο ὡς ἄγγελοι. Διὰ τοῦτο τοὺς ἐστόλισεν ὁ πανάγαθος Θεὸς μὲ τὴν ἐντροπήν, καὶ ἡ ἐντροπὴ νὰ τοὺς φυλάγη ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν, μὰ περισσότερον τὴν γυναίκα. Διὰ τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅσον καὶ θυγατέρες τοῦ Χριστοῦ μου, ὅσον ἠμπορεῖτε, νὰ εἶσθε σκεπασμένες μὲ τὴν ἐντροπήν, καὶ φαίνεσθε ὡσὰν μάλαμα.

Ἡ Ἀπολύτρωσις τοῦ Ἀνθρώπου

Ἀπέθανον ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα, ἐπῆγαν εἰς τὴν κόλασιν καὶ ἐκαίοντο πέντε καὶ ἥμισυ χιλιάδες χρόνους διὰ μίαν ἁμαρτίαν· ἀμὴ ἡμεῖς ὁποὺ κάμνομεν πολλάς, καὶ μάλιστα ἐγώ, τί ἔχομεν νὰ πάθωμεν; Ὁ Θεὸς εἶνε εὔσπλαχνος, ἀλλὰ καὶ δίκαιος. Ἔχει ράβδον σιδηράν· καὶ καθὼς ἐπαίδευε τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔαν, ἔτσι παιδεύει καὶ ἡμᾶς, ἂν δὲν κάμνωμεν καλά. Παρέβησαν ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα τὴν προσταγὴν τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐξωρίσθησαν ἀπὸ τὸν παράδεισον. Τώρα τί κάμνομεν, χριστιανοί μου, ἡμεῖς; Ζητήσατε νὰ μάθετε, ὅτι εἰς τοὺς πέντε καὶ ἥμισυ χιλιάδες χρόνους ὅλοι ὅσοι ἀπέθνησκον ἐπήγαινον εἰς τὴν κόλασιν. Εὐσπλαχνίσθη ὁ Κύριος τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων καὶ ἦλθε καὶ ἔγινεν ἄνθρωπος τέλειος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἀπὸ τὰ καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, καὶ μᾶς ἔβγαλεν ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου. Ζητήσατε νὰ μάθετε, ὅτι Κυριακὴν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου· Κυριακὴν ἡμέραν ἐγεννήθη ὁ Χριστὸς καὶ μᾶς ἔδειξε τὴν Ἁγίαν Πίστιν, τὸ ἅγιον Βάπτισμα, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια· ὑβρίσθη, ἐδάρθη, ἐσταυρώθη κατὰ τὸ ἀνθρώπινον· ἀνέστη τὴν τρίτην ἡμέραν, ἐπῆγε εἰς τὴν κόλασιν, ἔβγαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔαν καὶ τὸ γένος του· ἔγινε χαρὰ εἰς τὸν οὐρανόν, εἰς τὸν ἅδην καὶ εἰς ὅλον τὸν κόσμον· φαρμάκι καὶ σπαθὶ δίστομον εἰς τοὺς Ἑβραίους καὶ εἰς τὸν διάβολον· ἀνελήφθη εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἐκάθησε ἐκ δεξιῶν του Πατρός, νὰ συμβασιλεύη αἰωνίως, νὰ προσκυνῆται καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους. Ζητήσατε νὰ μάθετε, πῶς σήμερον, αὔριον περιμένομεν τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Εἶσθε φρόνιμοι καὶ γνωστικοί· καταλάβατε καὶ μόνοι σᾶς τὸ καλὸν καὶ κάμνετέ το.

Μέσα πρὸς Σωτηρίαν τοῦ Γένους

Πνευματικοὶ Πυρῆνες

Τώρα τί σᾶς φαίνεται εὔλογον νὰ κάμωμεν; Ἔχω δυὸ λογισμούς. Ὁ ἕνας λογισμὸς μοῦ λέγει: Φθάνουν αὐτὰ ὁποὺ εἶπες εἰς τοὺς χριστιανούς, καὶ σήκω πρωΐ πήγαινε καὶ εἰς ἄλλο μέρος νὰ διδάξης. Ὁ ἄλλος μοῦ λέγει: Μὴ πηγαίνεις· κάθισε νὰ τοὺς εἰπῆς καὶ τὰ ἐπίλοιπα καὶ αὔριον φεύγεις. Σεῖς τί λέγετε νὰ φύγω ἢ νὰ καθήσω; -Νὰ καθήσῃς, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Καλά, παιδιά μου, νὰ καθήσω· ἀμὴ εἶνε καλὰ νὰ δουλεύη ἕνας ἄνθρωπος ἕνα ἀμπέλι, ἢ νὰ βόσκη πρόβατα, καὶ νὰ μὴ φάγη ἐκ τοῦ καρποῦ των; Τώρα καὶ ἐγὼ ἐδῶ ὁποὺ ἦλθα καὶ κοπιάζω εἶνε καλὸν νὰ μὴ μοῦ δώσητε ὀλίγην παρηγορίαν, πληρωμήν; Καὶ τί πληρωμὴν θέλω ἐγώ; Χρήματα; Καὶ τί νὰ τὰ κάμω; Ἐγώ, μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ, μήτε σακκούλα ἔχω, μήτε σπίτι, μήτε ἄλλο ράσο· καὶ τὸ σκαμνὶ ὁποὺ ἔχω ἰδικόν σας εἶνε, τὸ ὁποῖον εἰκονίζει τὸν τάφον μου. Ἐτοῦτος ὁ τάφος ἔχει ἐξουσίαν νὰ διδάξη βασιλεῖς, πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἄνδρας καὶ γυναίκας, νέους καὶ γέροντας καὶ ὅλον τὸν κόσμον. Ἀνίσως καὶ ἐπεριπατοῦσα διὰ ἄσπρα, θὰ ἤμουν τρελὸς καὶ ἀνόητος· ἀμὴ τί εἶνε ἡ πληρωμή μου; Νὰ καθήσετε ἀπὸ πέντε, δέκα, νὰ συνομιλῆτε αὐτὰ τὰ θεῖα νοήματα, νὰ τὰ βάλετε μέσα εἰς τὴν καρδίαν σας, διὰ νὰ σᾶς προξενήσουν τὴν αἰώνιον ζωὴν (24). Δὲν εἶνε, ἀδελφοί μου, λόγοι ἰδικοί μου ὅσα σᾶς εἶπον, ἀλλὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Αὐτὰ ὁποὺ σᾶς εἶπα τὸ ἴδιον εἶνε ὡσὰν νὰ κατέβη ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς νὰ σᾶς τὰ εἰπῆ. Τώρα ἀνίσως καὶ τὰ κάμνετε καὶ τὰ βάλλετε εἰς τὸν νοῦν σας, δὲν μὲ φαίνεται καὶ ἐμὲ τίποτε ὁ κόπος. Εἰ δὲ καὶ δὲν τὰ κάμνετε, φεύγω λυπημένος, μὲ τὰ δάκρυα στὰ μάτια.

Χριστιανικὰ Σχολεῖα

Ἔχετε σχολεῖον ἐδῶ εἰς τὴν χῶραν σας νὰ διαβάζουν τὰ παιδιά; -Δὲν ἔχομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Νὰ μαζευθῆτε ὅλοι νὰ κάμετε ἕνα σχολεῖον καλόν, νὰ βάλετε καὶ ἐπιτρόπους νὰ τὸ κυβερνοῦν, νὰ βάνουν διδάσκαλον νὰ μανθάνουν ὅλα τὰ παιδιὰ γράμματα, πλούσια καὶ πτωχά. Διότι ἀπὸ τὸ σχολεῖον μανθάνομεν τί εἶνε Θεός, τί εἶνε Ἁγία Τριάς, τί εἶνε Ἄγγελοι, δαίμονες, παράδεισος, κόλασις, ἀρετή, κακία· τί εἶνε ψυχή, σῶμα κ.λπ. Διότι χωρὶς τὸ σχολεῖον περιπατοῦμεν εἰς τὸ σκότος· ἀπὸ τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὸ μοναστήριον (25). Ἂν δὲν ἦτο τὸ σχολεῖον, ποῦ ἤθελα μάθει ἐγὼ νὰ σᾶς διδάσκω;

Περίληψις ὅλης τῆς διδαχῆς

Ἐγὼ ἐδιάβασα καὶ περὶ ἱερέων, καὶ περὶ ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καὶ ἀθέων· τὰ βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα· ὅλαι αἱ πίστεις εἶνε ψεύτικες· τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶνε καλὴ καὶ ἁγία, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τοῦτο σᾶς λέγω τώρα εἰς τὸ τέλος· νὰ εὐφραίνεσθε ὁποὺ εἶσθε ὀρθόδοξοι χριστιανοί, καὶ νὰ κλαίετε διὰ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ αἱρετικοὺς ὁποὺ περιπατοῦν εἰς τὸ σκότος (26). Ἡμεῖς, χριστιανοί μου, τί εἴμεθα, δίκαιοι ἢ ἁμαρτωλοί; ἀνίσως καὶ εἴμεθα δίκαιοι, καλότυχοι καὶ τρισμακάριοι· εἰ δὲ καὶ εἴμεθα ἁμαρτωλοί, τώρα εἶνε καιρὸς νὰ μετανοήσωμεν, νὰ παύσωμεν ἀπὸ τὰ κακά, καὶ νὰ κάμνωμεν τὰ καλά· διότι ἕως αὔριον δὲν ἠξεύρομεν τί θὰ πάθωμεν. Προσέχετε λοιπόν, ἀδελφοί μου, νὰ μὴ ὑπερηφανεῦσθε, νὰ μὴ φονεύετε, νὰ μὴ μοιχεύετε, νὰ μὴ κάμνετε ὅρκους, νὰ μὴ λέγετε ψεύματα, νὰ μὴ συκοφαντῆτε, νὰ μὴ προδίδετε, νὰ μὴ στολίζετε τὸ σῶμα, διότι θὰ τὸ φάγουν οἱ σκώληκες, ἀλλὰ νὰ στολίζετε τὴν ψυχήν, ὁποὺ εἶνε τιμιωτέρα ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον. Νὰ προσεύχεσθε, νὰ νηστεύετε, νὰ δίδετε ἐλεημοσύνην, νὰ ἔχετε τὸν θάνατον ἔμπροσθέν σας, πότε νὰ φύγετε ἀπὸ τοῦτον τὸν ψεύτικον κόσμον, νὰ ὑπάγετε εἰς ἐκεῖνον τὸν αἰώνιον. Ἀκούσατε, ἀδελφοί μου: Καθὼς ἕνας ἄρχοντας ἔχει δέκα δούλους καὶ σφάλλει ἕνας ἐξ αὐτῶν τὸν διώκει καὶ βάνει ἄλλον, οὕτω καὶ ὁ Κύριος, ὡσὰν ἐξέπεσε τὸ πρῶτον τάγμα τῶν ἀγγέλων, ἐπρόσταξεν ὁ Θεὸς καὶ ἔγινεν οὗτος ὁ κόσμος, καὶ ἔκαμεν ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, νὰ μᾶς βάλη εἰς τὸν τόπον τῶν ἀγγέλων. Ἡμεῖς, χριστιανοί μου, δὲν ἔχομεν ἐδῶ πατρίδα. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔκαμε μὲ τὸ κεφάλι ὀρθούς, καὶ μᾶς ἔβαλε τὸν νοῦν εἰς τὸ ἐπάνω μέρος, διὰ νὰ στοχαζώμεθα πάντοτε τὴν οὐράνιον βασιλείαν, τὴν ἀληθινὴν πατρίδα μας. Ὅθεν, ἀδελφοί μου, νὰ σᾶς διδάσκω καὶ συμβουλεύω, πλὴν τολμῶ πάλιν καὶ παρακαλῶ τὸν γλυκύτατον Ἰησοῦν Χριστὸν νὰ στείλη οὐρανόθεν τὴν χάριν Του καὶ τὴν εὐλογίαν Του εἰς αὐτὴν τὴν χῶραν, καὶ ὅλους τοὺς χριστιανούς, ἄνδρας καὶ γυναίκας, νέους καὶ γέροντας, καὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σας. Καὶ πρῶτον, ἀδελφοί μου, ἄμποτε νὰ σᾶς εὐσπλαγχνισθῆ καὶ νὰ συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας σας καὶ νὰ σᾶς ἀξιώση νὰ διέλθετε καὶ ἐδῶ καλὴν καὶ εἰρηνικὴν αὐτὴν τὴν ματαίαν ζωήν, καὶ μετὰ θάνατον εἰς τὸν παράδεισον, εἰς τὴν πατρίδα μας τὴν ἀληθινήν, νὰ χαιρώμεθα πάντοτε, νὰ δοξάζωμεν καὶ προσκυνῶμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Παρακαλῶ σας, ἀδελφοί μου, νὰ εἰπῆτε καὶ δι᾿ ἐμὲ τὸν ἁμαρτωλὸν τρεῖς φοράς: Συγχωρήσατέ με καὶ ὁ Θεὸς συγχωρήσοι σας. Συγχωρηθῆτε καὶ μεταξύ σας.

ΔΙΔΑΧΗ Β´

Ἡ παραβολὴ τοῦ σπορέως

«Ἰδοὺ ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὁ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγον αὐτό· καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν πέτραν, καὶ φυέν, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα ἐξηράνθη· καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἀναμέσον τῶν ἀκανθῶν καὶ ἔπνιξαν αὐτό· καὶ ἄλλο ἔπεσεν εἰς τὴν ἀγαθὴν γῆν καὶ φυὲν ἐποίησεν ὃ μὲν τριάκοντα, ὃ δὲ ἑξήκοντα, ὃ δὲ ἑκατόν. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω». Γράφει ὁ ἅγιος ἀπόστολος καὶ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος εἰς τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον: Ἦτο ἕνας γεωργὸς καὶ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι του, ἐπῆρε σπόρον καὶ ἐπήγαινε νὰ σπείρη εἰς τοὺς ἀγρούς του. Καὶ ἐκεῖ ὁποὺ ἔσπερνεν, ἄλλος σπόρος ἔπεσεν εἰς τὴν ὁδόν, ἄλλος εἰς τὴν πέτραν, ἄλλος εἰς τὰς ἀκάνθας καὶ ἄλλος εἰς τὴν καλὴν γῆν. Ἐκεῖνος ὁ σπόρος ὁποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν ὁδὸν δὲν ἐφύτρωσε, διότι ἡ γῆ ἦτο σκληρὰ καὶ καταπατημένη καὶ ἦλθον τὰ πετεινὰ καὶ τὸν ἔφαγον καὶ ἔμεινεν ἡ ὁδὸς ἄκαρπος. Ἄλλος σπόρος ἔπεσεν εἰς τὴν πέτραν, εἶχεν ὀλίγον χῶμα, ἐφύτρωσεν, ἀλλ᾿ εὐθὺς ὁποὺ ἐβγῆκεν ὁ ἥλιος, ὡς μὴ ἔχων ρίζαν ἐξηράνθη καὶ ἔμεινεν ἄκαρπος καὶ αὐτὸς ὁ σπόρος. Ἄλλος ἔπεσεν ἀνάμεσα εἰς τὰ ἀγκάθια, ἐφύτρωσε καὶ αὐτός, ἀλλ᾿ ἐβγῆκαν καὶ τὰ ἀγκάθια καὶ τὸν ἔπνιξαν καὶ αὐτόν. Ἐκεῖνος ὁποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν καλὴν γῆν ἐκαρποφόρησε. Π.χ. ἔσπειρεν ἕνα κιλὸν καὶ ἔκαμε ἑκατόν. Ἄλλος ἔπεσεν εἰς κατωτέραν γῆν καὶ ἔκαμεν ἑξήκοντα, ἄλλος εἰς ἔτι κατωτέραν καὶ ἔφερε τριάκοντα.

Ἡ ἑρμηνεία τῆς παραβολῆς

Μοῦ φαίνεται ὅτι ἐκαταλάβατε αὐτὴν τὴν παραβολήν. Ἀλλὰ διὰ νὰ ἐννοήσητε καλύτερα, λέγομεν καὶ τὰ ἀκόλουθα καὶ προσέχετε νὰ ἀκούσητε τοὺς λόγους τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεὸς ἔχει πολλὰ καὶ διάφορα ὀνόματα. Λέγεται Θεός, Υἱὸς Θεοῦ, Υἱὸς ἀνθρώπου, σοφία, ζωή, ἀνάστασις καὶ γεωργός. Ὁ Κύριος λοιπὸν ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸν οἶκόν Του, δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς πατρικοὺς κόλπους, διὰ τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας· κατεδέχθη ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐσαρκώθη εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας, τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος· ὅλος μέσα εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλος πανταχοῦ παρών. Καὶ καθὼς ἕνας ἄνθρωπος ἠμπορεῖ νὰ εἶνε ὁ νοῦς του ὅλος εἰς τὴν πόλιν καὶ ὅλος εἰς τὸν οἶκον του, καὶ πάλιν ὅλος ὁ νοῦς του νὰ εἶνε μέσα εἰς τὸ κεφάλι του, ὁ ἄνθρωπος ὁποὺ εἶνε πλάσμα τοῦ Θεοῦ ἔχει αὐτὸ τὸ χάρισμα, καὶ ὁ Θεὸς δὲν δύναται νὰ εἶνε ὅλος εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ ὅλος εἰς κάθε μέρος; Οὕτως ἐβγῆκεν, ἀδελφοί μου, ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν οἶκόν του καὶ ἐπῆρε σπόρον νὰ σπείρη τὰ χωράφια του, τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων. Ποίος εἶνε ὁ σπόρος; Τὸ ἅγιον Ἐευαγγέλιον, τὸ νὰ πιστεύωμεν καὶ νὰ βαπτιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ νὰ ἔχωμεν τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας. Ποία εἶνε ἡ ὁδός; Εἶνε ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος, ὁποὺ εἶνε σκληρὰ καὶ καταπατημένη ἡ καρδία του ἀπὸ τὰς βιωτικὰς μερίμνας· ἀκούει τὸν λόγον, ἀλλὰ δὲν ἐμβαίνει εἰς τὴν καρδίαν του, καὶ ἔρχονται οἱ δαίμονες καὶ παίρνουν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ μένει ἄκαρπος ἤγουν χωρὶς ψυχικὴν ὠφέλειαν. Πέτρα εἶνε ἡ καρδία ἐκείνου ὁποὺ ἀκούει τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν δέχεται μετὰ χαρᾶς, μὰ ἔχει ὀλίγην εὐλάβειαν εἰς τὸν Χριστόν, καὶ ἅμα τοῦ ἔλθη ὁ πειρασμός, τὸν ἀρνεῖται καὶ πηγαίνει μὲ τὸν διάβολον. Ἄκανθαι εἶνε ἐκεῖνος ὁποὺ ἀκούει τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ ὕστερον ἔρχονται τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὸν πνίγουν, καὶ μένει καὶ αὐτὸς ἄκαρπος. Ἡ καλὴ γῆ εἶνε ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ὅστις ἔφερεν ἑκατόν, ὁ μεσαῖος ἑξήκοντα καὶ ὁ κατώτερος τριάκοντα.
Μὰ τὸ κεκρυμμένον νόημα τῆς παραβολῆς δὲν τὸ ἐννοήσατε, καὶ πρέπει εἰς ἕκαστον μέρος νὰ εἴπωμεν ἀπὸ ἕνα παράδειγμα.

Παραδείγματα πρὸς κατανόησιν τῆς παραβολῆς

Μανασσής, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἑβραίων

Τὸν παλαιὸν καιρὸν ἦτο ἕνας βασιλεὺς τῶν Ἑβραίων λεγόμενος Μανασσής, ὁ ὁποῖος τοὺς ἐβασάνιζε μὲ πολλὰ παιδευτήρια. Τὸν ἐσυμβούλευαν οἱ προφῆται καὶ διδάσκαλοι νὰ κυβερνᾶ τὸν λαὸν μὲ πραότητα, ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν ἤκουε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, δὲν μετενόησε. Βλέπων ὁ Θεὸς τὴν κακήν του γνώμην τί κάμνει; Σηκώνει ἕνα βασιλέα ἀπὸ τὴν ἀνατολὴν καὶ τὸν πολεμεῖ καὶ τὸν παίρνει σκλάβον, καὶ τὸν κλειδώνει μέσα εἰς ἕνα καζάνι διὰ νὰ τὸν κάψη. Τί κάμνει ἐκεῖ ὁ Μανασσής, μέσα εἰς τὸ χάλκωμα; Ἐνεθυμήθη τὰς ἁμαρτίας του, ἔκλαυσε, παρεκάλεσε τὸν Θεὸν νὰ τὸν ἐλευθερώση καὶ πλέον δὲν ἁμαρτάνει. Βλέπων ὁ Θεὸς τὴν καλήν του γνώμην ἤκουσε τὴν μετάνοιάν του, ἐδέχθη τὰ δάκρυά του καὶ ἔστειλεν ἕνα ἄγγελον καὶ τὸν ἐλευθερώνει ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν κίνδυνον.Ὕστερον ἐπώλησε τὰ πράγματά του καὶ τὰ ἔδωσεν ἐλεημοσύνην καὶ ὑπῆγε καὶ ἀσκήτευεν εἰς ὅλην του τὴν ζωὴν μὲ νηστείας, ἀγρυπνίας, προσευχάς, καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται πάντοτε. Ἀνίσως, ἀδελφοί μου, καὶ εἶνε κανεὶς ἀπὸ σᾶς καὶ εἶνε σκληροκάρδιος ὡσὰν τὸν Μανασσῆ καὶ ἐνθυμηθῆ τὰς ἁμαρτίας του καὶ μετανοήση καὶ κλαύση, ἂς εἶνε βέβαιος ὅτι δέχεται τὴν μετάνοιάν του καθὼς τοῦ Μανασσῆ.

Πέτρος ὁ Ἀπόστολος

Νὰ εἴπωμεν δὲ καὶ διὰ τὴν πέτραν· ἔχομεν πολλά, ἀλλὰ μόνον ἕνα παράδειγμα θὰ εἴπωμεν, τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Τὴ Μεγάλη Πέμπτη τὸ ἑσπέρας ἠξεύροντας ὁ Κύριος ὡς καρδιογνώστης Θεὸς ὅλα τὰ μέλλοντα, καὶ μάλιστα τὴν καρδίαν τῶν Ἑβραίων καὶ τοῦ Ἰούδα, ἐκάθησε καὶ ἐδίδαξε τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους πολλὰ καὶ διάφορα νοήματα. Μεταξὺ τῶν ἄλλων τοὺς εἶπε καὶ τοῦτον τὸν λόγον: Νὰ ἠξεύρετε ὅτι ἕνας ἀπὸ σᾶς θὰ μὲ πωλήση εἰς τοὺς Ἑβραίους διὰ τριάντα φλωρία, καὶ θὰ μὲ περιγελάσουν οἱ Ἑβραῖοι, θὰ μὲ ὑβρίσουν, θὰ μὲ δείρουν καὶ θὰ μὲ σταυρώσουν. Ὅμως μὴ λυπεῖσθε, διότι ἐγὼ θέλω νὰ σταυρωθῶ, διὰ νὰ σταυρώσω τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὸν διάβολον, καὶ νὰ δώσω ζωὴν εἰς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν ν᾿ ἀναστηθῶ καὶ νὰ χαροποιήσω ὑμᾶς καὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, καὶ νὰ φαρμακώσω τὸν ἅδην καὶ τοὺς Ἑβραίους καὶ μάλιστα τὸν διάβολον. Μάθετε δὲ καὶ τοῦτο, μαθηταί μου, ὅτι τότε θὰ μὲ ἀφήσετε ὅλοι καὶ θὰ φύγετε. Ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος καὶ λέγει: Κύριε, ὅλοι καὶ ἂν σὲ ἀρνηθοῦν, ἐγὼ δὲν σὲ ἀρνοῦμαι ποτέ. Τοῦ λέγει ὁ Κύριος: Καλά, Πέτρε· ὁ καιρὸς θέλει τὸ δείξει. Λέγει ὁ Πέτρος: Ὄχι, Κύριε, μὴ γένοιτο νὰ σὲ ἀρνηθῶ ποτέ. Λέγει τοῦ ὁ Κύριος: Ἐσὺ ὁποὺ λέγεις ὅτι μὲ ἀγαπᾶς, θὰ μὲ ἀρνηθῆς ἀπόψε· πρὶν λαλήση ὁ πετεινὸς δίς, θὰ μὲ ἀρνηθῆς τρίς. Διότι καλύτερα ἤξευρεν ὁ Κύριος τὴν καρδίαν τοῦ Πέτρου παρὰ ὁ ἴδιος. Πάλιν λέγει ὁ Πέτρος: Ὄχι, Κύριε· ὅλοι ἂν σὲ ἀρνηθοῦν, ἐγὼ δὲν σὲ ἀρνοῦμαι. Τοῦ λέγει ὁ Κύριος: Τὸ σιτάρι ὅταν τὸ πυρώση ὁ ἥλιος, τότε φαίνεται πῶς εἶνε ριζωμένον, ἂν δὲν ξηρανθῆ. Ὁμοίως καὶ κάθε χριστιανός· ὅταν τοῦ ἔλθη πειρασμὸς καὶ δὲν ἀρνηθῆ τὸν Χριστόν, τότε εἶνε ἀληθὴς χριστιανός.
Ἦλθεν ἡ ὥρα, παρεδόθη ὁ Κύριος θεληματικῶς εἰς τοὺς Ἰουδαίους· εὐθὺς ἔφυγον οἱ ἀπόστολοι, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· ἐπῆραν οἱ Ἑβραῖοι τὸν Χριστὸν καὶ τὸν ἐπῆγαν εἰς τὰ παλάτια τοῦ Ἄννα καὶ Καϊάφα καὶ ἤρχισαν νὰ τὸν ἐξετάζουν πόθεν εἶνε. Ἐπῆγεν ὁ Πέτρος καὶ ἵστατο μακρόθεν διὰ νὰ ἴδη τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ μας. Ἔρχεται ἕνας Ἑβραῖος καὶ λέγει τοῦ Πέτρου: Καὶ σὺ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν εἶσαι; Ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος: Ὄχι, δὲν τὸν γνωρίζω τί ἄνθρωπος εἶνε. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί ἔκαμεν ὁ Πέτρος; Ἠρνήθη τὸν Χριστὸν καὶ ὑπῆγεν μὲ τὸν διάβολον. Πρωτύτερα ἔστεκε νὰ ἰδῆ τί κάμνουν τοῦ Χριστοῦ· ὕστερον ἐκοίταζε τὴν πόρταν νὰ φύγῃ. Ἔρχεται καὶ ἄλλος καὶ λέγει τοῦ Πέτρου: Καὶ σὺ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν εἶσαι; Λέγειν πάλιν ὁ Πέτρος: Δὲν ἠξεύρω τί μοῦ λέγεις. Ὅταν ἐζύγωσε κοντὰ εἰς τὴν πόρταν νὰ φύγῃ, τὸν πιάνει καὶ ἄλλος Ἑβραῖος καὶ τοῦ λέγει: Καὶ σὺ μαθητής του εἶσαι; Λέγει ὁ Πέτρος: Νὰ ἔχω τὸ ἀνάθεμα ἂν τὸν ἠξεύρω αὐτὸν τὸν ἄνθρωπον. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, ὅτι ἐκεῖνος, ὅστις ἔλεγεν ὅτι χύνει τὸ αἷμα του διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, τώρα τὸν ἀρνεῖται; Καὶ καθὼς ἠρνήθη τὸ τρίτον, ὢ τοῦ θαύματος! ἐλάλησεν ὁ πετεινός, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος. Ἀκούσας ὁ Πέτρος τὸν πετεινὸν ἐνεθυμήθη τὸν λόγον τοῦ Κυρίου, καὶ ἐξελθῶν ἔξω ἔκλαυσε μὲ μαῦρα δάκρυα, καὶ εἰς ὅλην του τὴν ζωήν, ὅταν ἤκουε τὸν πετεινόν, ἔκλαιεν ἐνθυμούμενος τὴν ἄρνησιν.
Ἐσταυρώθη ὁ Κύριος, ἀνέστη τὴν τρίτην ἡμέραν, ἐφανερώθη εἰς τὰς μυροφρους καὶ τὰς λέγει: Ὑπάγετε καὶ εἴπατε εἰς τοὺς Ἀποστόλους καὶ εἰς τὸν Πέτρον ὅτι ἀνέστην, καὶ τοὺς περιμένω εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Διατὶ ἐξεχώρισε τὸν Πέτρον; διὰ νὰ μάθῃ ὅτι ἐδέχθη τὴν μετάνοιάν του ὁ Κύριος καὶ τὸν ἐσυγχώρησεν. Ἐπῆγαν οἱ Ἀπόστολοι εἰς τὸν Χριστὸν καὶ ἔλαβον τὴν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἐπῆγε καὶ ὁ Πέτρος, ἀμὴ ἔστεκε σκυθρωπός. Τοῦ λέγει ὁ Κύριος; Πέτρε, μὲ ἀγαπᾶς; Καὶ τὸν ἠρώτησε τρεῖς φοράς, εἰς διόρθωσιν τῶν τριῶν ἀρνήσεων, καὶ τὸν ἐπανέφερεν εἰς τὴν πρώτην του ἀξίαν.
Ἔπειτα διῆλθε δύσιν καὶ ἀνατολὴν καὶ ἔκαμε χιλιάδας χριστιανούς. Τὸν συνέλαβεν ἕνας βασιλεὺς τῆς Ρώμης καὶ τοῦ ἔλεγε ν᾿ ἀρνηθῆ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ προσκυνήση τὰ εἴδωλα. Ὁ δὲ Πέτρος τοῦ λέγει: Δὲν τὸν ἀρνοῦμαι. Ὅθεν τὸν ἐσταύρωσε μὲ τὸ κεφάλι κάτω καὶ παρέδωκε τὴν ἁγίαν του ψυχὴν εἰς χείρας τοῦ Χριστοῦ μας καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον.

Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία

Νὰ εἴπωμεν καὶ διὰ τὰ ἀγκάθια. Ἡ ὁσία Μαρία ἀπὸ δώδεκα χρονῶν κορίτσι ἔπεσεν εἰς τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου· ἡμέραν καὶ νύκτα εὑρίσκετο εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Τὴν ἐφώτισεν ὁ ἐλεήμων Θεὸς καὶ φεύγει ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ πηγαίνει εἰς τὴν ἔρημον. Ἐκεῖ ἀσκήτευον σαράντα χρόνους, καὶ ἐκαθαρίσθη καὶ ἔγινε σὰν ἄγγελος. Θέλων ὁ Κύριος νὰ τὴν ἀναπαύση ἔστειλεν ἕνα ἅγιον ἀσκητὴν Ζωσιμᾶν νὰ τὴν ἐξομολογήση καὶ νὰ τὴν μεταλάβη τὰ Ἄχραντα μυστήρια. Καὶ ὕστερον παρέλαβε τὴν ἁγίαν της ψυχὴν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται μὲ τοὺς ἀγγέλους. Ἀνίσως καὶ εἶνε κανένας ἀπὸ σᾶς ὡσὰν τὴν ὁσίαν Μαρίαν, αὐτὴν τὴν ὥραν νὰ κλαύση καὶ μετανοήση, τώρα ὁποὺ ἔχει καιρόν, καὶ ἂς εἶνε βέβαιος ὅτι θὰ σωθῆ καθὼς καὶ ἡ ὁσία Μαρία.

Ἁγία Παρασκευή

Νὰ εἰποῦμεν καὶ διὰ τὴν καλὴν γῆν. Ἡ ἁγία Παρασκευὴ ἦτο δώδεκα χρονῶν κόρη ἀπὸ γένος εὐγενικόν. Μείνασα ὀρφανὴ ἐμοίρασεν ὅλην της τὴν περιουσίαν εἰς τοὺς πτωχούς, καὶ μὲ αὐτὰ ἠγόρασεν τὸν παράδεισον. Καὶ μετεχειρίζετο ὡς φτιασίδια τὰ δάκρυα, ἐνθυμουμένη τὰς ἁμαρτίας της. Ὡς σκουλαρίκια εἶχε τὰ ὦτα της ἀνοικτὰ διὰ ν᾿ ἀκούη τὰς Ἁγίας Γραφάς. Ὡς κορδόνι εἶχε τὰς πολλὰς νηστείας, ὁποὺ ἔκαμνον τὸν λαιμόν της καὶ ἔλαμπεν ὡς ἥλιος. Ὡς δακτυλίδια τοὺς κόμβους τῶν δακτύλων της ἀπὸ τὰς πολλὰς μετανοίας ὁποὺ ἔκαμνεν. Ὡς χρυσοῦν ζωνάριον τὴν παρθενίαν ὁποὺ ἐφύλαξεν εἰς ὅλην της τὴν ζωήν. Ὡς φόρεμα τὴν ἐντροπὴν ὁποὺ εἶχε εἰς τὸν ἑαυτόν της καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ὁποὺ τὴν ἐσκέπαζεν. Ἔτσι ἐστολίζετο ἡ Ἁγία. Ἀνίσως καὶ εἶνε κανένα κορίτσι καὶ θέλη νὰ στολίζεται, ἂς στοχασθῆ τί ἔκαμνεν ἡ Ἁγία, νὰ κάμνη καὶ ἐκείνη, ἂν θέλη νὰ σωθῆ.Ἔτσι, ἀδελφοί μου, ἡ ἁγία Παρασκευὴ ἔμαθε γράμματα καὶ ἔγινε σοφώτατη. Καὶ διὰ τὴν καθαρότητά της τὴν ἠξίωσεν ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμνε καὶ θαύματα. Ἰατρευε τυφλούς, κωφούς· ἀνέστηνε νεκρούς. Δυὸ Ἑβραῖοι, τέκνα τοῦ διαβόλου, βλέποντες τὴν Ἁγίαν νὰ κάμνη θαύματα, τὴν ἐφθόνησαν καὶ τὴν διέβαλον εἰς τὸν βασιλέα Ἀντωνίνον ὡς χριστιανήν. Τὴν κράζει λοιπὸν ὁ βασιλεὺς καὶ τῆς λέγει ν᾿ ἀρνηθῆ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ προσκυνήση τοὺς θεούς, νὰ τὴν κάμνη βασίλισσαν. Λέγει του ἡ Ἁγία: Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀνόητη ὡσὰν ἐσένα, νὰ ἀρνηθῶ τὸν Χριστόν μου καὶ νὰ ὑπάγω εἰς τὸν διάβολον· ν᾿ ἀφήσω τὴν ζωὴν καὶ νὰ ὑπάγω εἰς τὸν θάνατον. Ἄμποτε νὰ ἄφηνες καὶ σὺ τὸ σκότος καὶ νὰ ἤρχεσο εἰς τὸ φῶς. Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, ἕνα κορίτσι νὰ ὁμιλῆ μὲ τοιαύτην παρρησίαν ἐμπρὸς εἰς ἕνα βασιλέα; Ὅστις ἔχει τὸν Χριστὸν μέσα εἰς τὴν καρδίαν του, δὲν φοβεῖται ὅλον τὸν κόσμον. Ἀνίσως θέλωμεν καὶ ἡμεῖς νὰ μὴ φοβούμεθα μήτε ἀνθρώπους μήτε δαίμονας, νὰ ἔχωμεν τὸν Θεὸν εἰς τὴν καρδίαν μας. Λέγει ὁ βασιλεὺς τῆς Ἁγίας: Σοῦ δίδω τρεῖς ἡμέρες διορίαν· ἂν δὲν μοῦ ὑπακούσῃς, θὰ σὲ θανατώσω. Λέγει του ἡ ἁγία: Βασιλεῦ, ἐκεῖνο ὁποὺ θέλεις νὰ κάμης εἰς τρεῖς ἡμέρας, κᾶμε τὸ τώρα, διότι ἐγὼ δὲν ἀρνοῦμαι τὸν Χριστόν μου. Τότε προστάζει ὁ βασιλεὺς καὶ ἄναψαν μίαν μεγάλην πυρκαϊὰν καὶ βάνουν ἕνα καζάνι γεμάτο πίσσαν καὶ θειάφι καὶ βράζει καλά. Βλέπουσα ἡ Ἁγία τὸ καζάνι ἐχαίρετο, ὅτι ἔμελλε ν᾿ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τοῦτον τὸν ψεύτικον κόσμον καὶ νὰ ὑπάγη εἰς ἐκεῖνον τὸν ἀληθινὸν καὶ αἰώνιον. Προστάζει ὁ βασιλεὺς νὰ βάλουν τὴν ἁγίαν εἰς τὸ καζάνι διὰ νὰ καῆ. Ἡ Ἁγία ἔκαμε τὸν σταυρόν της καὶ ἐμβαίνει μέσα. Περιμένει δυὸ - τρεῖς ὥρας ὁ βασιλεὺς καὶ βλέπων ὁποὺ δὲν καίεται ἡ Ἁγία της λέγει: Παρασκευὴ διατὶ δὲν καίεσαι; Λέγει του ἡ Ἁγία: Διότι ὁ Χριστὸς ἐδρόσισε τὸ νερὸ καὶ δὲν καίομαι. Λέγει της ὁ βασιλεύς: Ραντισόν με καὶ ἐμὲ διὰ νὰ ἴδω, καίει; Ἐπῆρεν ἡ Ἁγία μὲ τὰς δυό της χείρας καὶ τοῦ ρίπτει εἰς τὸ πρόσωπον καὶ εὐθύς, ὢ τοῦ θαύματος! ἐτυφλώθη καὶ ἐγδάρθη τὸ πρόσωπόν του. Φωνάζει ὁ βασιλεύς: Μέγας ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν καὶ εἰς αὐτὸν πιστεύω καὶ ἐγώ· καὶ ἔβγα νὰ μὲ βαπτίσῃς. Ἐβγῆκεν ἡ Ἁγία καὶ τὸν ἐβάπτισε μὲ ὅλον του τὸ βασίλειον. Ἔπειτα τὴν ἀπεκεφάλισεν ἄλλος βασιλεὺς καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται πάντοτε. Αὐτὴ ἡ Ἁγία ἔκαμε τὰ ἑκατὸν κατὰ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου.

Ἕνα ζεῦγος Ἁγίων (Ἀνδρόνικος - Ἀθανασία)

Νὰ εἴπωμεν καὶ δι᾿ ἐκεῖνον ὁποὺ ἔφερε τὰ ἑξήκοντα. Εἰς 9 τοῦ Ὀκτωβρίου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὸν ἅγιον Ἀνδρόνικον μὲ τὴν σύζυγόν του Ἀθανασίαν. Τοὺς εἶχε χαρίσει ὁ ἅγιος Θεὸς δυὸ παιδία ἀρσενικά, καὶ μίαν ἡμέραν ἀπέθανον καὶ τὰ δυό. Κλαίουσα ἡ Ἀθανασία διὰ τὰ τέκνα της, ἔρχεται ἄγελος Κυρίου καὶ τῆς λέγει: Τὰ τέκνα σου χαίρονται εἰς τὸν παράδεισον καὶ θὰ τὰ ἀπολαύσῃς εἰς τὴν Δευτέρα Παρουσίαν, καὶ μὴ λυπεῖσαι. Καὶ ἔτσι τὴν ἐπαρηγόρησε. Λέγει ἡ Ἀθανασία τοῦ Ἀνδρονίκου: Ἀφέντη, χιλιάδες ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἐφύλαξαν παρθενίαν εἰς ὅλην των τὴν ζωήν. Ἡμεῖς ὑπανδρευθήκαμεν καὶ ἀπελαύσαμεν τὰ σωματικά. Δὲν γινόμεθα καλόγηροι νὰ κάμωμεν καὶ τὰ ψυχικά, νὰ ὑπάγωμεν καὶ εἰς τὸν παράδεισον; Ἀπεκρίθη καὶ ὁ εὐλογημένος Ἀνδρόνικος καὶ τῆς λέγει: Ἂς γίνῃ, ἀδελφή μου, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀπ᾿ ἐκείνην τὴν ὥραν ἔζων ὡς ἀδελφοί(33). Ἐμοίρασαν τὴν περιουσίαν των, ἐπῆγαν καὶ οἱ δυὸ εἰς μοναστήριον καὶ ἔγιναν καλόγηροι καὶ ἔζησαν μὲ νηστείας καὶ σκληραγωγίας καὶ ἐπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον. Αὐτοὶ ἔκαμον τὰ ἑξήκοντα, διότι ἔκαμον πρῶτον τὰ σωματικὰ καὶ δεύτερον τὰ ψυχικά. Αὐτοὶ βέβαια εἶνε κατώτεροι ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Παρασκευήν. Ἀνίσως καὶ θέλη κανένας ἀπὸ σᾶς νὰ κάμη τὰ ἑξήκοντα, ἂς ἀγωνίζεται ὡσὰν τὸν ἅγιον Ἀνδρόνικον καὶ τὴν ἁγίαν Ἀθανασίαν καὶ σώζεται.

Ὁ πολύτεκνος Ἰωάννης

Πάλιν ἂν δὲν ἠμπορῆτε νὰ κάμετε τὰ ἑξήκοντα, μιμηθῆτε ἐκεῖνον ὁποὺ ἔκαμε τὰ τριάκοντα. Εἰς τὴν ἀνατολὴν ἦτο ἕνας ἄνθρωπος ἱερεύς, τὸ ὄνομα Ἰωάννης, ὑπανδρευμένος. Εἶχεν εἴκοσι παιδία. Μίαν ἡμέραν ὑπῆγεν ἕνας Δεσπότης εἰς τὸ σπίτι τοῦ παπᾶ, βλέπει τὰ παιδία καὶ ἐρωτᾶ τίνος εἶνε. Ἰδικά μου, λέγει ὁ παπάς. Τότε λέγει ὁ Δεσπότης: Πόσους χρόνους εἶσαι ὑπανδρευμένος; Δεκαοκτώ, λέγει ὁ παπάς. Τότε λέγει ὁ Δεσπότης: Διὰ δεκαοκτὼ χρόνους ἔχεις 20 παιδία; Ἐσὺ πρέπει νὰ καθαιρεθῆς. Λέγει του ὁ παπάς: Νὰ ἐξομολογηθῶ, Δεσπότη μου, καὶ ἂν τὸ εὕρης εὔλογον, ἂς γίνῃ ὁ ὁρισμὸς τοῦ Θεοῦ. Ἤρχισεν ὁ παπὰς καὶ λέγει: Ἐγώ, Δεσπότη μου, ἔμαθα γράμματα Ἑλληνικά, ἔγινα δεκαοκτῶ χρονῶν ἀναγνώστης, εἰκοσιπέντε διάκονος καὶ τριάκοντα ἱερεὺς χωρὶς νὰ δώσω κἂν ἕνα ἄσπρο. Κατὰ τοὺς θείους νόμους ὑπανδρεύτηκα. Πρῶτον ἐξωμολογηθήκαμε μὲ τὴν παπαδιά μου, ἐπήγαμεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἐστεφανωθήκαμεν, ἔπειτα ἐκοινωνήσαμε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐσμίξαμεν. Καὶ ὡσὰν ἐγκαστρώθη, ἐχωρίσαμεν ἕως ὁποὺ ἐγέννησεν. Ἐσαράντισε, καὶ τότε πάλιν ἐσμίξαμεν, καὶ πάλιν ἐχωρήσαμεν, καὶ μὲ τέτοιον τρόπον ἐκάμαμε εἴκοσι τέκνα, πανιερώτατε. Λέγει ὁ Δεσπότης: Συγχωρημένος καὶ εὐλογημένος νὰ εἶσαι· νὰ κάμης πενήντα καὶ ἑκατὸν τέκνα. Ἔτσι ὁ εὐλογημένος Ἰωάννης ἔμαθε τὰ τέκνα του γράμματα, τὰ ἐπαίδευσε μὲ νουθεσίας καλάς, καὶ ἐπέρασεν ἐδῶ καλὰ καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν παράδεισον. Αὐτὸς ἔκαμε τὰ τριάκοντα. Θέλεις καὶ σύ, ἀδελφέ μου, νὰ κάμης τὰ τριάκοντα; Μιμήσου τὸν παπὰ Ἰωάννην τώρα ὁποὺ ἔχεις καιρὸν (34). Αὐτὴ εἶνε ἡ ἐξήγησις τῆς παραβολῆς. Ὁδὸς εἶνε οἱ Ἑβραῖοι, οἱ ὁποῖοι εἶνε διὰ τὴν κόλασιν. Πέτρα εἶνε οἱ ἀσεβεῖς. Καὶ καλὴ γῆ εἶνε οἱ εὐσεβεῖς καὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι σώζονται. Ἀλλὰ πῶς σώζονται; Ὁ καθένας καθὼς ἔπραξεν· ἂν δηλαδὴ ἔκαμε καλά, πηγαίνει εἰς τὸν παράδεισον· ἂν κακά, πηγαίνει εἰς τὴν κόλασιν.

ΔΙΔΑΧΗ Γ´

Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφάς

Ἐρευνᾶτε τὰς Γραφᾶς ὅτι ἐν αὐταῖς εὑρίσκετε ζωὴν αἰώνιον. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, ὁ γλυκύτατος Δεσπότης καὶ ποιητῆς τῶν Ἀγγέλων καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνίαν καὶ πολλήν του ἀγαθότητα καὶ ἀγάπην ὁποὺ ἔχει εἰς τὸ γένος μας, μᾶς ἐχάρισε καὶ μᾶς χαρίζει καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν τὴν αὐγὴν καὶ τὸν δοξάζομεν. Καὶ ἐδιαβάσαμεν τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον, καὶ ἐχρίσθημεν εἰς βοήθειάν μας, καὶ ἄμποτε ὁ Κύριος νὰ μᾶς εὐσπλαχνισθῆ διὰ πρεσβειῶν τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ πάντων τῶν Ἁγίων, νὰ συγχωρήσῃ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ νὰ μᾶς ἀξιώση τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, νὰ εὐφραινώμεθα καὶ νὰ δοξάζωμεν τὴν Ἁγίαν Τριάδα. Τὸν παλαιὸν καιρόν, χριστιανοί μου, οἱ ἄνθρωποι ἦσαν καθαροὶ καὶ ὠμίλουν μὲ τὸν Θεὸν (35)· ὕστερον ὅμως ἐξέπεσον εἰς ἁμαρτίαν καὶ δὲν ἦσαν ἄξιοι νὰ ὁμιλοῦν μὲ τὸν Θεόν. Ἐφώτισε πρῶτον τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τοὺς ἁγίους Προφήτας καὶ μᾶς ἔγραψαν τὴν Ἁγίαν Γραφήν· ἐφώτισε δεύτερον τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους· ἐφώτισε καὶ τρίτον τοὺς ἁγίους Πατέρας καὶ μᾶς ἐξήγησαν τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, διὰ νὰ ἠξεύρωμεν ποῦ περιπατοῦμεν.

Παραδείγματα ἀρετῆς ἐκ τῶν Γραφῶν

1. ΜΩΥΣΗΣ

Κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ἦτον ἕνας ἄνθρωπος καὶ ἐλέγετο Μωϋσῆς. Αὐτὸς ἀπὸ μικρὸν παιδίον ὁποὺ ἦτον, ἔλαβε δυὸ χαρίσματα εἰς τὴν καρδίαν του· ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Ὥστε πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ νὰ ἔχωμεν αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας, καὶ αὕτη εἶνε ἡ ἐντολὴ τοῦ Κυρίου: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολὴ ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς». Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί λέγει ὁ Χριστός; Ὅτι καθὼς ἐγὼ ὑβρίσθηκα, ἐδάρθηκα, ἐπείνασα, ἐδείψασα, καὶ ἐσταυρώθηκα, καὶ ἔχυσα τὸ αἷμά μου διὰ τὴν ἀγάπην σας, διὰ νὰ σᾶς ἐλευθερώσω ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου, ἔτσι πρέπει καὶ ἐσεῖς ν᾿ ἀγαπᾶτε τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς σας, καί, ἂν τύχη καὶ ἀνάγκη, νὰ χύνετε καὶ τὸ αἷμα σας διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀδελφοῦ σας. Ἡ τελεία ἀγάπη εἶνε νὰ πωλήσῃς ὅλα σου τὰ πράγματα καὶ νὰ τὰ δώσῃς ἐλεημοσύνην, καὶ σὺ νὰ πωληθῆς σκλάβος, καὶ ὅσα παίρνεις νὰ τὰ δίδης ἐλεημοσύνην. Εἰς τὴν ἀνατολὴν ἦτον ἕνας Δεσπότης, τοῦ ἐπῆραν ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν του ἑκατὸν σκλάβους, ἐπώλησεν ὅλα του τὰ πράγματα καὶ τοὺς ἐξεσκλάβωσεν. Ἕνα παιδὶ μιᾶς χήρας ἀπέμεινε σκλαβωμένο. Τί κάμνει ὁ Δεσπότης; Ξυρίζεται καὶ πηγαίνει καὶ παρακαλεῖ τὸν ἀφέντη, ὁποὺ εἶχε τὸ παιδί, νὰ τὸ ἐλευθερώση, καὶ νὰ κρατήση ἐκεῖνον σκλάβον, ὅπερ καὶ ἐγένετο. Καὶ ἐπερνοῦσε μεγάλην σκληραγωγίαν, ἕως ὁποὺ διὰ τὴν ὑπομονήν του τὸν ἠξίωσεν ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμνε θαύματα. Ὕστερα τὸν ἠλευθέρωσεν ὁ ἀφέντης του καὶ πάλιν ἔγινεν ἀρχιερεύς. Αὐτὴν τὴν ἀγάπην θέλει ὁ Θεὸς νὰ ἔχωμεν καὶ ἡμεῖς. Εὑρίσκεται κανένας νὰ ἔχη αὐτὴν τὴν ἀγάπην; Ὄχι! Μὴ πωλεῖσαι σύ, πώλησον μόνον τὰ πράγματά σου καὶ δός τα ἐλεημοσύνην. Δὲν δύνασαι νὰ τὸ κάμης; Δόσε τὸ ἥμισυ, τὸ τρίτον, ἢ τὸ τέταρτον. Δὲν δύνασαι καὶ τοῦτο; Μὴ παίρνης τὸ ψωμὶ τοῦ ἀδελφοῦ σου, μὴ τὸν κατατρέχης, μὴ τὸν συκοφαντῆς. Πῶς θέλομεν νὰ σωθῶμεν, ἀδελφοί μου; Τὸ ἕνα μας φαίνεται βαρύ, τὸ ἄλλο πικρόν. Ὁ Θεὸς εἶνε εὔσπλαγχνος, ναί! ἀλλ᾿ εἶνε καὶ δίκαιος· ἔχει καὶ ράβδον σιδηρᾶν. Λοιπὸν ἂν θέλωμεν νὰ σωθῶμεν, πρέπει νὰ ἔχωμεν τὴν ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς μας.
Ἐνήστευσεν ὁ Μωϋσῆς σαράντα ἡμερόνυκτα καὶ ἔγινεν ὡσὰν ἄγγελος. Ἔτσι καὶ ἡμεῖς νὰ νηστεύωμεν τὴν Τετάρτην, διότι ἐπωλήθη ὁ Χριστός μας, καὶ τὴν Παρασκευήν, διότι ἐσταυρώθη. Καὶ καθὼς ὁ Μωϋσῆς ἔμαθε γράμματα, ἔτσι πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ μανθάνωμεν, διὰ νὰ ἠξεύρωμεν τὸν Νόμον τοῦ Θεοῦ· καὶ ἂν δὲν ἐμάθετε οἱ γονεῖς, πρέπει νὰ μάθουν τὰ τέκνα σας. Δὲν βλέπετε ὅτι ἀγρίωσε τὸ Γένος μας ἀπὸ τὴν ἀμάθειαν καὶ ἐγίναμεν ὡσὰν θηρία; Διὰ τοῦτο σᾶς συμβουλεύω νὰ κάμετε σχολεῖον, διὰ νὰ ἐννοῆτε τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον καὶ τὰ λοιπὰ βιβλία.
Βλέπων ὁ πανάγαθος Θεὸς τὴν καλήν του γνώμην τὸν ἠξίωσε καὶ ἔγινε βασιλεὺς εἰς τοὺς Ἑβραίους καὶ ἐβασίλευσε τεσσαράκοντα χρόνους· τὸν ἠξίωσε καὶ ἔγινε προφήτης. Καὶ τί θέλει νὰ εἰπῆ προφήτης; Νὰ ἠξεύρη τὰ περασμένα καὶ τὰ μέλλοντα. Ἔτσι καὶ ἡμεῖς ἀδελφοί μου, ὅταν κάμωμεν καλὰ ἔργα, μᾶς ἀξιώνει καὶ ἡμᾶς, καὶ ὅ,τι τοῦ ζητήσωμεν μὲ πίστιν μᾶς τὸ δίδει. Εἰ δὲ καὶ κάμνομεν κακὰ καὶ δὲν ἔχομεν ἀγάπην καὶ ἔχομεν τὸ μίσος, τότε δὲν ἔχομεν μέρος μὲ τὸν Θεόν, ἀλλὰ μὲ τὸν διάβολον εἰς τὴν κόλασιν νὰ καιώμεθα πάντοτε.

