Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Μοναχός Χριστόδουλος Κατουνακιώτης (1894 – 23 Απριλίου 1982)

Ο μακάριος Γέροντας Χριστόδουλος Κατουνακιώτης (δεξιά), με τον εκλεκτό υποτακτικό του μοναχό Καλλίνικο
Ο μακάριος Γέροντας Χριστόδουλος Κατουνακιώτης (δεξιά), με τον εκλεκτό υποτακτικό του μοναχό Καλλίνικο
Γεννήθηκε στη Λαμία το 1894 ο κατά κόσμον Χρηστός Κοντονικολός. Νέο τον βρίσκουμε τσαγκάρη στη Χαλκίδα. Δεκάχρονος είχε μείνει ορφανός από πατέρα. Η καλή του μητέρα τον πότισε τα νάματα της ευσέβειας. Κατέληξε τον βίο της ως μεγαλόσχημη μοναχή Μαγδαληνή.
Το 1923 εισέρχεται με ένθεο πόθο στον αγιορείτικο στίβο. Η φιλέρημη ψυχή του αγκιστρώνεται στα πάντερπνα, πανέρημα και ησυχία Κατουνάκια. Εδώ δεν έχει πράσινο, δέντρα, πουλιά, μόνο βράχους απαράκλητους. Η αγριότητα του τόπου δίνει αγιότητα στις ψυχές των τετρωμένων στρουθιών τ’ ουρανού. Παρά τους πόδες του νηπτικού- ήσυχαστή Γέροντος Καλλινίκου († 1930) βρίσκει διδάσκαλο έμπειρο στην υπακοή και τη νοερά προσευχή. Οι ανθρώπινες παρηγοριές απουσιάζουν από εδώ. Δεν υπάρχει πηγαίο νερό, στην καθημερινή τράπεζα κατάξερο παξιμάδι, το πρόγραμμα εξαντλητικό, η κόπωση μεγάλη, ο τόπος ερημικός, η συνεχής εκκοπή του ιδίου θελήματος μαρτύριο αναίμακτο. Εκάρη μοναχός το 1924.
Υπάρχουν όμως κάποιες μικρές ή μεγάλες μυστικές χαρές από την προσευχή, την υπακοή, την ασκηση. Η ευχή του Ιησού, η ευλογία του Γέροντα, η θεία λατρεία χαριτώνουν την ψυχή του. Τηρεί τα λόγια που άκουσε στην κουρά του. Υπομένει «πάσαν θλίψιν και στενοχώριαν του μονήρους βίου διά την βασιλείαν των ουρανών» με τη βοήθεια και τη χάρη του Παναγάθου Θεού. Η αυστηρότατη αυτή μοναχική ζωή ήταν για πολύ λίγους. Ο π. Χριστόδουλος ήταν ένας από αυτούς τους πολύ λίγους. Σου θύμιζε αρχαίους αββάδες της Νιτρίας.
Ο Γέροντας Χριστόδουλος (στο μέσο) με τους υποτακτικούς του Καλλίνικο και Γεράσιμο
Ο Γέροντας Χριστόδουλος (στο μέσο) με τους υποτακτικούς του Καλλίνικο και Γεράσιμο
Ο Γέροντάς τους ήταν πολύ αυστηρός. Τον έστελνε να πάει στις Καρυές ακόμη και ένα γράμμα, βαδίζοντας δέκα ώρες. Επέστρεφε βαρυφορτωμένος ψώνια. Δεν τον άφηνε και να πολυδιαβάζει. «Τί σε ωφελεί να τα διαβάζεις, χωρίς να τα εκτελείς;», του έλεγε. Λίγο μετά την κοίμηση του Γέροντός του, ο Θεός του έστειλε εκλεκτό υποτακτικό, στον οποίο έδωσε τ’ όνομα του Γέροντός του, ο οποίος τον διακόνησε πρόθυμα και πρόσχαρα έως το τέλος της ζωής του. Γνωρίσαμε τα δύο μακάρια αυτά γεροντάκια και δεν γνωρίζαμε ποιό να πρωτοθαυμάσουμε. Τα λίγα λόγια τους λίαν ψυχωφελή. Δίδασκαν και σιωπηλά.
