Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών


Απόσπασμα από τα Ασκητικά του Οσίου Πατρός ημών Ισαάκ του Σύρου
Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον μεΠαραβίασον λοιπόν σεαυτόν να μιμηθής την ταπείνωσιν του Χριστού, ίνα εξαφθή έτι περισσότερον το θείον πυρ εις την καρδίαν σου, το οποίον ετέθη υπ' Αυτού εις αυτήν·
διά του οποίου πυρός εκριζούνται εξ' αυτής όλαι αι κοσμικαί ταραχαί, αίτινες φονεύουσι τον νέον κατά Χριστόν άνθρωπον, και μολύνουσι τας ψυχικάς αγίας αυλάς του Κυρίου του Αγίου και Δυνατού·
διό εγώ δύναμαι να είπω μετά θάρρους συμφώνως με τον άγιον απόστολον Παύλον, ότι είμεθα ναός του Θεού ζώντος.
Ας αγιάσωμεν λοιπόν και καθαρίσωμεν τον ναόν τούτον, καθόσον ο Ίδιος είναι καθαρός και άγιος, ίνα επιθυμήση να κατοικήση έν αυτώ·
ας στολήσωμεν αυτόν δι' όλων τών καλών και εναρέτων πράξεων·
ας θυμιάσωμεν αυτόν διά του θυμιάματος της καθαράς και καρδιακής προσευχής προς ανάπαυσιν του ιδίου θείου θελήματος,
την οποίαν προσευχήν αδύνατον είναι ν' αποκτήση τις διά της συναναστροφής των κοσμικών συνεχών ταραχών, και ούτω θέλει επισκιάσει εις την ψυχήν σου η νεφέλη της δόξης του Θεού, και το φως της μεγαλωσύνης Αυτού θέλει διαλάμψει εντός της καρδίας σου·
και οι μεν άγιοι άγγελοι, οι κάτοικοι του σκηνώματος του Θεού, θέλουσι πληρωθή από χαράν και ευφροσύνην, οι δε αναίσχυντοι δαίμονες διά της φλογός του Αγίου Πνεύματος θέλουσιν εξαφανισθή.
Ονείδιζε λοιπόν πάντοτε τον εαυτόν σου, αδελφέ, και λέγε·
αλλοίμονον εις σε, ω αθλία ψυχή !
επλησίασεν ο εκ του σώματός σου αποχωρισμός,
διατί ευχαριστήσαι εις εκείνα, τα οποία σήμερον μέλλεις να εγκαταλείψης,
και να στερηθής την θεωρίαν αυτών εις τους αιώνας;

πρόσεχε, ω ψυχή, εις τον εαυτόν σου, και συλλογίζου τα όσα έπραξας,
και πως έπραξας αυτά, και ποία είναι,
και μετά τίνος απέρασας τας ημέρας της ζωής σου,
ή ποίος εδέχθη τον κόπον της εργασίας της πνευματικής σου γεωργίας,
και τίνα ευχαρίστησας διά της πάλης σου, ίνα εξέλθη εις απάντησίν σου εν καιρώ της εντεύθεν εκδημίας σου·
ποίον δε ευχαρίστησας εν τη οδώ της ζωής σου, ίνα αναπαυθής ήδη εις τον λιμένα αυτού;
τίνος δε χάριν εκακοπάθησας κοπιάζουσα, ίνα φθάσης ήδη εις αυτόν μετά χαράς;

ποίον απέκτησας φίλον εις τον μέλλοντα αιώνα, ίνα σε υποδεχθή εν καιρώ του ταξειδίου σου ;
εις τίνος χωράφιον εδούλευσας, και τις είναι, όστις μέλλει να πληρώση τον μισθόν σου εν τη δύσει του χωρισμού εκ του σώματός σου ;
Συ, ω ψυχή, εξέτασον σεαυτήν, και βλέπε προς ποίαν γην είναι η μερίς σου·
και αν διέβης το χωράφιον των αμαρτιών σου, το οποίον καρποφορεί πικρίαν εις τους δουλεύοντας αυτό·
κράξον και βόησον μετά κλαυθμού και στεναγμού και αδημονίας εκείνα τα λόγια,
τα οποία αναπαύουσι τον Θεόν σου περισσότερον από τας θυσίας και τα ολοκαυτώματα·
ας αναβρύη το στόμα σου παραπονητικάς φωνάς,
εις τας οποίας ευφραίνονται οι άγιοι άγγελοι·
πλύνε τας παρειάς σου με τα κλαύματα των ομμάτων σου,
ίνα αναπαυθή εις σε το αγιον Πνεύμα, και καθαρίση τον ρύπον της κακίας σου·
καταπράϋνον διά των δακρύων τον Κύριόν Σου, ίνα έλθη και προς σε·
επικαλού την Μαρίαν και Μάρθαν, όπως σε διδάξωσι πενθικάς φωνάς·
βόησον προς τον Κύριον, και ειπέ:
Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών,
όστις έκλαυσας επί Λαζάρω, και έχυσας δάκρυα λύπης και συμπαθείας επάνω εις αυτόν, δέξαι τα της πικρίας μου δάκρυα·
ιάτρευσον διά των αγίων Σου παθημάτων τα πάθη μου·
θεράπευσον διά των πληγών Σου τας ψυχικάς μου πληγάς·
διά του τιμίου Σου αίματος καθάρισόν μου το αίμα,
και ένωσον την ευωδίαν του ζωοποιού Σου σώματος τω σώματί μου·
η χολή, την οποίαν παρά των εχθρών, εποτίσθης, ας γλυκάνη την ψυχήν μου από την πικρίαν, την οποίαν ο αντίδικός μου διάβολος μ' επότισε·
τo πανάγιόν Σου σώμα, το οποίον ετανύσθη επί του σταυρού, ας αναπτερώση πρός Σε τον νούν μου, όστις εσύρθη κάτω υπό των δαιμόνων·
η παναγία Σου κεφαλή, την οποίαν έκλινας επί του σταυρού,
ας υψώση την κεφαλήν μου, την περιϋβρισθείσαν υπό των αντιπάλων δαιμόνων·
αι πανάγιαί Σου χείρες, αι καθηλωθείσαι υπό των παρανόμων εν τω σταυρώ, ας με αναβιβάσωσι πρός Σε εκ του χάσματος της απωλείας, καθώς υπεσχέθη το πανάγιόν Σου στόμα·
το πρόσωπόν Σου, το δεξάμενον ραπίσματα και εμπτύσματα υπό των καταράτων Ιουδαίων, ας μου λαμπρύνη το πρόσωπον, το οποίον εμολύνθη από τας αμαρτίας·
η ψυχή Σου, την οποίαν επί του σταυρού υπάρχων, παρέδωκας εις τον Πατέρα Σου, ας με οδηγήση πρός Σε διά της χάριτός Σου.

Δεν έχω καρδίαν θλιβομένην πρός αναζήτησίν Σου,
δεν έχω μετάνοιαν,
δεν έχω κατάνυξιν,
ουδέ δάκρυα, τα οποία επαναφέρουσι τα τέκνα εις την ιδίαν αυτών πατρίδα.
Δεν έχω, Δέσποτα, δάκρυον παρακλητικόν·
εσκοτίσθη ο νούς μου από την ματαιότητα του κόσμου, και δεν δύναται ν' ατενίση προς Σε μετά πόνου·
εψυχράνθη η καρδία μου από το πλήθος των πειρασμών, και δεν δύναται να θερμανθή διά των δακρύων της προς Σε αγάπης.

Αλλά Συ, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, ο θησαυρός των αγαθών,
δώρησαί μοι τελείαν μετάνοιαν, και καρδίαν επίπονον,
ίνα ολοψύχως εξέλθω εις αναζήτησίν Σου·
διότι ανευ Σου θέλω αποξενωθή από παντός αγαθού.
Χάρισαί μοι λοιπόν, ω αγαθέ, την χάριν Σου·
ο Πατήρ, όστις Σ' εγέννησεν εκ των κόλπων Αυτού αχρόνως και αϊδίως,
ας ανανεώση εις εμέ τας μορφάς της εικόνος Σου.

Σ' εγκατέλιπον, μη μ' εγκαταλείπης·
εχωρίσθην από Σου, έξελθε εις αναζήτησίν μου, και ευρών εισάγαγέ με, εις τας νομάς Σου, και συναρίθμησόν με μετά των προβάτων της εκλεκτής Σου ποίμνης, και διάθρεψόν με μετ' αυτών εκ της χλόης των θείων Σου μυστηρίων, των οποίων υπάρχει κατοικητήριον η καθαρά καρδία, εις την οποίαν αναφαίνεται η έλλαμψις των αποκαλύψεών Σου, η οποία έλλαμψις είναι παρηγορία και αναψυχή των κοπιόντων διά Σε εν θλίψεσι και διαφόροις ατιμίαις·
της οποίας ελλάμψεως είθε ν' αξιωθώμεν και ημείς διά της χάριτος και φιλανθρωπίας Σου,
του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού,
εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.

Περί προσευχής - Γέρων Ιωσήφ Ησυχαστής


Θὰ μακρυγορούσαμε, ἂν θέλαμε νὰ περιγράψουμε ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τὸ θέμα αὐτὸ σὲ σχέση μὲ τὸ Γέροντά μας. Ἡ προσευχὴ ἦταν γιὰ τὸν Γέροντα ἕνα ἀπέραντο κεφάλαιο καὶ τὸ κύριο μέλημά του. Σὲ αὐτὴν εἶχε δοθεῖ ὁλόκληρος. Ὅλη τὴν ζωή του, ὅλη τὴν ἐπίδοση καὶ τὸν ἐνθουσιασμό του, ὅλη τὴν φροντίδα καὶ τὴν προσπάθειά του, ὅλο του τὸ εἶναι τὰ εἶχε ἀποθέσει στὴν ἀρετὴ τῆς προσευχῆς. Τί μποροῦμε νὰ ποῦμε καὶ νὰ περιγράψουμε ἀπὸ τὰ δυσπρόσιτα καὶ ἀπροσπέλαστα μυστήρια ποὺ ἀγνοοῦμε ἐμεῖς οἱ ταπεινοί, πτωχοὶ καὶ ἀδύνατοι ἀπὸ τὴ φύση καὶ τὴν κατάστασή μας;
Βλέπαμε ἐξωτερικὰ τὴν πρακτικὴ ζωή του. Παρατηρούσαμε, πόσο ἀνελέητα φερόταν πρὸς τὸν ἑαυτό του καὶ ἀνάλογα συλλογιζόμασταν. Ποιὸς ὅμως ἦταν δυνατὸν νὰ δεῖ ἢ νὰ περιγράψει τὸν ἐσωτερικό του κόσμο καὶ τοὺς ἀλαλήτους στεναγμούς του καὶ ὅλα ὅσα ἡμέρα καὶ νύχτα προσέφερε στὸν Θεό;
Δικαιολογημένες ἀπαιτήσεις μποροῦσαν νὰ τοῦ ἀποσπάσουν ἀνάλογες ὑποχωρήσεις σὲ σχέση μὲ ὁ,τιδήποτε πρακτικὸ τὸν ἀπασχολοῦσε. Στὴν τάξη ὅμως καὶ τὸν τύπο τῆς προσευχῆς ἦταν ἀδύνατο νὰ γίνουν ὑποχωρήσεις. Ἡ ἀκρίβεια καὶ ἡ ἐμμονή του στὸ θεῖο ἔργο τῆς προσευχῆς μαρτυροῦσαν τὸ ὕψος καὶ τὸ πλάτος τῆς φροντίδας του καὶ τὰ ἀντίστοιχα ἀποτελέσματα ἦταν πολὺ φανερά. Κατὰ τὴν κρίση τῶν Πατέρων μας, τὸ σαφέστερο δεῖγμα τῆς πνευματικῆς ζωῆς μιᾶς ψυχῆς εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ, ποὺ ὑπάρχει ὡς ἐσωτερικὴ μόνιμη κατάσταση καὶ ὄχι ὡς προϊὸν προσπαθείας. Καὶ στὸν πνευματικὸ Γέροντά μας βλέπαμε ὅτι τὸ κύριο μέλημα καὶ ὁ κύριος στόχος του ἦταν ἡ προσευχή.
Ὁ ἀείμνηστος μᾶς παιδαγωγοῦσε καὶ μᾶς ὑπεδείκνυε ἀκούραστα τὴν ἀξία καὶ τὸν πλοῦτο τοῦ καρποῦ τῆς προσευχῆς. Συχνὰ τόνιζε: «ἡ ἀκρίβεια τῆς ἐντολῆς αὐτῆς καὶ ἡ προσπάθεια τῆς προσευχῆς θὰ σᾶς ἀνοίξει τὴν πόρτα τῆς προσευχῆς» ἢ «αὐτὸ τὸ λάθος θὰ σᾶς γίνει ἐμπόδιο στὴν προσευχή».