2. ΝΩΕ

Τὸν παλαιὸν καιρόν, ἀδελφοί μου, ὁ μισόκαλος διάβολος ἔβγαλεν ὅλας του τὰς κακίας καὶ παρεκίνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ὑπερηφανεύωνται, νὰ φονεύωνται, νὰ πορνεύουν, νὰ μοιχεύουν, νὰ κάμνουν πράγματα τὰ ὁποῖα δὲν ἔκαμνον μήτε τὰ ἄλογα ζῶα, καὶ τὸ χειρότερον, ἐπροσκυνοῦσαν διὰ Θεὸν τὸν ἥλιον, ἄλλος τὴν σελήνην, ἄλλος τὴν θάλασσαν. Θέλων ὁ Θεὸς νὰ κάμη κατακλυσμὸν νὰ χαλάση τὸν κόσμον, ἐπρόσταξε τὸν Νῶε νὰ κάμη ἕνα καράβι ἐπάνω εἰς τὴν γῆς, διὰ νὰ τὸν ἐρωτοῦν οἱ ἄνθρωποι, διατὶ τὸ κάμνεις; Νὰ τοὺς λέγη ὅτι ὁ Θεὸς θὰ χαλάση τὸν κόσμον, καὶ αὐτοὶ θὰ τὸν περιγελοῦν, ἀλλὰ νὰ μὴν τὸν μέλη. Ἤρχισεν ὁ Νῶε τὸ καράβι. Τὸν ἐρωτοῦσαν οἱ ἄνθρωποι: Διατὶ κάμνεις τὸ καράβι; Ὁ Νῶε τοὺς ἔλεγε: Διότι ὁ Θεὸς θὰ χαλάση τὸν κόσμον. Ἐκεῖνοι τοῦ ἔλεγον ὅτι εἶνε τρελλός. Τί ἔπαθεν ὁ Θεὸς νὰ χαλάση τὸν κόσμον; Ὁ Νῶε ἐτήραγε τὴν δουλειά του, καὶ εἰς 100 χρόνους ἐτελείωσε τὸ καράβι (36). Τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ὀκτὼ ἄνθρωποι εὑρέθησαν καλοί· Ὁ Νῶε, ἡ γυναίκα του, τὰ τρία του τέκνα καὶ αἱ τρεῖς του νυφάδες. Θέλων ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ αὐτοὺς τοὺς ὀκτώ, ἐπρόσταξε τὸν Νῶε νὰ πισσώση τὸ καράβι, διὰ νὰ μὴ ἔμβη μέσα βροχή, καὶ νὰ ἐμβάση μέσα ὅλα τὰ ζῶα, ἀρσενικὰ καὶ θηλυκά, καθαρὰ καὶ ἀκάθαρτα. Καὶ ἀφοῦ ἐμβῆκε καὶ αὐτὸς μέσα μὲ τὴν γυναῖκά του, τὰ παιδιά του, καὶ οἱ νυφάδες του, ἔκλεισε τὸ καράβι. Οἱ ἄνθρωποι ἔξω ἔτρωγον, ἔπινον, ἔκαμνον πραγματείας καὶ ἄλλα διαβολικὰ ἔργα. Τότε ἤνοιξεν ὁ Θεὸς τοὺς καταρράκτας τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔπιπτεν ἡ βροχὴ ὡς ποταμὸς εἰς τὴν γῆν. Ἐφώναζον οἱ ἄνθρωποι: Νῶε, ἄνοιξόν μας νὰ ἔμβωμεν εἰς τὸ καράαβι. Ὁ Νῶε τοὺς ἔλεγε: Ποῦ εἶσθε ἐδῶ καὶ ἑκατὸ χρόνους ὁποὺ σᾶς ἔλεγον ὅτι ὁ Θεὸς θὰ χαλάση τὸν κόσμον; Τώρα τί νὰ σᾶς κάμω; Ἐν τῷ ᾅδῃ οὐκ ἔστι μετάνοιαν! Καὶ τότε ἐπλημμύρισεν ἡ γῆ, καὶ τὸ νερὸ ἐσκέπασεν ὅλα τὰ ὄρη, καὶ ἐπνίγησαν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἐκτὸς τοῦ Νῶε καὶ τῆς οἰκογενείας του. Καὶ πάλιν ἀπὸ αὐτοὺς ἐγέμισεν ὅλος ὁ τόπος, καθὼς λέγει ὁ Χριστὸς εἰς τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον. «Ὥσπερ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου», ἤγουν: Καθὼς εἰς τὸν καιρὸν τοῦ Νῶε οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐπίστευον, ἀλλὰ τὸν περιγέλων, ἕως ὅτου ἦλθεν ἔξαφνα ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, ὁ κατακλυσμός, καὶ ἔπνιξεν ὅλον τὸν κόσμον, ὁμοίως καὶ τώρα, χριστιανοί μου, εἰς τὴν Δευτέραν Παρουσίαν τοῦ Κυρίου, δὲν θὰ πιστεύωσιν οἱ ἄνθρωποι καθὼς καὶ τότε. Τὰ λόγια ὅπου σᾶς λέγω δὲν εἶνε ἰδικά μου, ἀλλὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· καὶ ὅστις θέλει ἂς πιστεύση. Ἐγὼ τὸ χρέος μου τὸ ἔκαμα. Ἔπαθα μίαν ἀπάτην, ἀδελφοί μου· ὅταν ἤμουν νέος ἔλεγα: Ἂς κάμω ἁμαρτίας, καὶ ὅταν γηράσω κάμνω καλὰ καὶ σώζομαι. Τώρα ἐγήρασα καὶ αἱ ἁμαρτίαι ἔκαμον ρίζας καὶ δὲν ἠμπορῶ νὰ κάμω κανένα καλόν. Λοιπὸν προσέξετε καὶ σεῖς νὰ μὴ πάθητε τὰ ὅμοια, ἀλλὰ τώρα, ὁποὺ ἔχετε καιρόν, κάμνετε καλὰ διὰ νὰ σωθῆτε.

Ἡ δουλεία τοῦ Γένους

Τριακόσιους χρόνους μετὰ τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔστειλεν ὁ Θεὸς τὸν ἅγιον Κωνσταντῖνον καὶ ἐστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν· καὶ τὸ εἶχαν χριστιανοὶ τὸ βασίλειον 1150 χρόνους. Ὕστερον τὸ ἐσήκωσεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἔφερε τὸν Τοῦρκον καὶ τοῦ τὸ ἔδωσε διὰ ἰδικόν μας καλόν, καὶ τὸ ἔχει ὁ Τοῦρκος 320 χρόνους. Καὶ διατὶ ἔφερεν ὁ Θεὸς τὸν Τοῦρκον καὶ δὲν ἔφερεν ἄλλο γένος; Διὰ ἰδικόν μας συμφέρον· διότι τὰ ἄλλα ἔθνη θὰ μᾶς ἔβλαπτον εἰς τὴν πίστιν, ὁ δὲ Τοῦρκος ἄσπρα ἅμα τοῦ δώσῃς κάμνεις ὅ,τι θέλεις.

Ὁ Χρυσοῦς Κανὼν

Θέλων ὁ Κύριος νὰ μᾶς φυλάξη ἀπὸ τὴν κατάκρισιν μᾶς ἐχάρισεν ἕνα λόγον, τὸν ὁποῖον ἂν φυλάξωμεν θὰ σωθῶμεν. Ποίος εἶνε ὁ λόγος οὗτος; «Ὃ σὺ μισεῖς, ἑτέρῳ μὴ ποιήσῃς», δηλαδή: Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖον δὲν θέλεις νὰ σοῦ κάμη ἄλλος, μὴ τὸ κάμνεις καὶ σὺ εἰς ἄλλον. Καθὼς δὲν θέλεις νὰ σὲ κλέψουν οἱ ἄλλοι, ἔτσι καὶ σὺ νὰ μὴ κλέπτης, νὰ μὴ φονεύης τοὺς ἄλλους.

Τὸ Σημεῖον τοῦ Σταυροῦ

Τώρα σᾶς συμβουλεύω νὰ κάμετε ἀπὸ ἕνα κομβολόγι μικροὶ καὶ μεγάλοι καὶ νὰ τὸ κρατῆτε μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι, καὶ μὲ τὸ δεξιὸ νὰ κάμνετε τὸν σταυρόν σας καὶ νὰ λέγετε: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διὰ τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλόν σου (37).Ὁ πανάγαθος Θεὸς μᾶς ἐχάρισε τὸν τίμιον Σταυρὸν μὲ τὸν ὁποῖον νὰ εὐλογῶμεν, καὶ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Μὲ τὸν σταυρὸν νὰ ἀνοίγωμεν τὸν παράδεισον, μὲ τὸν σταυρὸν νὰ διώκωμεν τοὺς δαίμονας· ἀλλὰ πρέπει νὰ ἔχωμεν τὸ χέρι μας καθαρὸν ἀπὸ μαρτίας, καὶ τότε κατακαίεται ὁ διάβολος καὶ φεύγει. Ὅθεν, ἀδελφοί μου, ἢ τρώγετε ἢ πίνετε ἢ δουλεύετε, νὰ μὴ σᾶς λείπη αὐτὸς ὁ λόγος καὶ ὁ σταυρός· καὶ καλὸν καὶ ἅγιον εἶνε νὰ προσεύχεσθε πάντοτε τὴν αὐγήν, τὸ βράδυ καὶ τὰ μεσάνυκτα.
Ἀκούσατε, ἀδελφοί μου, πῶς πρέπει νὰ γίνεται ὁ σταυρὸς καὶ τί σημαίνει. Πρῶτον· ὅπως ἡ Ἁγία Τριὰς δοξάζεται εἰς τὸν οὐρανὸν ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, οὕτω καὶ σὺ νὰ σμίγης τὰ τρία σου δάκτυλα τῆς δεξιᾶς χειρός· καὶ μὴ δυνάμενος νὰ ἀναβῆς εἰς τὸν οὐρανὸν νὰ προσκυνήσῃς, βάνεις τὴν χείραν σου εἰς τὴν κεφαλήν σου (διότι ἡ κεφαλὴ σημαίνει τὸν οὐρανόν) καὶ λέγεις: Καθὼς οἱ Ἄγγελοι δοξάζουσι τὴν Ἁγία Τριάδα εἰς τὸν οὐρανόν, ἔτσι καὶ ἐγὼ ὡς δοῦλος δοξάζω καὶ προσκυνῶ τὴν Ἁγίαν Τριάδα· καὶ καθὼς τὰ δάκτυλα εἶνε τρία, εἶνε ξεχωριστά, εἶνε καὶ μαζί, ἔτσι καὶ ἡ Ἁγία Τριὰς εἶνε τρία πρόσωπα, ἀλλ᾿ εἷς Θεός. Κατεβάζων τὸ χέρι σου εἰς τὴν κοιλίαν σου νὰ λέγης: Σὲ προσκυνῶ καὶ Σὲ λατρεύω, Κύριέ μου, ὅτι κατεδέχθης καὶ ἐσαρκώθης εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Θεοτόκου διὰ τὰς ἁμαρτίας μας. Τὸ βάζεις λοιπὸν εἰς τὸν δεξιόν σου ὦμον καὶ λέγεις: Σὲ παρακαλῶ, Θεέ μου, νὰ μὲ συγχωρήσῃς καὶ νὰ μὲ βάλης εἰς τὰ δεξιά σου μὲ τοὺς δικαίους. Βάνοντάς το πάλιν εἰς τὸν ἀριστερὸν ὦμον λέγεις: Σὲ παρακαλῶ, Κύριέ μου, μὴ μὲ βάλης εἰς τὰ ἀριστερὰ μὲ τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἔπειτα κύπτοντας κάτω εἰς τὴν γῆν: Σὲ δοξάζω, Θεέ μου, Σὲ προσκυνῶ καὶ Σὲ λατρεύω, ὅτι καθὼς ἐβάλθηκες εἰς τὸν τάφον, ἔτσι θὰ βαλθῶ καὶ ἐγώ. Καὶ ὅταν σηκώνεσαι ὀρθός, φανερώνει τὴν ἀνάστασιν καὶ λέγεις: Σὲ δοξάζω καὶ Σὲ προσκυνῶ, Κύριέ μου, ὅτι ἀνέστης ἐκ νεκρῶν διὰ νὰ μᾶς χαρίσῃς ζωὴν αἰώνιον. Αὐτὸ σημαίνει ὁ Σταυρός!

Ἡ δύναμις τοῦ Σταυροῦ

Νὰ εἴπωμεν καὶ ἕνα παράδειγμα, νὰ ἰδῆτε τὴν δύναμιν τοῦ Σταυροῦ.
Εἰς τὴν Αἴγυπτον ἦτον ἕνας βασιλεὺς ἀσεβῆς· εἶχε καὶ ἕνα Ἑβραῖο βεζίρην, ὅστις ἔπειτα ἔγινε Τοῦρκος. Εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν ἦτον ἕνας Πατριάρχης, τὸ ὄνομα Ἰωακείμ, ἅγιος ἄνθρωπος καὶ σοφός. Ἀκούων ὁ βασιλεὺς ὅτι ἦτο ἅγιος ἄνθρωπος ὁ Πατριάρχης, τὸν ἠγάπα πολύ. Λέγει ὁ Ἑβραῖος τοῦ βασιλέως: Κάτι πολλὴν ἀγάπην ἔχεις εἰς τὸν Πατριάρχην. Τοῦ λέγει ὁ βασιλεύς: Ὁ Πατριάρχης εἶνε καλὸς ἄνθρωπος. Τοῦ λέγει ὁ Ἑβραῖος: Κράξε, βασιλεῦ, τὸν Πατριάρχην νὰ ἔλθη νὰ διαλεχθῶμεν μαζί, καὶ νὰ ἰδῆς ὅπου θὰ μείνη ἀναπολόγητος. Ἔκραξεν ὁ βασιλεὺς τοῦ Πατριάρχη νὰ ἔλθη. Λέγει του ὁ Ἑβραῖος: Ἐγὼ θέλω, Πατριάρχη, νὰ διαλεχθῶμεν μερικὰ περὶ πίστεως. -Μὲ τὸν ὁρισμόν σου. Ἕτοιμος εἶμαι διὰ τὴν πίστιν μου νὰ χύσω καὶ τὸ αἷμα μου. Καὶ κάμνων ἀρχὴν ὁ Πατριάρχης νὰ φιλονικῆ μὲ τὸν Ἑβραῖον, μὲ ἕναν τρόπον ἐπειδέξιον πάντοτε τὸν ἑνίκα τὸν Ἑβραῖον. Λέγει του ὁ Ἑβραῖος τοῦ Πατριάρχη:
Διατὶ νὰ φιλονεικῶμεν; Ἀκούω ὁποὺ λέγει ὁ Χριστὸς εἰς τὸ Εὐαγγέλιον ὅτι, ὅστις ἔχει πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, μεταφέρει ἕνα βουνὸ ἀπὸ ἕνα μέρος εἰς ἄλλο (38). -Μάλιστα, τοῦ λέγει ὁ Πατριάρχης. Λέγει του ὁ Ἑβραῖος: Λοιπόν, ἂν εἶσαι ἄξιος, πρόσταξε καὶ σὺ νὰ γίνῃ, καὶ τότε νὰ πιστεύσω. Τότε ἐζήτησεν ὁ Πατριάρχης τρεῖς ἡμέρας διορίαν, καὶ λέγει τοῦ βασιλέως: Ἕτοιμος εἶμαι διὰ τὸ πρόσταγμα ὁποὺ εἴπομεν. Ἦτο ἐκεῖ ἕνα βουνὸ τρεῖς ὥρας μακράν. Λέγει ὁ Ἑβραῖος τοῦ Πατριάρχη νὰ σηκώση ἐκεῖνο τὸ βουνό. Τότε πιάνει ὁ Πατριάρχης καὶ θυμιάζει ἐκεῖνο τὸ βουνό, καὶ κάμνει τὸν σταυρόν του τρεῖς φορὰς λέγων καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶτα λέγει: Σὲ προστάζω, ἐσέ, βουνό, νὰ σηκωθῆς νὰ ἔλθῃς εἰς τὴν Αἴγυπτον. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος! Εὐθὺς ἀσηκώθη τὸ βουνὸ καὶ ἔγινεν εἰς τρία, εἰς τύπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ ἐκίνησε καὶ ἤρχετο. Φωνάζει ὁ βασιλεύς: Πατριάρχη, βοήθησέ μας, διότι ἐχαθήκαμεν. Καὶ κάμνων δέησιν πάλιν ὁ Πατριάρχης, ἐστάθη τὸ βουνὸ εἰς ἓξ μίλια μακρὰν ἀπὸ τὴν πόλιν. Ἀλλ᾿ ὁ Ἑβραῖος δὲν ἐπίστευσε καὶ λέγει τοῦ βασιλέως: Ὁ Χριστός, λέγει καὶ ἄλλο· ὅτι ὅποιος ἔχει πίστιν, ἂν πίη θανάσιμον φαρμάκι, δὲν ἀποθνήσει. Λοιπόν, εἰπὲ τοῦ Πατριάρχη νὰ τοῦ κάμω ἕνα φαρμάκι νὰ τὸ πίη, καὶ ἂν δὲν ἀποθάνη, νὰ πιστεύσωμεν καὶ ἡμεῖς. Νὰ ἠξεύρης καὶ τοῦτο, βασιλεῦ, ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἔχουν τὸν σταυρόν· κάμνοντές τον τὰ διαλύουν ὅλα· καὶ τὸ πικρὸ τὸ κάμνουν γλυκό. Κάμνει λοιπὸν ὁ Ἑβραῖος τὸ φαρμάκι ἵνα ἅμα τὸ ἐγγίξη εἰς τὸ στόμα του ὁ Πατριάρχης ἀποθάνη. Τὸ πηγαίνει εἰς τὸν βασιλέα καὶ τοῦ λέγει: Πρόσταξε τὸν Πατριάρχην νὰ τὸ πίη καὶ νὰ μὴ κάμη τὸν σταυρόν του. Κράζει ὁ βασιλεὺς τὸν Πατριάρχην καὶ τὸν προστάζει νὰ πίη τὸ φαρμάκι ὡς ἤθελεν ὁ Ἑβραῖος. Καλά, λέγει ὁ Πατριάρχης· μοῦ ἔδωσες, βασιλεῦ, τοῦτο τὸ ποτήρι, μὰ δὲν μοῦ εἶπες πόθεν νὰ τὸ πίω, καὶ κάμνων τὸ δεξιόν του χέρι ὡς νὰ εὐλογῆ εἰς τύπον, ἐρωτᾶ πόθεν νὰ τὸ πίη, ἐδῶθεν ἢ ἐκεῖθεν, καὶ τὸ σταυρώνει. Ἀμὴ ἐκεῖνος δὲν τὸ ἐκατάλαβε. Λέγει του ὁ Ἑβραῖος: Πίε το ὅθεν θέλεις. Καὶ πίνοντάς το ὁ Πατριάρχης ἔμεινεν ὑγιής. Λέγει τότε τοῦ βασιλέως: Ἐγὼ ἔπια ὅλο τὸ φαρμάκι, ὁ δὲ Ἑβραῖος νὰ ξεπλύνη τὸ ποτήρι μὲ ὀλίγο νερὸ καὶ νὰ τὸ πίη. Καὶ ἂν δὲν πάθη τίποτε, νὰ πιστεύσωμεν καὶ ἡμεῖς εἰς τὴν πίστιν του. Δὲν ἤθελεν ὁ Ἑβραῖος νὰ τὸ πίη, τὸν ἐβίασεν ὅμως ὁ βασιλεὺς καὶ τὸ ἔπιε, καὶ ὢ τοῦ θαθύματος! ἔσκασεν εὐθὺς καὶ ἀπέθανεν. Ἐκαταλάβατε, ἀδελφοί μου; Ὅστις ἔχει πίστιν εἰς τὸν Χριστόν μας καὶ εἶνε καθαρὸς δὲν παθαίνει κανὲν κακόν.

Μὲ καθαρὰς χείρας τὸ Σημεῖον τοῦ Σταυροῦ

Θέλετε ν᾿ ἀκούσετε καὶ ἄλλο διὰ τὸν σταυρόν, πῶς δὲν ἐνεργεῖ, ὅταν εἶνε μολυσμένο τὰ χέρι ἀπὸ ἁμαρτίας; Ἦτον ἕνας ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Ἰουλιανὸς ἀναγνώστης, ὅστις ἐσπούδασε γράμματα μὲ τὸν Μέγαν Βασίλειον, ὁ ὁποῖος ἠθέλησε νὰ γίνῃ βασιλεύς. Πηγαίνει λοιπὸν καὶ εὑρίσκει ἕνα μάγον Ἑβραῖον καὶ τοῦ λέγει: Εἶσαι καλὸς νὰ μὲ κάμῃς βασιλέα καὶ νὰ σὲ κάμω βεζίρη; Τοῦ λέγει ὁ μάγος: Ἀρνήσου τὸν Χριστόν, καὶ ἐγὼ σὲ κάμω. Λέγει του ὁ Ἰουλιανός: Τὸν ἀρνοῦμαι. Τότε κάμνει ἕνα γράμμα ὁ μάγος καὶ τοῦ λέγει: Πάρε τοῦτο τὸ χαρτὶ καὶ πήγαινε εἰς ἕνα μνῆμα ἑλληνικὸ καὶ ρίψε το ὑψηλὰ καὶ θὰ ἔλθουν δαίμονες· καὶ ὅ,τι σοῦ κάμνουν μὴ φοβηθῆς καὶ νὰ μὴ κάμῃς τὸν σταυρόν σου, διότι θὰ φύγουν. Ἐπῆγεν ὁ Ἰουλιανὸς εἰς τὸ μνῆμα καὶ ρίχνοντας τὸ χαρτὶ ἦλθαν οἱ δαίμονες. Αὐτὸς φοβηθεὶς καὶ κάμνοντας τὸν σταυρόν του ἔφυγον οἱ δαίμονες. Πηγαίνει εὐθὺς εἰς τὸν μάγον καὶ τοῦ λέγει τὰ γενόμενα. Τότε τοῦ λέγει ὁ μάγος: Πήγαινε νὰ σφάξῃς ἕνα παιδὶ καὶ νὰ μοῦ φέρῃς τὴν καρδιά του. Ἐπῆγε καὶ ἔσφαξε τὸ παιδὶ καὶ τοῦ ἔφερε τὴν καρδία. Τότε κράζει πάλιν τοὺς δαίμονας ὁ μάγος. Αὐτὸς πάλιν ἀπὸ τὸν φόβον του ἔκαμε τὸν σταυρόν· ἀλλ᾿ οἱ δαίμονες δὲν ἐφοβήθησαν, διότι ἦτο μολυσμένος ἀπὸ τὸν φόνον. Ἔτσι ἔκαμε τὸ θέλημά του καὶ ἐβασίλευσε δυὸ χρόνους καὶ ἐπῆγεν εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεται πάντοτε. Πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ εἴμεθα καθαροὶ ἀπὸ ἁμαρτίας, καὶ τότε φεύγει ὁ διάβολος.

Τὸ Γένος ἔχει ἀνάγκην Ἀξίων Ἱερέων

Ἤθελα, χριστιανοί μου, νὰ εἶμαι πάντοτε μαζὶ σας, νὰ σᾶς λέγω πότε τὸ ἕνα, πότε τὸ ἄλλο· μὰ τί νὰ σᾶς κάμω, ὁποὺ εἶνε χιλιάδες χῶρες, ὁποὺ δὲν ἤκουσαν λόγον Θεοῦ ποτὲ καὶ μὲ περιμένουν. Διὰ τοῦτο σᾶς παρακαλῶ, ἅγιοι ἱερεῖς, καὶ σᾶς παραγγέλλω νὰ φροντίσητε διὰ τοὺς κοσμικοὺς πῶς νὰ σωθῶσι καὶ ἐκεῖνοι καὶ σεῖς. Ὁμοίως πάλιν οἱ κοσμικοὶ νὰ τιμᾶτε τοὺς ἱερεῖς σας· καὶ ἂν τύχη ἕνας ἱερεὺς καὶ ἕνας βασιλεύς, τὸν ἱερέα νὰ προτιμήσῃς· καὶ ἂν τύχη ἕνας ἱερεὺς καὶ ἕνας ἄγγελος, τὸν ἱερέα νὰ προτιμήσῃς, διότι ὁ ἱερεὺς εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους. Ὁ δὲ ἱερεὺς ὁποὺ θέλει τὸ καλόν του, νὰ διαβάση τὸν Νόμον, νὰ καταλάβη τὸ χρέος του. Διὰ τοὺς ἁγίους ἱερεῖς δὲν ἔχω νὰ σᾶς πῶ τίποτε. Ἐγὼ ἔχω χρέος ὅταν ἀπαντήσω ἱερέα νὰ σκύψω νὰ τοῦ φιλήσω τὰ χέρια καὶ νὰ τὸν παρακαλέσω νὰ παρακαλῇ τὸν Θεὸν διὰ τὰς ἁμαρτίας μου. Διότι ὅλος ὁ κόσμος νὰ παρακαλέσῃ τὸν Θεὸν δὲν δύνανται νὰ τελειώσουν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, καὶ ἕνας ἱερεύς, ἔστω καὶ ἁμαρτωλός, δύναται μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ τὰ τελειώση.
Λέγω μόνον ὅτι ὅστις θέλει νὰ γίνῃ ἱερεύς, πρέπει νὰ εἶνε καθαρὸς ὡς ἄγγελος· νὰ ἠξεύρῃ γράμματα νὰ ἐξηγῇ τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον. Καὶ ὅταν γίνῃ 30 χρονῶν καὶ τὸν παρακαλέσουν οἱ κοσμικοὶ καὶ ὁ Δεσπότης, τότε νὰ γίνεται ἱερεύς, χωρὶς νὰ δώση χρήματα. Καὶ νὰ κατοικῆ πλησίον εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὅποιαν ὥραν τὸν ζητήσουν οἱ κοσμικοὶ νὰ τὸν εὑρίσκουν. Νὰ στοχάζεται ποῖος εἶνε μαλωμένος μὲ τὴ γυναῖκα του, ποῖος ἀδελφὸς μὲ τὸν ἀδελφόν του, ποῖος γείτονας μὲ τὸν γείτονά του, νὰ τοὺς φέρη εἰς ἀγάπην, καὶ νὰ θυσιάζεται διὰ τὸ ποίμνιόν του. Καὶ ὅταν λειτουργῆ καὶ τελειώνη τὸ Εὐαγγέλιον, νὰ τὸ ἐξηγῆ εἰς τοὺς χριστιανούς, τί παραγγέλλει ὁ Χριστὸς νὰ κάμνουν. Καὶ νὰ στοχάζεται ὅτι οἱ φοῦντες, ὁποὺ εἶνε εἰς τὸ ἐπιτραχήλι, σημαίνουν τὰς ψυχὰς τῶν χριστιανῶν· καὶ ἂν χαθῆ μία ψυχή, ἔχει νὰ δώση λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Καὶ νὰ στοχάζεται ὅτι τὸ φαιλόνι ὁποὺ φορεῖ καὶ δὲν ἔχει μανίκια, φανερώνει πὼς ὁ ἱερεὺς δὲν πρέπει νὰ ἔχη χέρια νὰ ἀνακατώνεται εἰς τὰ κοσμικὰ πράγματα, ἀλλὰ νὰ ἔχη πάντοτε τὸν νοῦν του εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ ὅταν μαζεύη τὸ φαιλόνιον καὶ γίνεται ὡσὰν δυὸ πτέρυγες, φανερώνει πὼς ἂν κάμνη καλὰ ἔργα, ὡσὰν ἄγγελος θὰ πετάξη νὰ ὑπάγη εἰς τὸν παράδεισον. Ἂν δὲ εἶνε ἀνάξιος, ἀγράμματος, μολυσμένος μὲ ἁμαρτίας, καὶ δίδη γρόσια, καὶ βάνη μεσίτας νὰ γίνῃ ἱερεύς, τότε μὲ αὐτὰ ἀγοράζει τὴν κόλασιν· καὶ ὅταν λέγη τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ λέγη τόσα ψεύματα, ἀλλοίμονον εἰς ἐκεῖνον τὸν ἱερέα (39).

Φοβερὰ Προφητεία

Τὸν παλαιὸν καιρὸν οἱ ἄνθρωποι, ὅταν ἤθελον νὰ παιδεύσουν κανένα ἄνθρωπον, ἔκανον ὅρκον καὶ ἔλεγον, νὰ δώση ὁ Θεὸς νὰ τὸν βάλη μὲ τοὺς ἱερεῖς τοῦ 18ου αἰῶνος. Διὰ τοῦτο, ἀδελφοί μου, εἶνε δύσκολον τὴν σήμερον νὰ σωθοῦν πατριάρχαι, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, κ.λπ. Διὰ τοῦτο σᾶς συμβουλεύω, ἅγιοι ἱερεῖς, τώρα ποὺ ἔχετε καιρόν, μετανοήσατε, ἵνα σωθῆτε.