Το τέλος του Γέροντος Χριστοδούλου ήταν οδυνηρό. Πλήγιασε όλο του το σώμα από την ασθένεια. Είχε συνεχείς και δυνατούς πόνους. Υπόμεινε αγόγγυστα. Έλεγε: «Οι αρρώστιες είναι καθαρτήριο για την ψυχή μας». Ζητούσε συγχώρεση από τους υποτακτικούς του, που τους κούραζε. Τους ονόμαζε αγγέλους. Επικαλούνταν το έλεος του Πανοικτίρμονος Θεού. Ζητούσε ν’ αναχωρήσει της ζωής, να μην ταλαιπωρεί με την αρρώστια του τους ανθρώπους. Πίστευε τι έλεγε, δεν ταπεινολογούσε καθόλου.
Οι μακαριστοί Κατουνακιώτες Γέροντες Χριστόδουλος και Καλλίνικος
Οι μακαριστοί Κατουνακιώτες Γέροντες Χριστόδουλος και Καλλίνικος
Ζούσε τη μετάνοια, την ταπείνωση, τη συντριβή, την κατάνυξη. Είχε μνήμη θανάτου, συναίσθηση της αμαρτωλότητος, χαρμολύπη, χαροποιό πένθος. Δίδασκε χαμηλόφωνα: «Η ευχή είναι μία καλή συνήθεια. Έρχεται μέσα μας ο Χριστός, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Μη στενοχωρείσθε αν καμιά φορά φεύγει ο νους από την ευχή. Εσείς να τη λέτε, διότι την ακούει ο Θεός και φυγαδεύονται οι δαίμονες… Μοναχός σημαίνει “νούς ορών τον Θεόν”. Πως θα φθάσουμε εκεί; Με την απλότητα της ζωής και την εργασία της ευχής, που είναι μάχαιρα κατά του διαβόλου… Εάν νηστεύετε, κοινωνείτε, διαβάζετε και αγάπη δεν έχετε, όλα είναι μηδέν, διότι ο Θεός είναι αγάπη. Να μιμείσθε ο ένας τα καλά του άλλου και για τις αδυναμίες των άλλων να προσεύχεσθε να τους ελεήσει ο Θεός…».
Ανεπαύθη, αν μπορούμε να πούμε, ο μεγάλος αυτός ασκητής του εικοστού αιώνος, ο τηρητής της ανόθευτης μοναχικής παραδόσεως, ο φιλοπάτορας, φιλάδελφος, φιλότεκνος και φιλάνθρωπος στις 23.4.1982. Αγωνιζόταν να ωφελήσει με πατερικούς λόγους και οσιακά παραδείγματα και όχι με αυστηρά επιτίμια και σκληρούς λόγους. Ήταν αυστηρός αρκετά στον εαυτό του και επιεικής στους άλλους. Ήταν μία εικόνα ωραία πραότητος και οσιότητος.
Πηγές – Βιβλιογραφία:
Δ.Μ.Γ., Ο Γέροντας Χριστόδουλος Κατουνακιώτης, Ο Όσιος Γρηγόριος 7/1982, σσ. 71-79.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό ενάρετων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Β΄ 1956-1983. σελ.1027 – 1029.

Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

Σεβασμ. Μητροπολίτης Προικοννήσου Ιωσήφ: “Φωνή Βοώντος”

Επιστρέφοντας από πολυήμερη απουσία στο εξωτερικό, άνοιξα το διαδίκτυο και επισκέφθηκα τη σελίδα των Φίλων της Μονής Βατοπεδίου. Είδα κινηματογραφημένα στιγμιότυπα από τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος, του Πάσχα και της πανήγυρης του Ευαγγελισμού στο μεγάλο Αθωνίτικο Κοινόβιο. Είδα, μαζί με τους υπερεκατό αδελφούς (συν καμμιά δεκαριά δοκίμους) της Μονής, είναι το μεγαλύτερο ανδρικό Μοναστήρι της ανά τον κόσμο ελληνόφωνης Ορθοδοξίας, με ο,τι αυτό σημαίνει!