Η ευχή και το Άγιον Πνεύμα


Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού
Γέρων Ιωσήφ ο ΗσυχαστήςΗ διδασκαλία του παππού μας Ιωσήφ και του Γέ­ροντος μας Έφραίμ, αποτελεί συνέχεια της διδασκα­λίας του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Η πείρα του Γέροντος μας Εφραίμ εις την νοεράν προσευχήν, όπως μας την παρέδωσεν, αποτελεί συνέχεια όλης της νηπτικής ασκητικής παραδόσεως.
Λέγει ο Γέροντας Εφραίμ: «Η καρδία του άνθρωπου είναι το κέντρον των υπέρ φύσιν, των κατά φύσιν και των παρά φύσιν κινήσεων. Τα πάντα ξεκινούν από την καρδίαν. Εάν η καρδία του ανθρώπου καθαρισθή, τότε βλέπομεν τον Θεόν. Ο Θεός είναι αθεώρητος· ο Θεός είναι Πνεύμα. Δύναται όμως να βασιλεύση εις την καρδίαν του ανθρώπου, όταν γίνη αυτή καθαρόν δοχείον.
Διά να γίνη δεκτικόν δοχείον η καρδία του ανθρώπου, πρέπει να γίνη καθαρή. Δηλαδή, να γίνη καθαρή από ακάθαρτους λογισμούς. Διά να καθαρισθή όμως η καρδιά, πρέπει να μπη εις αυτήν κάποιο φάρμακον. Το φάρμακον αυτό είναι η νοερά προσευχή. Όπου πηγαίνει ο βασιλεύς, διώκονται οι εχθροί· και όταν μπη εις την καρδιά ο Χριστός, το όνομα Του το Άγιον, φυγαδεύονται των δαιμόνων οι φάλαγγες. Όταν ενθρονισθή μέσα καλά-καλά ο Χριστός, τότε υπάκουουν τα πάντα.
Έτσι και το κράτος της καρδιάς μας. Έχει μέσα εχθρούς· έχει επαναστάσεις· έχει λογισμούς· έχει πάθη και αδυναμίες· έχει τρικυμίες και ταραχές. Όλα εις την καρδίαν του ανθρώπου.
Διά να μπόρεση αυτό το κράτος της καρδιάς να καθησύχαση και να υποταχθή, πρέπει να έρθη ο Χριστός, ο Βασιλεύς, με τις στρατιές του να κυρίευση το κράτος· να διώξη τον εχθρόν, τον διάβολον· να καθυποτάξη κάθε ανησυχία από πάθη και αδυναμίες· να βασιλεύση σαν αυτοκράτωρ, σαν παντοδύναμος. Τότε αυτό, κατά τους πατέρας, λέγεται καρδιακή ησυχία. Να βασιλεύη η προσευχή χωρίς να διακόπτεται. Η προσευχή να έχη δημιουργήσει την καθαρότητα και την ήσυχον καρδίαν».
Ο μεγάλος αγώνας του ανθρώπου είναι να επαναφέρη τον νουν, που μετεωρίζεται με τις αισθήσεις έξω εις τα κτίσματα, μέσα εις την καρδίαν μας, εις το ταμείον των λογισμών. Ο μεγαλύτερος διδάσκαλος εις τον άνθρωπον, διά το Ιερόν αυτό έργον, είναι η νοερά προσευχή. Η χάρις του Αγίου Πνεύματος, η οποία προσελκύεται διά της ευχής, μας διδάσκει όλα όσα χρειαζόμεθα.
Ο καλύτερος βοηθός, κατά την ώραν της εξόδου της ψυχής από τον κόσμον αυτόν, είναι η νοερά προσευχή. Διότι την ευχήν αυτήν θα χρησιμοποιή η ψυχή, εφ' όσον βέβαια την γνωρίζει. Η ψυχή θα είναι οπλισμένη με την δύναμη της προσευχής, με το ακαταμάχητον Όνομα του Χριστού, το όποιον τρέμουν οι δαίμονες και δεν μπορούν να πλησιάσουν την ψυχήν.
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.

Αναμνήσεις από τον Γεροντά μου Ιωσήφ


Όταν ακόμη ήμεθα κοντά στον μακαριστό Γέροντα μου Ιωσήφ, πολλές φορές, για να μάς ωφελήσει, έπιανε και μάς εδιηγείτο την ζωή του. Ξεκινούσε από την παιδική ηλικία και λέγοντας μας όσα πράγματα είχε γνωρίσει μας ωφελούσε πολύ. Μας έλεγε πράγματα που εμείς δεν εγνωρίζαμε και, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων, μας ωφέλησαν πολύ μετά την αποδημία του για τον άλλο κόσμο. Θα ήθελα να σας εκθέσω μερικά από αυτά τα πράγματα που μάθαμε ή βιώσαμε κοντά του και προς ιδικήν σας ωφέλεια.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Όπως ξέρετε, όταν ο Γέροντας ήταν στον κόσμο, δεν είχε καθόλου θρησκευτικότητα, ήταν ένας αγνός νέος, λογικός, δίκαιος, τίμιος και μισούσε πάρα πολύ το άδικο. Προήρχετο από πολύ φτωχή οικογένεια και από νωρίς επιδόθηκε με ζήλο στο εμπόριο, με σκοπό να βοηθήσει την οικογένειά του και να πλουτίσει. Με την εξυπνάδα και τις ικανότητές του κατάφερε, ευθύς εξ' αρχής αφ' ότου ήλθε στην Αθήνα, να προκόψει στο εμπόριο και να δημιουργήσει ικανή περιουσία. Πριν τον επισκεφθεί ο Θεός και του δώσει τη μεγάλη μετάνοια, είχε αρραβωνιασθεί, αλλά, καθώς έλεγε ο ίδιος, ζούσε τόσο προσεκτικά, ώστε ποτέ δεν άγγισε τη μνηστή του φοβούμενος μήπως φθάσει στο σημείο να την ασπασθεί.
Κάποια μέρα διάβασε ένα θρησκευτικό βιβλίο και τον σαγήνευσε. Δημιουργήθηκε μέσα του μια λύπη, μια αθυμία και μια βαριεστημάρα προς τα εγκόσμια. Όταν τον είδαν έτσι άκεφο οι κόρες της ιδιοκτήτριας του σπιτιού στο όποιο έμενε, τον ρώτησαν την αιτία και, για να τον βοηθήσουν, του έδωσαν να διάβασει το «Νέον Εκλόγιον», ένα βιβλίο με μια πολύ καλή επιλογή βίων Αγίων.
Απόρρησε ο Γέροντας όταν το διάβασε, δεν μπορούσε να πιστέψει πως υπήρχαν τέτοιοι άνθρωποι που αγωνίσθηκαν για το Θεό τόσο σκληρά στη ζωή τους, που έκαμαν με τη βοήθεια Του τόσα και τέτοια τέρατα και σημεία. Τότε του ήρθε η μνήμη του θεού κι από τότε ο Θεός έστειλε τη μετάνοια, έστειλε το φωτισμό του, του άνοιξε το νου κι άρχισε να σκέπτεται για την ψυχή του.
Από τότε άρχισε η νέα πνευματική σταδιοδρομία του. Εξομολογήθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του στον πνευματικό τις αμαρτίες του με πολλά-πολλά δάκρυα, άρχισε να «κρυώνει» προς το εμπόριο, που το θεωρούσε πλέον εμπόδιο και αμαρτία στην καινούρια του πορεία, το εγκατέλειψε κι άρχισε να εργάζεται πολύ απλά εδώ κι εκεί, για να κερδίζει μόνο το ψωμί του.

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2016

Γέροντας Λαυρέντιος Σόβρε ή ένα μάθημα περί ταπεινοφροσύνης


Ο γέροντας(Λαυρέντιος) επιθυμούσε την ταπεινοφροσύνη με όλη του την ψυχή και επιθυμούσε να τη δει ανθίζοντας και στις καρδιές των υποτακτικών του. Θυμάμαι μια φορά που πήγα στο κελί του και χτύπησα την πόρτα:

Ποιος είναι;
• Ο π. Μύρων
• Ποιος Μύρων;
Έαν δεν πρόσθετες και τη λέξη ο ¨αμαρτωλός¨ δύσκολα ανοίγε. Το έκανε για να καταλάβω την πραγματική κατάσταση της ψυχής μου.

Αφού έμπαινα πρώτα ταπεινωνόταν ο γέροντας ζητώντας μου να τον ευλογήσω.
• Ευλογείτε π Μύρωνα. Είμαι γεμάτος τεμπελιά. Εσύ είσαι τεμπέλης;
• Είμαι γέροντα
• Δε νομίζω. Εγώ πιστεύω ότι είσαι λίγο.
• Όχι γέροντα, είμαι πολύ τεμπέλης.
• Παιδί μου, να θυμάσαι ότι αυτός που ταπεινώνεται βρίσκει παντού ανάπαυση.

Αυτή η συνήθεια του να θεωρεί τον εαυτό του τεμπέλη, αμαρτωλό κ.α. και να μου ζητάει να τον ευλογήσω, πράγμα που δεν μου ανήκει, μου έδινε να καταλάβω ότι ο γέροντας έψαχνε με οποιοδήποτε τρόπο να μάθουμε ότι ο μόνος δρόμος να γνωρίσουμε πραγματικά τον εαυτό μας είναι να αναγνωρίσουμε με ειλικρίνεια τις αδυναμίες μας.

Έλεγε ο γέροντας: ¨ Η ταπεινοφροσύνη καίει το διάβολο¨.

Όταν εμείς  μαλώναμε με κάποιον μας έλεγε:¨ Πείτε μόνο: Συγχώρεσέ με. Τίποτα περισσότερο. Μη προσπαθείτε να αθωωθείτε.Να λέτε μόνο: ¨ Έκανα λάθος,συγχώρεσέ με¨.Ότι περισσότερο ειπωθεί είναι από το διάβολο. Ο γέροντας είχε καταλάβει ότι το να προσπαθείς ν’ αυτοδικαιωθείς προδίδει ότι έχεις στην ψυχή σου κάποιους λογισμούς καλής γνώμης για το εαυτό σου, τους οποίους ονόμαζε υψώσεις του νου και έτσι προσπαθούσε να μας κάνει να καταλάβουμε ότι πρέπει να επωμισθούμε όλες τις κατηγορίες, για να έχουμε ειρήνη στην ψυχή μας, αλλά και να υπάρχει ειρήνη μεταξύ ημών και εκείνου που μας κατηγόρησε. Ο γέροντας όχι μόνο μας έδινε συμβουλές πώς να γίνουμε ταπεινοί, αλλά έψαχνε να βρει σε κάθε συζήτηση εάν εμείς αφομοιώσαμε τις συμβουλές του. Θυμάμαι μια φορά με ρώτησε.
• Είσαι άξιος να κοινωνήσεις;
• Όχι και πολύ.
• Δε λέμε όχι και πολύ, αλλά δεν είμαι άξιος ότι και να κάνω.