Κοινωνικὰ Καθήκοντα

Οἱ προεστοὶ ὁποὺ εἶσθε εἰς χωρία, ἂν θέλετε νὰ σωθῆτε, πρέπει νὰ ἀγαπᾶτε ὅλους τοὺς χριστιανοὺς καθὼς καὶ τὰ παιδιά σας, καὶ νὰ ρίχνετε τὰ χρέη κατὰ δύναμιν ἑκάστου, καὶ νὰ μὴ κάμνετε φιλοπροσωπείαν. Ὁμοίως καὶ σεῖς οἱ κατώτεροι νὰ τιμᾶτε τοὺς μεγαλυτέρους σας. Οἱ ἄνδρες ν᾿ ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας σας· καὶ ἂν ἡ γυναίκα σου εἶνε κακὴ καὶ τὴν ὑπομένης καὶ τὴν συμβουλεύης, ἔχεις μισθὸν ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὁμοίως καὶ αἱ γυναῖκες νὰ ἀγαπᾶτε καὶ νὰ ὑποτάσσεσθε εἰς τοὺς ἄνδρας, διότι μὲ τὴν ὑπομονὴν καὶ ὑπακοὴν εἰς τὸ καλὸν ἔχετε μισθὸν εἰς τὴν ψυχήν σας. Καὶ ἂν ἔχη καὶ κανένα σφάλμα, νὰ τὸ παραβλέπετε, διότι ὁ ἄνδρας ἔχεις περισσοτέρας φροντίδας ἀπὸ τὴν γυναίκα. Λοιπὸν πρέπει ἀμφότεροι ν᾿ ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ὁμοίως καὶ τὰ τέκνα νὰ τιμᾶτε καὶ νὰ σέβεσθε τοὺς γονεῖς σας, διότι ὅστις δὲν τιμᾶ καὶ δὲν ὑπακούει τοὺς γονεῖς του εἰς τὸ καλόν, κολάζεται.
Ὑπεράνω ὅλων ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ

ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ

Πάλιν, ἔτυχεν οἱ γονεῖς σου καὶ ἠρνήθησαν τὸν Χριστὸν καὶ σὲ παρακινοῦν καὶ σὲ νὰ τὸν ἀρνηθῆς; Τότε νὰ μὴν ἀκούσῃς, καὶ ἔχεις μισθὸν ἀπὸ τὸν Θεόν, καθὼς ἔκαμεν ὁ Ἀβραάμ, ὁποὺ τὸν ἔστειλεν ὁ πατήρ του Θαρά, ὁ εἰδωλολάτρης, νὰ φέρη ἕνα πρόβατον νὰ θυσιάση εἰς τὰ εἴδωλα, καὶ εἰς τὸν δρόμον ὁποὺ ἐπήγαινεν ὁ Ἀβραὰμ ἐσκέφθη μὲ τὸν νοῦν του, ὅτι τοῦτος ὁ κόσμος, ὁποὺ στέκει πάντοτε καινούργιος, τάχα δὲν ἔχει ἀφέντη; Καὶ διατὶ ὁ πατέρας μου νὰ προσκυνᾶ τὰ εἴδωλα, κωφὰ καὶ ἀναίσθητα, καὶ νὰ μὴ προσκυνᾶ τὸν ἀληθῆ Θεὸν ὁποὺ ἐποίησε τὸν οὐρανόν, τὴν γῆν κ.λπ.; Καὶ εὐθὺς ἤκουσε φωνὴν οὐρανόθεν: Καλὴ εἶνε ἡ γνώμη σου καὶ πήγαινε εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας καὶ κάθησε ἐκεῖ ἕως νὰ σοῦ εἴπω τί νὰ κάμης· διότι ἂν ὑπάγης ὀπίσω εἰς τὸν πατέρα σου νὰ τοῦ εἴπης αὐτὰ ποὺ ἐστοχάσθης, θὰ σὲ θανατώση· ἀλλὰ φεύγα (40). Ἔτσι ἐπῆγεν ὁ Ἀβραὰμ καὶ τὸν ἔκαμεν ὁ Θεὸς ὑπέρπλουτον ὡς βασιλέα. Καὶ ηὐλόγησεν ὁ Θεὸς τὸ σπέρμα του καὶ ἔγιναν ὡσὰν τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. Εἶχε καὶ 318 δούλους, τοὺς ὁποίους εἶχεν ὡς ἀδελφούς του. Βλέπετε, ἀδελφοί μου, ὅστις ἔχει τὸν νοῦν του εἰς τὸν Θεόν, πῶς ὁ Θεὸς τὸν ἀξιώνει καὶ περνᾶ καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ πηγαίνει εἰς τὸν παράδεισον. Καὶ ὅταν τὰ τέκνα σας θέλουν νὰ γίνουν καλόγηροι, μὴ τὰ ἐμποδίζετε, ἀλλὰ νὰ χαίρετε διότι ἀκολουθοῦν τὸν καλὸν δρόμον. Ὅταν ὅμως τὰ βλέπης εἰς τὸν κακὸν δρόμον, νὰ τὰ ἐμποδίζῃς.

Εὐλάβεια εἰς τὴν Παναγίαν Θεοτόκον

Νὰ ἔχετε εὐλάβειαν εἰς ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ περισσότερον εἰς τὴν Δέσποιναν Μαρίαν, διότι ὅλοι οἱ Ἅγιοι εἶνε δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, ἡ δὲ Θεοτόκος εἶνε Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ἥτις παρακαλεῖ τὸν εὔσπλαχνον Χριστὸν διὰ τὰς ἁμαρτίας μας. Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τιμῶμεν τὴν Δέσποινάν μας μὲ νηστείας καὶ ἐλεημοσύνας.
Ἕνας ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Ἰωάννης ἐνικήθη καὶ ἔγινε κλέπτης, ἔγινε καὶ καπετάνιος εἰς 100 κλέπτας· ἀλλὰ εἶχε πολλὴν εὐλάβειαν εἰς τήν Θεοτόκον καὶ κάθε πρωΐ καὶ ἑσπέρας ἔλεγε τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας. Θέλων ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ τὸν σώσῃ διὰ τὴν εὐλάβειαν ὁποὺ εἶχεν εἰς τὴν Θεοτόκον, ἔστειλεν ἕνα ἅγιον ἀσκητήν, τὸν ὁποῖον ἅμα εἶδον οἱ κλέπται τὸν ἔπιασαν. Τοὺς λέγει ὁ ἀσκητής: Σᾶς παρακαλῶ, νὰ μὲ ὑπάγετε εἰς τὸν καπετάνιον σας, διότι ἔχω νὰ σᾶς εἰπῶ λόγον διὰ τὸ καλόν σας. Τὸν ὑπῆγαν εἰς τὸν καπετάνιον καὶ τοῦ λέγει: Κράξε μου ὅλα τὰ παλληκάρια νὰ ἔλθουν νὰ σᾶς εἰπῶ ἕνα λόγον. Τοὺς κράζει ὁ καπετάνιος καὶ ἦλθαν. Λέγει ὁ ἀσκητής: Δὲν ἔχεις ἄλλον; Ἔχω, λέγει, ἕνα μάγειρον. Λέγει του ὁ ἀσκητής: Κράξε τον νὰ ἔλθῃ. Καὶ ἅμα ἦλθε, δὲν ἠδύνατο νὰ ἰδῆ τὸν ἀσκητὴν ὁ μάγειρος, ἀλλ᾿ ἐγύριζε τὸ πρόσωπόν του εἰς ἄλλο μέρος. Τότε λέγει ὁ ἀσκητὴς εἰς τὸν μάγειρον: Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ σὲ προστάζω νὰ μὲ εἰπῆς ποῖος εἶσαι καὶ τὶς σὲ ἔστειλε καὶ τί κάμνεις ἐδῶ ποὺ κάθεσαι; Ἀπεκρίθη ὁ μάγειρος καὶ λέγει: Ἐγὼ εἶμαι ψεύστης καὶ πάντοτε τὸ ψεῦδος λαλῶ· ἀλλὰ τώρα, ἐπειδὴ μὲ ἔδεσες μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἠμπορῶ παρὰ νὰ εἰπῶ τὴν ἀλήθειαν. Ἐγὼ λοιπὸν εἶμαι διάβολος, καὶ μὲ ἔστειλεν ὁ μεγαλύτερός μου νὰ δουλεύω τοῦτον τὸν καπετάνιον καὶ νὰ τὸν φυλάγω νὰ τὸν εὑρὼ καμμίαν ἡμέραν ὁποὺ νὰ μὴ διαβάζη τοὺς Χαιρετισμοὺς τῆς Παναγίας, νὰ τὸν βάλω εἰς τὴν κόλασιν. Καὶ ἔχω τώρα 14 χρόνους ὁποὺ τὸν φυλάγω, καὶ δὲν εὗρον καμμίαν ἡμέραν ὁποὺ νὰ μὴ διαβάζη τὸ «Ἄγγελος πρωτοστάτης». Τότε λέγει ὁ ἀσκητής: Σὲ προστάζω εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος νὰ γίνης ἄφαντος καὶ πλέον νὰ μὴ πειράξης τοὺς χριστιανούς. Καὶ εὐθὺς ἔγινεν ἄφαντος ὁ διάβολος ὡσὰν καπνός. Τότε ἐδίδαξεν ὁ ἀσκητὴς τοὺς κλέπτας καὶ ἄλλοι ἔγιναν καλόγηροι καὶ ἄλλοι ὑπανδρεύθηκαν καὶ ἔκαμαν καλὰ ἔργα καὶ ἐσώθησαν. Διὰ τοῦτο σᾶς συμβουλεύω ὅλους, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, νὰ μάθετε τὸ «Ἄγγελος πρωτοστάτης», νὰ τὸ λέγετε εἰς τὴν προσευχήν σας. Καὶ ἂν θέλετε, πάρετε τὸ «Ἁμαρτωλῶν σωτηρία», ὁποὺ ἔχει 70 θαύματα τῆς Θεοτόκου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα σᾶς εἶπα ἕνα διὰ νὰ καταλάβετε.

Πόθος Παρθενίας

Ἦτο μία κόρη ὀνομαζομένη Μαρία. Ὁ πατήρ της ἦτο χριστιανὸς καὶ ἐζήτει νὰ τὴν ὑπανδρεύση· ἐκείνη δὲν ἤθελε, θέλουσα νὰ φυλάξῃ παρθενίαν. Τὴν ἔβαλεν εἰς ἕνα μοναστήριον γυναικεῖον καὶ τὴν παρέδωκε τῆς ἡγουμένης νὰ τὴν ἔχη ὡς παιδί της. Καὶ ἀφοῦ ἀπέθανεν ὁ πατήρ της, ἔγινεν ἄλλος ἀφέντης εἰς τὴν χῶραν ἐκείνην, ὅστις ἐβγῆκε μίαν ἡμέραν καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸ μοναστήριον ὁποὺ ἦτο ἡ Μαρία. Καὶ εὐθὺς ὁποὺ τὴν εἶδεν ὁ ἀφέντης, ἐτρώθη ἡ καρδιά του ἔρωτα σατανικόν· καὶ γυρίζοντας σπίτι του ἔστειλε γράμματα εἰς τὴν ἡγουμένην καὶ τῆς ἔλεγε: Ἀμέσω νὰ μοῦ στείλης τὴν Μαρίαν, διότι τὴν εἶδον καὶ μὲ εἶδε, μὲ ἠγάπησε καὶ τὴν ἠγάπησα. Διαβάζει τὸ γράμμα ἡ ἡγουμένη, κράζει τὴν Μαρίαν καὶ τῆς λέγει: Παιδί μου, τί καλὸν εἶδες εἰς πασὰν καὶ τὸν ἐκοίταξες μὲ ἀγάπην; Κοίταξε τί μοῦ γράφει ἐδῶ! Λέγει ἡ Μαρία: Ἐγὼ δὲν ἠξεύρω τίποτε· τὸν ἐκοίταξα μὲ ἄλλον σκοπὸν καὶ εἶπα: Ἄρα, Θεέ μου, ταύτην τὴν δόξαν ὁποὺ ἔχει ἐδῶ τοῦτος ὁ πασάς, θὰ τὴν ἔχη καὶ εἰς ἄλλον κόσμον; Καὶ αὐτὸς μ᾿ ἐκοίταξε μὲ διαβολικὸν σκοπόν. Ἐγὼ ἂν ἤθελα ὑπανδρείαν, μὲ ὑπάνδρευε καὶ ὁ πατέρας μου καὶ ἔπαιρνα χριστιανόν. Τότε γράφει ἡ ἡγουμένη εἰς τὸν πασάν: Καλύτερα σοῦ στέλνω τὸ κεφάλι μου, παρὰ τὴν Μαρίαν. Στέλλει πάλιν ὁ πασᾶς καὶ λέγει τῆς ἡγουμένης: Ἢ νὰ μοῦ στείλης τὴν Μαρίαν, ἢἡ ἔρχομαι καὶ τὴν παίρνω μόνος μου καὶ καίω τὸ μοναστήρι. Τὸ ἤκουσεν ἡ Μαρία καὶ λέγει τῆς ἡγουμένης: Ὅταν ἔλθουν οἱ ἀπεσταλμένοι, στεῖλε τους εἰς τὸ κελλί μου καὶ ἐγὼ τοὺς ἀποκρίνομαι. Ἦλθον οἱ ἀπεσταλμένοι εἰς τὸ κελλίον τῆς Μαρίας, καὶ τοὺς ἠρώτησε τί θέλουν. Τῆς εἶπον ἐκεῖνοι: Μᾶς ἔστειλεν ὁ πασᾶς νὰ σὲ πάρωμεν, διότι εἶδε τὰ μάτια σου καὶ τὰ ὠρέχθηκε. Τοὺς εἶπε νὰ περιμείνουν νὰ ὑπάγη εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Τότε παίρνει ἕνα μαχαίρι καὶ ἕνα πιάτο, καὶ πηγαίνει εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐμπρὸς καὶ λέγει: Κύριέ μου, μοῦ ἔδωκες τὰ μάτια τὰ αἰσθητὰ διὰ νὰ πηγαίνω εἰς τὸν καλὸν δρόμον, καὶ ἐγὼ νὰ πηγαίνω μὲ τὸ θέλημά μου εἰς τὸν κακὸν δὲν εἶνε πρέπον. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὰ τὰ αἰσθητὰ θὰ μοῦ βγάλουν τὰ νοητά, ἰδοὺ ὁποὺ τὰ βγάνω διὰ τὴν ἀγάπην σου, διὰ νὰ φύγω ἀπὸ τὸν βόρβορον τῆς ἁμαρτίας. Καὶ εὐθὺς βάζει τὸ μαχαίρι μέσα εἰς τὸ μάτι της καὶ τὸ βγάνει εἰς τὸ πιάτο. Ἐπῆγεν ἐμπρὸς καὶ εἰς τὴν Παναγίαν καὶ βγάζει καὶ τὸ ἄλλο της μάτι καὶ τὰ βάνει μαζί. Τότε τὰ στέλλει τοῦ πασᾶ· καὶ ἀφοῦ τὰ εἶδεν ὁ πασάς, ἐγύρισεν εὐθὺς ὁ σατανικὸς ἔρως εἰς κατάνυξιν· καὶ σηκώνεται εὐθὺς καὶ πηγαίνει εἰς τὸ μοναστήριον, καὶ παρακαλεῖ τὰς καλογραίας νὰ ὑπάγουν νὰ κάμουν δέησιν εἰς τὸν Θεόν, νὰ ἰατρευθῆ ἡ Μαρία. Πηγαίνουν πάραυτα ὅλαι μαζὶ μὲ τὸν πασᾶν καὶ πίπτουσαι κατὰ γῆς παρεκάλουν τὸν Κύριον καὶ τὴν Θεοτόκον νὰ δώση τὸ φῶς τῆς Μαρίας. Ἐφάνη ἡ Θεοτόκος τότε ὡς ἀστραπὴ εἰς τὴν Μαρίαν καὶ τῆς λέγει: Χαῖρε, Μαρία! Ἐπειδὴ ἐπροτίμησες νὰ βγάλης τὰ μάτια σου διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν ἰδικήν μου, ἰδοὺ πάλιν ἔχε τὰ μάτια σου καὶ πλέον πειρασμὸς νὰ μὴ σοῦ συμβῆ. Βλέποντας δὲ τὸ θαῦμα οἱ παρόντες ἐχάρησαν πολὺ καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν καὶ τὴν Παναγίαν. Ἔπειτα ὁ πασᾶς ἀφιέρωσε πολὺ χρυσίον εἰς τὸ μοναστήρι καὶ ἐπῆρε συγχώρησιν ἀπὸ τὰς καλογραίας καὶ ἀνεχώρησε καὶ ἔκαμε καλὰ καὶ ἐσώθη.
Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, τί ἔκαμεν ἡ Μαρία μὲ τὴν δύναμιν τῆς Παναγίας; Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ τιμῶμεν τὴν Παναγίαν Θεοτόκον μὲ ἔργα καλά.

Ὁ Ἅγιος Τρέμει τὸ Σκάνδαλον

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀδελφοί μου, ἀνάμεσα εἰς τὰ καλά, τὰ ὁποῖα μας διδάσκει εἰς τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, μᾶς λέγει καὶ τοῦτον τὸν λόγον· ὅτι ἀλλοίμονον εἰς ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπον ὁποὺ σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν του καὶ δὲν ζητήση συγχώρησιν προτοῦ νὰ δύση ὁ ἥλιος διότι κολάζεται. Τώρα εἶνε δυνατὸν καὶ ἐγὼ ὁποὺ ἦλθα ἐδῶ νὰ μὴ ἐσκανδάλισα τινὰ ἀπὸ λόγου σας; Λοιπὸν μὲ ἄλλον τρόπον δὲν δυνάμεθα παρὰ μὲ τὸν ἑξῆς (41). Σᾶς παρακαλῶ νὰ εἰπῆτε ἡ εὐγένειά σας τρεῖς φοράς: Συγχώρησόν μας καὶ Θεὸς συγχωρῆσοι σε. Τώρα, ἂν θέλετε νὰ χαρῆ ὁ Χριστός, νὰ χαρῆ ἡ Παναγία μας Θεοτόκος καὶ πάντες οἱ Ἅγιοι, νὰ πικρανθῆ ὁ διάβολος, ὁ ἐχθρός μας, τώρα ὁποὺ εἶσθε ἐδῶ μαζευμένοι, νὰ εἰπῆτε μεταξύ σας τρεῖς φοράς: Συγχωρεῖτε μας, ἀδελφοί, καὶ ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι σας.

ΔΙΔΑΧΗ Δ´

Περίληψις τῆς διδαχῆς

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεός, ἀδελφοί μου, ὁ γλυκύτατος Δεσπότης, ὁ ποιητὴς τῶν Ἀγγέλων, παρακινούμενος ἀπὸ τὴν εὐσπλαχνία του καὶ πολλὴν ἀγάπην ὁποὺ ἔχει εἰς τὸ γένος μας, σιμὰ εἰς τὰ ἄπειρα χαρίσματα ὁποὺ μᾶς ἐχάρισε καὶ μᾶς χαρίζει καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν, ἰδοὺ ὁποὺ μᾶς ἠξίωσε καὶ ἀπόψε καὶ τὸν ἐδοξάσαμεν καὶ ἐτιμήσαμεν καὶ τὴν Δέσποινάν μας Θεοτόκον, καὶ ἄμποτε ὁ Κύριος διὰ πρεσβειῶν της νὰ συγχωρήσῃ τ᾿ ἁμαρτήματά μας, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώση τῆς βασιλείας του, νὰ προσκυνῶμεν καὶ νὰ δοξάζωμεν τὴν Παναγίαν Τριάδα καὶ νὰ χαιρώμεθα καὶ εὐφραινώμεθα πάντοτε. Μὲ ἠξίωσεν ὁ Κύριος, ἀδελφοί μου, καὶ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἦλθα ἐδῶ εἰς τὴν εὐλογημένην σας χῶραν καὶ εἴπαμεν μερικὰ νοήματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Παρακινούμενος ὁ Κύριός μας ἀπὸ τὴν πολλήν του εὐσπλαχνίαν ἔκαμε πρῶτον δέκα τάγματα Ἀγγέλους. Τὸ πρῶτον τάγμα ἐξέπεσεν ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειάν του καὶ ἔγιναν δαίμονες. Τότε ἐπρόσταξεν ὁ πανάγαθος Θεὸς καὶ ἔγινε τοῦτος ὁ κόσμος καὶ ἔκαμεν ἕνα ἄνδρα καὶ μίαν γυναίκα ὡσὰν ἡμᾶς· τὸ σῶμα ἀπὸ λάσπην, καὶ τὴν ψυχὴν ἀγγελικήν, ἀθάνατον. Ὠνόμασε τὸν ἄνδρα Ἀδὰμ καὶ τὴ γυναίκα Εὔαν. Ἔκαμε καὶ ἕνα παράδεισον κατὰ τὸ μέρος τῆς ἀνατολῆς, ὅλον χαρὰ καὶ εὐφροσύνη. Ἔβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔαν μέσα εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἐχαίροντο ὡς Ἄγγελοι. Τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ φάγουν ἀπὸ μίαν συκῆν καρπόν· ἀλλ᾿ ἐκεῖνοι κατεφρόνησαν τὴν προσταγὴν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔφαγον· καὶ δὲν μετενόησαν. Τοὺς ἐδίωξεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν παράδεισον καὶ ἔζησαν εἰς τοῦτον τὸν κόσμον 930 χρόνους μὲ μαῦρα καὶ πικρὰ δάκρυα. Καὶ ἀφοῦ ἀπέθανον, ἐπῆγαν εἰς τὴν κόλασιν καὶ ἐκαίοντο 5.500 χρόνους. Εὐσπλαχνίσθη ὁ πανάγαθος Θεὸς τὸ γένος μας καὶ κατελθῶν ἐσαρκώθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου εἰς τὴν κοιλίαν τῆς Ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος χωρὶς ἁμαρτίαν, καὶ μᾶς ἐλύτρωσεν ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ διαβόλου. Μᾶς ἔδειξε τὴν ἁγίαν Πίστιν, τὸ ἅγιον Βάπτισμα, τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, διὰ νὰ ἠξεύρωμεν ποῦ περιπατοῦμεν.
Τὴ Μεγάλη Πέμπτη τὸ βράδυ ἐπῆρεν ὁ Κύριος ἄρτον καὶ οἶνον καὶ τὰ εὐλόγησε· καὶ ἔκαμε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, τὸ πανάγιον σῶμα Του καὶ αἷμα Του, καὶ ἐμετάλαβε τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους.
Ἕως ἐδῶ ἀναφέραμεν τὴν ἱστορίαν εἰς δυὸ λόγους καὶ τὴν ἀφήσαμεν. Τώρα δὲ ἐλπίζοντες εἰς τὴν εὐσπλαχνίαν τοῦ Χριστοῦ μας, καθὼς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον μᾶς φωτίση, νὰ κάμωμεν ἀρχὴν νὰ εἴπωμεν καὶ τὰ ἐπίλοιπα μὲ συντομίαν.

Προετοιμασία διὰ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια

1. Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ (ΣΑΠΡΙΚΙΟΣ-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ)

Καὶ πρῶτον, πρέπει ἀδελφοί μου, νὰ προσέχετε εἰς ὅλα τὰ νοήματα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, διότι εἶνε ὅλα διαμάντια, θησαυρός, χαρά, εὐφροσύνη, ζωὴ αἰώνιος, καὶ περισσότερον ἐδῶ εἰς τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Καὶ πρῶτον νὰ στοχασθῶμεν τί ἔκαμεν ὁ Χριστός μας. Δὲν ἐφύλαξε μίσος καὶ ἔχθρα νὰ μὴ μεταλάβη τὸν Ἰούδαν τὸν ἐχθρόν του, ἀλλ᾿ ὅπως ἐμετάλαβε καὶ τοὺς ἕνδεκα μαθητάς, τοὺς φίλους του τοὺς καλούς, ἔτσι καὶ τὸν Ἰούδαν, τὸν ἐχθρόν του.
Ἦτο ἕνας ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Σαπρίκιος, ὁ ὁποῖος ἐνήστευε πάντοτε, προσηύχετο, ὑπάνδρευε πτωχὰς γυναίκας, ἔκτιζεν ἐκκλησίας, ποτέ του δὲν ἔβλαψεν, ἀλλ᾿ ἀγαποῦσε τὸ δίκαιον. Ἦτο καὶ ἕνας ἄλλος ὀνομαζόμενος Νικηφόρος, ὁ ὁποῖος ποτέ του καλὸν δὲν ἔκαμε, μάλιστα ἔκλεπτεν, ἀδικοῦσε τὸν κόσμον, ἐπόρνευεν, ὅλα τὰ κακὰ τὰ εἶχε κάμει. Ἤθελε δὲ νὰ φονεύση καὶ τὸν ἀδελφόν του Σαπρίκιον. Μίαν ἡμέραν στέλλει ὁ βασιλεὺς καὶ παίρνει τὸν Σαπρίκιον καὶ τοῦ λέγει: Νὰ ἀρνηθῆς τὸν Χριστὸν καὶ νὰ προσκυνήσῃς τὰ εἴδωλα. Λέγει του ὁ Σαπρίκιος: Ἐγὼ τὸν Χριστόν μου δὲν τὸν ἀρνοῦμαι ποτέ. Τὸν ἐβασάνισεν ὁ βασιλεὺς δυνατὰ καὶ ὡσὰν εἶδε πὼς δὲν εἶνε τρόπος νὰ νικήση τὴν γνώμην του, ἀπεφάσισε νὰ τὸν θανατώση. Παίρνοντάς τον λοιπὸν ὁ δήμιος νὰ τὸν ὑπάγη εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης, τὸ ἔμαθεν ὁ Νικηφόρος καὶ πηγαίνει εἰς τὸν δρόμον καὶ λέγει τοῦ Σαπρικίου: Ἐγώ, ἀδελφέ, σοῦ ἔπταισα· καὶ ἔμαθα ὅτι θὰ σὲ θανατώσουν. Διὰ τοῦτο σὲ παρακαλῶ, ἀδελφέ, νὰ μὲ συγχωρήσῃς· σοῦ ἔσφαλα. Πάλιν κύπτει ὁ Νικηφόρος καὶ τὸν παρακαλεῖ, τοῦ φιλεῖ τὰ πόδια. Ἀδελφέ, λέγει, συγχώρησόν με διὰ τὸν Θεόν. Ἀλλ᾿ ὁ ἀδελφός του δὲν τὸν συγχωρεῖ. Ἔφθασαν καὶ εἰς τὸν τόπον τῆς καταδίκης. Τὸν παρεκάλει ὁ Νικηφόρος μετὰ δακρύων, καὶ δὲν τὸν ἐσυγχώρησε. Τοῦ λέγει πάλιν ὁ Νικηφόρος: Ἰδού, ἀδελφέ, τώρα θὰ σὲ κόψουν· διατὶ δὲν μὲ συγχωρεῖς; Ἐσὺ θὰ κολασθῆς· ἐγὼ σὲ συγχωρῶ μὲ ὅλην μου τὴν καρδίαν. Λέγει του ὁ Σαπρίκιος: Ἐγὼ δὲν σὲ συγχωρῶ ποτέ! Καὶ καθὼς ἐσήκωσεν ὁ δήμιος τὸ σπαθὶ νὰ τοῦ κόψη τὸ κεφάλι, βλέπων ὁ πανάγαθος Θεὸς τὴν κακήν του γνώμην, σηκώνει τὴν χάριν του, καὶ ἐρωτᾶ ὁ Σαπρίκιος τὸν στρατιώτην: Διατὶ θέλης νὰ μὲ φονεύσῃς; Λέγει του ὁ στρατιώτης: Καὶ δὲν τὸ ἠξεύρεις τώρα τόσον καιρόν; Διότι δὲν προσκυνᾶς τὰ εἴδωλα. Λέγει του ὁ Σαπρίκιος: Διὰ τοῦτο μὲ βασανίζεις; Ἐγὼ ἀρνοῦμαι τὸν Χριστὸν καὶ προσκυνῶ τὰ εἴδωλα! Καὶ εὐθὺς λέγοντας τὸν λόγον δὲν τὸν ἐφόνευσεν, ἀλλ᾿ ἠρνήθη τὸν Χριστὸν καὶ ὑπῆγε μὲ τὸν διάβολον. Βλέπων ὁ Νικηφόρος τοὺς Ἀγγέλους ὁποὺ ἔστεκαν μὲ ἕνα στέφανον χρυσοῦν, λέγει εἰς τὸν δήμιον: Ἐγὼ εἶμαι χριστιανὸς καὶ πιστεύω εἰς τὸν Χριστόν μου. Λέγει τοῦ Σαπρικίου: Συγχώρησόν με, ἀδελφέ, καὶ ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι σε. Καὶ ἀμέσως ἔκοψεν ὁ στρατιώτης τὸ κεφάλι τοῦ Νικηφόρου καὶ παρέλαβον οἱ Ἄγγελοι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ καὶ τὴν ὑπῆγαν εἰς τὸν παράδεισον.
Διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς εὐσεβεῖς χριστιανοὶ πρέπει νὰ ἀγαπῶμεν τοὺς ἐχθρούς μας καὶ νὰ τοὺς συγχωρῶμεν· νὰ τοὺς τρέφωμεν, νὰ τοὺς ποτίζωμεν, νὰ παρακαλοῦμεν τὸν Θεὸν διὰ τὴν ψυχήν των, καὶ τότε νὰ λέγωμεν εἰς τὸν Θεόν: Θεέ μου, σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσῃς καθὼς καὶ ἐγὼ συγχωρῶ τοὺς ἐχθρούς μου. Εἰ δὲ καὶ δὲν συγχωρήσωμεν τοὺς ἐχθρούς μας, καὶ τὸ αἷμά μας νὰ χύσωμεν διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνομεν (42).
Κάμνετε ἐδῶ ἀφορισμούς; Νὰ προσέχετε, χριστιανοί μου, ποτέ σας νὰ μὴ κάμνετε, διότι ὁ ἀφορισμὸς εἶνε ξεχωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους, ἀπὸ τὸν παράδεισον, καὶ παραδομὸς εἰς τὸν διάβολον, εἰς τὴν κόλασιν. Δι᾿ ἐκεῖνον τὸν ἀδελφὸν ἐσταυρώθη ὁ Χριστὸς νὰ βγάλη ἀπὸ τὴν κόλασιν, καὶ σὺ διὰ μικρὸν πράγμα τὸν ἀφορίζεις καὶ τὸν βάνεις εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεται πάντοτε; Τόσον σκληροκάρδιος εἶσαι; Μὰ καλὰ στοχάσου· ἀπὸ τὸν καιρὸν ποὺ ἐγεννήθης πόσες ἁμαρτίες ἔχεις πράξει μὲ τὸ μάτι ἢ μὲ τὸ αὐτὶ ἢ μὲ τὸ στόμα ἢ μὲ τὸν νοῦν; Ἀναμάρτητος νομίζεις εἶσαι; Τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον μᾶς λέγει ὅτι μόνον ὁ Χριστὸς εἶνε ἀναμάρτητος, ἡμεῖς δὲ οἱ ἄνθρωποι εἴμεθα ὅλοι ἁμαρτωλοί. Ὥστε νὰ μὴ κάμνετε ἀφορισμούς.
Διὰ τοῦτο, χριστιανοί μου, ἂν θέλετε νὰ σᾶς συγχωρήσῃ ὁ Θεὸς ὅλα σας τὰ ἁμαρτήματα καὶ νὰ σᾶς γράψη διὰ τὸν παράδεισον, εἰπέτε καὶ ἡ εὐγένιά σας διὰ τοὺς ἐχθρούς σας τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτούς. Αὐτή, ἀδελφοί μου, ἡ συγχώρησις ἔχει δυὸ ἰδιώματα, ἕνα νὰ φωτίζῃ καὶ ἕνα νὰ κατακαίῃ. Ἐγὼ σᾶς εἶπα νὰ συγχωρῆτε τοὺς ἐχθρούς σας διὰ ἰδικόν σας καλόν. Ἐσὺ πάλιν ὁποὺ ἀδίκησες τοὺς ἀδελφούς σου καὶ ἤκουσες ὁποὺ εἶπον νὰ σὲ συγχωρήσουν, μὴ χαίρεσαι, ἀλλὰ μάλιστα νὰ κλαῖς, διότι αὐτὴ ἡ συγχώρησίς σου ἔγινε φωτιὰ εἰς τὸ κεφάλι σου, ἀνίσως καὶ δὲν ἐπιστρέψης τὸ ἄδικον ὀπίσω. Νὰ κλαύσῃς καὶ νὰ παρακαλέσῃς νὰ σὲ συγχωρήσῃ ὁ Θεὸς διὰ τὰς ἰδικάς σου ἁμαρτίας. Ὅλοι οἱ πνευματικοί, πατριάρχαι, ἀρχιερεῖς, ὅλος ὁ κόσμος νὰ σὲ συγχωρήσῃ, ἀσυγχώρητος εἶσαι. Ἀμὴ ποῖος ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ σὲ συγχωρήσῃ; Ἐκεῖνος ὁποὺ τὸν ἀδίκησες. Καὶ ἂν ἐξετάσωμεν καλά, πρέπει νὰ δώσῃς εἰς τὸ ἕνα τέσσαρα, καθὼς λέγει τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, καὶ τότε νὰ λάβης συγχώρησιν. Ἔτυχε καὶ δὲν ἔχεις νὰ πληρώσῃς; Πήγαινε καὶ πώλησον τὰ πράγματά σου, καὶ ὅσα πάρεις δόσε τα· καὶ καλύτερα νὰ εἶσαι σκλάβος ἐδῶ εἰς τὸ σῶμα πέντε, δέκα χρόνους, καὶ νὰ πηγαίνης εἰς τὸν παράδεισον, παρὰ νὰ εἶσαι ἐλεύθερος ἐδῶ καὶ αὔριον νὰ πηγαίνης εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεσαι πάντοτε.
Ὅθεν, ἀδελφοί μου, ὅσοι ἀδικήσατε Χριστιανοὺς ἢ Ἑβραίους ἢ Τούρκους, νὰ δώσητε τὸ ἄδικον ὀπίσω, διότι εἶνε κατηραμένον καὶ δὲν βλέπετε καμμίαν προκοπήν. Ἐκεῖνα τὰ ἄδικα τὰ τρώγετε διὰ νὰ ζῆτε· καὶ ἐκεῖνα σᾶς θανατώνουν, καὶ ὁ Θεὸς σᾶς βάνει εἰς τὴν κόλασιν. Ὅποιος θέλει νὰ δώση τὸ ἄδικον ὀπίσω, ἂς σηκωθῆ νὰ μοῦ τὸ εἰπῆ, νὰ βάλω ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸν συγχωρήσωσιν. Ἕνα πρόβατον κλεμμένον νὰ βάλης εἰς 100 ἰδικά σου, τὰ μαγαρίζει ὅλα· διότι εἶνε ἀφωρισμένον καὶ κατηραμένον. Σᾶς παρακαλῶ, χριστιανοί μου, νὰ εἰπῆτε καὶ δι᾿ ἐκείνους, ὁποὺ ἤθελον δώσει τὰ ἄδικα ὀπίσω, τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρήσοι καὶ ἐλεήσοι αὐτούς.