Ας το συνειδητοποιήσουμε, όσοι τουλάχιστον δεν πάσχουμε τεκμηριωμένα από κρετινισμό), τις πολλές εκατοντάδες των προσκυνητών, που από κάθε γωνιά της Ελλάδος και του εξωτερικού συνέρρευσαν εκεί για να προσευχηθούν, να βιώσουν ησυχαστικά τα Άχραντα Πάθη και την Ανάσταση, να ζητήσουν βοήθεια από τη Βηματάρισσα και πνευματική καθοδήγηση από το Γέροντα και τους πατέρες, να βρουν γαλήνη ψυχής και παρηγορία από την Παναγία την Παραμυθία στα ατέλειωτα οδυνηρά της καθημερινότητας. Είδα στα πρόσωπα όλων, πατέρων και προσκυνητών, πολύ φως! Αλλά και παράπονο είδα, πολύ παράπονο και πόνο, που δεν κρύβονται εύκολα και δεν ταιριάζουν στην αναστάσιμη ατμόσφαιρα. Είδα το παράπονο και τον πόνο του συνεχιζόμενου Γολγοθά της συκοφαντίας σε βάρος του Ηγούμενου Εφραίμ, που είτε αρέσει είτε όχι, αυτός είναι ο στύλος και η ραχοκοκκαλιά της Μονής. Το παράπονο του συνεχιζόμενου στραγγαλιστικού οικονομικού αποκλεισμού σε βάρος όλης της Αδελφότητας με την περίεργη, αψυχολόγητη και, κατά τη γνώμη μου πάντοτε, λογικά και ηθικά απαράδεκτη απόφαση για απόλυτη δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών της Μονής, σε σημείο που να είναι πια προβληματική η ίδια η καθημερινή επιβίωση των πατέρων! Άλλο που η αξιοπρέπεια και η αγάπη τους για την Ελλάδα τους κρατάει κλειστό το στόμα!
Σκέφτομαι αυτό το στενόκαρδο κράτος μας, το οδυνηρά για όλους μας ευτελισμένο σήμερα στο παγκόσμιο μπαλκόνι, εξ αιτίας της αβελτηρίας, ανικανότητας, μικρόνοιας και «χρυσοδακτυλίας» κάποιων ανάξιων και αναξιονόμαστων παραγόντων του των τελευταίων δεκαετιών από τη μια, και της ληστρικής «φιλίας» κάποιων ξένων (λυκο)φίλων και «εταίρων» μας από την άλλη, (εκείνη την «εκκρεμότητα» των αποζημιώσεων της Κατοχής τη θυμάται κανένας;), το κράτος που έφτασε ν’ ανοίξει τραπεζικό λογαριασμό επετείας για να καλύψει τις χαώδεις τρύπες που άφησαν τα θαλασσοδάνεια, οι «αρπαχτές», οι «μίζες», τα «δώρα στον εαυτό τους» κάποιων «εντιμότατων» υπευθύνων δημοσίων οργανισμών, οι υπερκοστολογήσεις έργων, οι ταχυδακτυλουργίες του Χρηματηστηρίου, τα «δομημένα ομόλογα», οι αετονυχιές των «κουμπάρων», οι «ευλογίες» των προμηθειών από τα ιερότερα του ανθρώπινου πόνου και της εθνικής ανάγκης, το κράτος που θυμήθηκε τους «θείους από την Αμερική» και τις «συμπεθέρες από την Αυστραλία», για να επικαλεσθεί τα πατριωτικά τους αισθήματα: «-εμβάσατε ο,τι έχετε ευχαρίστηση γιατί ζορίζεται η Πατρίδα!», ενώ στην πραγματικότητα αμφιβάλλω αν τους πόνεσε ποτέ ειλικρινά σαν παιδιά του (μιλώ από πείρα!), αυτό το κράτος που μας πληγώνει καθημερινά, από αυτή την οδυνηρή «προσωπική» του εμπειρία (τουλάχιστον!), δεν καταλαβαίνει τι υποφέρουν οι «κατάδικοι» του Βατοπεδίου;