Ο γέροντας ήταν πολύ προσεχτικός στο τι λέγαμε. Ζύγιζε τα λόγια μας για να δει προς τα πού κλίνει ο λόγος μας προς τον αυτοεγκωμιασμό ή προς το να μέμφουμε τον εαυτό μας. Μια άλλη φορά που ήταν στην εκκλησία με άκουσε να ψάλω δυνατά και μου είπε: ¨Παιδί μου, παρά να ψάλλεις με υπερηφάνεια, καλύτερα να μη ψάλεις καθόλου».
Ο γέροντας Λαυρέντιος Σόβρε

Αλλά και τους λαϊκούς που ερχόταν στο μοναστήρι τους δοκίμαζε για να δει εάν έχουν ταπεινό λογισμό, ο οποίος είναι η αρχή της μετάνοιας. Όταν ερχόταν κάποιος εγκωμίαζε: « Θα θέλατε να γίνετε δήμαρχος; Έχετε και το παρουσιαστικό και την πείρα» Ο γέροντας ήξερε ότι μια από τις επιθυμίες του σύγχρονου ανθρώπου είναι τα υψηλά αξιώματα, για να έχει δύναμη και χρήματα. Θυμάμαι είχε έρθει κάποιος και ο γέροντας του είπε.
• Α, ο κύριος Δήμαρχος
• Δεν είμαι δήμαρχος πάτερ …
• Αλλά θα ήθελες να είσαι. Ξέρεις έχεις το παρουσιαστικό και την πείρα.
• Θα ήθελα…
• Βρε, δε σε σώζει το αξίωμα. Όσο πιο μεγάλο αξίωμα τόσο πιο μεγάλος κίνδυνος μπροστά στο Θεό να κάνεις λάθος. Ευχαρίστησε το Θεό για ότι έχεις και λέγε: «Γεννηθήτω το θέλημά Σου»
Πράγματι, πολλοί από υπερηφάνεια έβλεπαν τον εαυτό τους άξιο για μεγάλα αξιώματα και ο γέροντας Λαυρέντιος τους μάθαινε την ταπείνωση.

Άλλες φορές δοκίμαζε εμάς τους μοναχούς, λέγοντάς μας:
«Ο π. Μύρων όταν προσεύχεται βλέπω από εδώ να βγαίνει από το κελί του μια στήλη φωτιάς προς τον ουρανό και λέω μέσα μου: Ω προσεύχεται ο π. Μύρων. Πάτερ είστε γεμάτος αρετές, δώστε μου κι εμένα».
Εμείς, εάν δε γνωρίζαμε το σκοπό του θα λέγαμε ότι είναι κάποιες κοινοτοπίες, αλλά ο γέροντας το έκανε για να δει εάν θεωρούμε την επιτίμηση ως έπαινο και τον έπαινο ως επιτίμηση.

Στη μοναχική μου κουρά μου είπε:
«Κάποτε ένας αδελφός διάβασε στις Πράξεις των Αποστόλων ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι νεκρός για τον κόσμο και δεν το καταλάβαινε. Τότε πήγε στο Μ. Αντώνιο και τον ρώτησε. Ο Άγιος έστειλε τον αδελφό σ’ ένα κοιμητήριο για να εγκωμιάζει τους νεκρούς από το πρωί έως το βράδυ και έπειτα του είπε να γυρίσει στο κελί του. Ο αδελφός το έκανε. Τη δεύτερη ημέρα ο Μ. Αντώνιος τον έστειλε να επιπλήξει τους νεκρούς. Κάνοντας το κι αυτό ο δόκιμος επέστρεψε στο κελί του και ο Άγιος του είπε: «Όταν εγκωμίασες τους νεκρούς σου απάντησαν; Όχι. Κι όταν τους επέπληξες;
Ο αδελφός του απάντησε πάλι όχι. Έτσι να είσαι κι εσύ σαν τους νεκρούς. Όταν σ’ εγκωμιάζει κάποιος να μην περηφανεύεσαι και όταν σ’ επιπλήττει να μην ταράσσεσαι. Τότε θα είσαι νεκρός για τον κόσμο.
μετάφραση-www.proskynitis.blogspot.com
πηγή-περιοδικό Lumea Monahilor

Ένα αγιορείτικο μετόχι στην Αθήνα


Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος,
ηγούμενος της μονής Σιμωνόπετρας 
(1871-1957)
Γράφει ο Μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης (†2014)
στο περιοδικό ΠΡΩΤΑΤΟΝ, τεύχ. 5, Ιούν-Ιούλ 1983
Το μόνο αγιορείτικο μετόχι στην πρωτεύουσα σήμερα είναι ο περικαλλής ναός της Αναλήψεως στην περιοχή Παγκρατίου-Βύρωνος, μετόχι της Σιμωνόπετρας. Η Ανάληψη υπήρξε σπουδαίο πνευματικό κέντρο. Περί αυτής γράφει ο Μοναχός Μωυσής στο βιβλίο του «Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, ο Γέρων της Αναλήψεως», Αθήνα 1982.
«Η Ανάληψη και ο Προφήτης Ελισσαίος είναι δύο από τα βαθύσκια και ευσκιόφυλλα κέντρα της Αθήνας την εποχή αυτή (1931). Εκεί συχνάζουν οι τελευταίοι Κολλυβάδες, οι φιλομόναχοι, οι φιλοαγιορείτες, οι αγρυπνούντες, οι φιλακόλουθοι και φιλέορτοι, ταπεινοί φίλοι της αρετής. Μέχρι την Ανάληψη φτάνουν οι παπα-Πλανάς, ο νέος άγιος της Καλύμνου Σάββας, ο Φιλόθεος ο Ζερβάκος, ο Αμφιλόχιος Μακρής, ο Αθανάσιος της Νερατζιώτισσας και πολλοί Αγιορείτες, που απέδειξαν όλοι μαζί πως η αγιότητα ζει και στις ημέρες μας.
Η ιστορία του ναού της Αναλήψεως αρχίζει με τις αρχές του αιώνος μας. Ο γέροντας λευΐτης Ιγνάτιος, θείος του λόγιου Σιμωνοπετρίτη μοναχού Νείλου, με διαθήκη «εις μνημόσυνον των γονέων του και αυτού» δωρίζει στη μονή το κτήμα με το ναό. Τότε η γύρω περιοχή ήταν τελείως ακατοίκητη κι έπρεπε να περπατήσεις αρκετή ώρα ανηφορικό δρόμο για να φτάσης μέχρις εκεί.

Το αγιορείτικο μετόχι της Αναλήψεως και κάτω ο προσφυγικός συνοικισμός του Βύρωνα (φωτ. του 1924).
Από τότε οι καλοί αγιορείτες πνευματικοί και οικονόμοι του μετοχίου, με τις αγρυπνίες, τις εξομολογήσεις και τα κηρύγματά τους, έκαναν γνωστό τον ναό στους διψασμένους των Αθηνών. Οι προκάτοχοι του Γ. Ιερωνύμου, Πανάρετος και Ιωάννης οι Κατουνακιώτες πνευματικοί, ο Καυσοκαλυβίτης Μεθόδιος, ο Μεγαλοσπηλαιώτης Πανάρετος και ο πνευματικός Ματθαίος είχαν αφήσει άριστα παραδείγματα εναρέτου βιοτής στους εκκλησιαζόμενους…»
Ο Γ. Ιερώνυμος απετέλεσε σταθμό στη ιστορία του μετοχίου, με την ενάρετη ζωή του, τα κηρύγματα, τις εξομολογήσεις, τις ελεημοσύνες και τα χαρίσματά του.

Το αγιορείτικο μετόχι της Αναλήψεως στον Βύρωνα Αθηνών
Μέχρι σήμερα συνεχίζονται οι καθημερινές ακολουθίες, κατά το αγιορείτικο τυπικό, και γίνονται συχνές αγρυπνίες. Το μετόχι αποτελεί μια καλή μαρτυρία του Αγίου Όρους στην πρωτεύουσα. Πέρα των περιοίκων, που τόσο το αγαπούν, πολλοί φιλαγιορείτες φθάνουν μέχρις εκεί για να παρακολουθήσουν τις ακολουθίες.
Σχετικά:

Αγιορείτες ιεραπόστολοι, της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, στο Κογκό


Ιεραποστολή στο Κογκό: Οι απαρχές
ΚΑΡΠΟΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΣΤΟ ΚΟΓΚΟ
Ιεραποστολή! Μία λέξις ιερή και μαρτυρική, που ιστορικά ξεκινά από τους αγίους Αποστόλους και Χάριτι Θεού φθάνει μέχρι τις ημέρες μας. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα δημιούργησε ένα τεράστιο οικοδόμημα, του οποίου θεμέλιο είναι οι διαχρονικοί λόγοι του Κυρίου: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. κη΄ 19). Σ’ αυτήν αφιέρωσαν την ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι του Θεού, που με αυτοθυσία και φιλότιμο εργάσθηκαν σκληρά για να εκπληρώσουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την θεία αυτή εντολή.
Στο οικοδόμημα αυτό ένα μικρό λίθο έχει θέσει και η Ιερά Μονή μας, που επί 37 περίπου έτη έχει υπό την πνευματική της ευθύνη την Ιεραποστολή στο Κολουέζι του Κογκό.

Την Ιεραποστολή του Κολουέζι ουσιαστικά ξεκίνησε ο αδελφός της Ιεράς Μονής μας, μακαριστός ιερομόναχος Κοσμάς Γρηγοριάτης (κατά κόσμον Ιωάννης Ασλανίδης), γνωστός σε όλους ως παπα-Κοσμάς. Έχοντας μεγάλο ιεραποστολικό ζήλο, θείο φωτισμό και την ευλογία του σεβαστού Καθηγουμένου μας π. Γεωργίου, ξεκίνησε ένα μεγάλο ιεραποστολικό έργο και αφιερώθηκε ολόκληρος, ψυχή τε και σώματι, σ’ αυτό. Έκτισε εκκλησίες, σχολεία, αξιοποίησε κατά τρόπον άριστο τις καλλιεργήσιμες εδαφικές εκτάσεις δημιουργώντας φάρμες, ωργάνωσε το ιερατείο προωθώντας άξια πρόσωπα στην ιερωσύνη, συνέλαβε και υλοποίησε το σχέδιο τρόπου κατηχήσεως και γενικά εργάσθηκε υπεράνθρωπα για την ιεραποστολή. Σήμερα βλέπουμε και θαυμάζουμε το έργο του, την υπευθυνότητα και την λεπτότητα χειρισμού με την οποία εργάσθηκε, έτσι που ο τρόπος ενεργείας του να γίνεται ιεραποστολικός οδοδείκτης σε όσους προσέρχονται να υπηρετήσουν στο έργο της ιεραποστολής.
Αυτό το μεγάλο έργο όμως διεκόπη προς καιρόν με τον απροσδόκητο θάνατό του το 1989 σε τροχαίο ατύχημα.
Την συνέχισι του έργου του ανέλαβε πάλι με την ευλογία του σεβαστού Καθηγουμένου μας π. Γεωργίου ο ιερομόναχος π. Μελέτιος, τον οποίο, μετά από ευδόκιμο διακονία 18 ετών μεταξύ των Αφρικανών αδελφών, το έτος 2006 ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Αλεξάνδρειας κ. κ. Θεόδωρος Β’ χειροτόνησε Επίσκοπο όλης της επαρχίας Κατάγκα, που έχει έκτασι διπλάσια της Ελλάδος. Τον Θεοφιλέστατο κ. Μελέτιο πλαισιώνουν στο έργο του πατέρες της Ι. Μονής μας, που μεταβαίνουν εκεί περιοδικά προς ενίσχυσιν αυτού του επιπόνου αλλά και ευλογημένου έργου. Οικονομικά αλλά και από πολλές άλλες πλευρές συμπαρίσταται ο ευλογημένος ιεραποστολικός σύλλογος Θεσ/νίκης «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός».