2. Η ΚΑΘΑΡΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΙΣ

Τὸ πρῶτον μας νόημα εἶνε αὐτό: Ὅσοι ἠδικήθημεν νὰ συγχωρῶμεν τοὺς ἐχθρούς μας διὰ τὸ ἰδικόν μας καλόν, καὶ ὅσοι ἀδικήσαμεν νὰ δίδωμεν τὰ ἄδικα ὀπίσω. Τὸ δεύτερον εἶνε τοῦτο: Ἀνίσως καὶ ἡμεῖς θέλωμεν νὰ ὠφεληθῶμεν ἀπὸ τὰ Ἄχραντα Μυστήρια ὡσὰν τοὺς ἕνδεκα Ἀποστόλους τοὺς καλούς, καὶ νὰ μὴ βλαφθῶμεν ὡσὰν τὸν Ἰούδαν τὸν κακόν, νὰ ἐξομολογούμεθα καθαρὰ καὶ νὰ κοινωνῶμεν μὲ φόβον καὶ τρόμον καὶ εὐλάβειαν, καὶ τότε νὰ φωτισθῶμεν. Εἰ δὲ καὶ πηγαίνομεν ἀνεξομολόγητοι, μεμολυσμένοι μὲ ἁμαρτίας, καὶ τολμῶμεν νὰ μεταλαμβάνωμεν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια, βάνομεν φωτιὰ καὶ καιόμεθα.
Ποῖος ἠξεύρει, ἀδελφοί μου, νὰ μοῦ εἰπῆ, ὁ ἥλιος φωτεινὸς εἶνε ἢ σκοτεινός; Μοῦ φαίνεται ὅλοι σας τὸ γνωρίζετε, ὅτι εἶνε φωτεινὸς καὶ τὰ πάντα φωτίζει. Εἶνε ὅμως μερικὰ ζῶα ὁποὺ τὰ λέγουν νυχτερίδες, καὶ ἄλλα κουκουβάγιες, καὶ ὅταν βγῆ ὁ ἥλιος θαμβώνονται καὶ σκοτίζονται καὶ δὲν βλέπουν. Ἔτσι εἶνε καὶ εἰς τὰ Ἄχραντα Μυστήρια· τὸν καλὸν τὸν φωτίζουν καὶ τὸν κάμνουν ὡσὰν ἄγγελον· ὁμοίως καὶ τὸν ἁμαρτωλὸν πάλιν τὸν σκοτίζουν καὶ τὸν κάμνουν ὡσὰν διάβολον. Καθὼς καὶ ἡ φωτιὰ ὅλα τὰ πράγματα δὲν τὰ καίει, μάλιστα τὸ χρυσάφι τὸ λαμπρύνει καὶ τὸ καθαρίζει, καὶ τὰ ἄλλα πράγματα τὰ καίει. Λοιπὸν ἂς γίνωμεν καὶ ἡμεῖς μάλαμα νὰ καθαρισθῶμεν, καὶ ὄχι ξύλα νὰ καιώμεθα.
Ἐδῶ ὁποὺ ἦλθα, χριστιανοί μου, ἔλαβα μίαν χαρὰν μεγάλην καὶ μίαν λύπην μεγάλην. Καὶ χαρὰν μεγάλην ἔλαβα βλέπων τὴν καλήν σας γνώμην καὶ τὴν καλήν σας μετάνοιαν· λύπην ἔλαβα πάλιν στοχαζόμενος τὴν ἀναξιότητά μου, πὼς δὲν ἔχω καιρὸν νὰ σᾶς ἐξομολογήσω ὅλους ἕνα πρὸς ἕνα, νὰ μοῦ εἰπῆ καθένας τὰ ἁμαρτήματά του, νὰ τοῦ εἴπω καὶ ἐγὼ ἐκεῖνο ὁποὺ μὲ φωτίση ὁ Θεός (42). Θέλω ἀλλὰ δὲν ἠμπορῶ, τέκνα μου. Καθὼς ἕνας πατέρας εἶνε ἄρρωστος, πηγαίνει τὸ παιδί του νὰ τὸ παρηγορήση, ἐκεῖνος μὴ δυνάμενος τὸ διώχνει· μὰ πῶς τὸ διώχνει; Μὲ τὴν καρδιὰ καημένη! Θέλει νὰ τὸ παρηγορήση, μὰ δὲν ἠμπορεῖ. Μὰ πάλιν διὰ νὰ μὴ ὑστερηθῆτε τελείως, σᾶς λέγω τοῦτο: Ἂν θέλετε νὰ ἰατρεύσετε τὴν ψυχήν σας, τέσσαρα πράγματα σᾶς χρειάζονται. Κάμνομεν μίαν συμφωνίαν; Ἀπὸ τὸν καιρὸν ὁποὺ ἐγεννήθητε ἕως τώρα, ὅσα ἁμαρτήματα ἐπράξατε, νὰ τὰ πάρω ἐγὼ εἰς τὸν λαιμόν μου· καὶ ἡ εὐγένιά σας νὰ κρατήσετε τέσσαρες τρίχες. Καὶ τί θὰ κάμω; Ἔχω μία καταβόθρα καὶ τὰ ρίχνω μέσα. Ποία εἶνε ἡ καταβόθρα; Εἶνε ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Χριστοῦ μας.
Πρώτη τρίχα εἶνε ὅταν θέλετε νὰ ἐξομολογῆσθε, τὸ πρῶτον θεμέλιον εἶνε αὐτὸ ὁποὺ εἴπομεν, νὰ συγχωρῆτε τοὺς ἐχθρούς σας. Τὸ κάμνετε; -Τὸ κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Ἐπήρατε τὴν πρώτην τρίχαν.
Δευτέρα τρίχα εἶνε νὰ εὑρίσκετε πνευματικὸν καλόν, γραμματισμένον, ἐνάρετον, νὰ ἐξομολογῆσθε καὶ νὰ λέγετε ὅλα σας τὰ ἁμαρτήματα. Νὰ ἔχης 100 ἁμαρτίας νὰ εἰπῇς τὰς 99 εἰς τὸν πνευματικόν, καὶ μίαν νὰ μὴ φανερώσῃς, ὅλες σου ἀσυγχώρητες μένουν. Καὶ ὅταν κάμνης τὴν ἁμαρτίαν, τότε πρέπει νὰ ἐντρέπεσαι, καὶ ὅταν ἐξομολογῆσαι, πρέπει νὰ μὴ ἔχης καμμίαν ἐντροπήν.
Μιὰ γυναίκα ἐπῆγε νὰ ἐξομολογηθῆ εἰς ἕνα ἀσκητήν. Ὁ ἀσκητὴς εἶχεν ἕναν ὑποτακτικὸν ἐνάρετον. Λέγει ὁ ἀσκητὴς τοῦ ὑποπτακτικοῦ του: Πήγαινε, νὰ ἐξομολογηθῆ ἡ γυναίκα. Ὁ ὑποτακτικὸς ἐμάκρυνεν ἕως ὁποὺ ἔβλεπε, μὰ δὲν ἤκουεν. Ἐξωμολογήθη ἡ γυναίκα καὶ ἔφυγε. Ὕστερα ἔρχεται ὁ ὑποτακτικὸς καὶ λέγει: Γέροντα, εἶδα ἕνα παράδοξο θαῦμα. Ἐκεῖ ὁποὺ ἐξωμολογεῖτο ἡ γυναίκα, ἔβλεπα ὁποὺ ἔβγαιναν φίδια μικρά· βλέπω καὶ ἐκρεμᾶτο ἕνα μεγάλο· ἔκανε νὰ βγῆ, καὶ πάλιν ἐτραβήχθη ὀπίσω. Λέγει ὁ Γέροντας: Πήγαινε νὰ τὴν κράξης νὰ ἔλθη ὀπίσω γλήγορα. Πηγαίνοντας ὁ ὑποτακτικὸς τὴν εὖρεν ἀποθαμένην. Γυρίζει ὀπίσω καὶ τὸ λέγει τοῦ γέροντός του. Αὐτὸς μὴ δυνάμενος νὰ ἐννοήση τὸ θαῦμα, παρεκάλεσεν τὸν Θεὸν νὰ τοῦ φανερώση ἂν ἡ γυναίκα ἐσώθη ἢ ἐκολάσθη. Καὶ φαίνεται ἔμπροσθέν του μία ἀρκούδα μαύρη καὶ τοῦ λέγει: Ἐγὼ εἶμαι ἐκείνη ἡ γυναίκα ὁποὺ ἐξωμολογήθηκα, καὶ δὲν σοῦ ἐφανέρωσα ἕνα θανάσιμον ἁμάρτημα ὁποὺ εἶχα πράξει, καὶ διὰ τοῦτο ὅλα μου τὰ ἁμαρτήματα ἔμειναν ἀσυγχώρητα, καὶ μὲ ἐπρόσταξεν ὁ Κύριος νὰ ὑπάγω εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίωμαι πάντοτε. Καὶ ἀμέσως ἐξῆλθε μία βρόμα ὡσὰν καπνὸς καὶ ἐχάθη ἀπὸ ἔμπροσθέν του.
Διὰ τοῦτο, χριστιανοί μου, ὅταν ἐξομολογῆσθε, νὰ λέγετε ὅλα σας τὰ ἁμαρτήματα καθαρά· καὶ πρῶτον νὰ εἰπῆς τοῦ πνευματικοῦ σου: Πνευματικέ μου, θὰ κολασθῶ, διότι δὲν ἀγαπῶ τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀδελφούς μου μὲ ὅλην μου τὴν καρδίαν ὡσὰν ἑαυτόν μου (44). Καὶ νὰ εἰπῆς ἐκεῖνα ὁποὺ σὲ τύπτει ἡ συνείδησίς σου· ἢ ἐφόνευσας ἢ ἐπόρνευσας ἢ ὅρκον ἔκαμες ψεύματα ἢ τοὺς γονεῖς σου δὲν ἐτίμησας καὶ τὰ τούτοις ὅμοια. Ἰδοὺ ἐπῆρες τὴν δευτέραν τρίχα.
Ἡ τρίτη τρίχα εἶνε, ὡσὰν ἐξομολογηθῆς θὰ σὲ ἐρωτήση ὁ πνευματικός: Διατί, παιδί μου, νὰ κάμης αὐτὰ τὰ ἁμαρτήματα; Σὺ νὰ προσέχης νὰ μὴ κατηγορήσῃς ἄλλον, ἀλλὰ τὸν ἑαυτόν σου καὶ νὰ εἰπῆς: Αὐτὰ τὰ ἔκαμα ἀπὸ τὴν κακήν μου προαίρεσιν. Βαρὺ εἶνε νὰ κατηγορήσῃς τὸν ἑαυτόν σου; -Ὄχι. -Λοιπὸν ἐπῆρες τὴν τρίτην τρίχα.
Ἔχομεν καὶ τέταρτην. Ὅταν σου δώση ἄδειαν ὁ πνευματικὸς καὶ ἀναχωρήσῃς, νὰ ἀποφασίσῃς μὲ στερεὰν γνώμην καὶ ἀπόφασιν, καλύτερα νὰ χύσῃς τὸ αἷμα σου, παρὰ νὰ ἁμαρτήσῃς. Τὸ κάμνεις αὐτό; -Μάλιστα. -Ἐπῆρες καὶ τὴν τέταρτην τρίχα.
Αὐτὰ τὰ τέσσαρα εἶνε τὰ ἰατρικά σου, καθὼς εἴπομεν. Τὸ πρῶτον εἶνε νὰ συγχωρήσῃς τοὺς ἐχθρούς σου· τὸ δεύτερον νὰ ἐξομολογῆσαι καθαρά· τὸ τρίτον εἶνε νὰ κατηγορῆτε τὸν ἑαυτόν σας· τὸ τέταρτον νὰ ἀποφασίζετε νὰ μὴ ἁμαρτήσετε πλέον. Καὶ ἂν ἠμπορεῖτε νὰ ἐξομολογῆσθε καθ᾿ ἑκάστην· εἰ καὶ δὲν ἠμπορεῖτε καθ᾿ ἡμέραν, ἂς εἶνε μίαν φορὰ τὴν ἑβδομάδα καὶ μία φορὰ τὸν μήνα ἢ ὀλιγώτερον τέσσαρας φορὰς τὸν χρόνον. Καὶ συνηθίζετε τὰ τέκνα σας ἀπὸ μικρὰ εἰς τὸν καλὸν δρόμον, νὰ ἐξομολογοῦνται. Ἐκεῖνα ὁποὺ σᾶς δίδουν οἱ πνευματικοί, σαρανταλείτουργα, μετανοίας, νηστείας καὶ ἄλλα, δὲν εἶνε ἰατρικά, ἀλλὰ διὰ νὰ μὴ τύχη καὶ πέσετε ἄλλην φορὰν εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Καὶ ὅστις τὰ βάλη μέσα εἰς τὴν καρδίαν του αὐτὰ τὰ τέσσαρα, νὰ ἀποθάνη ἐκείνην τὴν ὥραν, σώνεται· εἰ δὲ χωρὶς αὐτά, χιλιάδες καλὰ νὰ κάμη, εἰς τὴν κόλασιν πηγαίνει.

Ἡ Μνησικακία

Δυὸ ἄνθρωποι, χριστιανοί μου, ἦλθον μίαν φορὰν καὶ ἐξωμολογήθηκαν εἰς ἐμέ, Πέτρος καὶ Παῦλος, καὶ νὰ ἰδῆτε πῶς τοὺς ἐδιώρθωσα, καλὰ ἢ κακά. Ἐγὼ σᾶς φανερώνω τὴν καρδίαν μου. Μοῦ λέγει ὁ Πέτρος: Ἐγώ, πνευματικέ μου, ἀπὸ τὸν καιρὸν ὁποὺ ἐγεννήθηκα ἕως τώρα, ἐνήστευα, ἐπροσευχόμην πάντοτε, ἔκαμνα ἐλεημοσύνας, εἰς τοὺς πτωχούς, ἔκτισα μοναστήρια, ἐκκλησίας καὶ ἄλλα καλὰ ἔκαμα. Τὸν ἐχθρόν μου δὲν τὸν συγχωρῶ. Ἐγὼ τὸν ἀποφάσισα διὰ τὴν κόλασιν. Ἔρχεται ὁ Παῦλος καὶ μοῦ λέγει: Ἐγὼ ἀπὸ τὸν καιρὸν ὁποὺ ἐγεννήθηκα ποτὲ κανένα καλὸν δὲν ἔκαμα, ἀλλὰ μάλιστα ἔχω κάμει τόσα φονικά, ἐπόρνευσα, ἔκλεψα, ἔκαψα ἐκκλησίας, μοναστήρια· ὅλα τὰ κακὰ τὰ ἔκαμα, μὰ τὸν ἐχθρόν μου τὸν συγχωρῶ. Νὰ ἰδῆτε τί ἔκαμα ἐγὼ εἰς αὐτόν. Εὐθὺς τὸν ἀγκάλιασα καὶ τὸν ἐφίλησα· τοῦ ἔδωσα τὴν ἄδειαν νὰ μεταλάβη. Καλὰ τοὺς ἐδιώρθωσα ἢ κακά; Φυσικὰ θέλετε νὰ μὲ κατηγορήσετε καὶ νὰ μοῦ εἰπῆτε: Ὁ Πέτρος ὁποὺ ἔκαμε τόσα καλά, καὶ διότι δὲν ἐσυγχώρησε τὸν ἐχθρόν του, διὰ τόσον ὀλίγον πράγμα τὸν ἀπεφάσισες διὰ τὴν κόλασιν; Καὶ τὸν Παῦλον ὁποὺ ἔκαμε τόσα κακά, καὶ διότι ἐσυγχώρει τοὺς ἐχθρούς του, τὸν ἐσυγχώρησες καὶ τοῦ ἔδωκες τὴν ἄδειαν νὰ μεταλάβη; Ναί, ἀδελφοί μου, ἔτσι ἔκαμα. Θέλετε νὰ καταλάβετε μὲ τί ὁμοιάζει ὁ Πέτρος; Καθὼς μέσα σε 100 ὀκάδας ἀλεύρι βάνεις ὀλίγον προζύμι καὶ ἔχει τόσην δύναμιν τὸ προζύμι ἐκεῖνο, νὰ γυρίση καὶ τὰς 100 ὀκάδας τὸ ζυμάρι καὶ νὰ τὸ κουφίζη ὅλο, ἔτσι εἶνε καὶ ὅλα τὰ καλὰ ἐκεῖνα ὁποὺ ἔκαμεν ὁ Πέτρος· μὲ ἐκείνην τὴν ὀλίγην ἔχθραν, ὁποὺ δὲν ἐσυγχώρησε τὸν ἐχθρό του, τὰ ἐγύρισε καὶ τὰ ἔκαμε φαρμάκι τοῦ διαβόλου, καὶ ἔτσι τὸν ἀπεφάσισα διὰ τὴν κόλασιν. Ὁ Παῦλος πάλιν μὲ τί ὁμοιάζει; Εἶνε ἕνας σωρὸς λιανόξυλα καὶ βάνεις ἕνα μικρὸ κερὶ ἀναμμένον καὶ καίει ὅλον τὸν σωρὸν ἐκείνη ἡ ὀλίγη φλόγα. Ἔτσι εἶνε ὅλα τὰ ἁμαρτήματα τοῦ Παύλου, ὡσὰν τὸν σωρὸν τὰ λιανόξυλα· καὶ ἡ συγχώρησις ὁποὺ ἔκαμε τοῦ ἐχθροῦ του εἶνε ὡσὰν τὸ κερί, ὁποὺ ἔκαψε ὅλα τὰ λιανόξυλα, ἤγουν τὰς ἁμαρτίας, καὶ τὸν ἀπεφάσισα διὰ τὸν παράδεισον.

Ἡ Νηστεία τῶν Ὀρθοδόξων

Παρεδόθη ὁ Κύριος, ἀδελφοί μου, εἰς τὰς χεῖρας τῶν παρανόμων Ἑβραίων· ὑβρίσθη, ἐδάρθη, ἐσταυρώθη κατὰ τὸ ἀνθρώπινον· Τὴν Μεγάλην Τετάρτην ἐπωλήθη ὁ Κύριος καὶ τὴν Μεγάλην Παρασκευὴν ἐσταυρώθη. Πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ νὰ νηστεύωμεν πάντοτε, μὰ περισσότερον τὴν Τετάρτην, διότι ἐπωλήθη ὁ Κύριος καὶ τὴν Παρασκευήν, διότι ἐσταυρώθη. Ὁμοίως ἔχομεν χρέος νὰ νηστεύωμεν καὶ τὰς Τεσσαρακοστάς, καθὼς ἐφώτισεν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐνομοθέτησαν νὰ νηστεύωμεν, διὰ νὰ νεκρώνωμεν τὰ πάθη καὶ νὰ ταπεινώνωμεν τὸ σῶμα, καὶ μάλιστα μὲ τὰ ὀλίγα ζῶμεν μὲ εὐκολίαν.Ἐγὼ ἠμπορῶ νὰ ζήσω μὲ 100 δράμια ἄρτου· ἐκεῖνα τὰ εὐλογεῖ ὁ Θεός, διότι εἶνε ἀναγκαῖα· καὶ ὄχι νὰ τρώγωμεν 110· ἐκεῖνα τὰ 10 τὰ καταρᾶται, διότι εἶνε χαράμι· εἶνε ἐκείνου ὁποὺ πεινᾶ (45). Φυλάγετε αὐτὰς τὰς τέσσαρας Τεσσαρακοστάς, χριστιανοί μου; Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε; Ἂν εἶσθε χριστιανοί, πρέπει νὰ τὰς φυλάγετε· μάλιστα τὴν Μεγάλην Τεσσαρακοστήν. Κρατεῖτε τὸ τριήμερον ἐδῶ; Τὴν Καθαρὰν Δευτέραν εἶνε καλὸν καὶ ἅγιον ὅποιος τὴν φυλάγει. Ὁ Ἀβραὰμ εἶχε τὸ σπίτι του ἀνοικτὸν πάντοτε, καὶ ὅπου πτωχός, ἐκεῖ ἐκόνευε· καὶ χωρὶς ξένον ἄνθρωπον ὁ Ἀβραὰμ ποτέ του δὲν ἐκάθητο νὰ φάγη ψωμί. Ὁ διάβολος τὸν ἐφθόνησε καὶ ἐπῆγεν εἰς τὸν δρόμον καὶ ἐμπόδιζε τοὺς διαβάτας νὰ μὴ περνοῦν ἀπὸ τοῦ Ἀβραὰμ τὴν καλύβαν. Ἐβγῆκεν εἰς τὸν δρόμον ὁ Ἀβραὰμ καὶ ἐπερίμενε τρεῖς ἡμέρας νηστικός. Βλέπων ὁ πανάγαθος Θεὸς τὴν καλήν του γνώμην, φαίνονται τρεῖς ἄνθρωποι καὶ τοὺς ἐπῆρε εἰς τὴν καλύβαν του καὶ τοὺς ἐφίλευσεν· ὕστερον ἔγιναν ἄφαντοι ἀπ᾿ ἔμπροσθέν του. Τότε κατάλαβε πὼς ἦτο ἡ Ἁγία Τριὰς καὶ ἐδόξασε τὸν Θεὸν εἰς τύπον τῆς Ἁγίας Τριάδος (46). Ὅποιος νηστεύει τὸ τριήμερον ἔχει μισθὸν εἰς τὴν ψυχήν του, καὶ πάλιν δὲν λέγω ἐκεῖνο ὁποὺ δὲν δύναται. Καὶ μίαν ἡμέραν νὰ νηστεύση ὠφελεῖται.