(Συνήθως στη ζωή ο πεινασμένος καταλαβαίνει τον πεινασμένο!..) Δεν αντιλαμβάνεται ότι το ίδιο εκτίθεται παγκοσμίως έχοντας επί ενάμιση χρόνο υπό οικονομικό στραγγαλισμό ένα Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου δικό του, το οποίο συμβαίνει να είναι ταυτόχρονα και ίδρυμα οικουμενικού ενδιαφέροντος; Δεν συγκινείται όταν κινητοποιούνται από όλο τον κόσμο (όχι αποκλειστικώς Έλληνες, ούτε μόνο Ορθόδοξοι) για να βοηθήσουν όπως μπορούν (ακόμα και με πακέτα με τρόφιμα και ρούχα α λα UNRA!) αυτούς τους σεβάσμιους καλογήρους, που έστω (για όσους δεν καταλαβαίνουν κάτι άλλο!) είναι οι δια βίου άμισθοι φύλακες και συντηρητές ενός μοναδικού εθνικού «μουσείου», ενός ατίμητου πολιτιστικού θησαυρού παγκόσμιας κληρονομιάς, που οποιαδήποτε ευνομούμενη και στοιχειωδώς σωφρωνούσα χώρα θα έκανε το παν να το προστατέψει, να το στηρίξει, να το ενισχύσει και να το αναδείξει;
Ναι, πλέον το Βατοπέδι, ένας από τους μεγαλύτερους Εθνικούς Ευεργέτες (όχι μόνο μέσα στα στενά όρια του σημερινού Ελληνικού κράτους, αλλά και πολύ ευρύτερα), ένας διαχρονικά και θυσιαστικά γαλαντόμος αιμοδότης της Ρωμηοσύνης σε οποιοδήποτε πατριωτικό, εκπαιδευτικό, πολιτιστικό, κοινωνικό, εκκλησιαστικό και φιλανθρωπικό έργο (να θυμίσω τη στέγαση των προσφύγων από τη μαρτυρική μητροπολιτική μου περιφέρεια και την υπόλοιπη Μικρασία στα μετόχια του, τους αναρίθμητους αναξιοπαθούντες που ενίσχυσε στις μέρες μας, τους 1000 αποφυλακισμένους από τις φυλακές της Θράκης η τις δεκάδες των νέων που έβγαλε από την κόλαση των ναρκωτικών μέσω του Μετοχίου της …Βιστωνίδας;), αυτό το ελεήμον και φιλάνθρωπο Βατοπέδι έχει πνιγμού θηλειά στο λαιμό του! Και δεν υπάρχει κάποιος υπεύθυνος, τώρα, τούτη την ώρα που η Χώρα ξαναβιώνει το σύνδρομο της «Ψωροκώσταινας» και περιφέρει το καπέλλο ανάποδα στους άκαρδους σαράφηδες και τοκογλύφους του κόσμου, να αντιληφθεί ότι την συμφέρει (πρωτίστως την ίδια τη Χώρα!) να σταματήσει πάραυτα ο οικονομικός αποκλεισμός της Μεγίστης (ναι, Μεγίστης! Και σε ιστορία, και σε προσφορά στο Έθνος, και σε πνευματικότητα, και σε φιλανθρωπία, και σε αρχοντιά και, αν το θέλετε, και σε αριθμούς, και σε κειμήλια, και σε μνημεία και σε ο,τι καλό και φιλογενές και θεάρεστο) Αγιορείτικης Μονής; Όχι μόνο για να επιβιώσουν οι άνθρωποι-Μοναχοί, ούτε μόνο για να συνεχιστούν οι κατεπείγουσες εργασίες αναστηλώσεως και συντηρήσεως των παμπάλαιων σεβάσμιων κτηρίων που κινδυνεύουν, ούτε μόνο για να μπορεί να δέχεται και να φιλοξενεί τις στρατειές των προσκυνητών και των επιστημόνων (και Ελλήνων και ξένων) που ζητούν στήριξη πνευματική η στοιχεία για τις επιστημονικές μελέτες και έρευνές τους, αλλά και για να βάλει και πάλι το χέρι στην τσέπη, να βοηθήσει το δοκιμαζόμενο από την πρωτόγνωρη κρίση κράτος, με τη γνωστή βατοπεδινή φιλογένεια; Γιατί, ναι, το Βατοπέδι, θα το βάλει το χέρι στην τσέπη, την ώρα της ανάγκης της Πατρίδας, από φιλότιμο, από περίσσεμα αρχοντιάς και αγάπης! Θα κόψει τη μπουκιά του στη μέση, μα δεν θα λείψει από το χρέος, την ώρα που οι αίτιοι του εθνικού μας καταντήματος γλείφουν τα κόκκαλα απ’ το μεγάλο φαγοπότι!