Μοναχός Αρτέμιος Σιμωνοπετρίτης (1866 - 5 Οκτωβρίου 1943)


Ο κατά κόσμον Αναστάσιος Τρυφωνίδης γεννήθηκε στην Έδεσσα το 1866. Για ένα διάστημα εργάσθηκε στη Μακεδονία ως δάσκαλος. Νέος μόνασε στην ιερά μονή Μεγίστης Λαύρας. Το 1903 προσήλθε στη μεταξύ ουρανού και γης μονή της Σιμωνόπετρας. Στην εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου του 1906 εκάρη μεγαλόσχημος.
Ήταν καλός ψάλτης. Ήταν βιαστής μοναχός. Ζούσε στα υπόγεια της μονής. Ήταν ένας κρυφός ασκητής μέσα στο κοινόβιο. Σανίδα είχε για κρεββάτι. Προαισθάνθηκε το τέλος του. Πήγε στον τραπεζάρη και του ζήτησε να τον κεράσει ένα ρακί, γιατί είπε, «αύριο θα πεθάνω». Πήγε στον ηγούμενο Χαραλάμπη (1973) και του ζήτησε· «να με διαβάσεις ένα ευχέλαιο και αύριο να μεταλάβω». Του διάβασε το ευχέλαιο. Την άλλη ημέρα λειτούργησε ο ηγούμενος στο παρεκκλήσι του αγίου Χαραλάμπους και ο ίδιος έκανε τον ψάλτη. Μετάλαβε των αχράντων Μυστηρίων. Στην τράπεζα δεν τον είδαν. Ο ηγούμενος έστειλε να δουν οι πατέρες τι κάνει.
 
Είχε αναχωρήσει για τη Βασιλεία των Ουρανών. Ήταν ακόμη ζεστός. Κατά το μοναχολόγιο της μονής ανεπαύθη εν Κυρίω στις 5.10.1943.
Σ’ ένα από τα χειρόγραφά του σημείωνε: «Όστις το παρόν μου τετράδιον κτήσεται και αναγινώσκει ή όλον ή και μέρος τούτου και οποσούν ωφεληθή εκ τούτου πνευματικώς τε και ψυχικώς, ουδέν άλλο ζητώ παρά σου, ευλαβέστατε φίλε και αδελφέ, ει μη ίνα εύξη προς Κύριον υπέρ απολωλυΐας ψυχής εμού του οικτρού Μοναχού Αρτεμίου τω 1914». Και αλλού έγραφε:
«Πολλάκις την υμνωδίαν εκτελών
ευρέθην την αμαρτίαν εκπληρών
τη μεν γλώττη άτοπα φθεγγόμενος
τη δε ψυχή άτοπα λογιζόμενος.
Τω μεν ύδατι εκπλύνεις ως οικτίρμων
πάντων τας αμαρτίας
τω δε αίματι, Κύριε,
την συγχώρησιν γράψον».
ΠΗΓΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας. Πορφυρίου Προδρομίτου αρχιμ., «Γι’ αυτό κλαίω κι εγώ … », Αθήνα 2010, σσ. 43-46.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Α’ – 1901-1955, σελ.371-372, Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ. ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Πατάπιος μοναχός Καυσοκαλυβίτης


Οἱ Ἅγιοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Χθές καί σήμερα.
Διάλεξη τοῦ π. Παταπίου πού δόθηκε τήν Κυριακή 26 Μαΐου στό Μέγαρο Πολιτισμοῦ τῆς πόλεως Arad τῆς Τρανσυλβανίας τῆς Ρουμανίας στό πλαίσιο τοῦ διεθνοῦς φεστιβάλ ὀρθόδοξης πνευματικότητας καί τέχνης Arta Sacra «Φιλοκαλία»
   ν εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὑπάρχουν στόν κόσμο τόποι, πού ἡ ὀμορφιά καί ἡ ἀκτινοβολία τους μποροῦν νά προξενήσουν στόν ἄνθρωπο ἐνθουσιασμό καί δέος καί νά τόν ὁδηγήσουν στήν πνευματική ἀνάταση, τότε σίγουρα τό Ἅγιον Ὄρος κατέχει ἀνάμεσά τους περίοπτη θέση.
    Τό Ἅγιον Ὄρος τό στολίζουν βέβαια ὅλες οἱ ὀμορφιές τῆς φύσεως, πού ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἀπλόχερα σκόρπισε σ᾿ αὐτό, ὡς ἄλλον Παράδεισο. Τό κοσμοῦν ἐπίσης τά περικαλλῆ ἱερά μοναστήρια, οἱ σκῆτες καί τά κελλιά μέ τήν ἐξαίσια καί τήν ἀπόλυτα ἰσορροπημένη μέ τό φυσικό περιβάλλον ἀρχιτεκτονική τους καθώς καί τά μεγάλης ἀξίας κειμήλια, ἱερά λείψανα καί ἄλλα ἀφιερώματα πού εἶναι ἀποθησαυρισμένα σ᾿ αὐτά. Τό κοσμοῦν, ὅλ᾿ αὐτά, κάνοντάς το νά μοιάζει σάν ἄλλος οὐρανός, μέ τήν λαμπρότητά τους.
      Περισσότερο ὅμως ἀπ᾿ αὐτά, τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, ὅπως ἀποκαλεῖ ὁ πιστός ἑλληνικός λαός τό Ἅγιον Ὄρος, καυχᾶται, ἀγάλλεται, λαμπρύνεται καί μεγαλύνεται γιά τούς ἐνάρετους καί ἅγιους ἄνδρες πού ἀσκήθηκαν σ᾿ αὐτό, σέ διάφορους καιρούς καί χρόνους. Γιά τούς Ἁγίους του! Γιατί ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς ἀθωνικῆς ἱστορίας, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν προστασία τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ἔλαμψαν σ᾿ αὐτό, ἁγιώτατοι καί θαυμάσιοι ἀσκητές καί Πατέρες, πού ἡ μνήμη τους εἶναι παντοτινή. Ὅλοι αὐτοί οἱ τρισμακάριοι, σάν ἄλλοι ἀθλητές πέρασαν τή ζωή τους στόν τόπο αὐτό, μέσα ἀπό μυριάδες ἀγῶνες καί ἐμπόδια, καί, ἔχοντας αὐτόν τόν ἱερό Ἄθωνα σάν κλίμακα, ἀνέβηκαν στούς οὐρανούς.
     Ἡ ζωντανή παρουσία τῆς Ἀθωνίτισσας Θεοτόκου, τῆς προστάτιδος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί οἱ ἀσκητικοί ἀγῶνες τῶν ἁγιασμένων Ἁγιορειτικῶν μορφῶν κάνουν κάθε γωνιά τοῦ Ἅγίου Ὄρους, τόπο θεοφάνειας. Ὁ σύγχρονος προσκυνητής, βηματίζοντας στό Ἅγιον Ὄρος, τόν τόπο καί τήν ἱστορία του, τό αἰσθάνεται αὐτό καί ψηλαφεῖ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ σέ κάθε του βῆμα.
    Καί στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω τούς διοργανωτές τῆς σημερινῆς ἐκδήλωσης, πού γίνεται στό πλαίσιο τοῦ διεθνοῦς φεστιβάλ καλλιτεχνίας «Ἡ Φιλοκαλία». Νά τούς εὐχαριστήσω γιά τήν δυνατότητα πού μοῦ ἔδωσαν, νά ἔλθω ἀπό τόν μακρυνό Ἄθωνα, κομίζοντας στήν εὐλογημένη γῆ τῆς Ρουμανίας τήν εὐλογία τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων καί νά ἐπικοινωνήσω μέ ἕνα τόσο ἐκλεκτό καί «φιλόκαλο» ἀκροατήριο.   Ἐλπίζω, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί τήν εὐχή τῶν πατέρων, ἡ παρούσα διάλεξη νά φανεῖ χρήσιμος συνοδοιπόρος σ᾿ αὐτήν τήν ἀναζήτηση ψυχῆς τοῦ καθενός μας.



ΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ARAD ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ ΟΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ Η ΔΙΑΛΕΞΗ
     Οἱ κοινόβιες μονές, οἱ σκῆτες, τά κελλιά, οἱ κα­λύ­βες, τά καλντερίμια, τά κοιμητήρια, τά σπή­λαια καί τά ἀ­σκη­τή­ρια, πού κρέ­μον­ται σέ ἀ­πό­κρη­μνα καί ἀπρόσιτα μέρη, πα­ρα­μέ­νουν σι­ω­πη­λοί μάρ­τυ­ρες τῆς θαυ­μα­στῆς καί   ἰ­σάγ­γε­λης βι­ο­τῆς τῶν ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πα­τέ­ρων, καί γιά μᾶς τούς
νε­ώ­τε­ρους, μοναχούς καί προσκυνητές, δι­α­χρο­νική πρό­σκληση γιά
μί­μησή τους.    
    Στό Ἅγιον Ὄρος, ἀπό τόν 9ο αἰώνα ὥς τίς μέρες μας, ἔζησαν ὑπέρ τούς τετρακοσίους Ἅγιοι. Ὑπάρχει βέβαια καί ἕνα πλῆθος ἀγνώστων σέ μᾶς ἁγίων, πού εὐαρέστησαν τόν Θεό καί τιμήθηκαν ἀπό Αὐτόν.
  Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι ἴσως ὁ μόνος τόπος σ᾿ ὁλόκληρο τόν κόσμο πού δέν γεννήθηκε κανείς. Ἦταν ὅμως -καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ παραμένει καί σήμερα- ἕνας τόπος, ὅπου χιλιάδες ἄνθρωποι ἔχουν ἀναγεννηθεῖ ἐν Χριστῷ.
   Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας μπορεῖ νά τιμῶνται ἰδιαίτερα σέ ἕναν τόπο, ἀνήκουν ὅμως στό πλήρωμα ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Καί γνωρίζουμε πολύ καλά ὅτι στήν ὀρθόδοξη γῆ τῆς Ρουμανίας, πολλοί ἀπό τούς Ἁγιορεῖτες ἁγίους ἀπολαμβάνουν τῆς τιμῆς τῶν πιστῶν. Καί ποιός Ρουμάνος δέν γνωρίζει τόν ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, τόν ἅγιο Νήφωνα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη; Ποιός δέν ἔχει ὠφεληθεῖ ἀπό τή διδασκαλία τῶν συγχρόνων μας ἁγίων Γερόντων Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου καί Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου;
  Ἤ ποιός Ρουμάνος δέν γνωρίζει τόν ἅγιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκι (+ 1794), πού μετά τόν Ἄθωνα ἔζησε στή Ρουμανία, στό Ἰάσιο καί στίς μονές Νεάμτς καί Ντραγκομίρνα, μεταφέροντας τό πνεῦμα τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ καί τῆς Φιλοκαλίας; Ὁ ἅγιος Παΐσιος καί οἱ μαθητές του προσέφεραν στόν εὐσεβῆ ρουμανικό λαό προσεγμένες μεταφράσεις τῶν Ἑλλήνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικό ὅτι δέκα μόλις χρόνια μετά τήν πρώτη ἔκδοση τῆς Φιλοκαλίας στά ἑλληνικά, τό 1793, ἔχουμε τήν πρώτη μετάφρασή της στά σλαβωνικά, γλώσσα στήν ὁποία γράφονταν τότε τά ἐκκλησιαστικά κείμενα στή Ρουμανία. Τό ἔργο αὐτό γνώρισε ἐπανειλημμένες ἐκδόσεις καί δημιούργησε τόσο στή Ρουμανία ὅσο καί τίς ἄλλες βαλκανικές χῶρες μεγάλο ἐνδιαφέρον γιά τούς ἀσκητές Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
    Σύμφωνα μέ τίς πηγές, στό Ἅγιον Ὄρος ἔχουμε παρουσία Ρουμάνων μοναχῶν ἀπό τόν 11ο ἤδη αἰώνα. Ἀπό τήν κατάλυση τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας καί μετά, ἡγεμόνες τῆς Βλαχίας, γνωρίζοντας τά εὐεργετικά πνευματικά ὀφέλη πού θά εἶχε στή χώρα σας ἡ ἐπαφή μέ τό Ἅγιον Ὄρος, προσέφεραν σ᾿ αὐτό πλούσιες δωρεές, ἀφιέρωσαν πολλά μετόχια, καί ἀναδείχθηκαν νέοι κτήτορες ἀρκετῶν ἀθωνικῶν μονῶν, συμβάλλοντας στήν ἀνακαίνισή τους. Παράλληλα, ὁ Χαρίτων (+ 1381), ἕνας ἀπό τούς πρώτους μητροπολίτες Οὑγγροβλαχίας, πού ἔθεσε τίς βάσεις ὀργάνωσης τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκληχίας, ἦταν Ἁγιορείτης.
   Ἕνας ἀπό τούς περισσότερο τιμώμενους Ἁγιορεῖτες ἁγίους στή Ρουμανία στάθηκε ὁ ἑλληνοσερβικῆς καταγωγῆς ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἡγιασμένος, ἱδρυτής τῆς μονῆς Τισμάνα. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἔρχεται στή Βλαχία ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, περί τό 1360. Στάθηκε μετακομιστής τῆς ἀθωνικῆς ἀκτινοβολίας καί τῆς ἀναγέννησης τοῦ μοναχισμοῦ στίς ρουμανικές χῶρες, καθώς ὁ ἴδιος, μέ τή βοήθεια μαθητῶν του, ἵδρυσε καί ὀργάνωσε στή Ρουμανία κοινοβιακές μονές κατά τόν τύπο καί τήν τάξη τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἡ μονή Τισμάνα εἶναι ἡ ἀρχαιότερη σωζόμενη στή Ρουμανία καί ἀναδείχθηκε, ἐκτός τῶν ἄλλων, περίφημο κέντρο καλλιγραφίας καί ἀντιγραφῆς χειρογράφων.
    Κλείνοντας αὐτή μας τή σύντομη παρένθεση στούς Ἁγιορεῖτες ἁγίους πού συνδέονται ἄμεσα μέ τήν εὐλογημένη χώρα σας καί οἱ ὁποῖοι ἄφησαν πολύτιμη καί αἰώνια πνευματική παρακαταθήκη ἀλλά καί συνεχίζουν νά πρεσβεύουν γιά ὅλους μας, θά ἀναφερθοῦμε στόν ἅγιο Νήφωνα τόν Β΄πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (+ 1508), τόν λαμπρό αὐτό φωστῆρα τῆς ρουμανικῆς γῆς. Ὁ ἅγιος Νήφων, Ἁγιορείτης μοναχός ἀπό τή μονή Διονυσίου, συνέβαλε ἀποφασιστικά στήν ἀναδιοργάνωση τῆς Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας καί στήν θωράκιση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνῶ ἔδωσε νέα ὤθηση στήν πνευματική ζωή. Μέρος τῶν ἱερῶν λειψάνων του φυλάσσονται στήν Κούρτεα ντέ Ἄρτζες, ὅπου κάθε χρόνο χιλιάδες πιστῶν συρρέουν γιά νά τιμήσουν τή μνήμη του.
    Μεγάλη, τέλος, ὑπῆρξε ἡ πνευματική ὀφέλεια πού ἀπόλαυσε ὁ εὐσεβής ρουμανικός λαός ἀπό τήν δράση τῶν ρουμάνων Ἁγιορειτῶν ἁγίων Γεωργίου τῆς Τσερνίκα (+ 1806), τοῦ ἁγίου Ἀντίπα τῆς μονῆς Καλνταρουσάνι (+ 1882) καί τοῦ νεομάρτυρος Παχωμίου (+ 1810).
 
     Ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί !
    Οἱ Ἁγιορεῖτες ἅγιοι, προερχόμενοι ἀπό ὅλους τούς ὀρθόδοξους λαούς,  δόθηκαν ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. Μέσα ἀπό πολυετεῖς ἀσκητικούς ἀγῶνες καθάρισαν τόν ἑαυτό τους ἀπό τά πάθη καί ἔγιναν δοχεῖα ἐκλεκτά, ἄξια νά δεχθοῦν τά θεῖα χαρίσματα. Καί στή συνέχεια ἀναδείχθηκαν λαμπροί συνεχιστές τῆς γνήσιας ὀρθόδοξης μοναχικῆς παράδοσης.   
    Στά τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού πρῶτος συνέγραψε τόσο τήν Ἀκολουθία τῶν Ἁγιορειτῶν Ἁγίων, ὅσο καί τόν Ἐγκωμιαστικό Λόγο πρός αὐτούς, γράφει ὅτι οἱ Ἁγιορεῖτες ἅγιοι φάνηκαν ἀληθινά σ᾿ ὅλους ἐμᾶς, ὅσους κατοικοῦμε στό Ὄρος ἀλλά καί σ᾿ ὅλους τούς Ὀρθοδόξους, παντοτεινοί εὐεργέτες καί προστάτες καί ἔφοροι, ὄχι μόνο μέ τά λόγια τους ἀλλά καί μέ τά ἔργα Ὄχι μόνο κατά τήν ψυχή ἀλλά καί κατά τό σῶμα, ὄχι μόνο ζῶντες ἀλλά καί μετά θάνατον.     
    Τό Ἅγιον Ὄρος ὀνομάσθηκε Ἅγιο ἀπό τούς ἁγίους του. Κατά τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, Ἅγιον Ὄρος σημαίνει «Τόπος ἁγιότητας. Τόπος καθαρότητας. Τόπος ὅπου ἐπάτησαν τόσων ἁγίων πόδια. Τόπος, πού ἔχει ζυμωμένα τά χώματα ἀπό τά αἵματα, ἀπό τούς ἀσκητικούς ἱδρῶτες, καί ἀπό τά δάκρυα ἑκατοντάδων καί χιλιάδων ὁσίων Πατέρων. Τό Ἅγιον Ὄρος εἶναι τόπος ἀρετῆς καί ἁγιότητας».
   Ἡ πο­ρεία πρός τή θέ­ωση, ἡ καλ­λι­έρ­γεια τῆς ὀρ­θό­δο­ξης πνευ­μα­τι­κό­τη­τας καί ἡ δι᾿ ἀ­γώ­νων κα­τά­κτησή της, ἀ­πο­τέ­λεσε καί ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἀ­πο­τε­λεῖ τό ἰ­σχυ­ρό­τερο ἔ­ρει­σμα τῆς ζωῆς στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος. Στή χώρα αὐτή τῆς με­τα­νοίας καί τό ἐργαστήριο τῆς ἁ­γι­ό­τη­τας, ὁ­δη­γή­θη­καν κατά τήν ὑ­περ­χι­λι­ετῆ φω­τεινή δι­α­δρομή τῶν αἰ­ώ­νων σέ ὁ­δούς σω­τη­ρίας, δυ­σα­ρί­θμη­τοι ἅ­γιοι, «φί­λοι» δη­λαδή, τοῦ Θεοῦ, πού κα­τα­λάμ­πουν μέ τίς γλυ­κύ­τα­τες ἀ­κτῖ­νες τοῦ βίου καί τῶν θαυ­μά­των τους τό πλή­ρωμα τοῦ πι­στοῦ λαοῦ.
   Κατά τήν ὀρ­θό­δοξη πα­ρά­δοση οἱ πε­ρισ­σό­τερο ἁρ­μό­διοι νά μι­λοῦν γιά τούς ἁ­γί­ους καί τήν ἁ­γι­ό­τητα εἶ­ναι οἱ ἴ­διοι οἱ Ἅ­γιοι. Αὐ­τοί μπο­ροῦν νά ἐν­νο­ή­σουν καί νά ἑρ­μη­νεύ­σουν σω­στά, ὑπό τό φῶς τῆς ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τι­κῆς τους ἐμ­πει­ρίας, τά ἔργα καί τά δι­δά­γματα τῶν ἱ­ε­ρῶν ἐ­κεί­νων προ­σώ­πων, πού εἶ­χαν ἕ­να κυ­ρίως σκοπό, τόν ὁ­ποῖο καί πέ­τυ­χαν: νά εὐ­α­ρε­στή­σουν τόν Κύ­ριο καί νά ἑ­νω­θοῦν μέ Αὐ­τόν.
   Ἡ ταπεινότητά μου, πού δέν ἔ­χω τήν ἁ­γι­ό­τητα καί τά πνευ­μα­τικά βι­ώ­ματά τους καί πού μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή μη­τρική ἀ­γάπη τῆς Κυ­ρίας Θε­ο­τό­κου κα­τοι­κῶ στούς ἴ­δι­ους ἱ­ε­ρούς τό­πους μέ τίς ἁ­γι­α­σμέ­νες ἀθωνικές μορ­φές, μπο­ρῶ μόνο ἐ­πι­φα­νει­ακά νά σκι­α­γρα­φή­σω «ἐν ἐ­σό­πτρῳ καί αἰ­νί­γματι» κά­ποια ἀπό τά πλού­σια χα­ρί­σματα-καρ­πούς τῶν πνευ­μα­τι­κῶν τους ἀ­γώ­νων ἤ τίς φω­τι­σμέ­νες δι­δα­σκα­λίες τους. Ὅ­πως ἔ­λεγε καί ὁ γέ­ρων Πορ­φύ­ριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἀπό τούς τε­λευ­ταίους στή χρυσή ἁ­λυ­σίδα τῶν ὁ­σι­α­κῶν Ἁγιορει­τι­κῶν μορ­φῶν: «Ἀ­λή­θεια, αὐτά πρέ­πει νά τά ἔ­χει πά­θει ὁ ἄν­θρω­πος γιά νά τά κα­τα­λά­βει... Μόνο ἐ­κεῖ­νος πού ζεῖ αὐτή τήν κα­τά­σταση, τή ζεῖ καί τήν αἰ­σθά­νε­ται...».
     Κί­νη­τρο τῶν ἀ­σκη­τῶν Ἁγιορειτῶν πα­τέ­ρων γιά νά ὑ­πο­βλη­θοῦν σέ ἑ­κού­σιες τα­λαι­πω­ρίες καί παν­το­ει­δεῖς στε­ρή­σεις δέν ἦ­ταν τό μῖ­σος γιά τό σῶμα ἤ τή ζωή, ἀλλά ἡ «πε­ρίσ­σεια ζω­ῆς», πού πη­γά­ζει ἀπό τήν ἀ­γάπη τοῦ Χρι­στοῦ, ὅ­ταν αὐτή ἐ­νερ­γεῖ καί κα­τα­φλέ­γει τήν καρ­διά. Θέ­λη­σαν νά σταυ­ρω­θοῦν γιά τόν κό­σμο καί νά νε­κρώ­σουν τε­λείως τά πάθη τους, νά ἐν­τα­φι­α­σθοῦν στόν τάφο τῆς τα­πει­νώ­σεως καί νά ἀ­να­στη­θοῦν ἐν Χρι­στῷ διά τῆς ἀ­πα­θείας.
     Μέ τό σῶμα ἐρ­γά­ζον­ταν καί δι­α­κο­νοῦ­σαν τούς ἀ­δελ­φούς τους, μέ τόν νοῦ ὅ­μως καί τήν καρ­διά συ­νο­μι­λοῦ­σαν πάν­τοτε μέ τόν Θεό, προ­σευ­χό­με­νοι. Ἁρ­πα­ζό­με­νοι σέ ἐκ­στά­σεις καί θε­ω­ρίες τῆς δό­ξας τοῦ Θεοῦ, προ­γεύ­ον­ταν ἤδη ἀπό ἐδῶ τά ἀ­γαθά πού μέλ­λουν νά ἀ­πο­λαύ­σουν οἱ ἀ­γα­πῶν­τες τόν Κύ­ριο.
     Στό Ἅγιον Ὄρος παραμένει ἄσβεστη ἡ ἄκτιστη φλόγα τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Καί οἱ ἁγιασμένες ἁγιορειτικές μορφές εἶναι μία ἀπό τίς φανερώσεις αὐτοῦ τοῦ ἄσπιλου καί ἄδυτου φέγγους καί μία ἀκόμη μαρτυρία τῆς θείας Χάριτος: τῆς ἁγιορείτικης ζωῆς καί ἐμπειρίας γιά τήν ἐποχή μας.
      Αὐ­τοί οἱ κατά προ­αί­ρεση μάρ­τυ­ρες, ἔ­θε­σαν τήν πί­στη ὡς ἀ­κλό­νητο θε­μέ­λιο τῆς σω­τη­ρίας τους. Τά πάντα, ἀπό τήν πλήρη χά­ρι­τος καί θείων ἐμ­πει­ριῶν βι­οτή τους, μέ­χρι τίς ἀ­πο­κα­λυ­πτι­κές δι­ο­ρά­σεις καί προ­ο­ρά­σεις κα­θώς καί τίς κα­τα­νυ­κτι­κές δι­δα­χές τους, μαρ­τυ­ροῦν καί ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νουν τή συ­νεχῆ πα­ρου­σία τοῦ Ἁ­γίου Πνεύ­μα­τος σέ ὅ­λες αὐ­τές τίς ἁ­γι­α­σμέ­νες μορ­φές τῶν Ἁγιορει­τῶν Πα­τέ­ρων, οἱ ὁ­ποῖοι μέ τή ζωή τους ἔ­γρα­ψαν ἕνα νέο Γε­ρον­τικό, ἀ­πο­δει­κνύ­ον­τας τήν ἀ­λή­θεια καί τή δι­α­χρο­νι­κό­τητα τῶν συ­να­ξα­ρι­α­κῶν ἀ­φη­γή­σεων καί πε­ρι­γρα­φῶν.
    Ζών­τας οἱ ἴ­διοι στό θεῖο γνόφο τῆς χά­ρι­τος τοῦ Θεοῦ, μπο­ροῦ­σαν νά ὁ­δη­γή­σουν στήν Ἄνω Ἱ­ε­ρου­σα­λήμ, νά δι­δά­ξουν τή νο­ερά προ­σευχή, νά κα­θο­δη­γή­σουν στήν πνευ­μα­τική ζωή, νά ἐ­νι­σχύ­σουν στίς δο­κι­μα­σίες καί τούς πει­ρα­σμούς τῶν ἄλ­λων. Πολ­λοί ἀπό τούς ἐ­νά­ρε­τους αὐ­τούς πα­τέ­ρες, στή­ρι­ξαν ὄχι μόνο πλει­άδα ὁ κα­θέ­νας συ­να­σκη­τῶν τους καί ἄλ­λων ἀ­θω­νι­τῶν μο­να­χῶν ἀλλά καί τό λαό τοῦ Θεοῦ, με­τα­δί­δον­τάς τους τό ἦ­θος τῆς ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης πνευ­μα­τι­κό­τη­τας καί φανερώνοντάς τους τήν ἐλευθερία τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
     Μέ τόν πλήρη θε­ϊ­κῆς ἐμ­πει­ρίας λόγο τους ἄγ­γι­ξαν τίς δι­ψα­σμέ­νες ψυ­χές, συν­δύ­α­σαν τό φω­τι­σμένο λόγο  μέ τό ζων­τανό βί­ωμα καί με­τέ­φε­ραν τή θε­ο­λο­γία ἀπό τό στο­χα­σμό στήν προ­σω­πική ζωή. Ἐ­νέ­πνευ­σαν στήν πί­στη χι­λι­ά­δες ἀν­θρώ­πων ἄλ­λως χα­μέ­νων. Πα­ρη­γό­ρι­σαν ἀ­πελ­πι­σμέ­νες ψυ­χές. Φώ­τι­σαν μέ τή σο­φία καί τή χάρη τους πλῆ­θος ἀ­να­ζη­τη­τῶν τῆς ἀ­λή­θειας. Ἄλ­λοι, ὅ­πως ὁ μα­κα­ρι­στός σύγ­χρο­νος γέ­ρων Πορ­φύ­ριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἄφησαν ἀπό μέσα τους νά ξεχυθεῖ τό φῶς καί ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως πού ἔζησαν καί πῆραν ἀπό τήν ἁγιορείτικη ζωή καί ἐμπειρία. Ἄν­τλη­σαν δυ­νά­μεις ἀπό τίς ἀ­στεί­ρευ­τες ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κες πη­γές γιά λίγα μόνο χρό­νια καί με­τα­μορ­φώ­θη­καν σέ παγ­κό­σμι­ους ἀ­να­μορ­φω­τές τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ἐν Χρι­στῷ ζωῆς.
     Οἱ ἐ­νά­ρε­τοι Ἁγιορεῖ­τες γέ­ρον­τες τοῦ τελευταίου αἰ­ώ­να συ­νέ­χι­σαν τήν ὑ­περ­χι­λι­ετῆ πα­ρά­δοση τοῦ ἁ­γι­ω­νύ­μου Ὄ­ρους καί προ­στέ­θη­καν στή χρυσή ἁ­λυ­σίδα τῶν ὁ­σίων Πα­τέ­ρων. Ἄλ­λω­στε ὁ ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κος χρό­νος μόνο μέ τήν αἰ­ω­νι­ό­τητα θά μπο­ροῦσε νά εἶ­ναι συγ­χρο­νι­σμέ­νος.
   Ἡ ὄν­τως ἐν­τυ­πω­σι­ακή καί πλού­σια χα­ρι­σμα­τική προ­σω­πι­κό­τητα τοῦ σύγ­χρο­νού μας γέ­ρον­τος Πορ­φυ­ρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου καλ­λι­ερ­γή­θηκε σ᾿ ἕ­ναν τόπο στόν ὁ­ποῖο ἡ πνευ­μα­τική πα­ρά­δοση πα­ρα­μέ­νει αἰ­σθητή μέ­χρι σή­μερα.
    Ἀπό τούς πρώ­τους οἰ­κι­στές τοῦ γηραιοῦ Ἄθωνα μέ­χρι τούς τε­λευ­ταί­ους ἐ­νά­ρε­τους γέ­ρον­τες, ὅ­λοι ἀ­πο­τε­λοῦν μία πνευ­μα­τική οἰ­κο­γέ­νεια, στήν ὁ­ποία τά πάντα εἶ­ναι κοινά: τό ἀ­σκη­τικό φρό­νημα, τά πνευ­μα­τικά κα­τορ­θώ­ματα, τά ἁ­γι­ο­πνευ­μα­τικά χα­ρί­σματα. Ἄλ­λω­στε, ἡ αἴ­σθηση τῆς ἱ­στο­ρι­κῆς συ­νέ­χειας τῆς ἁ­γι­ο­ρεί­τι­κης πα­ρά­δο­σης ἀ­πο­τε­λεῖ τόν ἀ­κρο­γω­νι­αῖο λίθο τῆς πνευ­μα­τι­κῆς πο­ρείας τοῦ Ἁ­γίου Ὄ­ρους.
        Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, μέσα ἀπό τή ζωή τῶν σύγχρονων ἐνάρετων Ἁγιορειτῶν γερόντων δεί­χνε­ται ἡ συ­νέ­χεια τῆς ἀ­θω­νι­κῆς πα­ρά­δο­σης. Οἱ ἀ­σκη­τι­κές αὐτές μορ­φές μέ τήν αὐ­θεν­τι­κό­τητα τῆς ἁ­πλό­τη­τας καί τή γνη­σι­ό­τητα τοῦ ἀ­πα­ρα­χά­ρα­κτου μο­να­χι­κοῦ τους βίου, ἐ­πα­λη­θεύ­ουν δι­αρ­κῶς τό μυ­στή­ριο τῆς πί­σεως καί ἐ­πι­βε­βαι­ώ­νουν τήν πα­ρου­σία τοῦ Θεοῦ στόν κό­σμο μας, πι­στο­ποι­ῶν­τας τή δυ­να­τό­τητα πού ἔ­χουμε ὅλοι οἱ ἄν­θρω­ποι γιά κοι­νω­νία μέ τόν Θεό καί με­τοχή στήν αἰ­ω­νι­ό­τητα.  
    Ἡ ζωή πολ­λῶν ἀπό τούς ἀν­θρώ­πους πού γνώ­ρι­σαν καί συ­να­να­στρά­φη­καν μέ τούς Ἁγιορεῖ­τες ἁ­γί­ους καί τούς λοι­πούς ἐ­νά­ρε­τους Ἁγιορεῖ­τες γέ­ρον­τες ἄλ­λαξε ρι­ζικά, γι­ατί ἡ πα­ρου­σία τους ἦ­ταν κα­τα­λυ­τική καί σφρά­γισε τήν ὕ­παρξή τους.
    Οἱ Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι καί οἱ ἄλλες ἁγιασμένες ἁγιορειτικές μορφές στάθηκαν, ἀνάμεσα σέ ἄλλα, γνήσιοι πνευματικοί Πατέρες, εἶχαν φθάσει σέ ὑψηλά μέτρα πνευματικότητας καί γι᾿ αὐτό μποροῦσαν νά λειτουργοῦν ὡς παιδαγωγοί καί ἀκόμη ὡς οἰκογενειακοί σύμβουλοι, κατά κάποιον τρόπο.
    Ἡ παιδαγωγική πού ἐφάρμοζαν, θεμελιωμένη πάνω στή διακονία τῆς πνευματικῆς πατρότητας, δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τήν παιδαγωγική τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, πού διασώζεται μέχρι καί τίς μέρες μας, μέσα ἀπό τήν ἡσυχαστική καί φιλοκαλική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.
     Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, ὁ πνευματικός πατέρας εἶναι ἡ ζῶσα παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ τέλειος, ὁ ἐν Χριστῷ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος. Εἶναι ἕνας ἀντικατοπτρισμός τοῦ θεϊκοῦ φωτός  στόν κόσμο μας. Εἶναι, θά μποροῦσαμε νά ποῦμε, ὁ ἀπόλυτος παιδαγωγός. Τέτοια πρότυπα παιδαγωγῶν, συμβούλων τῶν νέων, ἀλλά καί συμβούλων ἀνθρώπων κάθε ἡλικίας ὑπῆρξαν καί ἐξακολουθοῦν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά ὑπάρχουν, μέσα ἀπό τόν λόγο τους, οἱ Ἁγιορεῖτες Ἅγιοι ἀλλά καί ἄλλες ἁγιασμένες Ἁγιορειτικές μορφές. Ἄνθρωποι τῆς τέλειας ἀγάπης, τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης, τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς τελείωσης καί τῆς ἁγιότητας.
    Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης θεωρεῖται ὁ θεμελιωτής καί κατ᾿ ἄλλους, ὁ Γενάρχης τοῦ ἁγιορειτικοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ μέ τήν ἵδρυση τῆς Μεγίστης Λαύρας (ἔτος 963). Τό ἀκόλουθο περιστατικό διατρανώνει τήν ἀσκητική τῆς παιδαγωγικῆς τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου.
   Κάποτε οἱ δαίμονες ἔπεισαν ἕναν ἀμελῆ μοναχό νά σκοτώσει τόν Ἅγιο. Κι ἐκεῖνος πῆγε ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ τοῦ ἡγουμένου  μέ τό μαχαίρι στό χέρι. Ὅταν ὅμως ἄνοιξε ἡ πόρτα καί ὁ ἅγιος τόν ἀγκάλιασε πατρικῶς, τότε ὁ ἀγνώμων μαθητής καί κατά τήν πρόθεση φονιάς ἄφησε νά πέσει τό μαχαίρι ἀπό τό χέρι του, γονάτισε καί ἐξομολογήθηκε τήν πρόθεσή του. Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος τόν συγχώρησε ἀμέσως. Καί δέν ἔμεινε μόνο ἐκεῖ, ἀλλά ἀπό τότε περιέβαλλε τόν μοναχό μέ ἀκόμη μεγαλύτερη στοργή. Ἡ ἑκούσια κένωση εἶναι γνώρισμα ἀληθινῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί πηγή ἀθανασίας. Ὁ Ὅσιος εἶχε ἀπωλέσει τόν ἑαυτόν του, βυθιζόμενος στήν ἄβυσσο τοῦ θείου ἐλέους, ἀπ᾿ ὅπου ἄντλησε τήν ἀγάπη πρός τόν ἐπίδοξο φονέα του.
     Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, στήν προσπάθειά του νά γίνει ὑπόδειγμα στούς ὑποτακτικούς του, φρόντιζε γιά τίς ἀνάγκες ὅλων τῶν μοναχῶν τῆς μονῆς του καί ἰδιαίτερα γιά τούς ἀσθενεῖς, τούς ὁποίους ὑπηρετοῦσε προσωπικῶς.
    Μέσα ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση, δηλαδή μέσα ἀπό μυσταγωγικό καί πνευματικό τρόπο, οἱ ἁγιασμένες μορφές τοῦ Ἁγίου Ὄρους συνέβαλαν στό νά «γεννῶνται» καί νά «ἀναγεννῶνται» οἱ σχετιζόμενοι μέ αὐτούς πνευματικά ἄνθρωποι.
     Δέν δίδασκαν προβάλλοντας ἀφηρημένους κανόνες ἠθικῆς. Κυρίως καθοδηγοῦσαν στό πλαίσιο μιᾶς βαθιᾶς διαπροσωπικῆς σχέσης. Ἀγαπούσαν τόν ἄνθρωπο, ὅπως εἶναι, μέ τίς ἀδυναμίες καί τά ἐλαττώματά του. Συγχρόνως ἐνεργοῦσαν μέ παιδαγωγική περίσκεψη καί ψυχολογική διορατικότητα, χρησιμοποιώντας εὐέλικτες παιδαγωγικές μεθόδους.
    Δίδασκαν ὄχι μόνο μέ τό λόγο, ἀλλά καί μέ τή σιωπή τους. Πολλές φορές μέ μόνη τήν παρουσία τους. Γιά παράδειγμα, στό Βίο τοῦ ὁ­σίου Ἀ­κα­κίου τοῦ Καυ­σο­κα­λυ­βίτου (+ 1730), ἑνός μεγάλου Ἁγιορείτου ἁγίου τοῦ 18ου αἰώνα, ἀ­να­φέ­ρε­ται ὅτι, ἀ­νά­μεσα στά τόσα του χα­ρί­σματα, εἶχε πνεῦμα εἰ­ρη­νο­ποιό τόσο, ὥ­στε ὅ­ποιος δο­κι­μα­ζό­ταν ἀπό λο­γι­σμούς μνη­σι­κα­κίας, μέ τό πού ἀν­τί­κριζε καί μόνο τό γε­μᾶτο χάρη πρό­σωπό του, εἰ­ρή­νευε ἀπό τούς κα­κούς ἐ­κεί­νους λο­γι­σμούς.  
   Ἀναπολώντας κατά καιρούς τή σεβάσμια μορφή τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου (+ 1994) καθώς καί τίς φωτισμένες νουθεσίες καί διδαχές του, πού πάντα στάλαζαν σά βάλσαμο στίς ψυχές ὅλων πού, λίγο ὡς πολύ, εἴχαμε τήν εὐλογία νά τόν συναντήσουμε, μοῦ ἔμενε ἡ αἴσθηση ὅτι ὅλα ὅσα ὑπέφερε καρτερικά στήν ἀσκητική του ζωή: στερήσεις, κακουχίες, πειρασμοί, κοπιώδεις μετακινήσεις, ἐνοχλήσεις καί κόπωση ἀπό τούς ἀναρίθμητους προσκυνητές καί τέλος, ὁδυνηρές ἀσθένειες, τά ὑπέμενε ἀπό ἀγάπη γιά τό Θεό καί γιά τόν ἄνθρωπο.
      Καί στίς Μονές πού διακόνησε, ἐντός καί ἐκτός Ἁγίου Ὄρους, καί ὅταν ζοῦσε μόνος του στήν ἡσυχία, ἡ ζωή του ἦταν μία συνεχής διακονία ἀγάπης. Μιᾶς ἀγάπης χωρίς σύνορα πού ἐπειδή ἦταν εἰλικρινής καί ἀπαύγασμα τῆς θεοειδοῦς του ψυχῆς, ξεκούραζε ὅλους ὅσους τή γεύονταν. Ἀκόμη καί στήν περίοδο πρίν τήν ὁσιακή του κοίμηση, ἄν καί ἐξ αἰτίας τῆς ἐπάρατης νόσου εἶχε ὁδυνηρώτατους πόνους, ἐκεῖνος θυσιάζοντας τόν ἑαυτό του γιά τούς ἀδελφούς του, διακονοῦσε μέ αὐταπάρνηση καί αὐτοθυσία ὅσους προσέτρεχαν σ᾿ αὐτόν γιά νά βοηθηθοῦν.
      Μά κι ἀπό τήν πλούσια διδασκαλία του, πού ἀναφέρεται διεξοδικά σέ ὅλα τά θέματα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί πού πραγματικά μᾶς «ἀφυπνίζει πνευματικά», βλέπουμε τό Γέροντα νά μιλάει μέ «μέ πόνο καί ἀγάπη» γιά ὅλους μας.
     Ἀπό τό πάνθεον τῶν ἀρετῶν, ἡ ἀγάπη -ξεχωριστά ἀνάμεσα στίς ἄλλες- φαίνεται νά διαπνέει τή σύνολη ζωή καί διδασκαλία τοῦ π. Παϊσίου.
   Ἔλεγε στούς ἀκροατές του, ὑπογραμμίζοντας τή δύναμη τῆς ἀγάπης:
«... ἐπειδή δέν ξέρουμε τί μᾶς περιμένει, ὅσο μπορεῖτε, νά καλλιεργήσετε τήν ἀγάπη. Αὐτό εἶναι τό κυριώτερο ἀπ᾿ ὅλα: νά ἔχετε μεταξύ σας ἀγάπη ἀληθινή, ἀδελφική, ὄχι ψεύτικη. Πάντα ὅταν ὑπάρχει τό καλό ἐνδιαφέρον, ὁ πόνος, ἡ ἀγάπη,  ἐνεργεῖ κανείς σωστά. Ἡ καλωσύνη, ἡ ἀγάπη, εἶναι δύναμη».
      Μία ἀπό τίς τελειότερες ἐκφράσεις ἀγάπης εἶναι τό νά προσευχώμαστε γιά τούς ἄλλους. Τήν ἀλήθεια αὐτή καθώς καί τήν ἀξία της τονίζει ὁ Γέροντας: «Ἡ καρδιακή προσευχή βοηθάει ὄχι μόνο τούς ἄλλους ἀλλά καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας, γιατί βοηθάει νά ἔρθει ἡ ἐσωτερική καλωσύνη. Ὅταν ἐρχώμαστε στή θέση τοῦ ἄλλου, ἔρχεται φυσιολογικά ἡ ἀγάπη, ὁ πόνος, ἡ ταπείνωση, ἡ εὐγνωμοσύνη μας στό Θεό μέ τή συνεχή δοξολογία, καί τότε ἡ προσευχή γιά τό συνάνθρωπό μας γίνεται εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό καί τόν βοηθάει». Καί σέ ἐρώτηση γιά τό πῶς κατλαβαίνει ὅτι μέ τήν προσευχή του βοηθήθηκε ὁ ἄλλος, ἀπαντάει: «Τό πληροφορεῖται ἀπό τή θεία παρηγοριά πού νιώθει μέσα του μετά ἀπό τήν πονεμένη του καρδιακή προσευχή πού ἔκανε. Πρέπει ὅμως πρῶτα τόν πόνο τοῦ ἄλλου νά τόν κάνεις δικό σου πόνο καί ὕστερα νά κάνεις καί καρδιακή προσευχή. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἰδιότητα θεϊκή καί πληροφορεῖ τόν ἄλλον».
    Ἡ ἀγάπη εἶναι προϋπόθεση γιά νά φέρει τό ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα τοῦ ἐλέγχου τῶν σφαλμάτων τοῦ ἄλλου κι αὐτό εἶναι κάτι πού τό ὑπογραμμίζει ὁ π. Παΐσιος: «Ὅταν ἐλέγχουμε κάποιον ἀπό ἀγάπη, εἴτε τήν καταλαβαίνει ὁ ἄλλος τήν ἀγάπη μας εἴτε ὄχι, ἡ ἀλλοίωση γίνεται στήν καρδιά του, ἐπειδή κινούμαστε ἀπό καθαρή ἀγάπη. Ἐνῶ ὁ ἔλεγχος πού γίνεται χωρίς ἀγάπη, μέ ἐμπάθεια, τόν κάνει τόν ἄλλο θηρίο γιατί ἡ κακία μας προσκρούει στόν ἐγωϊσμό του...Ὅταν ἀνεχώμαστε τόν ἄλλον ἀπό ἀγάπη, ἐκεῖνος τό καταλαβαίνει».