Ἡ Ἔνδοξος Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου καὶ ἡ Ἀνάστασις τῶν Νεκρῶν

Θέλων ὁ Κύριος νὰ δείξη τὸ μέγα κακὸν ὁποὺ ἀπετόλμησαν νὰ κάμουν τὰ τέκνα τοῦ διαβόλου, οἱ Ἑβραῖοι, ἐσκότισε τὸν ἥλιον ἀπὸ τὰς ἓξ ὥρας ἕως τὰς ἐννέα (47) εἰς ὅλον τὸν κόσμον· αἱ πέτραι ἐσχίζοντο, ὅλη ἡ γῆ ἔτρεμεν. Ἐτέθη ὁ Κύριος εἰς τὸν τάφον, καὶ εὐθὺς ἀνεστήθησαν χιλιάδες νεκροί, ὁποὺ ἦσαν χιλιάδες χρόνους ἀποθαμένοι, καὶ ἐκήρυξαν πὼς μόνον ὁ Χριστὸς εἶνε Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ Θεὸς ἀληθινός, καὶ ζωὴ τῶν νεκρῶν. Πρέπει καὶ ἡμεῖς οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοὶ ἀπὸ σήμερον καὶ ὕστερα νὰ μὴ κλαίωμεν τοὺς ἀποθαμένους ὡσὰν τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀπίστους, ὁποὺ δὲν ἐλπίζουν ἀνάστασιν. Οὗτος ὁ κόσμος, ἀδελφοί μου, εἶνε ὡσὰν μία φυλακή. Πότε πρέπει νὰ χαίρεται ὁ ἄνθρωπος; Ὅταν ἐμβαίνη εἰς τὴν φυλακὴν ἢ ὅταν ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν φυλακήν; Μοὶ φαίνεται, ὅταν ἐμβαίνη εἰς τὴν φυλακήν, τότε πρέπει νὰ κλαίη καὶ νὰ λυπῆται, καὶ ὅταν ἐξέρχεται ἀπὸ τὴν φυλακήν, τότε πρέπει νὰ χαίρεται. Ἔτσι, ἀδελφοί μου, νὰ μὴ λυπῆσθε διὰ τοὺς ἀποθαμένους, ἀλλὰ ἂν ἀγαπᾶτε τοὺς ἀποθαμένους, κάμνετε ὅ,τι ἠμπορεῖτε διὰ τὴν ψυχήν των· συλλείτουργα, μνημόσυνα, νηστείας, προσευχάς, ἐλεημοσύνας (48). Καὶ ὅσες γυναῖκες φορεῖτε λερωμένα διὰ τοὺς ἀποθαμένους σας, νὰ τὰ βγάλετε· διότι βλάπτετε καὶ τὸν ἑαυτόν σας καὶ τοὺς ἀποθαμένους. Φυσικὸν εἶνε ὁ ἄνθρωπος νὰ γεννηθῆ καὶ ν᾿ ἀποθάνη. Ὅταν γεννώμεθα, τότε πρέπει νὰ κλαίωμεν καὶ ὅταν ἀποθνήσκωμεν, νὰ χαιρώμεθα· καὶ μάλιστα νὰ μὴ κλαίετε διὰ τὰ μικρὰν παιδιά, ὁποὺ εἶνε ὡσὰν Ἄγγελοι μέσα εἰς τὸν παράδεισον. Τὸ παιδί σου τοῦ Θεοῦ ἦτο· καὶ ὅταν σοῦ τὸ ἐχάρισε ὁ Θεός, σὲ ἐτίμησε· καὶ τώρα πάλιν ὁποὺ σοῦ τὸ ἐπῆρε, σοῦ ἐτίμησε τὸ παιδί σου νὰ χαίρεσαι πάντοτε εἰς τὸν παράδεισον, καὶ σὺ κάθεσαι νὰ κλαῖς εἶνε ἄπρεπον. Ἕνας βασιλεὺς σοῦ γυρεύει τὸ παιδί σου νὰ τὸ κάμη βεζίρη (49) καὶ χαίρεσαι νὰ τοῦ τὸ δώσῃς· πολὺ μᾶλλον δὲν πρέπει νὰ χαίρεσαι ὁποὺ σὲ ἠξίωσεν ὁ πανάγαθος Θεὸς καὶ ἐπῆρε καρπὸν ἀπὸ τὴν βρωμισμένην κοιλίαν σου, καὶ σοῦ ἔβαλε τὸ παιδί σου μέσα εἰς τὸν παράδεισον, καὶ σοῦ τὸ φυλάγει νὰ σοῦ τὸ παραδώση εἰς τὴν Δευτέραν Παρουσίαν νὰ λάμπη περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, διὰ νὰ λάβης τὸν μισθόν σου νὰ χαίρεσαι πάντοτε μαζί του; Εἶνε μερικοὶ ὁποὺ ἔχουν τὸν διάβολον εἰς τὴν καρδίαν των καὶ λέγουν πὼς δὲν εἶνε ἀνάστασις καὶ δὲν εἴδατε καμμίαν φορὰν νὰ ἀναστηθῆ κανένας ἄνθρωπος. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὁποὺ εἶνε ἐδῶ, προτοῦ νὰ γεννηθοῦν, δὲν ἦσαν ἀποθαμένοι; Καθὼς ἠδυνήθη ὁ Κύριός μας καὶ μᾶς ἀνέστησεν ἀπὸ τὴν κοιλίαν τῆς μητρός μας, ἔτσι δύναται νὰ μᾶς ἀναστήση καὶ ἀπὸ τὴν κοιλίαν τῆς γῆς. Ἡ κοιλία τῆς μητρός μας καὶ ὁ τάφος τί διαφέρει; Δὲν βλέπομεν φανερὰ τὴν ἀνάστασιν; Ὅταν κοιμώμεθα δὲν εἴμεθα ἀποθαμένοι; Ὁ ὕπνος τί εἶνε; Μικρὸς θάνατος, καὶ ὁ θάνατος μεγάλος ὕπνος. Καὶ καθὼς τὸ σιτάρι ὁποὺ πίπτει εἰς τὴν γῆν, ἀνίσως καὶ δὲν βρέχη νὰ σαπηθῆ νὰ γίνῃ ὡσὰν χυλός, δὲν φυτρώνει, ἔτσι καὶ ἡμεῖς ὁποὺ ἀποθνήσκομεν καὶ θαπτόμεθα εἰς τὴν γῆν. Ἀνίσως καὶ δὲν ἐθάπτετο πρῶτον εἰς τὸν τάφον ὁ Χριστός μας, δὲν μᾶς ἐπότιζε τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον καὶ τὴν ἀνάστασιν. Δὲν βλέπετε φανερὰ τὰ χόρτα πῶς τὰ ἀνασταίνει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν γῆν κατ᾿ ἔτος; (50). Γνῶσιν δὲν ἔχομεν, χριστιανοί μου, νὰ στοχασθῶμεν τὰ πάντα.Ὅλα μᾶς τὰ ἐχάρισεν ὁ Θεός. Ὅθεν διὰ τὸ παρόν, ἀδελφοί μου, σᾶς παρακαλῶ νὰ εἰπῆτε καὶ δι᾿ ὅλους τοὺς ἀποθαμένους τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτούς.

Τὸ Μεγαλεῖον τῆς Κυριακῆς Ἡμέρας

Ἐπῆγεν ὁ Κύριος εἰς τὴν κόλασιν καὶ ἔβγαλε τὸν Ἀδάμ, τὴν Εὔαν καὶ τὸ γένος του. Ἀνέστη τὴν τρίτην ἡμέραν. Ἐφάνη δώδεκα φορὰς εἰς τοὺς Ἀποστόλους του. Ἔγινε χαρὰν εἰς τὸν οὐρανόν, χαρὰ εἰς τὴν γῆν καὶ εἰς ὅλον τὸν κόσμον· φαρμάκι καὶ σπαθὶ δίστομον εἰς τὴν καρδίαν τῶν Ἑβραίων καὶ μάλιστα τοῦ διαβόλου. Διὰ τοῦτο καὶ οἱ Ἑβραῖοι δὲν κατακαίονται ἄλλην ἡμέραν τόσον, ὡσὰν τὴν Κυριακήν, ὁποὺ ἀκούουν τὸν παπά μας νὰ λέγη: «Ὁ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν». Διότι ἐκεῖνο ὁποὺ ἐσπούδαζον οἱ Ἑβραῖοι νὰ κάμουν διὰ νὰ ἐξαλείψουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μας, ἐγύρισεν ἐναντίον τῆς κεφαλῆς των. Πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νὰ χαιρώμεθα πάντοτε, μὰ περισσότερον τὴν Κυριακήν, ὁποὺ εἶνε ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ μας. Διότι Κυριακὴν ἡμέραν ἔγινεν ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας. Κυριακὴν ἡμέραν μέλλει ὁ Κύριος νὰ ἀναστήση ὅλον τὸν κόσμον. Πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ ἐργαζώμεθα τὰς ἓξ ἡμέρας διὰ ταῦτα τὰ μάταια, γήϊνα καὶ ψεύτικα πράγματα, καὶ τὴν Κυριακὴν νὰ πηγαίνωμεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ νὰ στοχαζώμεθα τὰς ἁμαρτίας μας, τὸν θάνατον, τὴν κόλασιν, τὸν παράδεισον, τὴν ψυχήν μας ὁποὺ εἶνε τιμιωτέρα ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον, καὶ ὄχι νὰ πολυτρώγωμεν, νὰ πολυπίνωμεν καὶ νὰ κάμνωμεν ἁμαρτίας· οὔτε νὰ ἐργαζώμεθα καὶ νὰ πραγματευώμεθα τὴν Κυριακήν. Ἐκεῖνο τὸ κέρδος ὁποὺ γίνεται τὴν Κυριακὴν εἶνε ἀφωρισμένο καὶ κατηραμένο, καὶ βάνετε φωτιὰ καὶ κατάρα εἰς τὸ σπίτι σας καὶ ὄχι εὐλογίαν· καὶ ἢ σὲ θανατώνει ὁ Θεὸς παράκαιρα, ἢ τὴν γυναῖκα σου, ἢ τὸ παιδί σου, ἢ τὸ ζῶόν σου ψοφᾶ, ἢ ἄλλον κακόν σου κάμνει. Ὅθεν, ἀδελφοί μου, διὰ νὰ μὴ πάθετε κανένενα κακόν, μήτε ψυχικὸν μήτε σωματικόν, ἐγὼ σᾶς συμβουλεύω νὰ φυλάγετε τὴν Κυριακήν, ὡσὰν ὁποὺ εἶνε ἀφιερωμένη εἰς τὸν Θεόν. Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε, χριστιανοί μου; Τὴν φυλάγετε τὴν Κυριακήν; Ἂν εἶσθε χριστιανοί, νὰ τὴν φυλάγετε. Ἔχετε ἐδῶ πρόβατα; Τὸ γάλα τῆς Κυριακῆς τί τὸ κάμνετε; Ἄκουσε, παιδί μου· νὰ τὸ σμίγης ὅλο καὶ νὰ τὸ κάμνης ἑπτὰ μερίδια· καὶ τὰ ἓξ μερίδια κράτησέ τα διὰ τὸν ἑαυτόν σου, καὶ τὸ ἄλλο μερίδιον τῆς Κυριακῆς, ἂν θέλης, δῶσε το ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχοὺς ἢ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ νὰ εὐλογήση ὁ Θεὸς τὰ πράγματά σου. Καὶ ἂν τύχη ἀνάγκη καὶ θέλης νὰ πωλήσῃς πράγματα φαγώσιμα τὴν Κυριακήν, ἐκεῖνο τὸ κέρδος μὴ τὸ σμίγεις εἰς τὴν σακκούλα σου, διότι τὴν μαγαρίζει· ἀλλὰ δῶσε τα ἐλεημοσύνην, διὰ νὰ σᾶς φυλάγη ὁ Θεὸς (51).

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς Προφητεύει

Εἰς τὰς τεσσαράκοντα ἡμέρας εὐλόγησεν ὁ Κύριος τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, ἀνελήφθη εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἐκάθησεν ἐκ δεξιῶν τοῦ προανάρχου Πατρός, νὰ συμβασιλεύση αἰωνίως καὶ νὰ προσκυνῆται ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους. Ἕνα πράγμα θὰ σᾶς φανερώσω, χριστιανοί μου· τὸ ἠξεύρω πὼς θὰ σᾶς καύσω τὴν καρδία· εἶνε φοβερὸν καὶ λυπηρόν· τρέμει ἡ καρδιά μου νὰ τὸ εἰπῶ, ἀλλὰ τί νὰ κάμω, ὁποὺ μοῦ λέγει ὁ Χριστός μας πὼς ἀνίσως καὶ δὲν τὸ φανερώσω, μὲ θανατώνει καὶ μὲ βάνει εἰς τὴν κόλασιν; Μᾶς φανερώνει ἡ θεία Γραφή, τὸ ἅγιον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, πὼς εἰς ὄγδοον αἰῶνα θὰ γίνῃ τὸ τέλος τοῦ κόσμου καὶ μέλλει νὰ χαλάση τοῦτος ὁ κόσμος.

Ὁ Προφήτης Ἠλίας καὶ ὁ Ἀντίχριστος

Καὶ θὰ στείλη ὁ Θεὸς τὸν προφήτην Ἠλίαν νὰ διδάξη τοὺς χριστιανοὺς νὰ φυλάγουν τὴν πίστιν των. Ὁ ἀντίχριστος, ἀδελφοί μου, εἶνε ἄνθρωπος ὁποὺ ἔχει κακὴν γνώμην, κακὴν προαίρεσιν, καὶ κατοικεῖ ὁ διάβολος εἰς τὴν καρδίαν του, καὶ λέγει πὼς εἶνε Θεός· καὶ ὁ ἀντίχριστος θὰ θανατώση τὸν προφήτην Ἠλίαν. Ἐγώ, ἀδελφοί μου, ἐξετάζοντας ἔμαθα καὶ ἐκατάλαβα, πὼς ὁ προφήτης Ἠλίας καὶ ὁ ἀντίχριστος ἦλθε· καὶ ἐθανάτωσε τὸν προφήτην Ἠλίαν. Ὁ προφήτης Ἠλίας, χριστιανοί μου, εἶνε ζωντανὸς τόσους χρόνους καὶ ἠξεύρει ὁ Θεὸς ποὺ τὸν ἔχει φυλαγμένον ἕως τὴν σήμερον. Ἀνίσως καὶ θέλετε νὰ μάθετε ποὺ εὑρίσκεται, ἐδῶ κοντὰ εἶνε καὶ αὐτός· τὰ λόγια ὁποὺ σᾶς λέγω ἐκείνου εἶνε. Ὁ προφήτης Ἠλίας, ὅταν ἔλθη νὰ διδάξη, δὲν θὰ φανερωθῆ εἰς τὸν κόσμον, καθὼς λέγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἵνα μὴ ἐλθὼν πατάξη τὴν γῆν ἄρδην, ἤτοι, λέγει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διὰ νὰ μὴ φοβίση καὶ ταράξη τὸν κόσμον καὶ τὴν γῆν, δὲν θέλω τὸν φανερώσει εἰς σᾶς τοὺς χριστιανούς. Ἀμὴ τί ἔχει, παιδιά μου, νὰ φανερωθῆ; Ὁ ζῆλος του καὶ ἡ διδασκαλία του. Αὐτὰ τὰ δυό μὲ ἠξίωσεν ὁ πανάγαθος Θεὸς διὰ τὴν εὐσπλαχνίαν του καὶ μοῦ ἐχάρισε, καὶ μὴ καρτερῆτε ἄλλον Ἠλίαν νὰ σᾶς διδάξη.
Ἀμὴ τί καρτεροῦμεν; Λυπηρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἴπω! Σήμερον, αὔριον καρτεροῦμεν δίψας, πείνας μεγάλας, ὁποὺ νὰ δίνωμεν χιλιάδας φλωρία καὶ νὰ μὴ εὑρίσκωμεν ὀλίγον ψωμὶ ἢ νερό. Σήμερον, αὔριον περιμένομεν θανατικὰς ἀσθενείας μεγάλας, ὁποὺ νὰ μὴ προφθάνωμεν οἱ ζωντανοὶ νὰ θάπτωμεν τοὺς ἀποθαμένους. Σεισμὸς παγκόσμιος θὰ γίνῃ, ὅλος ὁ κόσμος θὰ γίνῃ ἕνας κάμπος. Θὰ πέσουν ὅλα τὰ βουνά, ὅλα τὰ σπίτια. Ἡ Θάλασσα θὰ σηκωθῆ ὑψηλὰ δέκα πέντε πήχεις ἀπὸ τὰ ὑψηλότερα βουνά. Τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ἀπὸ τὸν οὐρανόν· ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη θὰ σκοτισθοῦν· ὁ οὐρανὸς ὁποὺ φαίνεται, ἡ γῆ καὶ τὰ πάντα, καὶ ὅλος ὁ κόσμος θὰ χαλάση. Πότε θὰ γίνουν αὐτά; Ὁ Χριστὸς μᾶς λέγει: Ἐπλησίασε τώρα κοντά, ἔγγιξε τὸ μαχαίρι εἰς τὸ κόκκαλον. Ἔξαφνα θὰ γίνουν· ἠμποροῦν νὰ γίνουν καὶ ἀπόψε. Τάχα νὰ μὴ εἶνε καὶ τώρα ἡ ἀρχή; Δὲν βλέπετε πῶς ἐχάθησαν τὰ γεννήματά σας καὶ τὰ σπαρτά σας; Ἐστέρεψαν αἱ βρύσες, τὰ ποτάμια· σήμερον μᾶς ὑστερεῖ τὸ ἕνα, αὔριον τὸ ἄλλο, καὶ ἀπὸ ὀλίγον μᾶς τὰ δίδει ὁ Θεός, καὶ ἡμεῖς ὡς ἀναίσθητοι δὲν στοχαζόμεθα.

Ψυχὴ καὶ Χριστός

Τοῦτο σᾶς λέγω καὶ σᾶς παραγγέλω· κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατεβῆ κάτω, κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνεβῆ ἐπάνω, κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση, σήμερον, αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμί σας ἂς τὸ καύσουν, ἂς τὸ τηγανίσουν· τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν· μὴ σᾶς μέλλει· δώσατέ τα· δὲν εἶνε ἰδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δυὸ ὅλος ὁ κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἐκτὸς καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δυὸ νὰ τὰ φυλάγετε, νὰ μὴ τὰ χάσετε. Τώρα, ἀδελφοί μου, τί σημεῖον καρτεροῦμεν; Δὲν καρτεροῦμεν ἄλλο παρὰ πότε νὰ λάμψῃ ὁ πανάγιος Σταυρὸς εἰς τὸν οὐρανὸν περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ νὰ λάμψῃ ὁ γλυκύτατός μας Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεὸς ἑπτὰ φορὰς περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, μὲ χίλιες χιλιάδες καὶ μύριες μυριάδες Ἀγγέλους, μὲ δόξαν θεϊκήν.

Ἡ Μέλλουσα Κρίσις

Καὶ ἔχει ν᾿ ἀναστήση ὁ Κύριος ὅλον τὸν κόσμον. Καὶ οἱ καλοὶ θὰ εἶνε ὡς Ἄγγελοι, καὶ οἱ κακοὶ ὡσὰν δαίμονες, πρῶτον τὰ τέκνα τοῦ διαβόλου οἱ Ἑβραῖοι, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον δὲν ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστόν μας, ἀλλὰ καὶ τὸν ἐσταύρωσαν. Τότε θὰ ἴδουν ἐκείνην τὴν δόξαν τοῦ Χριστοῦ μας νὰ πιστεύσουν καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν, ἀμὴ ἐκείνη ἡ πίστις δὲν τοὺς ὠφελεῖ τότε. Τώρα χρειάζεται ἡ πίστις. Διὰ τοῦτο, ἀδελφοί μου, καλότυχοι καὶ τρισμακάριοι οἱ χριστιανοὶ ὁποὺ πιστεύουν τώρα, καὶ ἀλλοίμονον εἰς τοὺς ἀπίστους. Καλύτερα ἂν μὴ εἶχον γεννηθῆ εἰς τὸν κόσμον (53). Τότε θὰ ξεχωρίση ὁ Κύριος τοὺς δικαίους ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλούς, καθὼς ξεχωρίζει ὁ ποιμὴν τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ ἐρίφια, καὶ θὰ βάλη τοὺς δικαίους εἰς τὰ δεξιά του, καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς εἰς τὰ ἀριστερά του. Καὶ θὰ εἴπη εἰς τοὺς δικαίους: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου νὰ κληρονομήσετε τὸν παράδεισον, νὰ χαίρεσθε μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους μου πάντοτε, διότι ἐφυλάξατε τὴν πίστιν μου καὶ τὰ πράγματά μου». Εἰς δὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς θὰ εἴπη ὁ Κύριος: «Πηγαίνετε σεῖς κατηραμένοι εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεσθε μαζὶ μὲ τὸν διάβολον, τὸν πατέρα σας, πάντοτε, διότι δὲν ἐφυλάξατε τὴν πίστιν μου καὶ τὰ προστάγματά μου». Καὶ θὰ ἀνοίξη ὁ Κύριος ἕνα πύρινον ποταμόν, ὡς θάλασσα, νὰ ρίψη ὅλους τοὺς ἀσεβεῖς, ἀπίστους, αἱρετικούς, ἀθέους καὶ ἁμαρτωλοὺς μέσα, νὰ καίωνται πάντοτε· καὶ θὰ βάλη τοὺς εὐσεβεῖς καὶ ὀρθοδόξους χριστιανοὺς καὶ δικαίους μέσα εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρωνται πάντοτε.

Ὁ Ἀμετανόητος Ἁμαρτωλός

Ὅθεν πρέπει καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, νὰ στοχασθῶμεν τί εἴμεθα, δίκαιοι ἢ ἁμαρτωλοί; Καὶ ἀνίσως καὶ εἴμεθα δίκαιοι, καλότυχοι καὶ τρισμακάριοι. Ἀνίσως δὲ καὶ εἴμεθα ἁμαρτωλοί, πρέπει τώρα ὁποὺ ἔχομεν καιρὸν νὰ μετανοήσωμεν ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ νὰ πράξωμεν τὰ καλά. Ἡ κόλασις μᾶς καρτερεῖ· πότε θὰ μετανοήσωμεν; Ὄχι αὔριον, μεθαύριον καὶ τοῦ χρόνου, ἀλλ᾿ αὐτὴν τὴν ὥραν. Διότι δὲν ἠξεύρομεν ἕως αὔριον τί ἔχομεν νὰ πάθωμεν. Ὁ Χριστὸς μᾶς λέγει νὰ εἴμεθα πάντοτε ἕτοιμοι. Πόσον κακὸν πράγμα εἶνε, χριστιανοί μου, νὰ πέση ὁ ἄνθρωπος εἰς ἁμαρτίαν καὶ νὰ μὴ μετανοήση! Στοχασθῆτε!

Τιμωρία τῶν Ἑβραίων

Τὸν παλαιὸν καιρὸν οἱ Ἑβραῖοι ἐθανάτωσαν ὅλους τοὺς προφῆτας, ὅλους τοὺς δικαίους διδασκάλους· χιλιάδες φορὲς ἄφησαν τὸν Χριστὸν καὶ ἐπροσκύνησαν τὸν διάβολον, καὶ τόσον, ὁποὺ ἔκαμαν ἕνα μοσχάρι καὶ τὸ ἐπροσκυνοῦσαν διὰ Θεόν, καθὼς τὸ ἔχουν ἕως τὴν σήμερον (54). Καὶ τώρα τὸ αὐτὸ εἶνε νὰ συναναστρέφεσαι καὶ νὰ πραγματεύεσαι, νὰ τρώγης καὶ νὰ πίνης μὲ τὸν διάβολον.Ἐτόλμησαν καὶ ἐσταύρωσαν καὶ τὸν Χριστόν μας. Ὁ Πανάγαθος εἰς ὅλα αὐτὰ τοὺς ἐφύλαγε, τοὺς ἐσκέπαζεν. Ἐκαρτέρησεν ὁ Κύριος ὕστερα ἀπὸ τὴν σταύρωσίν του τριάντα χρόνια νὰ μετανοήσουν, ἀλλὰ δὲν μετενόησαν. Τότε τοὺς κατηράσθη, τοὺς ἀφώρισε, τοὺς ὠργίσθη καὶ ἀφῆκε τὸν διάβολον μέσα εἰς τὴν καρδίαν των, καθὼς τὸν ἔχουν ἕως σήμερον. Ἐσκοτίσθησαν, ἔφυγον ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον καὶ ἐπῆγαν εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ. Σηκώνει ὁ Θεὸς τὸν βασιλέα ἀπὸ τὴν παλαιὰν Ρώμην καὶ πολιορκεῖ τοὺς Ἑβραίους μέσα εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ οἱ πατέρες καὶ αἱ μητέρες ἔσφαζον τὰ τέκνα των καὶ τὰ ἔτρωγον (55)· Ὁ διάβολος θέλει νὰ τρώγουν οἱ γονεῖς τὰ τέκνα των, καὶ ὄχι ὁ Θεός.
Ἀκούετε, ἀδελφοί μου, ὁ ἄνθρωπος τί κακὸν παθαίνει ὅταν ἁμαρτάνη καὶ τὸν ἐγκαταλείψη ὁ Θεός; Φοβερὸν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος. Μεγάλην εὐσπλαχνίαν ἔχει ὁ Θεός, ἀλλὰ ἔχει καὶ μεγάλην ὀργήν· καὶ καθὼς ἐπαίδευσε τοὺς Ἑβραίους, παιδεύει καὶ ἡμᾶς, ἀνίσως καὶ δὲν κάμνωμεν καλά.
Βάνει ὁ Θεὸς τὸν βασιλέα μέσα εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ θανατώνει χίλιες ἑκατὸν εἴκοσι χιλιάδες Ἑβραίους, καὶ τόσον, ὁποὺ ἔγινε τὸ αἷμα ὡσὰν θάλασσα. Τριάντα φλωρία ἐπώλησαν οἱ Ἑβραῖοι τὸν Χριστόν μας, τριάντα εἰς τὸ φλωρὶ ἐπώλησεν ὁ Χριστός μας χίλιες χιλιάδες Ἑβραίους. Ἐσὺ ἔμαθες καὶ πωλεῖς τὸν Χριστόν, καὶ ἐκεῖνος δὲν ἠμπορεῖ νὰ σὲ πωλήση;