Οι Εξεταστικές και τα Δικαστήρια θα κάνουν (και πρέπει να το κάνουν!) απερίσπαστα το έργο τους, για όποιες υποτιθέμενες η ενδεχομένως πραγματικές παρατυπίες η μη σύννομες (κατά τις εύκολες ετυμηγορίες των τηλεδικείων) ενέργειες που αφορούν στα της Βιστωνίδας. Αργά η γρήγορα τα πράγματα θα ξεκαθαρισθούν, το κουβάρι θα ξεμπλέξει και η τσιχλόφουσκα του λεγόμενου «σκανδάλου» θα σπάσει. Όμως, την ίδια στιγμή, η ζωή ενός υπερχιλιόχρονου Μοναστηριού πρέπει να συνεχιστεί απρόσκοπτα και κανείς δεν έχει το ηθικό δικαίωμα να τη συμπνίγει. Έτερον εκάτερον!.. Άλλωστε, στο κάτω-κάτω, υπάρχει και πνευματικός νόμος (Νέμεσις, αν προτιμούν μερικοί που ίσως δεν καταλαβαίνουν τον όρο) και οι όποιοι υπεύθυνοι, απ’ οποιαδήποτε μεριά, δεν θα αποφύγουν τη συνάντηση μαζί του.
Πειραιάς, 11 Απριλίου 2010
+ Ο Μητροπολίτης Προικοννήσου Ιωσήφ
(Με την ιδιότητα ενός απλού πολίτη της Χώρας κι ενός εκ νεότητος φιλαγιορείτη, ιδρυτικού μέλους του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Αγίου Όρους»)
 http://vatopaidi.wordpress.com/2010/04/12/foni-voontos/#more-37746

Οι Ιερομάρτυς Βασίλειος και οι Οσιομάρτυρες Θεράπων και Τρόφιμος της Σκήτης της Όπτινα (+ Κυριακή του Πάσχα, 18 Απριλίου 1993)



Η Ιερά Καλύβη του Αγίου Χαραλάμπους, Νέα Σκήτη, 630 86 Καρυές, Άγιον Όρος έχει εκδόσει το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο «Ματωμένο Πάσχα Τρεις Σύγχρονοι Μάρτυρες» το οποί όποιος θέλει μπορεί να τα προμηθευτεί από την εν λόγω Ι. Καλύβη.
Το Πάσχα του ‘93 στην Όπτινα ήταν ασυνήθιστα πολυάνθρωπο και θορυβώδες. Η κούραση της νύχτας ήταν μεγάλη και από το ναό έβγαιναν αρκετοί πού αγαπούσαν την κουβεντούλα όμως στη Λειτουργία των πιστών ο ναός κυριολεκτικά «πάγωσε» από τον κόσμο πού προσευχόταν σιωπηλά και με μεγάλη κατάνυξη. Σ’ αυτή τη στιγμή τns πασχαλινής νύχτας γίνεται κάτι ανεξήγητο. Ενώ όλοι φαίνονται κουρασμένοι και εξαντλημένοι από την αϋπνία, ξαφνικά γεμίζει η καρδιά με μια τέτοια ανεξήγητη χαρά πού χάνονται μονομιάς και ύπνος και κούραση και το πνεύμα αγάλλεται από το Αναστάσιμο μήνυμα. Πώς να περιγράψεις αυτή τη θαυμαστή ευλογία του Πάσχα όπου ανοίγουν oι ουρανοί και οι άγγελοι δοξολογούν; Ο π. Βασίλι είχε σημειώσει στο ημερολόγιο του για το Πάσχα του ‘89: «Όποιος έζησε αυτή τη μέρα δεν χρειάζεται αποδείξεις για την αιώνια ζωή, δεν χρειάζεται να εξηγήσει τα λόγια της Αποκάλυψης “ότι χρόνος ουκέτι έσται” (10,6)».Προς το τέλος της Λειτουργίας ο π. Βασίλι βγήκε στο ψαλτήρι για να κανοναρχήσει.