    Ἡ θυσία γιά τόν ἀδελφό εἶναι μίμηση Χριστοῦ. «Νά μάθει κανείς νά χαίρεται μέ τό νά δίνει», ἔλεγε ὁ μακαριστός Γέροντας καί συνέχιζε: «Τέτοιοι ἄνθρωποι πού δίνονται χωρίς νά ὑπολογίζουν τόν ἑαυτό τους, θά μᾶς κρίνουν μεθαύριο»... «Ὁ Χριστός συγκινεῖται, ὅταν ἀγαπᾶμε τόν πλησίον μας πιό πολύ ἀπό τόν ἑαυτό μας, καί μᾶς γεμίζει μέ θεία εὐφροσύνη. Βλέπεις Ἐκεῖνος δέν περιορίστηκε στό ‘’ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σαυτόν’’ ἀλλά θυσιάστηκε γιά τόν ἄνθρωπο». Καί συμπληρώνει: «Ἀδύνατο εἶναι νά ἔλθει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μέσα μας, ἐάν δέν βγάλουμε ἔξω τόν ἑαυτό μας ἀπό τήν ἀγάπη μας καί νά τήν δώσουμε στόν Θεό καί στίς εἰκόνες Του καί νά δινώμαστε πάντα στούς ἄλλους, χωρίς νά θέλουμε νά μᾶς δίνονται οἱ ἄλλοι».
    Ἐπιμένοντας ὁ Γέροντας στήν θυσιαστική προσφορά ὡς ἔκφραση τέλειας ἀγάπης, μᾶς νουθετεῖ: «Ἡ θυσία γιά τόν συνάνθρωπό μας κρύβει τήν μεγάλη μας ἀγάπη γιά τόν Χριστό. Ὅσοι ἔχουν μέν τήν ἀγαθή προαίρεση γιά νά ἐλεήσουν, ἀλλά δέν ἔχουν τίποτα καί πονᾶνε γι' αὐτό, ἐλεοῦν μέ τό αἷμα τῆς καρδιᾶς τους».Καί γιά νά ἐνθαρρύνει ὅσους ἀγωνίζονται νά καλλιεργοῦν τήν βασίλισσα τῶν ἀρετῶν, συμπληρώνει: «Οἱ εὔσπλαγχνοι, ἐπειδή πάντα χορταίνουν τούς ἄλλους μέ ἀγάπη, πάντοτε εἶναι χορτασμένοι ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τίς ἄφθονες εὐλογίες Του».
ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΨΑΛΜΩΔΙΕΣ ΣΤΟ ΜΕΓΑΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ARAD ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ.
ΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟ ΠΑΤΑΠΙΟ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝ[ΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΤΟΥ ARAD ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
    Ἕνας ἀπό τούς σύγχρονους Ἁγιορεῖτες Πατέρες, πού στάθηκε μία ἀπό τίς ση­μαν­τι­κώ­τε­ρες πνευ­μα­τι­κές πα­ρου­σίες τοῦ πε­ρα­σμέ­νου αἰ­ῶνα, εἶναι ὁ γνω­στός πλέον σ' ὅ­λον τόν Ὀρ­θό­δοξο κό­σμο, Γέ­ρων Πορ­φύ­ριος ὁ Καυ­σο­κα­λυ­βί­της (+ 1991). Ἐπρόκειτο γιά ἕνα ἔκτακτο φαινόμενο θείας κλήσεως καί ζωῆς.   
     Εἶχε καταξιωθεῖ στίς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων ὡς διακριτικός πνευματικός πατέρας. Μέ τόν τρόπο αὐτό, μποροῦσε νά τούς βοηθάει μέ διάφορους τρόπους καί μέσα. Θεωροῦσε κάθε ἄνθρωπο ὡς μοναδική καί ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα, σεβόμενος τόν ἰδιαίτερο χαρακτῆρα τοῦ καθενός, καθώς καί τήν προσωπική του ἐλευθερία. Ἄκουγε μέ προσοχή, ὑπομονή καί συγκατάβαση τά προβλήματά τους. Γινόταν δέκτης τῆς ἀγωνίας τους. Τούς ἀπαντοῦσε μέ καλωσύνη καί προσήνεια στίς διάφορες ἐρωτήσεις. Νουθετοῦσε, προέτρεπε καί ὑποστήριζε ψυχολογικά τούς ὀλιγόψυχους. Δέν δυσφοροῦσε ἀπό τίς ἀρκετές φορές ἐνοχλητική παρουσία, τήν ἀδιακρισία καί τή φορτικότητα ὁρισμένων πνευματικῶν του παιδιῶν.
        Ἀποδεχόταν τό συνάνθρωπό του, ὅπως ἦταν, μέ τίς ἀδυναμίες καί τήν ἰδαιτερότητα στή συμπεριφορά του. Δέν ἐπιχειροῦσε ποτέ νά τόν βάλει σέ δικά του καλούπια. Δέν τόν ἀπασχολοῦσε ἡ ἐξωτερική ἐμφάνιση τῶν ἀνθρώπων καί μάλιστα τῶν νέων. Κοιτοῦσε τά βαθύτερα στρώματα τῆς ψυχῆς τους, γιατί γνώριζε ὅτι, ἐάν τακτοποιηθεῖ ὁ ἐσωτερικός κόσμος τοῦ ἀνθρώπου, αὐτόματα θά τακτοποιηθοῦν καί τά ἐξωτερικά. Κι αὐτό γιατί γνώριζε τήν τραγωδία τῆς ἔλλειψης ἀγάπης στήν ἐποχή μας, πού ἔχει σάν ἀποτέλεσμα τή μοναξιά, τήν κατάθλιψη, τήν ἀνασφάλεια, τό ἄγχος καί τίς φοβίες.
   Ἔλεγε ὁ γέρων Πορφύριος: «Αὐτά πού θέλετε νά πεῖτε στά παιδιά σας, νά τά λέτε μέ τήν προσευχή σας. Τά παιδιά δέν ἀκοῦν μέ τά αὐτιά μόνο ὅταν ἔρχεται ἡ Θεία Χάρις πού τά φωτίζει, τότε ἀκοῦνε αὐτά πού θέλουμε νά τούς ποῦμε. Ὅταν θέλετε νά πεῖτε κάτι στά παιδιά σας, πέστε το στήν Παναγία κι αὐτή θά ἐνεργήσει. Ἡ προσευχή σας αὐτή θά γίνει ζωογόνος πνοή, πνευματικό χάδι, πού χαϊδεύει, ἀγκαλιάζει, ἕλκει τά παιδιά».
         Ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί !
   Ἡ ὑ­ψηλή πνευ­μα­τι­κό­τητα τοῦ βίου τῶν ἁ­γι­α­σμέ­νων Ἁγιορετικῶν μορ­φῶν, πάν­τοτε δυ­να­μο­γό­νος, ζων­τανή καί ζω­τική, σπάει τό φρά­γμα τοῦ χρό­νου, προ­σπερ­νάει τίς ἀ­σί­γα­στες ἱ­στο­ρι­κές κα­ται­γί­δες καί τίς ἀν­θρώ­πι­νες πε­ρι­πέ­τειες, γιά νά κτυ­πή­σει σάν πνευ­μα­τικό ξυ­πνη­τήρι στό ἀ­νή­συχο, ὀ­μι­χλῶ­δες καί ἀν­τα­ρι­α­σμένο «σή­μερα».
    Ὁ σύγ­χρο­νος ἄν­θρω­πος τῆς προ­η­γμέ­νης ψη­φι­α­κῆς τε­χνο­λο­γίας καί τῶν κο­σμο­ϊ­στο­ρι­κῶν ἐ­πι­στη­μο­νι­κῶν ἀ­να­κα­λύ­ψεων ἔ­μαθε νά κα­τευ­θύ­νει τίς μη­χα­νές ἀλλ᾿ ὄχι καί τόν ἑ­αυτό του. Δυ­σκο­λεύ­ε­ται νά ζή­σει ἀ­νε­πη­ρέ­α­στος ἀπό τά δι­α­λυ­τικά σύν­δρομα τῆς πά­σης φύ­σεως αἰ­χμα­λω­σίας. Συν­τρί­βε­ται σέ ἰ­δε­ο­λο­γι­κούς ὀγ­κό­λι­θους.
     Ἡ ἁ­γι­α­σμένη πο­ρεία τῶν Ἁγιορει­τῶν Ἁ­γίων καί ἐ­νά­ρε­των Γε­ρόν­των πρός συ­νάν­τησή τους μέ τόν Χρι­στό, ἄς ση­μα­το­δο­τή­σει τό μέλ­λον μας καί ἄς μᾶς ἐμ­πνεύ­σει νά χρω­μα­τί­σουμε τή ζωή μας ἀπό τόν «κα­λόν ἀ­γῶ­να» στά χα­ρα­κώ­ματα τῆς θείας ἀ­γά­πης, πού εἶ­ναι «ἀ­γάπη ἀ­χόρ­τα­γη», κατά τόν ἅ­γιο Σι­λου­ανό τόν Ἀ­θω­νίτη, τόν νεότερο Ἁγιορείτη Ἅγιο.
      Ὁ τρό­πος καί ὁ δρό­μος τῆς θε­ώ­σεως καί τῆς σω­τη­ρίας τοῦ ἀν­θρώ­που εἶ­ναι αἰ­ώ­νιος καί ἀ­σφα­λής. Εἶ­ναι ὁ δρό­μος τῶν Ἁ­γίων!
     Οἱ ἁ­γι­α­σμέ­νες Ἁγιορειτικές μορ­φές, τόσο τοῦ παρελθόντος ὅσο καί τῶν ἡμερῶν μας, ἀπό τόν ὅσιο Πέτρο τόν Ἀθωνίτη, τόν πρῶτο ἅγιο οἰκιστή τοῦ Ἄθωνα μέ­χρι καί τούς σύγ­χρονούς μας, γέ­ροντες Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη καί Πορ­φύ­ριο τόν Καυ­σο­κα­λυ­βίτη, ἔ­φθα­σαν στόν ἐ­ρά­σμιο τόπο, πού ὅ­λοι προ­σκλη­θή­καμε νά κα­τοι­κή­σουμε.
      Καί ἐπειδή ζοῦμε σέ δύσκολους καιρούς ὅπου ἡ οἰκονομική κρίση μαστίζει τήν κοινωνία μας, θά ἤθελα νά κλείσω μέ ἕνα -ὅπως θέλω νά πιστεύω- αἰσιόδοξο μήνυμα πρός τούς ἀγαπητούς ἀκροατές μας.
    Ὅπως ἔγραψε ὁ Ντοστογιέφσκι, «ἡ ὀμορφιά θά σώσει τόν κόσμο». Ἡ ὀμορφιά τῆς ψυχῆς θά σώσει τόν κόσμο, ἀκόμα κι ἄν γύρω μας ὅλα μοιάζουν νά γκρεμίζονται, ὅπως φαίνεται νά συμβαίνει στήν ἐποχή μας. Γι᾿ αὐτό δέν πρέπει νά χάνουμε τό θάρρος μας. Ἄς στραφοῦμε στήν ψυχή μας, ἄς ἑνωθεῖ αὐτή μέ τό Θεό καί μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν ἕνωση καί τήν ἐνατένιση, θά μπορέσουμε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νά διαπεράσουμε μέ ἀσφάλεια τό πέλαγος τῆς φουρτουνιασμένης ζωῆς μας.
                        Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ. Χριστός Ἀνέστη !
Ἡ διάλεξη ἐκφωνήθηκε στήν ἑλληνική γλώσσα μέ ταυτόχρονη μετάφραση στή ρουμανική. Μετά τό τέλος τῆς διάλεξης ἀκολούθησε δίωρος διάλογος ὅπου ὁ ὁμιλητής ἀπάντησε σέ ἐρωτήσεις τῶν πολυπληθῶν ἀκροατῶν. Ὑπεύθυνος ὀργάνωσης τοῦ φεστιβάλ ἦταν ὁ ἀρχιμανδρίτης δρ. Θεοφάνης Mada, ἐπίκουρος καθηγητής τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Arad. Τήν μετάφραση ἔκανε ὁ διάκονος δρ. Φλορίν Tomoiaga. Τό φεστιβάλ ὀργανώθηκε ἀπό τό Πολιτιστικό Κέντρο τοῦ Arad καί τήν τοπική μητρόπολη.

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΓΗ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ.


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΟΤΟΣ ΜΠΟΝΤΡΟΓΚ ΣΤΟ ΑΡΑΝΤ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ. ΧΡΟΝΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ 12 ΑΙΩΝΑ




ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΟΤΟΣ ΜΠΟΝΤΡΟΓΚ ΣΤΟ ΑΡΑΝΤ ΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ.

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΟΤΟΣ ΜΠΟΝΤΡΟΓΚ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ. Η ΤΡΑΠΕΖΑ

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΟΤΟΣ ΜΠΟΝΤΡΟΓΚ. ARAD, ΡΟΥΜΑΝΙΑ. ΔΙΑΚΟΝΩΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ

Ἁγιορείτικη Πολιτεία, μοναχοῦ Ἰωακείμ Ἰβηρίτου (Θεσσαλονίκη 1921) Ἀπό τό : ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ «Ο ΑΘΩΣ», (μέρος Α’)