Ἡ κακία τῶν Ἑβραίων

Καὶ τώρα μὴ δυνάμενοι οἱ Ἑβραῖοι νὰ τὸν μετασταυρώσουν τὸν Χριστόν, κάθε Μεγάλην Παρασκευὴν τὸν κάνουν ἀπὸ κερὶ καὶ τὸν σταυρώνουν, καὶ ὕστερα τὸν καίουν· ἢ παίρνουν ἕνα ἀρνὶ καὶ τὸ κτυποῦν μὲ τὰ μαχαίρια καὶ τὸ σταυρώνουν ἀντὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἀκούετε κακίαν τῶν Ἑβραίων καὶ τοῦ διαβόλου; Καθὼς γεννηθῆ τὸ Ἑβραιόπαιδον, ἀντὶ νὰ τὸ μαθαίνουν νὰ προσκυνῇ τὸν Θεόν, οἱ Ἑβραῖοι, παρακινούμενοι ἀπὸ τὸν πατέρα των διάβολον, εὐθὺς ὁποὺ γεννηθῆ, τὸ μαθαίνουν νὰ βλασφημᾷ καὶ νὰ ἀναθεματίζῃ τὸν Χριστόν μας καὶ τὴν Παναγίαν μας· καὶ ἐξοδεύουν πενήντα, ἑκατὸν πουγγιὰ νὰ εὕρουν κανένα χριστιανόπουλο νὰ τὸ σφάξουν, νὰ πάρουν τὸ αἷμα του, καὶ μὲ ἐκεῖνο νὰ κοινωνοῦν. Ὁ διάβολος θέλει νὰ πίνωμεν τὸ αἷμα τῶν παιδιῶν, καὶ ὄχι ὁ Θεός. Ὁ Χριστὸς μᾶς παραγγέλει νὰ εὐχώμεθα ὅλον τὸν κόσμον. Ὁ Ἑβραῖος, ὅσον καὶ ἂν εἶνε φίλος σου, πήγαινε, καλημέρισέ τον, καὶ βάλε τὸ αὐτί σου νὰ ἀκούσῃς τί σοῦ λέγει. Ἐσὺ τὸν εὔχεσαι καὶ τὸν χαιρετᾶς καὶ ἐκεῖνος σὲ καταρᾶται καὶ σοῦ λέγει, κακὴ ἡμέρα σου, διότι ἡ καλὴ ἡμέρα εἶνε τοῦ Χριστοῦ, καὶ δὲν θέλει οὔτε νὰ τὴν ἀκούσῃ οὔτε νὰ τὴν εἴπῃ ὁ Ἑβραῖος. Κοίταξε εἰς τὸ πρόσωπον ἕνα Ἑβραῖον ὅταν γελᾷ· τὰ δόντια του ἀσπρίζουν, τὸ πρόσωπόν του εἶνε ὡσὰν πανὶ ἀφωρισμένο, διότι ἔχει τὴν κατάραν ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ δὲν γελᾶ ἡ καρδία του. Ἔχει τὸν διάβολον μέσα του ὁποὺ δὲν τὸν ἀφήνει. Κοίταξε καὶ ἕνα χριστιανὸν εἰς τὸ πρόσωπον, ἂς εἶνε καὶ ἁμαρτωλός· λάμπει τὸ πρόσωπόν του, χύνει ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σφάζει ὁ Ἑβραῖος ἕνα πρόβατον, καὶ τὸ μισὸ τὸ ἐμπροσθινὸν τὸ κρατεῖ διὰ λόγου του, καὶ τὸ πισινὸν τὸ μουντζώνει καὶ τὸ πωλεῖ εἰς τοὺς χριστιανοὺς διὰ νὰ τοὺς μαγαρίσῃ. Καὶ ἂν σοῦ δώσῃ ὁ Ἑβραῖος κρασὶ ἢ ρακί, εἶνε ἀδύνατον νὰ μὴ τὸ μαγαρίσῃ πρῶτον· καὶ ἂν δὲν προφθάση νὰ κατουρήσῃ μέσα, θὰ πτύσῃ. Ὅταν ἀποθάνῃ κανένας Ἑβραῖος, τὸν βάζουν μέσα εἰς ἕνα σκαφίδι μεγάλο καὶ τὸν πλένουν μὲ ρακί, καὶ τοῦ βγάνουν ὅλην του τὴν βρόμα, καὶ ἐκεῖνο τὸ ρακὶ τὸ φτιάνουν μὲ μυριστικά, καὶ τότε τὸ πωλοῦν εἰς τοὺς χριστιανοὺς εὐθηνότερον, διὰ νὰ τοὺς μαγαρίσουν. Πωλοῦν ψάρια εἰς τὴν πόλιν οἱ Ἑβραῖοι; Ἀνοίγουν τὸ στόμα τοῦ ὀψαρίου καὶ κατουροῦν μέσα, καὶ τότε τὸ πωλοῦν εἰς τοὺς χριστιανούς.
Ὁ Ἑβραῖος μοῦ λέγει πὼς ὁ Χριστός μου εἶνε μπάσταρδος (56), καὶ ἡ Παναγία μου πόρνη. Τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον λέγει πὼς τὸ ἔγραψεν ὁ διάβολος. Τώρα ἔχω μάτια νὰ βλέπω τὸν Ἑβραῖον; Ἕνας ἄνθρωπος νὰ μὲ ὑβρίσῃ, νὰ φονεύσῃ τὸν πατέρα μου, τὴν μητέρα μου, τὸν ἀδελφόν μου, καὶ ὕστερα τὸ μάτι νὰ μοῦ βγάλῃ, ἔχω χρέος ὡσὰν χριστιανὸς νὰ τὸν συγχωρήσω. Τὸ δὲ νὰ ὑβρίσῃ τὸν Χριστόν μου καὶ τὴν Παναγίαν μου, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω. Καὶ ἡ εὐγένειά σας πῶς σᾶς βαστᾶ ἡ καρδία νὰ κάνετε πραγματείας μὲ τοὺς Ἑβραίους; Ἐκεῖνος ὁποὺ συναναστρέφεται μὲ τοὺς Ἑβραίους, ἀγοράζει καὶ πωλεῖ, τί φανερώνει; Φανερώνει καὶ λέγει, πὼς καλὰ ἔκαμαν οἱ Ἑβραῖοι καὶ ἐθανάτωσαν τοὺς προφήτας καὶ ὅλους τοὺς διδασκάλους καὶ ὅλους τοὺς καλούς. Καλὰ ἔκαμαν καὶ κάμνουν νὰ ὑβρίζουν τὸν Χριστόν μας καὶ τὴν Παναγίαν μας. Καλὰ κάμνουν καὶ μᾶς μαγαρίζουν καὶ πίνουν τὸ αἷμα μας. Ταῦτα διατὶ σᾶς τὰ εἶπα, χριστιανοί μου; Ὄχι διὰ νὰ φονεύετε τοὺς Ἑβραίους καὶ νὰ τοὺς κατατρέχετε, ἀλλὰ διὰ νὰ τοὺς κλαίετε, πῶς ἄφησαν τὸν Θεὸν καὶ ἐπῆγαν μὲ τὸν διάβολον. Σᾶς τὰ εἶπα νὰ μετανοήσωμεν ἡμεῖς τώρα ὁποὺ ἔχομεν καιρόν, διὰ νὰ μὴ τύχη καὶ μᾶς ὀργισθῆ ὁ Θεὸς καὶ μᾶς ἀφήση ἀπὸ τὸ χέρι του καὶ τὸ πάθωμεν καὶ ἡμεῖς σὰν τοὺς Ἑβραίους καὶ χειρότερα.

Ἡ Ἐργασία μου εἶνε Ἐργασία τοῦ Γένους

Χριστιανοί μου, φθάνουν αὐτά· δὲν ἠμπορῶ νὰ σᾶς εἴπω περισσότερα. Σᾶς εἶπα καὶ ἐγὼ ἐκεῖνο ὁποὺ μὲ ἐφώτισεν ὁ Θεός· ζητήσατε καὶ ἡ εὐγένιά σας νὰ μάθετε τὰ ἄλλα (57). Εἶσθε φρόνιμοι καὶ γνωστικοί· καταλάβατε τὸ καλόν σας καὶ κάμετέ το. Τώρα τί κάμνομεν, χριστιανοί μου; Ἐγὼ σᾶς συμβουλεύω, ἀμὴ δὲν μὲ συμβουλεύετε καὶ ἡ εὐγενία σας; Ἡ ἐργασία ἡ ἰδική μου, εἶνε καὶ ἰδικὴ σας, εἶνε τῆς πίστεώς μας, τοῦ Γένους μας. Ἔχω καὶ δυὸ λογισμούς. Ὁ ἕνας λογισμὸς μοῦ λέγει νὰ σᾶς εὐχηθῶ καὶ νὰ μὲ εὐχηθῆτε, καὶ νὰ σηκωθῶ νὰ πηγαίνω εἰς ἄλλο μέρος, νὰ ἀκούσουν καὶ ἄλλοι ἀδελφοί μας ὁποὺ μὲ καρτεροῦν. Ὁ ἄλλος λογισμὸς μοῦ λέγει: Ὄχι, μὴ πηγαίνης, μόνον κάθησε νὰ κάμης καθὼς ἔκαμες καὶ εἰς τὰ ἄλλα χωρία, νὰ τελειώσῃς καὶ τὰ ἐπίλοιπα. Διότι αὐτὰ ὁποὺ εἴπομεν εἰς τρεῖς λόγους μὲ συντομίαν, ὁμοιάζουν ὡσὰν ἕνας ἄνθρωπος νὰ κτίση μία ἐκκλησίαν χωρὶς σκεπήν. Τὰ ἄλλα ὁποὺ ἔχομεν νὰ εἴπωμεν ὁμοιάζουν ὡσὰν σκεπήν. Ποία εἶνε ἡ σκεπή; Ἐγὼ βλέπω τὸ Γένος μας ὁποὺ ἔπεσεν εἰς πολλὰ κακά· ἔχουν κατάρες, ἀφορισμούς, ἀναθεματισμούς, ὅρκους, βλασφημίας καὶ ἄλλα τοιαῦτα. Νὰ καθαρισθοῦν οἱ χριστιανοὶ νὰ ἁγιασθοῦν τὰ χωρία των καὶ νὰ καθαρισθοῦν ψυχικῶς καὶ σωματικῶς. Τὸ δεύτερον παρακινῶ τοὺς χριστιανοὺς νὰ φτιάσουν σταυροὺς καὶ κομποσχοίνια, καὶ παρακαλῶ τὸν Χριστόν μας καὶ τὰ εὐλογεῖ, διὰ νὰ τὰ ἔχουν οἱ χριστιανοὶ φυλακτήρια. Τρίτον εἶνε ὁποὺ κάμνω τοὺς χριστιανοὺς ὅλους καὶ συγχωροῦν ζωντανοὺς καὶ ἀποθαμένους. Ἀλλὰ τώρα μοῦ δίνετε τὴν εὐχήν σας νὰ πηγαίνω, καὶ τὰ ἄλλα τὰ τελειώνετε ἡ εὐγένιά σας; -Ὄχι, ἅγιε διδάσκαλε, σὲ παρακαλοῦμεν νὰ καθήσῃς νὰ μᾶς τελειώσῃς, διότι δὲν ἠξεύρομεν νὰ τὰ κάμωμεν. -Καλά, χριστιανοί μου, διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ μας καὶ τὴν ἰδικήν σας θὰ καθήσω.

Τὸ Ἅγιον Εὐχέλαιον

Εἶνε πολλοὶ παπάδες ἐδῶ; Κάμνετε τὸν κόπον, ἅγιοι ἱερεῖς, νὰ σηκωθῆτε ἐπάνω νὰ ἰδῶ, εἶσθε πολλοί; Ἅγιοι ἱερεῖς, μοῦ κάμνετε μίαν χάριν, νὰ διαβάσωμεν ἕνα ἅγιον Εὐχέλαιον, νὰ χρισθοῦν οἱ χριστιανοὶ οἱ ἀδελφοί μας; -Ὁρισμός σου, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. Ἔχω φλωρία πολλὰ νὰ σᾶς πληρώσω, μὰ δὲν σᾶς τὰ δίδω. Θέλω χάρισμα, διότι μὲ πληρωμὴν δὲν ἐνεργεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τοῦ Παναγίου Πνεύματος· διότι ἔτσι λέγει ὁ Χριστός μας: Χάρισμα σᾶς ἔδωσα ἐγὼ τὴν χάριν μου, χάρισμα νὰ τὴν δίδετε καὶ σεῖς εἰς τοὺς ἀδελφούς σας. Τὸ κάμνετε ἅγιοι ἱερεῖς; -Μάλιστα, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Παρακαλῶ καὶ ἐγὼ τοὺς χριστιανοὺς καὶ σᾶς συγχωροῦν δι᾿ αὐτὸ τὸ χάρισμα. Θέλετε νὰ βάλω τοὺς χριστιανοὺς νὰ σᾶς συγχωρήσουν, ἢ δὲν ἔχετε ἁμαρτίας; Καὶ σᾶς φιλεύω αὔριον ἀπὸ ἕνα βιβλίον, ὄχι διὰ πληρωμήν, ἀλλὰ διὰ μίαν εὐχήν. -Ὁρισμός σου. Σᾶς παρακαλῶ, χριστιανοί μου, νὰ εἰπῆτε διὰ τοὺς ἁγίους ἱερεῖς, ὁποὺ θὰ σᾶς διαβάσουν τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον, τρεῖς φοράς: Ὁ Θεὸς συγχωρῆσοι καὶ ἐλεῆσοι αὐτούς. Ἂν θέλετε καὶ ἡ ἁγιωσύνη σας ζητήσατε συγχώρησιν. Ἅγιε ἐφημέριε, μοῦ χρειάζονται ἀπόψε νὰ ἑτοιμάσῃς εἴκοσι φλετζάνια καὶ δυὸ ὀκάδες λάδι. Χριαλίδια ἔχει τὸ παιδὶ τὸ ἰδικό μου καὶ σοῦ δίδει (58). Καὶ ἂν θέλης, περιπάτησε, παπά μου, εἰς τὰ σπίτια νὰ μαζεύσῃς καμμιὰ διεκαριὰ ὀκάδες λάδι, καὶ βάνεις διὰ τὸ Εὐχέλαιον μία ὀκά, καὶ τὸ ἄλλο τὸ δίνεις τῆς παπαδιᾶς καὶ τὸ τρώγει. Δὲν εἶνε καλὰ ἔτσι; Τὸ κάμνεις; -Τὸ κάμνω, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Ἂν δὲν τὸ κάμης, αὔριον σὲ κηρύττω ψεύστη καὶ σὲ ἐντροπιάζω. Σηκωθῆτε ἐπάνω δέκα ἐντόπιοι· ἀκούσατε. Οἱ πέντε νὰ κάμετε ἀπόψε δεκαπέντε σακκιά· καὶ σεῖς αἱ γυναῖκες νὰ φέρετε ψωμὶ καὶ τὸ σιτάρι ἀπόψε· καὶ σεῖς οἱ πέντε νὰ σταθῆτε ἐπίτροποι, καὶ νὰ κόψετε τὰ ψωμιὰ καὶ νὰ τὰ βάλετε μέσα στὰ σακκιά, καὶ τὸ σιτάρι. Τὸ κάμνετε; -Τὸ κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. Ἐσεῖς οἱ ἄλλοι πέντε νὰ φέρετε πέντε καζάνια νερὸ ἀπόψε νὰ ξημερωθοῦν ἕτοιμα διὰ νὰ παρακαλέσωμεν τὸν Χριστὸν αὔριον νὰ τὰ εὐλογήση καὶ νὰ πάρουν οἱ χριστιανοὶ δι᾿ ἁγιασμόν. Τὸ κάμνετε; -Τὸ κάμνομεν, ἅγιε τοῦ Θεοῦ. -Καλά, παιδιά μου. Καθήσατε νὰ τελειώσωμεν καὶ τὰ ἐπίλοιπα. Προχέτε λοιπόν, παιδιά μου, νὰ μὴ ὑπερηφανεύεσθε.
(Τὰ ἐπίλοιπα εἶνε εἰς τὸ τέλος τῆς Α´ διδαχῆς).

ΔΙΔΑΧΗ Ε´

Ἡ Χριστιανικὴ Μόρφωσις τῆς Νέας Γενεᾶς

Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς κ.λπ., λέγει ὁ προφήτης Μωϋσῆς πεφωτισμένος ἐκ Πνεύματος Ἁγίου εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν.
Τὸν παλαιὸν καιρόν, χριστιανοί μου, ἐγίνοντο καλοὶ ἄνθρωποι. Μεταξὺ εἰς τοὺς πολλοὺς ἔχομεν καὶ ἕνα ὀνομαζόμενον Μωϋσῆν. Ὁ Μωϋσῆς, ἀδελφοί μου, ἀπὸ μικρὸν παιδίον ἔλαβε δυὸ πράγματα εἰς τὴν καρδίαν του· ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς του. Αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας νὰ ἔχετε, χαράν, δόξαν, ἀγαλλίασιν, πλοῦτον, θησαυρόν· νὰ χαιρώμεθα μὲ αὐτὰς τὰς δυὸ ἀγάπας πάντοτε. Σαράντα χρόνους ἐσπούδασεν ὁ προφήτης Μωϋσῆς νὰ μάθῃ τὰ γράμματα, διὰ νὰ καταλάβῃ ποῦ περιπατεῖ. Νὰ σπουδάζετε καὶ ἐσεῖς, ἀδελφοί μου, νὰ μανθάνετε γράμματα ὅσον ἠμπορεῖτε. Καὶ ἂν δὲν ἐμάθετε οἱ πατέρες, νὰ σπουδάζετε τὰ παιδιά σας, νὰ μανθάνουν τὰ ἑλληνικά, διότι καὶ ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε εἰς τὴν ἑλληνικήν. Καὶ ἂν δὲν σπουδάσῃς τὰ ἑλληνικά, ἀδελφέ μου, δὲν ἠμπορεῖς νὰ καταλάβης ἐκεῖνα ὁποὺ ὁμολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Καλύτερον, ἀδελφέ μου, νὰ ἔχης ἑλληνικὸν σχολεῖον εἰς τὴν χῶραν σου, παρὰ νὰ ἔχης βρύσες καὶ ποτάμια· καὶ ὡσὰν μάθης τὸ παιδί σου γράμματα, τότε λέγετε ἄνθρωπος. Τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰς ἐκκλησίας· τὸ σχολεῖον ἀνοίγει τὰ μοναστήρια (59).
Σαράντα χρόνους παρεκάλει ὁ Μωϋσῆς τὸν Θεὸν διὰ νὰ ξεσκλαβώση τοὺς ἀδελφούς του τοὺς Ἑβραίους ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον. Πρέπει καὶ σύ, ἀδελφέ μου, νὰ παρακαλῆς τὸν Θεὸν ὅσον ἠμπορεῖς διὰ τὸ καλὸν τοῦ ἀδελφοῦ σου· ὄχι, ἀδελφέ μου, νὰ τὸν κλέπτης καὶ νὰ τὸν φονεύης καὶ νὰ ἀγαπᾶς τὸ κακόν του. Σαράντα ἡμέρας καὶ σαράντα νύκτας ἐνήστευσεν ὁ προφήτης Μωϋσῆς, ὡσὰν ὁποὺ ἐκαθαρίσθη ψυχικῶς καὶ σωματικῶς ἀπὸ πάσαν ἁμαρτίαν. Ἀκούσατε, ἀδελφοί μου, τί καλὰ ποὺ ἔκαμεν ὁ προφήτης Μωϋσῆς, νὰ ἰδῆτε καὶ ὁ πανάγαθος Θεὸς τί μεγάλο καλὸν ὁποὺ τοῦ ἐχάρισε. Τὸν ἐχειροτόνησε βασιλέα καὶ ἐβασίλευσε σαράντα χρόνους· τὸν ἔκαμε καὶ προφήτην εἰς ὅλον τὸν κόσμον, νὰ ἠξεύρη ὅλα τὰ μέλλοντα καὶ τὰ παρελθόντα· τὸν ἔκαμεν ὡσὰν τὸν ἑαυτόν του ὁ Θεός. Ἔζησεν ὁ προφήτης Μωϋσῆς ἑκατὸν εἴκοσι ὀκτὼ χρόνους καὶ ἐπέρασε καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ ἐπῆγε καὶ εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται πάντοτε. Ἔτσι πρέπει, ἀδελφοί μου, νὰ παιδευώμεθα καὶ ἡμεῖς, νὰ πιστεύωμεν ὅσον εἶνε δυνατόν, νὰ καθαριζώμεθα ἀπὸ πάσαν ἁμαρτίαν ψυχικὴν καὶ σωματικήν, καὶ νὰ γινώμεθα ὡσὰν Ἄγγελοι. Καὶ ἂν δὲν παιδευώμεθα, ἀδελφοί μου, παρὰ τρώγωμεν καὶ πίνωμεν, καὶ χαιρώμεθα, καὶ χορεύωμεν, δὲν πρέπει νὰ λεγώμεθα ἄνθρωποι, ἀλλὰ ζῶα ἄλογα.

Οἱ Πρωτόπλαστοι καὶ ἡ Πτῶσις των

Ὁ πανάγαθος Θεός, ἀδελφοί μου, ἐφώτισε τὸν προφήτην Μωϋσῆν καὶ μᾶς ἔγραψε πολλὰ καὶ διάφορα νοήματα. Ἐκεῖνα ὁποὺ εἴπομεν ἐψές, εἶνε ἀπὸ τὸν προφήτην Μωϋσῆν. Εἴπομεν ἐψές, ἀδελφοί μου, πὼς ὁ πανάγαθος Θεὸς εἶνε ἕνας, ἀκατάληπτος, ἀνερμήνευτος, παντοδύναμος· πὼς εἶνε ἡ Ἁγία Τριάς, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα· πὼς ἔκαμε δέκα τάγματα Ἀγγέλους πρῶτον· πὼς τὸ ἕνα τάγμα ἔγιναν δαίμονες διὰ τὴν ὑπερηφάνειάν των, καὶ τότε ἔκαμεν ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους διὰ νὰ μᾶς βάλη εἰς τὸν παράδεισον, εἰς τὸ πρῶτον τάγμα τῶν Ἀγγέλων.
Καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς ἕνα ἄνδρα καὶ μίαν γυναίκα. Καθὼς ζυμώνομεν ἡμεῖς τὸ ἀλεύρι μὲ τὸ νερὸν καὶ κάμνομεν ἕνα ψωμί, ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς ἐπῆρε χῶμα καὶ τὸ ἐζύμωσε καὶ ἔκαμεν ἕνα ἄνδρα, καὶ ἐνεφύσησε καὶ τοῦ ἔδωσε ψυχὴν ἀγγελικὴν ἀθάνατον. Γυναίκα εἰς τὸν κόσμον δὲν ἦτο, καὶ ἔβγαλεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν ἄνδρα μίαν πλευρὰν καὶ τὴν ἐχρεωστοῦσε. Γυναῖκες εἰς τὸν κόσμον ἦσαν χίλιες χιλιάδες, ἀλλὰ καμμία δὲν εὑρέθη νὰ πληρώση τὴν πλευρὰν τοῦ Ἀδάμ, παρὰ ἡ Δέσποινα Θεοτόκος, ὁποὺ ἠξιώθη καὶ ἐγέννησε τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ Θεόν, διὰ τὴν καθαρότητά της. Παρθένος ἦτο καὶ παρθένος ἔμεινε, καὶ ἔγινε Βασίλισσα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἰς τοὺς Ἀγγέλους καὶ πάσης νοητῆς καὶ αἰσθητῆς κτίσεως.
Ἔκαμε δὲ ὁ πανάγαθος Θεὸς ἕνα παράδεισον κατὰ τὸ μέρος τῆς Ἀνατολῆς ὅλον χαρὰ καὶ εὐφροσύνην. Ἔβαλε δὲ ὁ Θεὸς τὸν ἄνδρα καὶ τὴν γυναίκα μέσα εἰς τὸν παράδεισον, καὶ τοὺς ἐχάρισε καὶ ὅλα τὰ ἀγαθὰ τοῦ παραδείσου, καὶ τοὺς παρήγγειλεν ὁ πανάγαθος Κύριος, διὰ νὰ γνωρίζουν Θεόν, διὰ νὰ γνωρίζουν Ποιητήν, μίαν μικρὰν παραγγελίαν, λέγων εἰς αὐτούς, ὅτι ἀπὸ μίαν συκῆν νὰ μὴ φάγητε σύκα, καὶ ἂν δὲν φυλάξετε τὴν ἐντολήν μου καὶ φάγετε σύκα, ἐγὼ θὰ σᾶς θανατώσω. Ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναίκα κατεφρόνησαν τὴν προσταγὴν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔφαγον. Νὰ ἀπέχετε λοιπόν, ἀδελφοί μου· νὰ μὴ κάμνετε ὡσὰν τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔαν, νὰ καταφρονῆτε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ (60), διότι, ἀδελφοί μου, ὁ πανάγαθος Θεὸς εἶνε εὔσπλαχνος ἀλλὰ εἶναι καὶ δίκαιος. Ἔχει καὶ ράβδον σιδηρὰν εἰς τὰς χεῖρας του. Ἐξόχως σεῖς αἱ γυναῖκες νὰ προσέχετε νὰ μὴ τὸ πάθετε ὡσὰν τὴν Εὔα.
Ὁ ἄνδρας καὶ ἡ γυναίκα κατεφρόνησαν τὴν προσταγὴν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔφαγον· τοὺς ἐξώρισεν ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν παράδεισον καὶ ἦλθον εἰς τὸν κατηραμένον τοῦτον τόπον. Λέγουσι δὲ πὼς ἔκαμαν τριαντατρία παιδιὰ ἀρσενικά, καὶ εἴκοσι ἑπτὰ θυγατέρας, καὶ ἔζησαν ἐννεακοσίους τριάκοντα χρόνους καὶ ὑπῆγον εἰς τὴν κόλασιν καὶ ἐκαίοντο καὶ ἐφλογίζοντο πέντε καὶ ἥμισυ χιλιάδες χρόνια.

Γάμος καὶ Παιδοποιΐα

Ἕως ἐδῶ τὸ ἐφέραμεν ἐψές. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ ἕνα ἄνδρα καὶ μίαν γυναίκα ἐγεννήθημεν, καὶ ὅλοι εἴμεθα ἀδελφοί. Ὁ διάβολος, ἀδελφοί μου, ὁ μισόκαλος (61) ἐχθρός μας, βλέποντας τὸν κόσμον πῶς πληθαίνει, ἐφθόνησε καὶ ἐβουλήθη εἰς τὴν καρδίαν του νὰ ἐξολοθρεύση τὸν κόσμον καὶ ἔβαλε μίσος εἰς τὴν καρδίαν τῶν ἀνθρώπων νὰ μισοῦν ἀλλήλους καὶ νὰ μὴ ὑπανδρεύωνται καὶ γεννῶσι τέκνα καὶ αὐξάνη ὁ κόσμος. Καὶ ἔριψε τοὺς ἀνθρώπους εἰς ἀρσενοκοιτίας, κτηνοβασίας καὶ ἄλλα αἰσχρά, ὁποὺ δὲν τὰ ἔκαμνον οὔτε τὰ ἄλογα ζῶα. Βλέπων ὁ πανάγαθος Θεὸς πὼς ὁ μισόκαλος διάβολος ἔβαλε σκοπὸν εἰς τὴν καρδίαν του νὰ τελειώση τὸν κόσμον, παρήγγειλεν ὅτι ὅποιος δὲν κάμνει παιδιὰ νὰ εἶνε κατηραμένος. Καὶ ἀπὸ τότε ὑπανδρεύοντο καὶ ἔπαιρνον γυναίκας. Ἄκουσε καὶ σύ, ἀδελφέ μου, ὁποὺ δὲν κάμνεις παιδιά· λοιπὸν ἔχεις κατάρα; Λοιπὸν κακὰ κάμνεις νὰ λυπᾶσαι. Ὁ πανάγαθος Θεὸς διὰ νὰ κόψη ἐκεῖνο τὸ κακὸν τὸ ἔκαμε. Σύ, ἀδελφέ μου, ὁποὺ λυπᾶσαι πὼς δὲν κάμνεις παιδιά, γογγύζεις πὼς ἔχεις κατάρα; Δὲν ἔχεις κατάρα.

Ἡ Ἀξία τῆς Παρθενίας

Χιλιάδες, μυριάδες ἄνδρες καὶ γυναῖκες εἰς τὸν κόσμον, ὁποὺ ἐφύλαξαν τὴν παρθενίαν καὶ δὲν ἔκαμον παιδιά. Καὶ ἂν ἔχης σὺ τὴν κατάραν, τὴν ἔχουν καὶ ἐκεῖνοι· τὴν ἔχω καὶ ἐγὼ ὁποὺ εἶμαι καλόγηρος. Καὶ τί σὲ βλάπτει νὰ γεννήσῃς ὅλους τούτους τοὺς ἀνθρώπους τέκνα πνευματικά; Πάρε, ἀδελφέ μου, δυὸ πτωχὰ εἰς τὸ σπίτι σου νὰ τὰ κάμης τέκνα σου πνευματικά, νὰ ἔχης μισθὸν ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ τιμὴν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους· νὰ γεννήσῃς τὴν ταπείνωσιν, νηστείαν, προσευχήν, ἐλεημοσύνην, ἀγάπην εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τοὺς ἀδελφούς σου, καὶ τότε σώζεσαι. Ἐσὺ πάλιν, ἀδελφέ μου, ὁποὺ κάμνεις τὰ παιδιά, νὰ κλαίης καὶ νὰ λυπᾶσαι, διότι ὅσας ἁμαρτίας κάμνουν τὰ παιδιά σου ἀναφέρονται καὶ εἰς τὴν ψυχήν σου. Μένεις ἀνύπανδρος; Ἕνα χρέος χρωστᾶς. Ὑπανδρεύθης; Ἔχεις χρέος νὰ σώσῃς καὶ τὴν γυναίκα σου, δυὸ παιδιά, τρία, πέντε ἢ δέκα ἔκαμες. Ὅσα παιδιὰ καὶ ἂν κάμης, τόσα χρέη χρεωστεῖς. Δὲν ἀκούεις ὁποὺ λέγουν τὰ παιδιά σου: Ἀνάθεμα τὸν πατέρα ὁποὺ τὰ ἔσπερνε; Ἐγὼ ἀγροικῶ πολλοὺς ὁποὺ τὸ λέγουν. Διὰ τοῦτο, ἀδελφέ μου, ἐσὺ ὁποὺ κάμνεις τὰ παιδιά, νὰ τὰ παιδεύης καὶ νὰ τὰ μανθάνης γράμματα καὶ ἐξόχως ἑλληνικά, διότι ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε εἰς τὴν ἑλληνικὴν γλώσσαν. Δὲν σᾶς λέγω περισσσότερα, διότι εἶσθε φρόνιμοι καὶ γνωστικοί.