“Μπάτουσκα, κουραστήκατε”, του είπε ο ψάλτης Ιεροδιάκονος Σεραφείμ. “Ξεκουραστείτε, θα τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας”.
“Εγώ έχω αυτό το διακόνημα, μοΰ έδωσε ευλογία ο ηγούμενος”, απάντησε με χαρά ο π. Βασίλι.

Αυτός ήταν ο καλύτερος κανονάρχης της Όπτινα και πολλοί θυμούνται πώς γεμάτος χαρά κανοναρχούσε το τελευταίο του Πάσχα με καθαρή δυνατή φωνή.
Η Λειτουργία τελείωσε στις πέντε και δέκα και παρόλο πού προηγήθηκε μια μεγάλη αγρυπνία, η χαρά ηταν τόσο μεγάλη πού δεν ήθελες παρά μόνο να πανηγυρίζεις. Τα πάντα συμμετέχουν στη γιορτή και το πνεύμα αγάλλεται και χαίρει. Πάσχα! Με χαρά αγκαλιάζει ο ένας τον άλλον και ανταλλάσουν ευχές και καλέσματα για να γευτούν τα πασχαλινά τσουρέκια. Όλοι είναι χαρούμενοι σαν παιδιά γιατί τα παιδικά μάτια βλέπουν μόνο τα χαρούμενα και τα ευχάριστα.
Να, ο κοντούλης Ιεροδιάκονος Ραφαήλ ανταλλάσει ευχές με τον πανύψηλο π. Βασίλι:
“Τί έγινε πάτερ;” γελάει ο Ιεροδιάκονος.
“Αναστήθηκε ο Χριστός!”
“Αληθινά αναστήθηκε!”…
Λάμπει από χαρά ο π. Βασίλι και στον αέρα ηχεί παντού το «χαρούμενο μήνυμα» μα και οι καμπάνες της μονής συμμετέχουν στη μεγάλη δοξολογία. Κωδωνοκρούστες είναι ο ίνοκ Τροφίμ, ο ίνοκ Θεραπόν και ο ιεροδιάκονος Λαυρέντι. Η χαρά τους είναι ασυγκράτητη και ο π. Θεραπόν χαμογελάει ντροπαλά.
Εκείνη την εποχή, στην ενορία της Όπτινα ο κόσμος συνήθιζε να φεύγει από το μοναστήρι με ύμνους και ψαλμούς. Οι άνθρωποι σ’ εκείνα τα μέρη έχουν βροντερές φωνές και φεύγοντας από την Όπτινα με τα λεωφορεία δεν σταματούσαν να ψέλνουν το «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας…».
«Έρχεται Πάσχα», λέγανε και εννοούσαν αυτή την καινούργια συνήθεια να ψέλνουν όλοι μαζί το Πάσχα και συνέβαινε καμιά φορά κάποιοι μεθυσμένοι να προκαλούν μεγάλους καυγάδες μέχρι ξυλοδαρμών ενώ στα χωριά του Καζέλσκ το Πάσχα ήταν απίστευτα ειρηνικό. Όλα ήταν γιορτινά και οι άντρες φορούσαν τα άσπρα τους πουκάμισα και επισκεπτόταν ο ένας τον άλλο και οι κουβέντες αυτή τη μέρα ήταν ιδιαίτερα προσεγμένες και γεμάτες ευγένεια. Το Πάσχα απαγορεύεται να πεις άσχημες λέξεις ή να προσβάλλεις κάποιον. Το Πάσχα είναι αγία ήμερα.

«ΣΚΟΤΩΣΑΝΕ ΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ…».
…Έρχεται στη μνήμη αυτή η φράση πού ακούστηκε, καθώς γυρίσαμε τα χαράματα και καθίσαμε στο γιορτινό τραπέζι. Γιορτάζαμε και ψέλναμε με όλη μας την ψυχή. Πάσχα κόκκινο, Πάσχα και ούτε πού δώσαμε σημασία όταν η γιαγιά Αλεξάνδρα Γιακούβλεβνα χτύπησε βιαστικά το παράθυρο ρωτώντας: «Μάθατε τί έγινε στην Όπτινα; Λένε ότι σκοτώσανε έναν παπά». Γυρίσαμε την πλάτη χωρίς να δώσουμε σημασία. «Είναι δυνατόν να σκοτώσουνε το Πάσχα; Όλα είναι παραμύθια…». Και συνεχίσαμε να τρώμε και να πίνουμε. Οι χαρές όμως σταμάτησαν απότομα δταν κάποια ανεξήγητη ησυχία έφτασε ως τ’ αυτιά μας. «Γιατί σωπάσανε στην Όπτινα; Γιατί δεν ακούγονται καμπάνες; Κανονικά θα έπρεπε ο αέρας να βουΐζει από χαρά». Τρέξαμε έξω κυττάζοντας προς το μοναστήρι πού ήταν πέρα απ’ το ποτάμι. Χαράματα και μέσα τη θολή ομίχλη άσπριζε θλιβερά η βουβή Όπτινα και αυτή η θανάσιμη σιωπή ήταν σημάδι κάποιας συμφοράς. Τρέξαμε στο τηλέφωνο να καλέσουμε το μοναστήρι και μουδιάσαμε ακούγοντας την παγερή φωνή του αστυνομικού «…λόγω της δολοφονίας και της γενομένης προανακρίσεως, πληροφορίες δεν δίνουμε».
Τρέξαμε στη μονή και μας ερχόταν πάλι και πάλι στο μυαλό αυτό πού είχαμε διαβάσει την παραμονή: «Ο θάνατος δεν θα κλέψει ποτέ εκείνον πού επιδιώκει την τελειότητα, αλλά παίρνει τον έντιμο όταν αυτός είναι έτοιμος».
Ποιόν σκότωσαν σήμερα στην Όπτινα; Ποιος ήταν έτοιμος; Ο θάνατος πήρε τους καλύτερους και αυτό ήταν φανερό. Ποιόν όμως… Και τρέχαμε πέρα-δώθε με δάκρυα στα μάτια φωνάζοντας με τρόμο: «Κύριε, μή μας πάρεις τον γέροντα…, Παναγία μου, σώσε τον πνευματικό μας…». Όσο παράξενο κι αν φαίνεται, σ’ αυτές τις αυτοσχέδιες προσευχές, δεν αναφέρθηκαν καθόλου ούτε το όνομα του π. Βασίλι, ούτε του π. Θεράπον, ούτε του π. Τροφίμ. Ήταν βέβαια καλοί και αγαπητοί σε όλους όμως απλά φαινόταν «κανονικοί», συνηθισμένοι.
Ο Ιερομόναχος Μιχαήλ αφηγείται. Στις έξι το πρωΐ άρχισε η Λειτουργία και εγώ πρόσεξα ότι για κάποιο λόγο ο π. Βασίλι αργούσε και έπρεπε να εξομολογήσει, όταν ξαφνικά έτρεξε μέσα λαχανιασμένος ο δόκιμος Ευγένι και είπε με κομμένη ανάσα:
“Μπάτουσκα, μνημονεύετε τους πριν από λίγο νεκρούς, δολοφονημένους, ίνοκ Τροφίμ και Θεραπόν και κάντε προσευχή, υπέρ υγείας, του Ιερομ. Βασίλι· είναι σε κρίσιμη κατάσταση…».