Ἡ Οἰκογένεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

Τὸν παλαιὸν καιρὸν ἦτο ἕνας ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Ἰωακείμ, εἶχε δὲ καὶ μίαν γυναίκα ὀνομαζομένην Ἄνναν. Καλὸς καὶ ὁ ἄνδρας καλὴ καὶ ἡ γυναίκα, καὶ ἀπὸ γένος βασιλικὸν καὶ οἱ δυό, ἀλλὰ ἡ γυναίκα ἦτο καλυτέρα. Πολλὲς γυναῖκες εὑρίσκονται εἰς τὸν κόσμον ὁποὺ εἶνε καλύτερες ἀπὸ τοὺς ἄνδρας. Τί σὲ ὠφελεῖ νὰ καυχᾶσαι πὼς εἶσαι ἄνδρας, καὶ εἶσαι χειρότερος ἀπὸ τὴν γυναίκα καὶ πηγαίνεις εἰς τὴν κόλασιν καὶ καίεσαι πάντοτε, καὶ ἡ γυναίκα σου πηγαίνη εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρεται πάντοτε; Ἦσαν δέ, ἀδελφοί μου, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἄνθρωποι εὐλαβεῖς, σώφρονες, ἐνάρετοι, ταπεινοί. Εἶχαν τὸν οἶκον των ξενοδοχεῖον, ἀλλὰ παιδιὰ δὲν ἔκαμνον. Γνωρίζοντες πὼς ὁ πανάγαθος Θεὸς δίδει ὅλα τὰ ἀγαθά, τὸν παρεκάλουν νὰ τοὺς δώση ἕνα τέκνον, ἀρσενικὸν ἢ θηλυκόν, καὶ νὰ τὸ ἀφιερώσουν εἰς τὸν Ναόν. Βλέπων ὁ πανάγαθος τὴν καλήν των γνώμην καὶ τῶν δυό, εὐθὺς ἐγγαστρώθη ἡ γυναίκα τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ ἐγέννησε τὴν Δέσποιναν Θεοτόκον, τὴν Βασίλισσαν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, καὶ τὴν ὠνόμασε Μαρίαν, καὶ θέλει εἰπῆ Κυρία -Βασίλισσα. Ἀκούετε ἀδελφοί μου, πῶς ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα εἶχον τὴν ἐλπίδα των εἰς τὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἔδωκεν τὴν χάριν ὁποὺ τοῦ ἐζήτησαν. Οἱ μάρτυρες ἠγόρασαν τὸν παράδεισον μὲ τὸ αἷμα των, οἱ ἀσκηταὶ μὲ τὴν ἀσκητικήν των ζωήν, καὶ ἡμεῖς, ἀδελφοί, ὁποὺ κάμνομεν τὰ παιδιά, μὲ τί θὰ ἀγοράσωμεν τὸν παράδεισον; Μὲ τὴν φιλοξενίαν· νὰ φιλεύωμεν τοὺς πτωχούς, τοὺς τυφλοὺς καὶ χωλοὺς ἀδελφούς μας, ὡσὰν τὸν Ἰωακείμ, καὶ ὄχι τοὺς πλουσίους, διότι ἔχουν ἐκεῖνοι ἐδῶ, καὶ μᾶς ἐξαγοράζουν εἰς ταύτην τὴν ζωὴν τὴν ματαίαν· μὰ οἱ πτωχοὶ δὲν ἔχουν νὰ μᾶς ἐξαγοράσουν ἐδῶ, καὶ μᾶς τὸ δίδει ὁ πανάγαθος Θεὸς εἰς τὸν παράδεισον ἑκατονταπλασίως. Σεῖς, ἀδελφοί μου, ὁποὺ δὲν κάμνετε παιδιά, νὰ ἔχετε τὴν ἐλπίδα σας εἰς τὸν Θεόν, ὡσὰν ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ὄχι νὰ κάμνετε γοητείας καὶ μαγικὰ καὶ ἄλλα διαβολικά, νὰ βλέπετε τὴν τύχην σας, τὴν μοίραν σας μὲ μαγείας. Ἐγὼ νομίζω πὼς βγαίνουν μερικὰ τέκνα τοῦ διαβόλου καὶ περιπατοῦν εἰς τὸν κόσμον καὶ λέγουν: Δῶσε μου ἕνα γρόσι, καὶ ἐγὼ νὰ σοῦ δώσω φυλακτὸν νὰ κάμης παιδίον ἀρσενικόν. Ἐν τούτοις νὰ μὴ τοὺς πιστεύετε, διότι πράττουν ἔργα διαβολικὰ καὶ βλάπτουν τοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ Θεοτόκος εἰς τὸν Ναόν

Ὅταν ἐπῆγεν ἡ Δέσποινα Θεοτόκος τριῶν χρόνων, ἐθυμήθηκε τὸ χρέος του ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, ὁποὺ τὴν εἶχον ἀφιερωμένην εἰς τὸν Ναόν, καὶ ἐπῆραν τὴν Κυρίαν Θεοτόκον καὶ τὴν ὑπῆγαν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὁποὺ ἦτο ὁ προφήτης Ζαχαρίας ὁ ἀρχιερεύς, ὁ πατέρας τοῦ τιμίου Προδρόμου, καὶ εὐθὺς ἐγνώρισεν ὁ ἀρχιερεὺς πὼς ἐκείνη μέλλει νὰ γεννήση τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, χωρὶς ἄνδρα· παρθένος νὰ γεννήση, καὶ πάλιν μετὰ τὴν γέννησιν παρθένος ν᾿ ἀπομείνη. Καὶ τὴν ἐπῆρε καὶ τὴν ἐφίλησεν ὁ Ζαχαρίας, καὶ τὴν ἔβαλε μέσα εἰς τὸ ἅγιον Βῆμα, διότι ἐγνώρισε πὼς μέλλει νὰ γίνῃ ἡ Δέσποινα θρόνος τοῦ Κυρίου μας. Καὶ ἔκαμε δώδεκα χρόνους ἡ Θεοτόκος μέσα εἰς τὸ ἅγιον Βῆμα καὶ κανεὶς ἐκεῖ δὲν ἐπήγαινε παρὰ ὁ ἀρχιερεὺς μίαν φορὰν τὸν χρόνον καὶ τὴν ἔβλεπε. Καὶ ἐτρέφετο μὲ οὐράνιον ἄρτον καὶ ἐγένετο πλέον καλυτέρα ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους.

Ὁ Ναὸς Κέντρον Ἁγιασμοῦ

Λοιπόν, ἀδελφοί μου, τὸ ἅγιον Βῆμα φανερώνει τὸν θρόνον τοῦ Θεοῦ, τὸ καθολικὸν φανερώνει τὸν παράδεισον καὶ ὁ νάρθηκας φανερώνει τὴν θύραν τοῦ παραδείσου. Νὰ χαίρεσθε καὶ νὰ εὐφραίνεσθε καὶ ἡ ἁγιωσύνη σας, ἅγιοι ἱερεῖς, ὁποὺ σᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς τὸ ἅγιον Βῆμα, ὁποὺ εἶνε ὁ θρόνος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νὰ ἀπέχετε, ἀδελφοί μου, οἱ κοσμικοὶ νὰ μὴ ἐμβαίνετε μέσα εἰς τὸ ἅγιον Βῆμα. Δὲν πρέπει νὰ ἐμβαίνη κανεὶς ἄλλος ἀπὸ τὸν παπὰ ὁποὺ λειτουργεῖ καὶ ὁ διάκονος. Νὰ χαίρεσθε, ἀδελφοί μου, καὶ σεῖς οἱ κοσμικοί, ὁποὺ σᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς τὸ καθολικόν, ὁποὺ φανερώνει τὸν παράδεισον. Νὰ χαίρεσθε καὶ σεῖς αἱ γυναῖκες, ἀδελφαί μου, ὁποὺ σᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς τὸν νάρθηκα, ὁποὺ φανερώνει τὴν θύραν τοῦ παραδείσου.
Καὶ ἐμβαίνετε, ἀδελφοί μου, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, μέσα εἰς τὴν ἐκκλησίαν μὲ φόβον καὶ τρόμον καὶ νὰ μὴ κάμνετε κουβέντες· καὶ νὰ μὴ ἐμβαίνετε μέσα εἰς τὴν ἐκκλησίαν, διὰ νὰ βλέπετε οἱ ἄνδρες τὰς γυναῖκας καὶ αἱ γυναῖκες τοὺς ἄνδρας, ἀλλὰ νὰ κάμνετε τὸν σταυρόν σας μὲ φόβον καὶ τρόμον, νὰ ἀκούετε τὴν θείαν Λειτουργίαν, νὰ φωτίζεσθε καὶ νὰ καθαρίζεσθε ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας σας.

Ἡ Ἱεροκατηγορία

Νὰ προσέχετε, ἀδελφοί μου, οἱ κοσμικοὶ νὰ μὴ κατηγορῆτε τοὺς παπάδες σας, νὰ μὴ τοὺς ὑβρίζετε καὶ νὰ μὴ τοὺς παραμελῆτε, διότι βάνετε φωτιὰ καὶ καίεσθε· διότι οἱ παπάδες εἶνε ἀνώτεροι καὶ ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους καὶ ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς (62). Ἐγώ, ἀδελφοί μου, ἡ γνώμη μου ἔτσι μὲ λέγει νὰ κάμω. Ἐὰν ἀπαντῶ ἕνα παπὰ καὶ ἕνα βασιλέα, μὲ φαίνεται εὔλογον τὸν παπὰ νὰ βάλω νὰ καθήση ὑψηλότερα ἀπὸ τὸν βασιλέα· καὶ ἐὰν ἀπαντήσω ἕνα παπὰ καὶ ἕνα ἄγγελον, πρῶτα θὰ χαιτερήσω τὸν παπὰ καὶ ἔπειτα τὸν ἄγγελον. Διότι, ἀδελφοί μου, εἶνε ἀνώτερος καὶ ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Τράπεζαν, ἀνώτερος καὶ ἀπὸ τὸ ἅγιον Ποτήριον· διότι τὸ ἅγιον Ποτήριον εἶνε ἄψυχον, μὰ ὁ ἱερεὺς μεταλαμβάνει τὰ ἄχραντα Μυστήρια καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν, τὸ τίμιον σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ. Ἐγώ, ἀδελφοί μου, δὲν ἔχω καμμίαν κατηγορίαν νὰ κάμω τῶν παπάδων, διότι εἶνε παπάδες καὶ ἔχουν τὸν Χριστὸν ὁποὺ τοὺς παιδεύει καὶ ὅ,τι σφάλμα κάμουν οἱ παπάδες, ἔχει ὁ ὁ Χριστός μας ράβδον σιδηρᾶν δι᾿ αὐτούς.

Τὰ Προσόντα τῶν Ἱερέων

Ἔχω νὰ ὁμιλήσω τώρα δι᾿ ἐκείνους, ὁποὺ ἔχουν νὰ γίνου παπάδες. Ἐσύ, ἀδελφέ μου, ὁποὺ ἔχεις νὰ γίνης παπάς, δεκαοκτὼ χρονῶν πρέπει νὰ γίνης ἀναγνώστης, εἴκοσι ὑποδιάκονος, εἰκοσιπέντε ἱεροδιάκονος καὶ τριάντα ἱερεύς. Καὶ νὰ μανθάνης ἑλληνικὰ γράμματα, νὰ ἠξεύρης νὰ ἐξηγῆς τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον· νὰ τὸ κλείης καὶ ἔπειτα νὰ τὸ ἐξηγῆς εἰς τοὺς χριστιανοὺς (63), καὶ τότε νὰ γίνεσαι, ἀδελφέ μου, παπάς· εἰ δὲ καὶ γίνεσαι παπὰς δι᾿ ἀνάπαυσιν ἢ γίνεσαι διὰ δόξαν ἢ γίνεσαι παρανόμως, σοῦ κόβει ὁ Θεὸς τὴν ζωὴν παράκαιρα καὶ πηγαίνει ἡ ψυχή σου εἰς τὴν κόλασιν νὰ καίεται πάντοτε. Καὶ νὰ σὲ παρακαλέσουν, ἀδελφέ μου, οἱ κοσμικοὶ νὰ γίνης παπάς, χωρὶς ἄσπρα, τότε εἶσαι μακάριος καὶ τρισμακάριος, τότε εἶσαι ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους.

Παρθενία καὶ Γάμος Τιμῶνται ἐν τῷ Προσώπῳ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

Εἰς τοὺς δώδεκα χρόνους ἐφώτισεν ὁ Θεὸς τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν ἀρραβώνιασαν διὰ πολλὰς οἰκονομίας. Ἔστειλε κατόπιν ὁ πανάγαθος Θεὸς τὸν ἄγγελον καὶ λέγει τῆς Θεοτόκου: Μαρία, ἐσὺ πρέπει νὰ χαίρεσαι περισσότερον ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον· ἐσὺ μέλλει νὰ γεννήσῃς τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, χωρίας ἄνδρα, παρθένος, καὶ πάλιν παρθένος νὰ μείνης, διὰ νὰ σώσῃ τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔαν καὶ ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Ἀποκρίνεται ἡ Κυρία Θεοτόκος καὶ λέγει: Κύριέ μου, ἀπορῶ καὶ σὲ δοξάζω, σὲ προσκυνῶ, σὲ λατρεύω, ὁποὺ κατεδέχθης νὰ γεννηθῆς ἀπὸ ἐμένα τὴν δούλην σου. Ἑτοίμη εἶμαι λοιπὸν καὶ ἂς γίνῃ τὸ θέλημά σου. Καὶ εὐθὺς ἔμεινεν ἔγκυος ἡ Θεοτόκος καὶ ἐγέννησε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν μας, τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, χωρὶς ἄνδρα, παρθένος, καὶ πάλιν παρθένος ἔμεινεν. Ἐγεννήθη ὁ Κύριος μας ἀπὸ γυναίκα, διὰ νὰ εὐλογήση τὴν γυναίκα· διότι ἡ γυναίκα ἔλαβεν τὴν κατάραν πρώτη καὶ μᾶς ἐδίωξεν ἀπὸ τὸν παράδεισον, ἡ γυναίκα πάλιν ἔπρεπε νὰ λάβη τὴν εὐλογίαν νὰ μᾶς βάλη πάλιν εἰς τὸν παράδεισον. Ἐγεννήθη ὁ Κύριος μας ἀπὸ παρθένον, διὰ νὰ προτιμήσῃ τὴν παρθενίαν. Ἐσύ, ἀδελφέ μου, ὁποὺ θέλεις νὰ φυλάξῃς παρθενίαν, νὰ μισήσῃς τὸν κόσμον· τότε εἶσαι καλὸς νὰ γίνης τρισμακάριος καὶ τότε φυλάγεις παρθενίαν, τότε γίνεσαι ὡσὰν ἄγγελος. Ἐγεννήθη ὁ Κύριος ἀπὸ ἀρραβωνιασμένην, διὰ νὰ εὐλογήση τὸν γάμον.

Ὁ Εὐλογημένος Γάμος - Ὁ Κατηραμένος Γάμος

Νὰ χαιρώμεθα, ἀδελφοί μου, καὶ νὰ εὐφραινώμεθα ὁποὺ μᾶς ἔδωκεν ὁ Κύριός μας εὐλογημένον γάμον. Καὶ παρήγγειλεν ὁ Κύριος νὰ παίρνη ὁ ἄνδρας μίαν γυναίκα· ὁμοίως καὶ ἡ γυναίκα ἕνα ἄνδρα. Καὶ ἀφοῦ ἀρραβωνιασθοῦν, νὰ ἐξομολογηθοῦν τὸ ἀνδρόγυνον μὲ πίστιν καθαράν, μὲ φόβον καὶ τρόμον καὶ μὲ εὐλάβειαν, καὶ νὰ μεταλαμβάνουν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μὲ φόβον καὶ τρόμον καὶ εὐλάβειαν. Καὶ ἀφοῦ μεταλάβουν, νὰ στεφανώνωνται μέσα εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ὕστερα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρας νὰ σμίγουνε. Καὶ ἂν θέλετε, ἀδελφοί μου, νὰ κάμνετε χαράς, νὰ παίρνετε ψαλτάδες νὰ ψάλλουν ὅλην τὴν ἡμέραν, νὰ δοξάζουν τὸν Κύριόν μας. Τότε, ἀδελφοί μου, λέγεται εὐλογημένος ὁ γάμος· τότε, ἀδελφοί μου, χιλιάδες, μυριάδες ἀμποδέματα καὶ μαγικὰ νὰ σᾶς κάμουν, δὲν σᾶς κολλᾶ τίποτε· τότε, ἀδελφοί μου, ἐκεῖνο τὸ ἀνδρόγυνον κάμνει παιδιὰ εὐλογημένα, τὸ εὐλογεῖ ὁ Θεὸς καὶ τὸ ἀφήνει ἐδῶ εἰς ταύτην τὴν ματαίαν ζωὴν καὶ περνᾶ καλὰ καὶ εἰρηνικὰ καὶ πηγαίνει καὶ εἰς τὸν παράδεισον. Εἰ δὲ καὶ παίρνετε οἱ ἄνδρες δυὸ ἢ τρεῖς γυναίκας, ὁμοίως καὶ αἱ γυναῖκες ἀπὸ δυὸ ἢ τρεῖς ἄνδρας, δὲν εἶνε εὐλογημένος ὁ γάμος, ἀλλὰ λέγεται ἐκεῖνος ὁ γάμος πορνεία καὶ μοιχεία. Ἕναν ἄνδρα ἔκαμεν ὁ πανάγαθος Θεὸς καὶ μίαν γυναίκα νὰ παίρνωνται νὰ κάμνωσι παιδιά. Ἐπανδρεύθης, ἀδελφέ μου, ἔκαμες παιδιά; Δὲν ἔκαμες, ἀπέθανεν ἡ γυναίκα σου; Μὴ παίρνης ἄλλην γυναίκα· ἀμὴ γίνου καλόγηρος νὰ δουλεύης διὰ τὴν ψυχήν σου, νὰ ὑπάγης εἰς τὸν παράδεισον, παρὰ νὰ παίρνης πολλὰς γυναίκας καὶ νὰ κερδήσῃς ὅλον τὸν κόσμον, καὶ νὰ πηγαίνης εἰς τὴν κόλασιν. Ὡσὰν πηγαίνης εἰς τὴν κόλασιν, τί ὄφελος κάμνεις; ἄλλο ὄφελος δὲν κάμνεις, ἀδελφέ μου, παρὰ ποὺ καίεσαι πάντοτε εἰς τὴν κόλασιν.

Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία

Καὶ δὲν παρατηρεῖς εἰς τὸ μηνολόγιον τὰς ἐννέα Ὀκτωβρίου νὰ ἰδῆς τὸν βίον τοῦ ἁγίου Ἀνδρονίκου καὶ τῆς ἁγίας Ἀθανασίας, νὰ ἰδῆς τί ἀγώνα ἔκαμον; Καλότυχοι!
Ἦσαν ἀνδρόγυνον καὶ εἶχον δυὸ παιδία. Καὶ ὁ πανάγαθος Θεὸς ἐθέλησε νὰ τοὺς δοκιμάση καὶ ἐπῆρε καὶ τὰ δυὸ τὰ παιδία μίαν ἡμέραν. Τί ἔκαμεν, ἀδελφοί μου, ἐκεῖνο τὸ εὐλογημένον ἀνδρόγυνον; Εὐθὺς ἐμοίρασαν τὰ πράγματά των καὶ ἔγιναν καὶ οἱ δυὸ καλόγηροι εἰς μοναστήρια καὶ ἐπέρασαν καὶ ἐδῶ καλὰ καὶ εἰρηνικὰ καὶ ὑπῆγαν καὶ εἰς τὸν παράδεισον νὰ χαίρωνται πάντοτε μὲ τὰ καλότυχα παιδιά των.
Ἀλλὰ ἂν κάμνετε τοὺς γάμους σας μὲ τραγούδια καὶ βαρῆτε τύμπανα καὶ βιολιὰ καὶ κάμνετε ἐκεῖνα ὁποὺ ἀγαπᾶ ὁ διάβολος, τὸ καταρᾶται ἐκεῖνο τὸ ἀνδρόγυνον ὁ πανάγαθος Θεὸς καὶ δὲν προκόπτει. Ἢ ὁ ἄνδρας ἀποθνήσκει ἢ ἡ γυναίκα παράκαιρα, καὶ τὰ παιδιὰ κάμνουν, καὶ ἐκεῖνα ὅλα κορίτσια, στραβά, κουτσά, λωλά, ἀναποδιασμένα. Δὲν σᾶς λέγω περισσότερα.

Μέγα Πράγμα ὁ Ἄνθρωπος

Μᾶς ἔκαμεν ὁ πανάγαθος Θεός, ἀδελφοί μου, ἀνθρώπους καὶ δὲν μᾶς ἔκαμε ζῶα· μᾶς ἔκαμε τιμιωτέρους ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον· μᾶς ἔδωκεν ὁ πανάγαθος Θεός, ἀδελφοί μου, τὰ μάτια, νὰ βλέπωμεν τὸν οὐρανόν, τὴν σελήνην καὶ τὰ ἄστρα καὶ νὰ λέγωμεν: Ὦ Θεέ μου, ἐὰν ὁ ἥλιος, ὁποὺ εἶνε πλάσμα σου, εἶνε τόσον λαμπρός, ἀμὴ τὸ ἅγιόν σου ὄνομα, ὁποὺ εἶσαι ποιητὴς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ποιητὴς καὶ πλάστης, πόσον εἶσαι λαμπρότερος (64); Ὦ Θεέ μου, ἀξίωσόν με νὰ σὲ ἀπολαύσω. Μᾶς ἔδωσεν, ἀδελφοί μου, τὸν νοῦν εἰς τὴν κεφαλήν μας, καὶ εἶνε ὁ νοῦς μας ὡσὰν μέσα εἰς ἕνα πιάτο, νὰ βάνωμεν ὅλα τὰ νοήματα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ὄχι νὰ βάνωμεν μύθους καὶ φλυαρίσματα τῆς τέχνης τοῦ διαβόλου. Μᾶς ἔδωσε τὸ στόμα, νὰ δοξάζωμεν τὸν Κύριόν μας, νὰ λέγωμεν τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ καὶ Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διὰ τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν μας καὶ συγχώρησόν μας τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀναξίους δούλους σου», καὶ νὰ ἐξομολογούμεθα μὲ πίστιν καθαράν, καὶ νὰ μεταλαμβάνωμεν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια μὲ πίστιν καθαρὰν καὶ φόβον καὶ τρόμον. Ἔτσι μας θέλει, ἀδελφοί μου, ὁ Θεὸς καὶ ὄχι νὰ βλασφημοῦμεν, ὄχι νὰ προδίδωμεν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὄχι νὰ κάμνωμεν ὅρκους καὶ νὰ λέγωμεν ψεύματα, ὄχι νὰ κλέπτη ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, νὰ παίρνη τὸ πράγμα τοῦ ἄλλου, ὄχι νὰ ὀμνύωμεν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ διὰ τὸ παραμικρόν.

Ὁ Ὅρκος

Θέλεις, ἀδελφέ μου, νὰ εἰπῆς, μὰ τὸν Θεόν; Δὲν λέγεις, μὰ τὴν ἀλήθειαν; Ἐκεῖ ὁποὺ θὰ κάμης ὅρκον τοῦ ἀδελφοῦ σου, πές του ἐπ᾿ ἀληθείας, καὶ ἂν δὲν σοῦ πιστεύση, τράβα τὸ δρόμο σου. Νὰ ἀπέχωμεν, ἀδελφέ μου, νὰ ὁρκιζώμεθα εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἢ νὰ κάμνωμεν ὅρκους καὶ νὰ ὀνομάζωμεν τοὺς Ἁγίους μας· ἢ ὁποὺ ὀμνύουν κάποιοι ἄγνωστοι τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους· φωτιὰ πύρινη τοὺς καίει καὶ τοὺς φλογίζει.

Μὲ τὸν Θεόν, ὄχι μὲ τὸν διάβολον

Ἠξεύρεις, ἀδελφέ μου, πῶς σὲ θέλει ὁ Θεός; Καθὼς δὲν θέλης ἐσὺ νὰ ἔχη ἡ γυναίκα σου καμμίαν συναναστροφὴν μὲ ἄλλον, ἔτσι σὲ θέλει καὶ ὁ Θεὸς νὰ μὴ ἔχης καμμίαν μερίδα μὲ τὸν διάβολον. Εὐχαριστεῖσαι ἡ γυναίκα σου νὰ πορνεύη μὲ ἄλλον; Ὄχι. Νὰ τὴν φιλήση ἄλλος τὴν γυναῖκα σου; Μήτε καὶ αὐτὸ δὲν θέλεις. Ἔτσι θέλει καὶ σένα ὁ Θεός, ἀδελφέ μου, νὰ μὴ ἔχης καμμίαν συναναστροφὴν μὲ τὸν διάβολον.
Καὶ μὲ τί στόμα, ἀνόητε καὶ πονηρὲ ἄνθρωπε, ἀποτολμᾶς καὶ ὑβρίζεις τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ παραδίδεις; Ὁμοίως καὶ τοὺς Ἁγίους; Δὲν φοβᾶσαι, τρισάθλιε, μήπως ἀνοίξη ἡ γῆ καὶ σὲ καταπίη; Ὁ διάβολος δὲν ἀποτολμᾶ νὰ ὑβρίζη τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, διότι φοβεῖται μήπως πέση ἀστραπὴ καὶ τὸν κατακαύση· καὶ σύ, ἄγνωστε ἄνθρωπε, ἀνοίγεις αὐτὸ τὸ κατηραμμένον σου στόμα καὶ παραδίδεις τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους ὁποὺ ὑβρίζουν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, διότι θὰ τοὺς καίη ὁ πύρινος ποταμὸς πάντοτε.
Μᾶς ἔδωκε τὰ χέρια νὰ κάμνωμεν τὸν σταυρόν μας μὲ πίστιν καθαράν, μὲ φόβον, τρόμον καὶ εὐλάβειαν, καὶ ὄχι νὰ πιάνωμεν τὸ τουφέκι καὶ νὰ σκοτώνωμεν τὸν ἀδελφόν μας καὶ νὰ τὸν κλέπτωμεν καὶ νὰ τὸν κατατρέχωμεν καὶ νὰ τὸν θανατώνωμεν καὶ νὰ τὸν ὀνειδίζωμεν. Μᾶς ἔδωκε τὰ πόδια νὰ περιπατῶμεν εἰς τὸν δρόμον τὸν καλόν, καὶ ὄχι νὰ περιπατῶμεν καὶ νὰ κάμνωμεν κακὸν εἰς τοὺς ἀδελφούς μας.
Ἐβαπτίσθη ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ Θεὸς ἡμῶν εἰς τὸν Ἰορδάνην ποταμὸν ἀπὸ τὸν τίμιον Ἰωάννην τὸν Πρόδρομον, διὰ νὰ δείξη καὶ εἰς ἡμᾶς τὸ ἅγιον Βάπτισμα. Καὶ νὰ βαπτίζετε ἡ ἁγιωσύνη σας, ἅγιοι ἱερεῖς, τὰ παιδιὰ τῆς ἐνορίας σας μὲ τὴν γνώμην καὶ σκοπὸν τῆς ἁγίας ἡμῶν ἀνατολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Νὰ τὰ βουτᾶτε μέσα εἰς τὴν κολυμβήθραν· νὰ ἔχετε μέσα πολὺ νερὸ καὶ νὰ κάμνετε τρεῖς ἀναδύσεις καὶ τρεῖς καταδύσεις λέγοντας τὰ ὀνόματα τῆς Ἁγίας Τριάδος.

ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ Ε´ ΔΙΔΑΧΗΣ