Τα ονόματα βέβαια ήταν γνωστά, άλλά ούτε κάν πέρασε από το μυαλό μου ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο στην Όπτινα. Μάλλον, σκέφτηκα εγώ, θα συνέβη κάπου στο Σινά, και ρώτησα τον Ευγένι:
“Από ποιό μοναστήρι;”…
“Από το δικό μας!” απάντησε εκείνος και ξαφνικά βλέπω τον Ιεροδιάκονο Ιλαρίων να πέφτει λιπόθυμος πάνω στο θυσιαστήριο! “Ισα-ΐσα πού πρόλαβα να τον συγκρατήσω ταρακουνώντας τον από τους ώμους.
“Έλα στα συγκαλά σου και βγές για εκτενή”, του είπα κι εκείνος δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα κι ούτε μπορούσε να βγάλει λέξη. Αντί για τον π. Ιλαρίων βγήκε ο Ιεροδιάκονος Ραφαήλ και σαν με ξένη φωνή πού δεν θύμιζε καθόλου διάκονο αναφώνησε την εκτενή.
“Έτι και έτι του Κυρίου δεηθώμεν υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των άρτι κεκοιμημένων δολοφονημένων αδελφών ημών Τροφίμ και Θεραπόν”.
Πώ…ώς;! Εκείνη την ίδια ώρα μετέφεραν τον π. Βασίλι στο νοσοκομείο με ασθενοφόρο όμως η πληγή ήταν θανάσιμη και ο αγγελιοφόρος δεν άργησε να τρέξει στη Σκήτη:
“…και ο π. Βασίλι είναι νεκρός!”
Όλο το εκκλησίασμα έκλαιγε από τη θλίψη για τους δύο ίνοκ. Ο Ιεροδιάκονος Ιλαρίων με βουρκωμένα μάτια βγήκε από το Ιερό και αναφώνησε την καινούρια εκτενή:
“Έτι και έτι του Κυρίου δεηθώμεν υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του άρτι κεκοιμημένου δολοφονημένου Βασίλι Ιερομόναχου”.
Πώ…ώς; Ακόμη και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, είναι δύσκολο να ξεχάσεις την εικόνα: Η πλημμυρισμένη με αίμα Όπτινα και η κομμένη από τα αναφυλητά φωνή του δοκίμου Αλεξέϊ:
“Σκοτώσανε τους αδελφούς, τους αδελφούς”…

* * *

Το έγκλημα ήταν «εκ προθέσεως» και επιμελημένα προετοιμασμένο. Οι ντόπιοι θυμούνται ότι και πριν το Πάσχα ο δολοφόνος ερχόταν στο μοναστήρι, καθόταν ανακούρκουδα μπροστά στο καμπαναριό μελετώντας τις κινήσεις των κωδωνοκρουστών και σαν νοικοκύρης παρατηρούσε ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Στον τοίχο ανατολικά του μοναστηριού εκείνη τη χρονιά ήταν στοιβαγμένη μια μεγάλη ποσότητα καυσόξυλα πού έφταναν μέχρι την άκρη του τοίχου. Τα ξύλα ήταν τοποθετημένα σαν σκαλωσιά, τόσο βολικά, πού ακόμη κι ένα παιδί θα μπορούσε να σκαρφαλώσει ως επάνω στον τοίχο χωρίς δυσκολία. Ήταν μ’ αυτό τον τρόπο πού έφυγε από το μοναστήρι ο δολοφόνος μετά το έγκλημα. Πήδηξε από τον τοίχο πετώντας κοντά του το ερασιτεχνικό ματωμένο σπαθί του με το σημάδι του «σατανά 666», μια φινλανδική κάμα…
Πηγή: Ματωμένο Πάσχα – Τρεις Σύγχρονοι Μάρτυρες, έκδ. β΄ Ιανουάριος 2006, έκδοσις Ιεράς Καλύβης Αγίου Χαραλάμπους, Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος
http://vatopaidi.wordpress.com/2010/04/18/ieromatyres-optinas/#more-37808